Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

 

 

 

 

 

ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

 

 

Αρχίζουμε με αυτό το θέμα, διότι είναι αναμφισβήτητο: τα έργα έγιναν και τα απομεινάρια τους είναι ακόμη προσιτά στον οποιοδήποτε επισκέπτη [όχι όλα πια!]. Κάθε αναφερόμενη πληροφορία, ειδικά όσον αφορά στις κατασκευαστικές λεπτομέρειες, είναι από πρώτο χέρι· ο αυτόπτης μάρτυς ήμουν εγώ.[1] Παρακολούθησα από πολύ κοντά την πρόοδο των εργασιών· τόσο κοντά, που μόνο σε κατασκοπευτικές ταινίες γίνεται! (Αλλά και από 9 χλμ. απόσταση με ισχυρό τηλεσκόπιο, πρακτική το πολύωρο της οποίας προκάλεσε επώδυνη επιπεφυκίτιδα στο δεξί μου μάτι − όπως και στους Ι.Δ. και Γ.Ζ.)

Συχνά, μια φωτογραφία δεν μπορεί να μεταφέρει παρά ελάχιστο μέρος της πραγματικότητας. Εδώ, για παράδειγμα, έξω από το κάδρο αριστερά υπήρχε παρκαρισμένο αυτοκίνητο του εργοταξίου με τον οδηγό του μέσα. Προσέχοντας πού κοιτάζει εκείνος, δεν αντιλήφθηκα πως ο φακός της μηχανής ακουμπούσε στην περίφραξη και γι' αυτό φαίνεται το άνω τμήμα του Χ του συρματοπλέγματος στον ουρανό. Από τη Σπηλιά ακούγονταν τα κομπρεσέρ. (Το βέλος δείχνει το στέγαστρο των "φτερωτών" που ανανέωναν τον αέρα της Σπηλιάς). Οπότε, ενώ για τους τρίτους η φωτο είναι περιορισμένη, για μένα ανασύρει πλήθος συναισθηματικών αναμνήσεων.

Αριστερά, την ίδια μέρα. Με το βέλος επισημαίνεται το άνω μέρος του ρυμουλκούμενου βυτίου νερού (βλ. και φωτο στην ιστοσελίδα του Βέμπου). Δεξιά, το βυτίο σε εποχή όπου τα έργα είχαν διακοπεί προσωρινά.

Είχα βρει τα αδύνατα σημεία της περίφραξης, εκεί δηλαδή που τη διέκοπταν οι γκρεμοί των λατομείων, και μπαινόβγαινα καλυπτόμενος συνήθως από το σκοτάδι. Παράλληλα εκμεταλλευόμουν τις κακοκαιρίες (ιδίως τις χιονοπτώσεις) και όλες τις μεγάλες γιορτές και λοιπές αργίες, ώστε να τριγυρίζω στο έρημο εργοτάξιο ανενόχλητος.[2]

 

Από την τελευταία περίοδο των έργων μέσα στη Σπηλιά. (Καθαρή Δευτέρα φυσικά!) Αριστερά, βλέπουμε στεγασμένο αεροσυμπιεστή μπροστά στο τείχος και δύο ντεπόζιτα νερού. Δεξιά, μια ηλεκτρογεννήτρια.

Με τις συνθήκες που επέλεγα, κατάφερα να φτιάξω χάρτη της περιοχής με δικές μου μετρήσεις, να προβλέπω (έχοντας ήδη σημειωμένα τα τοπογραφικά σημεία της χάραξης του έργου σε όλη την έκταση: Στάσεις, Αλλαγές, Κορυφές, Εξασφαλίσεις, Repère )...

Στο σημείο που δείχνει το βέλος ήταν ένα από τα ρεπέρ (το R4 συγκεκριμένα). Δεν ξέρω αν ήθελαν απόλυτο σημείο αναφοράς της χωροσταθμικής αφετηρίας, πάντως από εκεί υπάρχει οπτική επαφή με το υψομετρικό στην Πάρνηθα. Παρεμβάλλω και το μπρούτζινο souvenir της κέντρωσης.

...την επόμενη φάση των εργασιών και να φωτογραφίζω τα αντίστοιχα σημεία προτού ξεκινήσουν, ν' αποκτήσω πλήθος εγγράφων και σχεδίων (συχνά από τα σκουπίδια τους), να τραβήξω αρκετές φωτογραφίες (ορισμένες με διάρκεια έκθεσης 30΄ ή και 45΄), και όλα αυτά χωρίς καμία επί τω έργω συνάντηση, είτε με τους εργαζόμενους [3] είτε με επισκέπτες! Οι επισκέπτες βέβαια, ήταν ελάχιστοι, γιατί ο κόσμος απέφευγε την περιοχή. Ποιος ήθελε μπλεξίματα με αστυνομία; Είχαν συμβεί και τέτοια επεισόδια, όπου ο φύλακας ειδοποιούσε την αστυνομία και ο περίεργος κατέληγε να φεύγει από το τμήμα με τη σύσταση να μην πλησιάσει πάλι την περιοχή. Εγώ κυκλοφορούσα στο βουνό πάντα με τα πόδια, σε μονοπάτια κυρίως δικής μου χάραξης, ώστε σε περίπτωση καταδίωξης να μην είμαι αναγκασμένος ν' ακολουθώ την πεπατημένη. Είχα φτάσει στο σημείο ν' απομνημονεύσω με κάθε λεπτομέρεια τη διαδρομή μου κάνοντας καθημερινές νοερές επαναλήψεις, ώστε να μπορώ να κατέβω το βουνό τρέχοντας σε απόλυτο σκοτάδι. (Τελικά, αυτή η ικανότητα μου φάνηκε αφάνταστα χρήσιμη στο να προλαβαίνω το τελευταίο λεωφορείο!) Είχα ως πρωταρχικό κανόνα την αποφυγή κάθε συνάντησης και, σαν τον Τίμωνα το μισάνθρωπο, θεωρούσα αποφράδα την ημέρα κατά την οποία έβλεπα κάποιον, έστω και στην απέναντι πλαγιά.[4] Αρκετές φορές προτίμησα να μην πλησιάσω στη Σπηλιά, επειδή κάποιος άλλος με είχε προλάβει.[5] Ή περίμενα ώρες να ερημώσει η περιοχή.[6]

Σήμερα μπορεί να φαίνονται λίγο αστεία όλ' αυτά, αλλά τότε αποτελούσαν ζωντανή πραγματικότητα για μένα. Οι φήμες μιλούσαν για φύλαξη από το στρατό, και όποτε ανηφόριζα δεν απέκλεια ακόμη και το ενδεχόμενο να με πυροβολήσουν! Ανάλογη λοιπόν ήταν και η τακτική μου. Το πλέον αδιόρατο ίχνος, ο πιο ασήμαντος ήχος, συχνά μου άλλαζε τα σχέδια, εφόσον δεν μπορούσα να βεβαιωθώ ποια ήταν η προέλευση. Ανησυχούσα ότι −παρά τις προφυλάξεις− οι διαταράξεις που προκαλούσα μ' έκαναν αντιληπτό, γεγονός που αλήθευε τουλάχιστον όσον αφορούσε την τοπική πανίδα. Όμως, χάρηκα όταν ύστερα από περίπου σαράντα επισκέψεις, άρχισα να έχω συναντήσεις με ζώα (αλεπούδες, ασβούς, λαγούς, φίδια), γιατί ήταν απόδειξη πως έπαυα να είμαι ένας θορυβώδης παρείσακτος.[7]

       

Η αλεπού ετοιμάζεται να ξαπλώσει, ο λαγός με έχει δει πρώτος και παριστάνει την πέτρα, ενώ το μικρό πανέμορφο (και άκακο) σπιτόφιδο (Zamenis ή Elaphe situla, οχέντρι στην Κρήτη) προσπαθεί να τρυπώσει στην τσάντα μου. Όμως, παρότι χρειάστηκαν 35 χρόνια και 3 μήνες για να σιγουρευτώ πως υπάρχουν και οχιές στην Πεντέλη (Vipera ammodytes), έχετε το νου σας. Ευτυχώς που υπάρχουν και οι χελώνες, πάντα του χεριού μας!

Τι έκαναν λοιπόν στη Σπηλιά; Για μένα το αίνιγμα κράτησε μόνο μέχρι το καλοκαίρι του 1980, οπότε έμαθα ποια μονάδα της Αεροπορίας θα μεταφερόταν εκεί, και το ενδιαφέρον μου για τα έργα ατόνησε·[8] όμως είχα πλέον αγαπήσει την ίδια τη διαδικασία, την οποία φρόντιζα να διευρύνω με νέα ενδιαφέροντα. Όπως αποδείχτηκε, δεν είχε σημασία αν αρχικά είχα απατηθεί. Ίσως χρειάζεται να ξεγελαστεί κάποιος για να πάρει ένα δρόμο που θα τον αλλάξει εσωτερικά, αν βέβαια είναι πρόθυμος να κουραστεί πραγματικά για να λύσει το υποτιθέμενο μυστήριο. Διότι, όταν ανακαλύψει ότι δεν υπήρχε τελικά τίποτε απ' όσα  φανταζόταν, θα έχει αποκομίσει οφέλη όπως: επιμονή, υπομονή, πειθαρχία, ανοιχτό μυαλό· αντιμετωπίζοντας τους φόβους του χάριν της έρευνας, θα έχει καταλάβει ότι το μεγαλύτερο μυστήριο δεν είναι μόνο κάπου εκεί, αλλά  και μέσα του. Θα έχει διαπιστώσει από πρώτο χέρι πως η εικόνα της πραγματικότητας εξαρτάται από το ποιος την κοιτάζει, και θα φροντίζει να μην το ξεχάσει!

 

ΠΟΙΟΙ ΕΚΑΝΑΝ ΤΑ ΕΡΓΑ;

Είναι γενική η πίστη ότι πίσω από τα έργα της Σπηλιάς βρίσκονταν οι Αμερικανοί. Η συμμετοχή τους δεν μπορεί ν' αποκλειστεί, αλλά πέρα από τις υποψίες και τις παρακάτω αδύναμες ενδείξεις δε γνωρίζω την ύπαρξη αδιάσειστων στοιχείων.[9]

 

«Ο κ. Ν. Περράκης, ιδιοκτήτης παρακείμενου λατομείου, όταν το 1982 είχε ζητήσει από τους επιβλέποντες αξιωματικούς περισσότερες πληροφορίες, κάποιος στρατιωτικός τού επέδειξε ένα σχετικό χάρτη, όπου φορέας κατασκευής του έργου φερόταν το ΝΑΤΟ. Επίσης, και σε σχετικές τοπογραφικές μελέτες του ΥΠΕΧΩΔΕ η Σπηλιά Νταβέλη αναφερόταν σαν στρατιωτική περιοχή δικαιοδοσίας του ΝΑΤΟ». (Β. Λαμπρόπουλος, «Αποκάλυψη τώρα» στην Πεντέλη, ΕΘΝΟΣ, σ. 25, 29/8/90)

 

Ο Μπαλάνος και ο Ζήσης [10] αναφέρουν την επιτόπου εύρεση ενός φυλλαδίου του ΝΑΤΟ (βλ. αντίστοιχα Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης, σ. 160 και Τα Μυστήρια της Πεντέλης, σ. 125. Επίσης, Βασίλη Στάμου, Υπόγεια Αθήνα; Η συνωμοσία ενός μύθου, σ. 143). Ήταν ένας ετήσιος κατάλογος των επιστημονικών εκδόσεων του αρμόδιου τμήματος της συμμαχίας (NATO - Advanced Study Institutes Series - A Listing of publications) που τυπώνεται στα αγγλικά αλλά διανέμεται και σε πλήθος Ελλήνων επιστημόνων και τεχνικών. Δηλαδή, η ύπαρξή του στο εργοτάξιο της Σπηλιάς δεν αποδεικνύει την παρουσία Αμερικανών, διότι ενδέχεται ο κάτοχός του να ήταν κάποιος από τους ημέτερους μηχανικούς των έργων. Πάντως, για την ακρίβεια, δεν ήταν μόνο ένας κατάλογος αλλά υπήρξαν τουλάχιστον τρεις [11]: ο πρώτος βρισκόταν τον Μάιο 1980 μέσα στο παράπηγμα, τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς ο δεύτερος ήταν πάνω στα πλέγματα (στη ράμπα που κατηφορίζει μέσα στη Σπηλιά) και ο τρίτος τον Νοέμβριο 1983 ήταν πάνω στο τοιχίο που στηρίζει από τα βορειοδυτικά τις στέρνες. (Δεν είχαμε περιφορά του ίδιου φυλλαδίου· ο κάθε κατάλογος ήταν διαφορετικού έτους).

Ίσως λοιπόν τα λεγόμενα για παρουσία Αμερικανών (που έτσι κι αλλιώς δε θα μας προξενούσε καμία εντύπωση) να βασίζονται σ' αυτούς τους καταλόγους. Ή και σε μια χλαίνη Αμερικάνου αξιωματικού που βρισκόταν το λιγότερο επί 11 χρόνια 20 μέτρα έξω από τη Σπηλιά, στην εσοχή του τοιχώματος (βλ. εδώ, ένα δυο μέτρα δεξιά του Crawler-drill), ποιος ξέρει από πότε.[12]

Είχα ξηλώσει την ετικέτα, όμως δε θυμόμουν το παραμικρό. Πρόσφατα τη βρήκα τυχαία, όπως έψαχνα για κάτι άλλο.

Ακόμη και στο όνομα 'Αλφρεντ που ήταν σημειωμένο τον Αύγουστο του '80 σε κάποια χαρτιά με τηλέφωνα στο εργοτάξιο.[13]

Επίσης, κατά την πρόσληψή τους οι εργαζόμενοι έπρεπε να συμπληρώσουν  ένα στερεότυπο έντυπο, απαντώντας και στην ερώτηση αν έχουν εργαστεί πάλι σε έργα της Αεροπορίας ή του ΝΑΤΟ. Η ύπαρξη του έντυπου δεν προσθέτει ούτε αφαιρεί τίποτε όσον αφορά τον αμερικανικό παράγοντα. Διότι τέτοια έργα, εφόσον ανήκουμε στη συμμαχία, χρηματοδοτούνται από τις λεγόμενες πιστώσεις ΝΑΤΟ.[14]

Το ότι η πατρότητα των έργων ανήκε επίσημα στην Ελληνική Αεροπορία δεν αμφισβητείται βέβαια,[15] αφού κυκλοφορούν τα σχέδια για λογαριασμό του ΓΕΑ,[16] αλλά η επιτόπου διαρκής παρουσία της μάλλον πρέπει ν' αποκλειστεί, εκτός από κάποιες επισκέψεις εντεταλμένων για λόγους αυτοψίας της προόδου των έργων.

Όμως, στις 13/5/79 πάνω σε καρφωμένη όρθια αερόσφυρα (πιστόλα) ήταν φορεμένο πηλήκιο αγορασμένο από το γνωστό κατάστημα στρατιωτικών στολών της οδού Ακαδημίας (τότε) Φρουζάκη. Στη στεφάνη του είχε μεν την ταινία αξιωματικού με το εθνόσημο της Ελληνικής Δημοκρατίας και το έμβλημα της Πολεμικής Αεροπορίας (αετό και δάφνες), αλλά στο γείσο δεν υπήρχαν οι "κλάρες" δρυός, και το κυριότερο− το χρώμα του αντί του κανονικού «κυανόφαιου» ήταν μαύρο. Αρχικά υπέθεσα ότι το φορούσε όντως ένας από τους πιστολαδόρους, κατόπιν όμως σκέφτηκα μήπως το έφερε κάποιος για να κάνει αισθητή την ανάμιξη της Αεροπορίας.[17] Κι αυτό γιατί ήταν κάπως εξεζητημένο και κραυγαλέο για να αφήνεται εκτεθειμένο στους επισκέπτες, μπροστά στον τσιμεντένιο τοίχο που στηρίζει τα εκκλησάκια, και που τότε ήταν υπό κατασκευή. Κι αν πούμε ότι ξεχάστηκε, μια βδομάδα αργότερα ήταν στο ίδιο σημείο. Αν ήταν κάποιου εργάτη, γιατί δεν το μάζεψε;

Εδώ διακρίνουμε άδεια μπιτόνια λαδιού, φιάλες οξυγόνου - ασετυλίνης, στελέχη γεωτρύπανου, "καρότα"... Η λατύπη δεν είχε σκαφτεί ακόμη ώστε να γίνει και η κάτω σειρά αγκυρώσεων (ο "τοίχος" είχε μόλις 1,5 μέτρο ύψος). 2 μήνες αργότερα, ακριβώς κατά την εκσκαφή αυτή παρουσιάστηκε εδώ το πηλήκιο.

Στις 20/5/79, λοιπόν, τα μεσάνυχτα βρήκα την ταινία βγαλμένη και την πήρα ως ενθύμιο.

 Έκτοτε το πηλήκιο άλλαζε θέσεις μέσα στη Σπηλιά, και την τελευταία φορά που το είδα ήταν στις 4/8/84.

 

ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ

Τα έργα λοιπόν δεν ήταν και τόσο μυστηριώδη όσο ήθελαν να πιστεύουν οι κάθε λογής ερευνητές που διέθεταν αξιόλογη φαντασία: είσοδος για την Κούφια Γη, βάση εξωγήινων, πύλη για άλλες διαστάσεις... Ο πραγματικός λόγος ήταν πολύ πιο πεζός και τον αναφέρει ακριβέστατα ο Γ. Μπαλάνος:[18]

 

«Μια τέτοια στρατιωτικο-επιστημονική εγκατάσταση περιγράφεται συνήθως σαν "βάση επικοινωνιών" (...) Πρόκειται κατά κανόνα για εγκαταστάσεις στρατιωτικής κατασκοπίας. (...) Συμπεριλαμβάνουν συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης κι ένα από τα βασικά τους καθήκοντα είναι να ελέγχουν και ν' αξιολογούν καθετί που πλησιάζει στο χώρο δικαιοδοσίας τους με πιθανές εχθρικές διαθέσεις». (Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης, σ. 122)

 

Όμως,

 

«Για να διαλέξουν μια τόσο πολυσύχναστη και γνωστή περιοχή, θα πρέπει η περιοχή αυτή να είχε αληθινά ιδιαίτερη σημασία. (...) 'Αραγε κάτι υπήρχε ήδη στη συγκεκριμένη αυτή περιοχή που δε θα μπορούσε να βρεθεί αλλού. (...) Δε θα πήγαιναν σε σημείο για το οποίο ήδη είχαν γραφτεί τόσα άρθρα, που δεχόταν τόσους εκδρομείς, κι επιπλέον ήταν και αρχαιολογικός τόπος». (αυ. σ. 121, βλ. και σ. 231)

 

Αυτή η συλλογιστική δεν είναι ορθή, εφόσον υπονοεί πραγματικά κάτι ασυνήθιστο. Είναι ορθότατη όμως όσον αφορά το σκεπτικό της Αεροπορίας, που ήθελε ένα χώρο κοντά στην Αθήνα (για τους ίδιους λόγους που τα πάντα βρίσκονται στην πρωτεύουσα − μην τρέχουμε στις επαρχίες και στις ερημιές), για να μεταφερθεί (τουλάχιστον) η μονάδα 2ο ΑΚΕΠ (Αεροπορικό Κέντρο Ελέγχου Περιοχής). Θα ήταν δηλαδή η καρδιά ενός συστήματος όπου θα κατέληγαν οι πληροφορίες από τα ραντάρ του ελληνικού χώρου (του νότιου τομέα).[19] Ποιος καταλληλότερος χώρος από την εγγύς του άστεως Σπηλιά, που το μέγεθός της περιόριζε τα έργα εκσκαφής (επομένως και το κόστος), παρείχε προστασία με πέτρωμα πάχους δεκάδων μέτρων [20] και βρισκόταν κάτω από τα τηλεπικοινωνιακά φερέσυχνα της κορυφής του βουνού;[21]

Υπάρχει αντίρρηση σε αυτό:

 

«...μια απλή εξέταση της περιοχής έδειχνε πως το σημείο δεν προσφερόταν για κάτι τέτοιο. Από γεωλογικής πλευράς το έδαφος ήταν ακατάλληλο, τα νταμάρια είχαν κλείσει τη Σπηλιά σχεδόν ολόγυρα, και (...) η δουλειά ήταν τόσο μυστική όσο και η θέση του Παρθενώνα». (αυ. σ. 83)

 

Ίσα-ίσα που το υπέδαφος θεωρητικά ήταν κατάλληλο (σε αντίθεση με τους σχεδιαστές των έργων), για να μην πούμε ιδανικό. Η ύπαρξη γειτνιαζόντων λατομείων δεν ήταν αποτρεπτική (ο σταθμός της Αεροπορίας στην κορυφή συνυπήρξε επί ένα τέταρτο του αιώνα με ενεργά λατομεία − μάλιστα, το μέτωπο του νεότατου προς ανατολάς κειμένου, βρισκόταν σε απόσταση 135 μέτρων από την καρδιά της βάσης, ενώ τα παλαιότερα απείχαν νότια και νοτιοανατολικά μόλις 40 μέτρα από τους κοιτώνες). 'Αλλωστε, τα λατομεία στην περιοχή της Σπηλιάς ήδη δε λειτουργούσαν,[22] ενώ καθιστούσαν πιο απομονωμένη και απρόσιτη την εγκατάσταση. Όσο για το θέμα της μυστικότητας, αυτό θα αντιμετωπιζόταν σε τοπικό επίπεδο όπου και να γίνονταν τα έργα. (Πού να φανταστούν ότι ένας άνθρωπος −ο Μπαλάνος, βέβαια− θα τους έκανε τόση ζημιά με τις ανακοινώσεις του;) Τα περί προβληματικού χώρου [23] ανέκυψαν πολύ αργότερα, και μόνο όταν τα έργα είχαν αποτύχει.

Αλλά και για τους εμπνευστές των έργων έχει τις αμφιβολίες του.

 

«Πάντως, ακόμη και τώρα, δεν πιστεύω κατά βάθος ότι πρόκειται για δουλειά του Επιτελείου. Νομίζω ότι απλώς κάποια άλλη ομάδα −με ένα μάλλον "άχρωμο" υπηρεσιακό όνομα− ευθύνεται για τη δουλειά. Τυπικά μπορεί ν' ανήκει στις Ένοπλες Δυνάμεις, αλλά ουσιαστικά πρέπει να είναι ανεξάρτητη από αυτές». (αυ. σ. 79)

 

Τα παραπάνω είχαν γραφεί το 1982, και 22 χρόνια αργότερα αναπτύσσει δια μακρών, εμπλουτίζοντας και κάνοντας σαφέστερη, την αρχική του εκτίμηση (βλ. αυ. σ. 409-415).

 

«Μια εξειδικευμένη ομάδα ή −ακόμη καλύτερα− ένα άτομο μπορεί να ξεκινήσει μια αλυσιδωτή διαδικασία σε οποιαδήποτε ιεραρχική ομάδα, όποια και αν είναι αυτή, που να είναι αυτοτροφοδοτούμενη από τα πρώτα βήματα και μετά. (...) ...είμαι της γνώμης ότι κάποιοι ξεκίνησαν ή συνέχισαν τη δουλειά ακριβώς με τον τρόπο αυτό. (...) Ο μόνος κίνδυνος σε μια τέτοια τεχνική είναι να γνωρίζουν περισσότεροι του ενός ατόμου ολόκληρη την αλήθεια. (αυ. σ. 411, 412)

 

Στις βασικές γραμμές δε διαφωνώ. Πράγματι, θα μπορούσε να έχει γίνει έτσι, όμως με δύο προϋποθέσεις: πρώτη, να υπάρχει όντως κάτι διαφορετικό στην Πεντέλη, και δεύτερη, να ήταν γνωστό αυτό σε κάποιον που είχε τη δυνατότητα να ξεκινήσει τη διαδικασία. Την πρώτη προϋπόθεση δεν μπορώ να την αποκλείσω ούτε και να την επιβεβαιώσω· αλλά τη δεύτερη απλώς επιλέγω να την αρνούμαι (χωρίς φυσικά να έχω κανένα αποδεικτικό στοιχείο πέραν του δικού μου τρόπου σκέψης και αίσθησης). Όμως, υπάρχει κάτι άλλο βέβαιο: η τεχνική που περιγράφει εφαρμόστηκε από τον ίδιο τον Μπαλάνο (ίσως αθέλητα, πιθανώς και από κάποιους άλλους στη συνέχεια σκοπίμως) και επιτεύχθηκε η καλλιέργεια, η διάδοση, η συντήρηση του όλου πλέγματος «των φαινομένων της Πεντέλης». Θα μπορούσαμε να την αποκαλέσουμε τεχνική "φώλι".[24] Οπότε, ακόμη κι αν το ξεκίνημα είναι πλασματικό, η συνέχεια δεν αποκλείεται να είναι πραγματική.

Πέρα από όποιες υποθέσεις πιθανές ή μη, το μόνο βέβαιο είναι ότι στη βάση θα λειτουργούσε ένα αναβαθμισμένο ΑΚΕΠ, που όντως το αντικείμενό του είναι ο έλεγχος του εναερίου χώρου. Αν τώρα στις ίδιες εγκαταστάσεις φιλοξενούνταν και άλλες υπηρεσίες, τίποτε το ασυνήθιστο.

'Αλλωστε ο Υμηττός δε βρίσκεται μακριά· μόλις 8,5 χιλιόμετρα από τη Σπηλιά, στην τελευταία του απόληξη προς τον Σταυρό, υπάρχει βάση του Ναυτικού (ΣΔΑΜ: Στρατηγείο Διοίκησης Ανατολικής Μεσογείου), και είναι από εκείνες που δε σημειώνονταν στους δημοσιευόμενους χάρτες, κι επιπλέον περιβάλλεται από εγκαταστάσεις άλλων υπηρεσιών ακόμη πιο απόρρητων. Εδώ όλα τα αρνητικά περί της τοποθεσίας της Σπηλιάς ισχύουν στο πολλαπλάσιο: ο οικιστικός ιστός της Αγίας Παρασκευής χωρίζεται από τις εγκαταστάσεις με το πλάτος ενός δρόμου! Η παλαιότατη Μονή του Αγιάννη του Κυνηγού [25] βρέθηκε εν μέσω της απαγορευμένης περιοχής, με το δρόμο πρόσβασης κοινό (η μόνη απαγόρευση διέλευσης ισχύει «μετά τη δύση του ηλίου»). Οι κάτοικοι, οι περιπατητές του βουνού, οι επισκέπτες της Μονής, όλοι έχουν πλήρη γνώση της ύπαρξης των εγκαταστάσεων. Τα έργα −υπόγεια και επίγεια− των εγκαταστάσεων επεκτείνονται και ανακαινίζονται πάνω από μισό αιώνα, σε πανοραμική θέα από μάλλον χιλιάδες εξώστες και δώματα περιοίκων.[26] Κανείς φυσικά δεν τα συνέδεσε με παράξενα φαινόμενα, και η επιλογή της τοποθεσίας έγινε βάσει των προαναφερθέντων κριτηρίων. Τα δύο έργα λοιπόν (Υμηττού - Πεντέλης) ήταν μέρη ενός ευρύτερου αμυντικού σχεδιασμού, στα πλαίσια που καθορίζονται από τη συμμετοχή της χώρας μας στο ΝΑΤΟ.[27] Η εταιρεία Ελληνικά Τεχνικά Έργα (πολλοί θα θυμούνται την πινακίδα της στη διακλάδωση του δρόμου προς Σπηλιά!),[28] συμμετείχε σε αμφότερα τα έργα ταυτόχρονα.[29]    

 

«Πληροφορίες ότι η Πεντέλη και ο Υμηττός ανασκάπτονται για την αποθήκευση πυρηνικών όπλων, έχουν δημιουργήσει αναστάτωση στους κατοίκους των γειτονικών δήμων, τονίζει με ερώτηση που κατέθεσε χθες στη Βουλή η βουλευτής του ΚΟΔΗΣΟ  κ. Β. Τσουδερού. Η κ. Β. Τσουδερού ζητεί από την κυβέρνηση να πληροφορήσει την Βουλή τι ακριβώς συμβαίνει και αν, εκτός από τις εγκαταστάσεις της ΣΔΑΜ, πρόκειται τώρα να αποθηκευτούν και πυρηνικές κεφαλές». (ΤΑ ΝΕΑ, 24/2/81)

 

Βλέπουμε να επικρατεί σύγχυση και παραπληροφόρηση γενικώς· διότι, τι δουλειά έχουν τα πυρηνικά σε βάσεις συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών; Αλλά κι αν υποθέσουμε ότι θ' αποθήκευαν πυρηνικά,[30] ο καθαρά στρατιωτικός χαρακτήρας των έργων δεν αλλάζει. Πολλοί το δέχτηκαν αυτό, αλλά προβάλλουν τη θεωρία πως ακριβώς επειδή ο στρατός γνώριζε την ιδιομορφία του τόπου τον επέλεξε για να την εκμεταλλευτεί. Όμως,

 

«...θα έλεγα ότι η Σπηλιά αντιπαθεί τα μηχανήματα, και ότι η παρουσία μηχανημάτων στη Σπηλιά θα προκαλεί πάντα "ατυχήματα", είτε στα ίδια τα μηχανήματα είτε στους φέροντες αυτά». (Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης, σ. 261)

 

Πώς συμβιβάζεται αυτό με βάση ηλεκτρονικού τύπου; Αν ήξεραν οι σχεδιαστές των έργων τα προβλήματα που ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές παρουσιάζουν στη Σπηλιά (όντως, αλλά για λόγους συζητήσιμους), πώς θα τα αντιμετώπιζαν; Αφού

 

«Ως προς τα όσα συμβαίνουν στη Σπηλιά της Πεντέλης, θα έλεγα ότι κανένας ή σχεδόν κανένας από όλους τους παραπάνω −συμπεριλαμβανομένων και των μυστικών υπηρεσιών− δεν ξέρει πού πάνε τα τέσσερα». (αυ. σ. 406)

 

Όποιοι λοιπόν σχεδίασαν τα έργα της Σπηλιάς δεν είχαν ιδέα για τον τόπο αυτό (ακόμη και  όσον αφορά στα χειροπιαστά του χαρακτηριστικά), και αρκεί μια ματιά στα παλαιά σχέδια για να πειστεί κανείς (αν μόνο οι εντολοδόχοι ήταν άσχετοι,[31] αυτοί που "ήξεραν" δε θα έλεγχαν, δε θα επέβλεπαν λίγο;)

Τώρα, αν το γεγονός ότι η Σπηλιά είναι αρχαιολογικός χώρος −άρα κάτι εξαιρετικά μοναδικό τούς εξανάγκασε να το παραβλέψουν−, τι μ' αυτό; Οι λατόμοι κατέστρεψαν −και συνεχίζουν να καταστρέφουν σποραδικά− γειτονικές αρχαίες θέσεις επίσης χαρακτηρισμένες ως διατηρητέα μνημεία, και θα δυσκολευόταν η Αεροπορία; Αν όντως ήταν γι' αυτούς ένας αναντικατάστατος τόπος, πολύ εύκολα δεν τον εγκατέλειψαν; Συμπέρασμα: ακόμη κι αν δεχτούμε ότι πράγματι κάτι υπάρχει στη Σπηλιά ή στην Πεντέλη γενικότερα, αυτοί που αποφάσισαν, σχεδίασαν κι εκτέλεσαν τα έργα είχαν πλήρη άγνοια, και βρέθηκαν εκεί κατά κακή τους τύχη. Πουθενά λοιπόν δε φαίνεται να πλανάται ερώτημα.

 

ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

 


[1] Ας υποθέσουμε τον παρακάτω διάλογο, που διεξάγεται χρόνια έπειτα από ένα δυστύχημα σε διασταύρωση:

 

Πώς έγινε το κακό;

― Πέρασε με κόκκινο.

― Κι εσύ πού το ξέρεις;

― Ήμουν εδώ και τον είδα.

― Δεν μπορώ να το πιστέψω... Καλά, εσύ θα πέρναγες με κόκκινο;

― Όχι.

― Είδες; Κάτι άλλο λοιπόν πρέπει να συνέβη.

― !

― Δε θέλω να σε στενοχωρήσω, αλλά κάπου δε με πείθει η θεωρία σου.

 

Αν ανήκετε σ' εκείνους που δεν παρατηρούν τίποτε το περίεργο σ' αυτόν το διάλογο, το αποδέχομαι ως έχει. Όμως, σημαίνει ότι δεν υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας μεταξύ μας. Δυστυχώς, αντιμετωπίζω συχνά αυτή τη νοοτροπία, και κατά κανόνα οι άνθρωποι που σκέφτονται έτσι ανήκουν στην κατηγορία εκείνων που έχουν ήδη άποψη περί του θέματος. Όταν, λοιπόν, ακούσουν κάτι που απειλεί να την υπονομεύσει, απλώς θα κάνουν τα πάντα για να το αμφισβητήσουν. Βέβαια, σ' αυτές τις περιπτώσεις δεν κουράζομαι παραπάνω χάνοντας τα λόγια μου. Αλλά υπάρχει ακόμη ένας λόγος για να μην επιμείνω: είναι φανερό πως όποιος βαφτίζει τη μαρτυρία του αυτόπτη ως "θεωρία", και αντιθέτως τη δική του εκ του μακρόθεν θεωρία αξιώνει ως απρόσβλητη, δεν είναι σε θέση να αντέξει το γκρέμισμά της. Γιατί, λοιπόν, να προσπαθήσω να πριονίσω το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται;

[2] Υπάρχει μικρή δόση νοσταλγίας (αλλά και ανακούφισης) για τις ηρωικές εκείνες εποχές, όταν τους χειμώνες έφευγα τρέχοντας από τη δουλειά στις 14:00 κάθε Σάββατο, για να προλάβω τη νύχτα, (δηλαδή να κάνω κατόπτευση με το φως προτού μπω στο εργοτάξιο). Ειδικά από τον Δεκέμβριο δεν προλάβαινα ν' αλλάξω ούτε να φάω. Κάποτε δεν υπήρχε κάτι πρόχειρο να πάρω κι αναγκάστηκα να κουβαλήσω στο βουνό ψάρι βραστό! (Αλλά νομίζω πως έρχομαι δεύτερος, αφού ο Γ.Ζ. είχε πάρει φακές! − ατυχώς για το σακίδιό του πολύ ζουμερές).

Στις 3/1/83, ημέρα Δευτέρα αλλά με πολύ χιόνι στο βουνό, το θερμόμετρο έδειχνε 1 βαθμό, με τον Γ.Ζ. περιμέναμε έξω από την πύλη της περίφραξης να νυχτώσει. Μετά μπήκαμε, και κάνοντας τον καθιερωμένο έλεγχο διαπίστωσα πως από την προηγούμενη επίσκεψή μου, τη νύχτα των Χριστουγέννων, δεν είχαν δουλέψει καθόλου λόγω κακοκαιρίας.

Παρόμοια ήταν η εικόνα της σήραγγας Ι εκείνο το βράδυ ακριβώς 32 χρόνια πριν.

Φυσικά, το χιόνι ήταν απάτητο, και πλησιάζοντας την μπούκα της σήραγγας είχα την ατυχία να τσαλαβουτήσω στη λίμνη νερού που βρισκόταν κάτω από το χιόνι.

Ήταν τόσο βαθιά, ώστε ακόμη δεν έχει γεμίσει από το χώμα που φέρνουν τα νερά.

Έτσι κι αλλιώς, τα πάνινα αθλητικά μου παπούτσια δεν ήταν ό,τι καλύτερο για τις περιστάσεις, όμως αυτή πραγματικά ήταν η χαριστική βολή για τα πόδια μου. Πάγωσαν τόσο που, στις αρκετές ώρες που μεσολάβησαν μέχρι να γυρίσω στο σπίτι, κινδύνεψα να πάθω σοβαρά κρυοπαγήματα. Τελικά, τη γλίτωσα με χιονίστρες, που για αρκετά χρόνια μετά με ταλαιπωρούσαν κάθε χειμώνα.

[3] Μεγάλη κουβέντα είπα! Όμως ήταν η ειλικρινής εντύπωσή μου − που εντελώς συμπτωματικά αποδεικνύει "τη μεγάλη μου κλάση"! Ανατρέχοντας στις σημειώσεις μου βλέπω αρκετά συναπαντήματα: στις 17/5/81 το απόγευμα μόλις μπήκα από την πύλη ανηφόρισα αμέσως δεξιά, σκοπεύοντας να μπω στη Σπηλιά στο γυρισμό. Βγαίνοντας στη στροφή του δρόμου για πάνω (αυτός ο δρόμος καταστράφηκε το 1982 από το μέτωπο με τις μπούκες των δύο σηράγγων, το δε άνω του μέρος είναι τώρα κοίτη για τα βροχόνερα − βλ. εδώ το νούμερο 2), ήρθα φάτσα με φάτσα με το φύλακα που κατέβαινε κουβαλώντας κάτι (μάλλον μπιτόνια με νερό). Έκανα "εν ψυχρώ" μεταβολή και χωρίς να κοιτάξω πίσω μου πήγα κάτω απ' το "Σπίτι των Νάνων" (βλ. κεφ. Αξιοσημείωτα φαινόμενα ή πλάνες;). Από εκεί τον είδα να μπαίνει στο παράπηγμά του κι αμέσως μετά βγήκε στο χείλος των μπάζων και κοίταζε. Προφανώς περίμενε να με δει να κατεβαίνω προς λατομεία Μοσχού (από την οδό 10 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ). Όπως κοίταζε αλλού, έκανα νέα μεταβολή και επέστρεψα στο δρόμο μου. Πάντως, είμαι σίγουρος ότι τις περισσότερες φορές ο φύλακας ήταν εκεί. Κάποτε μάλιστα, μπήκα στο γραφείο από την πόρτα που προφανώς μόλις είχε αφήσει ανοιχτή, και είδα το όνομά του στην ημερήσια κατάσταση (Π.Π., που μάλιστα δούλεψε και στις δύο κοινοπραξίες). Αυτό που δεν ξέρω είναι αν υπήρχε τέλειος αποσυγχρονισμός μεταξύ μας ή κι εκείνος απέφευγε τις συναντήσεις.

Στις 26/5/82 είχα πάει από το πρωί στους Ασώματους με σκοπό να διανυκτερεύσω. (Για τους παλαιούς το εκκλησάκι ήταν γνωστό ως Ταξιάρχες στη θέση Καμάρι). Το απόγευμα κατέβηκα στη Σπηλιά. Οι εργάτες είχαν σχολάσει και ο φύλακας (αν υπήρχε) είχε αποσυρθεί στα καλύβια. Ήταν η φάση που τα Ελληνικά Τεχνικά Έργα είχαν παραλάβει από τον Σαραντόπουλο και είχαν ξεκινήσει να φτιάχνουν νέο δρόμο (βλ. εδώ το νούμερο 3) από τη δεξαμενή (που τότε δεν υπήρχε ακόμη) προς το εργοτάξιο. Τίποτε άλλο δεν είχε προχωρήσει, και η επιθεώρησή μου τελείωσε γρήγορα. 'Αλλωστε, βασικός λόγος για την επίσκεψή μου ήταν να πάρω ένα κομμάτι από μπετοφόρμ, που θα χρησιμοποιούσα για κρεβάτι στο παράσπιτο των Ασώματων. Τότε έπιασε νεροποντή με κεραυνούς. Τόσος ήταν ο όγκος της βροχής που έβλεπα από μέσα το στόμιο να κλείνει από πραγματικό καταρράκτη. Όταν έκοψε, κάθισα ακριβώς απέξω στη ρίζα του τοιχώματος και περίμενα προφυλαγμένος να σταματήσει τελείως. Ήδη η ώρα κόντευε 20:00 και το τελευταίο που περίμενα ήταν να εμφανιστεί κάποιος επισκέπτης. Φανταστείτε τη δυσάρεστη έκπληξή μου όταν άκουσα ομιλίες, και παρουσιάστηκαν με ομπρέλες 5 καλοντυμένοι άντρες από 40 ως 60 χρόνων. Κάποιος ρώτησε τους άλλους, μην υπολογίζοντας την ιδιότητα που έχει το πεταλοειδές σκάμμα του λατομείου να συγκεντρώνει εν είδει αρχαίου θεάτρου ακόμη και τις χαμηλόφωνες κουβέντες: «Τι 'ναι αυτός, τουρίστας;»

Αναθεματίζοντας την καταιγίδα που με είχε αποκλείσει τόση ώρα στη Σπηλιά, αποφάσισα να μην τον διαψεύσω, οπότε το έπαιξα τουρίστας που τον έπιασε η μπόρα, και μάλιστα χαζοχαρούμενος. Έτσι, όταν είδα ότι θα με προσπερνούσαν αμίλητοι, τους χαιρέτισα παραβλέποντας την αγένειά τους. Ανταποκρίθηκαν μασημένα. Εξαιτίας μου μπήκαν στην εκκλησία και παρά το εκεί ημίφως έβγαλαν σειρά σχεδίων από ένα χαρτοφύλακα κι άρχισαν να τα συμβουλεύονται. Όπως θα έχετε ήδη υποπτευθεί ήταν μια επιτόπια σύσκεψη των υπεύθυνων για την κατασκευή του έργου. Και τι δε θα 'δινα να διακρίνω στις μπερδεμένες τους κουβέντες τι έλεγαν! Ύστερα, κατέβηκαν στο βάθος της Σπηλιάς, κι έμειναν εκεί συζητώντας για άλλα 15 λεπτά. Μόνο την ερώτηση κάποιου ξεχώρισα: «Πόσο μακριά είναι η είσοδος;»

Το ψιλόβροχο δεν έλεγε να σταματήσει. Έτσι, έφυγαν πρώτοι, περνώντας πάλι δίπλα μου αμίλητοι, κι εμφανώς εκνευρισμένοι για τους περιορισμούς που τους επέβαλε η παρουσία μου. Επιτέλους ο καιρός άνοιξε, και παίρνοντας το 2,80 επί 0,50 μ. μπετοφόρμ το έβαλα στο κεφάλι μου κι ανηφόρισα. Σύντομα ξανάπιασε βροχή και μου χρησίμεψε περισσότερο ως ομπρέλα παρά ως κρεβάτι, αφού εκείνη τη νύχτα όχι μόνο δεν έκλεισα μάτι αλλά ούτε ξάπλωσα καν. Όμως, αυτή είναι άλλη ιστορία.

Στο Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης (σ. 246), ο Μπαλάνος αναφέρει κάποιο περιστατικό με μια κόκκινη 'Αλφα Ρομέο Τζούλια. Κατά πάσα πιθανότητα (δε διέκρινα αριθμό λόγω απόστασης) είχα δει το ίδιο αυτοκίνητο στις 12/6/82. Κάποιος περιηγήθηκε το νέο εργοτάξιο που είχε στηθεί έξω από το ταφροειδές λατομείο (Λ2 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ). Μου φάνηκε πως ήταν συνηθισμένος επισκέπτης με γυναίκα και παιδί. Στις 10/7 η 'Αλφα Ρομέο ήταν πάλι εκεί. Κατέβηκαν δυο τύποι και μια γυναίκα με μωρό. Κατευθύνθηκαν προς τη σήραγγα Ια. Εγώ ήμουν πάνω από τη Σπηλιά και περίεργος να τους δω από κοντά έκανα τη βλακεία να κατέβω. Τότε ο μόνος τρόπος για να έρθουν στο δικό μου επίπεδο ήταν ν' ανέβουν στην οροφή της εισόδου της Ια χρησιμοποιώντας τα σιδερένια σκαλοπάτια που ήταν καρφωμένα στο τσιμέντο και κατόπιν να πιάσουν τις 2 στριφογυριστές επάλληλες μεταλλικές σκάλες που ήταν στημένες εκεί. Στην κορυφή τους ήταν μια ξύλινη πατωσιά, κι από εκεί υπήρχε μονοπάτι παράλληλα με το τοίχωμα του λατομείου, ως παραπέτο του οποίου χρησίμευε το πλέγμα που είχαν τοποθετήσει για να προστατεύουν τα κεφάλια των εργατών από λιθοπτώσεις. Η παρουσία του μωρού λοιπόν μ' έκανε να θεωρήσω απίθανο να κάνουν αυτή την ανάβαση. Σωστά· αλλά δεν ήταν εύκολο να πουν στη γυναίκα «περίμενε στο αυτοκίνητο, κι ερχόμαστε σε λίγο»; Έτσι, πηγαίνοντας άνετος προς το χείλος πάνω από τη σήραγγα, άκουσα απ' τους ήχους που μετέφερε η νεροσωλήνα πως ανέβαιναν. Δεν προλάβαινα ν' απομακρυνθώ αθέατος. Έτσι, γύρισα, σαν να έφευγα αργά-αργά, και οι δύο άνδρες εμφανίστηκαν πίσω μου. Πριν με δουν κάτι έλεγαν για 2 ίντσες. Στράφηκα. Αν δεν παραγνώρισα, ο ένας πρέπει να 'ταν από τους πέντε στις 26/5.

Στις 27/10/84, αφού τριγύρισα στη Σπηλιά κάνα δίωρο το πρωί, κατηφόρισα. Γύρω στις 10:00, τρεις εντούρο μοτοσικλέτες με τέσσερα άτομα στο δρόμο του Μοσχού (βλ. εδώ, με τα 2 βέλη), αφού έκαναν πολλές προσπάθειες  να περάσουν ένα κακοτράχαλο κομμάτι για ν' ανέβουν προς Σπηλιά (ο ένας έπεσε κιόλας), άφησαν τις μηχανές και συνέχισαν με τα πόδια. Τότε, μου μπήκε η ιδέα να ξαναγυρίσω στη Σπηλιά και να δοκιμάσω τις ικανότητές μου στην ιχνηλασία. Αν, δηλαδή, μπορούσα να διακρίνω τα ίχνη τους ανάμεσα σ' εκείνα που είχα παρατηρήσει το πρωί. Περίμενα να επιστρέψουν, πράγμα που έγινε κατά τις 11:30. Παρόλο που κάτι μέσα μου με απέτρεπε, άφησα το σακίδιο και ανηφόρισα πάλι. Χωρίς να πάρω όλες τις τυπικές προφυλάξεις, μπήκα ακολουθώντας απέξω τα συρματοπλέγματα αριστερά της πύλης (τότε ήταν κλειδωμένη) μέχρι το σημείο που σταματούσαν στο χείλος του ταφροειδούς λατομείου. Πέρασα μέσα και, κατεβαίνοντας προς το παράπηγμα (όπου οι προαναφερθέντες είχαν γράψει τα μικρά τους ονόματα, καθώς και τα μοντέλα των μηχανών), είδα κάποιον στραμμένο προς τη Σπηλιά, οπότε γύρισα πίσω. Όταν έφτασα όμως έξω απ' το σύρμα στο ίδιο ύψος μ' αυτόν, τον είδα να 'ρχεται προς το μέρος μου με τα χέρια στις τσέπες. Προφανώς με είχε δει πριν τον δω. Είπα «γεια» και τον ρώτησα αν είδε μια παρέα. Δεν απάντησε. Λέω, άκουσα μηχανές. ―Τι μηχανές; ―Μηχανάκια. ―Από πού είσαι; ―Από Αθήνα. ―Ανέβηκες με τα πόδια; ―Ναι. ―Εσύ, ήσουνα μέσα; ―Όχι, απέξω. ―Φύγε, μη σε δει κανένας και βρεις κάνα μπελά. ―Ναι; ―Ναι.

Αποχώρησα κατησχυμένος. Κάκιζα τον εαυτό μου κι επεσήμαινα τα λάθη μου. Όμως η δεύτερη επίσκεψη είχε αρχίσει πολύ ασυνήθιστα: έχοντας προσφάτως μετακομίσει, ως συνηθίζεται εντόπισα και πέταξα πολλά άχρηστα πράγματα. Μεταξύ τους ήταν κι ένα χρυσό δαχτυλίδι με πέτρα «μάτι του τίγρη». Αυτό κάπου το είχα βρει κάποτε, αλλά δε θυμόμουν τίποτε πια. Αφού δεν ήξερα τον κάτοχό του και την ιστορία του, ούτε μ' ενδιέφερε ως κόσμημα, δεν ήθελα να το κρατήσω. Όμως, λυπόμουν να το πετάξω στα σκουπίδια, ούτε ήθελα να το αφήσω σε κάποιο δρόμο. Το πήγα λοιπόν στην Πεντέλη και το έχωσα κάτω από ένα βράχο. Όπως περίμενα να φύγει η παρέα με τις μοτοσικλέτες, σκέφτηκα ν' αφήσω τις σαχλαμάρες και να το πάρω για να το δώσω ως πρώτη ύλη σε μια γνωστή μου που μόλις είχε αρχίσει ν' ασχολείται με την κατασκευή κοσμημάτων. Την ώρα λοιπόν που ξεκίνησα να ξαναπάω στη Σπηλιά, δεν ξέρω πώς μου ήρθε και το φόρεσα στο δάχτυλό μου. Σημειωτέον, ότι δεν έχω φορέσει ποτέ όχι μόνο δαχτυλίδι αλλά τίποτε, ούτε καν ρολόι. Όταν λοιπόν μ' έπιασε ο τύπος στα πράσα, για να δικαιολογήσω το κάζο, το 'ριξα στο δαχτυλίδι. Ότι τάχα αποδείχτηκαν βάσιμοι οι αρχικοί μου φόβοι για πιθανή δυσμενή του επίδραση. Μ' αυτές τις σκέψεις γύρισα σπίτι, όπου διαπίστωσα πως ένα φυλαχτό δικής μου κατασκευής (το έβαζα στην τσέπη μόνο κάθε φορά που πήγαινα στην Πεντέλη, περισσότερο για να παρίσταται στις δραστηριότητές μου και να το έχω ως βοηθητικό αντικείμενο ανάκλησης των συναισθημάτων κατά τις εμπειρίες), είχε διαλυθεί!

Αν ψάξω να βρω τη σύνδεση που μου "διαφεύγει", αντί να δεχτώ τα ασύνδετα φαινόμενα ως ασύνδετα, κινδυνεύω να εκτραπώ σε παραλογισμούς του τύπου «όποτε φορώ το δαχτυλίδι θα μου συμβαίνει κάτι ανεπιθύμητο». Ακόμη και κάθε φορά όντως να επιβεβαιώνεται η πρόβλεψη, δε γίνεται σε μια εσωτερική βεβαιότητα διαισθητικής φύσης να αναζητώ αιτιακές σχέσεις ικανοποιητικές για τη λογική μου.

Πάντως, το δαχτυλίδι το πήρα και, όπως είχα σχεδιάσει, το έδωσα στη φίλη. Ναι, μόνο που αυτό έγινε ύστερα από 18 χρόνια (!), γιατί εντωμεταξύ το ξεχνούσα. Τα σχόλια περιττεύουν.

[4] Αν κάποιος το βρίσκει αντιφατικό, αφού όπως είπα στην Εισαγωγή είχα επαφές με τόσους ανθρώπους την ώρα που έκανα ό,τι μπορούσα για να τις αποφύγω, διευκρινίζω πως από τον καιρό που σταμάτησαν τα έργα "έριξα νερό στο κρασί μου". (Αλλά και πρωτύτερα, ακολουθούσα τη γνωστή συμβουλή «όταν δεν μπορείς να το αποφύγεις, απόλαυσέ το!»)

[5] Πολλές φορές βέβαια, συνέβαινε (και συμβαίνει) το αντίθετο: έπαιρνε το μάτι μου κάποιους ν' απομακρύνονται επειδή με είχαν δει.

[6] Και όχι μόνο για ν' αποφύγω "ύποπτους"· ο κανόνας δεν είχε εξαιρέσεις, για να μην κακομαθαίνω. Π.χ. στις 21/12/86 περίμενα περισσότερο από 3 ώρες ξαπλωμένος στο χείλος πάνω από τη Σπηλιά (έπεφταν και νιφάδες), για να φύγουν δύο τύποι, που δεν είχαν κανένα άλλο ενδιαφέρον παρά να κόψουν ξύλα για το τζάκι τους!

[7] Κάποιες φορές, αργότερα, αντιστράφηκαν οι όροι, και ήμουν εγώ που παρακολουθούσα τις δραστηριότητες των ζώων χωρίς να γίνομαι αντιληπτός. Έμαθα να προσέχω τη διεύθυνση του ανέμου, φρόντιζα τα χρώματα του ρουχισμού μου να ταιριάζουν με το φυσικό φόντο. Μία από τις συνέπειες αυτών των δραστηριοτήτων μέσα στο συγκεκριμένο κλίμα ήταν η αφύπνιση και η όξυνση των μέχρι τότε σχεδόν άχρηστων αισθήσεων της ακοής και της όσφρησης, ιδιαίτερα της δεύτερης. Πολλές φορές με ειδοποιούσαν για επαπειλούμενη συνάντηση από τόσο μακριά, που αναρωτιόμουν μήπως ήταν συγκαλυμμένη εκδήλωση κάποιας έκτης αίσθησης!

Εδώ αιφνιδίασα σε ανοιχτό χώρο ένα δίμετρο σαπίτη, και μετά με αιφνιδίασε αυτός: σηκώθηκε σφυρίζοντας και πλάτυνε το λαιμό του σαν κόμπρα! Ώσπου να εστιάσω, συσπειρώθηκε για να μου δείξει ότι επίκειται εκτίναξη. Ομολογώ πως ήταν πολύ πειστικός.

[8] Τότε σταμάτησα να βγάζω φωτογραφίες, και ομολογώ ότι τώρα μεταμελούμαι γι' αυτό. Αλλά πού να φανταστώ ότι τα έργα θα ματαιώνονταν και τα απομεινάρια τους θα τροφοδοτούσαν τη φαντασία πολλών, οπότε οι φωτογραφίες θα χρειάζονταν σήμερα ως αποδεικτικά στοιχεία για τα αυταπόδεικτα; Πέρα απ' το ότι δε μ' ενδιέφερε να έχω την κατασκευή στρατιωτικής βάσης σε στιγμιότυπα, ήταν και τα προβλήματα με τα φωτογραφικά εργαστήρια: αφενός δεν υπήρχε εμπιστοσύνη ότι δε θα με μπλέξει κανείς περίεργος φωτογράφος (έτσι εμφάνιζα σε φίλους τις ασπρόμαυρες) κι αφετέρου (αυτό ήταν το χειρότερο), μετά τις απίστευτες ταλαιπωρίες για να τραβηχτεί μια σωστή πόζα, το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό: τα αυτόματα εμφανιστήρια για τις έγχρωμες φωτογραφίες "διόρθωναν" τις ρυθμίσεις μου και στις εκτυπώσεις έψαχνα να βρω πού ήταν το θέμα. Επιπροσθέτως, η ρώσικη διοπτική reflex Lubitel 2 που χρησιμοποιούσα τότε μπορεί να ήταν πάμφθηνη, όμως το medium format 6 επί 6 φιλμ που έπαιρνε (συνήθως έβαζα το ασπρόμαυρο Ilford 200) ήταν πολύ ακριβό για την τσέπη μου. Απηυδισμένος με την κατάσταση, παράτησα με ανακούφιση τη φωτογραφική μηχανή στο σπίτι για 5 χρόνια σχεδόν! (από Νοέμβριο '80 ως Απρίλιο '85).

Στα μειονεκτήματα συνυπολογίστε και τα 750 γραμμάρια της μηχανής. Στην ένθετη η πατέντα για το κλείδωμα του ντεκλανσέρ. Επίσης αυτοσχέδιο ήταν και το μικρό ελαφρότατο τρίποδο συνήθως μιας χρήσεως (με πόδια από γωνιασμένα λαμάκια πάχους 0,8 χιλ., ακινητοποιούμενα με πέτρες).

 

ΕΚΚΛΗΣΗ! Όποιος διαθέτει φωτογραφίες από την περίοδο των έργων (και οι άλλες ευπρόσδεκτες είναι) ας τις στείλει είτε για δημοσίευση είτε για το αρχείο

στην ηλεκτρονική διεύθυνση: pareikos@iranon.gr

 

[προσθήκη] Ευχαριστώ τον Νίκο Λελούδα για τις φωτογραφίες του, και τους Satyros, XD,  Γ.Κ., Α.Π., Α.Λ. Γ.Κ.Κ., Ι.Δ., Θανάση Ξανθόπουλο για τις παρατηρήσεις, τις διορθώσεις και τις πληροφορίες τους, όπως και τους συντελεστές του iranon.gr για τις φωτογραφίες και το λοιπό υλικό του αρχείου τους. Επίσης, ευχαριστώ ιδιαίτερα τον Κ.Γ. για τις πολλές φωτογραφίες του από την "παλιά καλή εποχή"!

[9] Αυτές οι γραμμές γράφτηκαν στις 18/4/06. Αργότερα, την ίδια μέρα, έμαθα πως η από 2 Απριλίου και επί δύο βδομάδες εγκατάσταση ενός παλιατζή στα καλύβια του εργοταξίου (στο βορινό συγκεκριμένα, αυτό που είχε τζαμαρία) προκάλεσε την ετεροχρονισμένη εμφάνιση ενός ακόμη περίεργου αντικειμένου: ενός διαλυμένου ξύλινου κιβωτίου που είχε ως παραλήπτη την αμερικάνικη πρεσβεία!

(βλ. Εξελίξεις και Νέα www.iranon.gr/PENTELI/Events/events8.htm#august 2006).

Το κιβώτιο βρέθηκε στις 16/4 (το ωραίο είναι ότι 2 ώρες νωρίτερα είχα περάσει κι εγώ από εκεί και δεν είχα προσέξει τίποτε). Οι γνώμες διίστανται: άλλοι πιστεύουν πως υπήρχε επιτόπου από την περίοδο 1980-3 και το ανέσυρε ο παλιατζής στην προσπάθειά του να φτιάξει πόρτα, ενώ εγώ δεν μπορώ να φανταστώ πού θα μπορούσε να βρίσκεται επί τόσα χρόνια στα καλύβια και θεωρώ πως το έφερε από αλλού, αφού σαφώς είχε φέρει και άλλα αντικείμενα για το νοικοκυριό του. (Ακόμη και από την ίδια την Πεντέλη, όπως από τον πρώην σταθμό FS [βλ. εδώ, σημ. 41] ή από το χώρο που έριχναν τα σκουπίδια του μισό χιλιόμετρο νότια της κορυφής − κατά τα πατροπαράδοτα έθιμα βέβαια). Όπως και να 'χει, είναι εντυπωσιακή η γεμάτη νόημα σύμπτωση. Μάλιστα, ένα πρόβλημα στο τηλέφωνό μου δεν επέτρεψε να μάθω για το κιβώτιο στις 17/4, αλλά μόνο αφού είχα γράψει την πεποίθησή μου.

Αν ήξερα την ύπαρξη του κιβωτίου, θα είχα ρωτήσει το δράστη, αφού είχαμε ιδωθεί αρκετές φορές χωρίς να μιλήσουμε. Αλλά τον έδιωξε ο φύλακας της Μονής μέσω της αστυνομίας, επειδή ομολόγησε πως είχε δουλέψει στα λατομεία και ήταν πλέον ύποπτος για συνεργασία με τους παράνομους νταμαρτζήδες. Η δικαιολογία του ότι δεν είχε σπίτι δεν ήταν αρκετή να συγκινήσει, αφού εμφανώς καλότρωγε, αυτός και ο σκύλος του (φιλέτο πέρκας και σύγλινο Μάνης ήταν οι αγαπημένοι του μεζέδες, συνοδευόμενοι από οινοπνευματώδη που μόνον ένας ειδήμων μπορούσε να γνωρίζει την ύπαρξή τους, ενώ για τον τετράποδο σύντροφό του αγόραζε τις εκλεκτότερες σκυλοτροφές, μέχρι μοσχαράκι ραγού).

 

Το καλύβι όπου κατέλυσε (κάλυψε το άνοιγμα της τζαμαρίας με πλαστικό). Επίσης, το αυτοκίνητο και η μοτοσικλέτα του.

[10] Οφείλω να αναγνωρίσω ότι ο δεύτερος κοπίασε και βρήκε σχεδόν το σύνολο της σχετικής βιβλιογραφίας. Για όσα ζητήματα η βιβλιογραφία δεν τον βοηθούσε, γενικά κατέληξε σε σωστά συμπεράσματα χρησιμοποιώντας τον κοινό νου. Όπου έσφαλε, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στο ότι δεν είχε την εποπτεία λόγω ηλικίας. Κι εδώ είναι το θέμα: όσο οι ερευνητές απομακρύνονται ηλικιακά από τα γεγονότα, τόσο τα πορίσματά τους βασίζονται σε μαρτυρίες προγενέστερων. Αν το υλικό τους είναι κακής ποιότητας, ανάλογα θα είναι και τα συμπεράσματα. Αντίθετα, για όσα παρακολούθησε ο ίδιος (όπως τις μεγάλες εκσκαφές-ανασκαφές μέσα στη Σπηλιά) τα ερωτήματα που θέτει είναι εύλογα.

[11] Τουλάχιστον, διότι αν πράγματι ο Θ. Βέμπος βρήκε κατάλογο στις 29/11/79 (βλ. Τα Μυστήρια της Πεντέλης, σ. 125), γίνονται τέσσερις. Διατηρώ τις αμφιβολίες μου όμως, αφού εκείνο το μήνα εκμεταλλευόμενος την παύση των εργασιών "χτένιζα" εξαντλητικά την όλη περιοχή και δεν είχα δει κανένα κατάλογο. Ίσως έχει γίνει σύγχυση ημερομηνιών.

Για τον κατάλογο που βρέθηκε στο καλύβι διαβάστε και εδώ (kalkoklouklaks 22/4/03):

http://www.esoterica.gr/forums/topic.asp?whichpage=9&ARCHIVEVIEW=&TOPIC_ID=1020

[12] Την πρόσεξα στις 31/5/80 (και τελευταία φορά που την αναφέρω ήταν στις 16/8/91). Ψάχνοντάς τη διαπίστωσα πως η ήδη βαριά πατατούκα είχε γίνει ασήκωτη από τη σκόνη πολλών χρόνων. Πιθανώς να ανήκε σε κάποιον παλαιό νταμαρτζή που την είχε αγοράσει από το Μοναστηράκι. (Πάντως, κατά την εύρεσή της υπήρχε μεν δίπλα της στερεότυπο έντυπο «Κατάσταση σφαγέντων σφαγίων» του Δήμου Χαλανδρίου της δεκαετίας του '50, αλλά πρόσφατα χρησιμοποιημένο ως χαρτί υγείας!)

 Εδώ μια ίδια χλαίνη. (Η φωτο είναι από ιστοσελίδα που απευθύνεται σε συλλέκτες στρατιωτικών ειδών. Η συγκεκριμένη ανήκε στην περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ήταν του σώματος U.S. Army Air Corps).

[13] Ή σε κάτι φαιδρότερο: στις 2/1/90 ήμουν στην είσοδο της Σπηλιάς κι είδα θορυβημένος να καταφθάνει Αμερικανός λοχίας των πεζοναυτών! Με ανακούφιση διαπίστωσα όταν πλησίασε πως ήταν νεαρός μαθητής με πλήρη αυθεντική εξάρτυση (κυριολεκτικά: κράνος, φακός, κ.λπ., μόνο το Μ16 του 'λειπε!). Είχε ραντεβού με την παρέα του (ομοίως ντυμένους) που δεν ήρθαν όμως λόγω κακοκαιρίας. Είπε ότι επισκέπτονταν συχνά το χώρο. Κάπως έτσι, φτάσαμε σήμερα στη "βεβαιότητα" πως η Σπηλιά «εφυλάσσετο από Αμερικανούς στρατιώτες»! (Π. Παππάς, αlter,  Χωρίς Μοντάζ, Κ. Χαρδαβέλας 5/6/04).

Αλλά ακόμη και κάποιος να είδε αυθεντικό Αμερικανό στρατιωτικό στη Σπηλιά, πάλι δεν αποτελεί αμάχητο αποδεικτικό στοιχείο αφού θα μπορούσε να είναι απλός επισκέπτης. Γνωρίζω έφεδρους αξιωματικούς του Ελληνικού Στρατού, που κατά τη διάρκεια της θητείας τους ανέβαιναν στη Σπηλιά (για τους ίδιους λόγους που ανέβαινα κι εγώ) εν στολή. Αν έτυχε να τους δει κάποιος, σίγουρα θα έβγαλε λανθασμένα συμπεράσματα.

[14] Εξάλλου, όλες οι συμμετέχουσες στους σχετικούς διαγωνισμούς εργοληπτικές επιχειρήσεις πρέπει να είναι γραμμένες στους ειδικούς πίνακες του Υπουργείου Εθνικής 'Αμυνας για ανάληψη έργων ΝΑΤΟ - ΟΧΥΡΩΣΗΣ - ΑΠΟΡΡΗΤΑ.

(βλ. http://www.haf.gr/el/career/diagonismoi/pdfs/k-434n.pdf

 και http://www.kkengineering.gr/legislation/publicworks/additional/PD378-FEKA168-1987.txt

[15] Χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η πραγματικότητα μεθερμηνεύεται και εκ του μη όντος δημιουργείται μυστήριο:

«Η μέρα ήταν Κυριακή και ο μοναδικός φύλακας μιλούσε ελεύθερα και με λεπτομέρειες για τα έργα. Μας ανέπτυξε μάλιστα τη δική του θεωρία [!] ότι εκεί κατασκευαζόταν αποθήκη φύλαξης ανταλλακτικών της Αεροπορίας. Το παράξενο όμως ήταν ότι όταν αρχίσαμε να του μιλάμε για τυχόν περίεργα φαινόμενα, έγινε κυριολεκτικά άλλος άνθρωπος. Βουβάθηκε, το βλέμμα του έγινε απόκοσμο και από τότε όχι μόνο δεν ξαναμίλησε αλλά ούτε έκανε την παραμικρή επιβεβαιωτική ή αρνητική χειρονομία...» (Θανάσης Βέμπος, Μάκης Νοδάρος, Το Αίνιγμα της Πεντέλης, μια ιστορία χωρίς τέλος..., Ανεξήγητο, τ. 64, σ. 86)

Το ότι ο φύλακας  αντιλήφθηκε πως είχε χάσει τα λόγια του, δίνοντας πληροφορίες (όπως θα δούμε, αρκετά κοντά στην αλήθεια, αφού όλα τα σχέδια ανέγραφαν το έργο ως Χώρο αποθήκης υλικού Τ-Η [βλ. εδώ, σημ. 46]) σε μη συνηθισμένους ανθρώπους αλλά σε πιθανώς αλλοπαρμένους, μεταφράζεται: μόλις κατάλαβε ότι δεν έχει να κάνει με ευκολόπιστους αδαείς αλλά με σκληρούς ερευνητές, που δεν τρώνε εύκολα αυτά που τον έχουν διατάξει να διασπείρει, το γύρισε στην τρελή διότι ποιος ξέρει τι ήθελε να κρύψει! Παρεμπιπτόντως, να πούμε πως η εμφάνιση ορισμένων (π.χ. σταυρωτά κρεμασμένες βιντεοκάμερες και φωτογραφικές μηχανές, στα χέρια πάσης φύσεως ανιχνευτές) κατά την προσέγγιση ενός κοινού ανθρώπου δημιουργεί κατά κανόνα αρνητικό κλίμα (πόσο μάλλον αν δηλώσεις ερευνητής που γυρεύει πληροφορίες). Στη συγκεκριμένη περίπτωση η ενδεδειγμένη προσέγγιση ήταν εκείνη του αποστόλου Παύλου («με τους πάντες έγινα τα πάντα», βλ. Α΄ Κορ. θ΄ 21): «Τι χαμπάρια, μάστορα;» Θέλω να πω, ότι για να σου ανοιχτεί ο άλλος πρέπει να έχει την εντύπωση πως έχει να κάνει με συνάδελφο, με δικό του άνθρωπο που μιλάει την ίδια γλώσσα. Αλλιώς, όχι μόνο "κουμπώνεται", αλλά −ακόμη χειρότερα− σου πασάρει χαιρέκακα ό,τι του κατέβει.

[16] Βλ. Ανάλυση σε δεύτερο επίπεδο, https://www.iranon.gr/PENTELI/PENTELI6TEXT.htm#1, και Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης, σ. 153.

[17] Όταν ένα θέμα πάρει δημοσιότητα, από εκεί και πέρα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι ορισμένα από τα ευρήματα ή τις αναφορές ενδέχεται να είναι προσπάθειες κάποιων να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν τα όσα κυκλοφόρησαν. Ξεκινούν από απλές δηλώσεις που διαλαλούν την κατάρτιση και τη συμμετοχή σε απόρρητα, π.χ.: στις 27/3/82 στον τσιμεντένιο τοίχο που στηρίζει την εκκλησία και τις στέρνες ήταν γραμμένο με κιμωλία: «Το Αίνιγμα της Πεντέλης. Γ. Ν. Μπαλάνος, Σελεφαΐς, προβοκάτσια». Στις 12/11/83 στο βόρειο πλαϊνό της ίδιας κατασκευής ήταν γραμμένο με μαρκαδόρο: «Θα τρίβετε τα μάτια σας», φράση δηλαδή από το αυτό βιβλίο (βλ. και Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης, σ. 67), και στις τσιμεντένιες βαθμίδες με κόκκινο σπρέι κάτι για το πείραμα του 1943 (βλ. αυ. σ. 117, 119). Αν κάποιος αποφασίσει να "βοηθήσει" την κατάσταση, να στρέψει προς τα εδώ ή προς τα εκεί την προσοχή, το τι θα κάνει απόκειται στην ευρηματικότητά του.

Ύστερα από τόσα χρόνια αυτή η σακούλα, που βρέθηκε στο χείλος πάνω από τη Σπηλιά, σε ποια κατηγορία ανήκει;

Ή ο ένθετος αναπτήρας, που ήταν στο κατώφλι της βορινής πόρτας του Αγίου Νικολάου στις 12/1/09; Δεδομένου ότι το ΚΕΤΕΣ καταργήθηκε το 2001, ο αναπτήρας πρέπει να είναι αρκετών ετών (ανάβει ακόμη).

[18] Πολλοί μού συνέστησαν να μην κάνω εκτεταμένες αναφορές στο βιβλίο του Μπαλάνου με το επιχείρημα: «Γιατί να βασιστείς στη δουλειά άλλου και να μη γράψεις απλώς τη δική σου άποψη;» Αυτό θα ήταν ευκολότερο για μένα, αλλά και για τον μέσο αναγνώστη. Παρά ταύτα, επέλεξα να κάνω το αντίθετο, κι αυτό επειδή υπήρχε το ενδεχόμενο οι "μυημένοι" αναγνώστες να πουν: «Τόσα και τόσα αναφέρει ο Μπαλάνος, και τούτος εδώ δεν κάνει καμία μνεία. 'Αρα...» κ.λπ., κ.λπ.

[19] Για την αποστολή της μονάδας βλ. http://www.haf.gr/el/structure/units/ata/units/2kep.asp

[20] «Ιδίως εις την Αμερικήν αναζητούνται προς τον σκοπόν αυτόν (απρόσβλητα από τας βόμβας ατόμου, μακροχρόνιος παραμονή) διάφορα μεγάλα σπήλαια, τα οποία μετατρέπονται εις καταφύγια και υπόγεια εργοστάσια». (Εγκ. Λεξ. Ηλίου, Αεράμυνα, τ. 1, σελ. 470).

[21] Ήταν οι κεραίες, τα πιάτα, που φαίνονταν στην κορυφή της Πεντέλης μέχρι τον Ιούνιο 2004, μέσω των οποίων λαμβάνονταν τα σήματα, κυρίως από το χώρο του Αιγαίου.

[22] «Ο κ. Ν. Περράκης [είχε το τριβείο πάνω από τη Σπηλιά από 1977 ως 1989] συνδυάζει την έναρξη του έργου το 1977 με την απαγόρευση εκμετάλλευσης των λατομείων της Πεντέλης, που είχε προηγηθεί λίγους μήνες...» (Β. Λαμπρόπουλος, «Αποκάλυψη τώρα» στην Πεντέλη, ΕΘΝΟΣ, σ. 25, 29/8/90). (βλ. Νόμο 386/1976, ΦΕΚ 188 Α,  «Περί εκμεταλλεύσεως λατομείων αδρανών υλικών και απαγορεύσεως εκμεταλλεύσεως λατομείων μαρμάρων εις περιοχήν του Πεντελικού όρους»). Αυτή είναι και η δική μου γνώμη. Μάλιστα, αν δεν πρόκειται περί συμπτώσεως, είχε προηγηθεί Προεδρικό Διάταγμα αρ. 758, 8/11/1974, ΦΕΚ 3432/13.11.74, «Περί απαγορεύσεως της εκμεταλλεύσεως λατομείων εις περιοχήν "Σπηλιά Νταβέλη" δια λόγους αρχαιολογικούς» (βλ. Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 125), που προετοίμαζε τη γενική απαγόρευση. (Αλλά βλ. και εδώ).

[προσθήκη] Από ό,τι διαπίστωσα μόνο σημειολογικά σχετίζεται το ΠΔ του 1974 με την απαγόρευση του 1976. Ουσιαστικά, το διάταγμα αυτό περιόριζε την ισχύ Βασιλικού Διατάγματος, ΦΕΚ 86 Α 14/5/57, ανοίγοντας παραθυράκι για τη δραστική μείωση της προστατευόμενης περιοχής των αρχαίων λατομείων (βλ. Τα Νέα, 16/11/74, σ. 10, Το Βήμα, 4/3/75, σ. 3. Επίσης, Τα Νέα, 5/6/57, σ. 6). Για την υπόθεση αυτή το σχόλιο του λατόμου Δ.Ρ. ήταν: «Η Μονή τα κατάφερε!»

[23] Βλ. αυ. σ. 162, όπου αναδημοσιεύεται ρεπορτάζ του Β. Λαμπρόπουλου από το Έθνος 31/8/90, και αναφέρονται σχετικές δηλώσεις του πρώην υπουργού Εθνικής 'Αμυνας Α. Δροσογιάννη.

[24] Τοποθετούμε ένα αυγό εκεί που θέλουμε να πάει η κότα να γεννήσει.

[25] Κάθε 28/8 γινόταν μεγάλο ολονύκτιο πανηγύρι με τη συμμετοχή πολλών κατοίκων των Μεσογείων.

[26] Θυμάμαι στις αρχές δεκαετίας '60 που βλέπαμε τα βαγονέτα να αδειάζουν τα μπάζα των σηράγγων και να δημιουργούν τη μεγάλη απόθεση προς τη λεωφόρο Λαυρίου. Επίσης, επί πολλά χρόνια τη δεκαετία '70 (όταν δηλαδή ως νέος σύχναζα στην πλατεία Αγίας Παρασκευής) έβλεπα στις 23:00 το υπηρεσιακό λεωφορείο να σταθμεύει έξω από τον κινηματογράφο Αμαρυλλίς, για να παραλάβει τη νυχτερινή βάρδια. Η δε παρουσία Αμερικανών ήταν εμφανέστατη, αφού κατέβαιναν ομαδικά από τον Υμηττό με πούλμαν για να επισκεφτούν συγκεκριμένη πιτσαρία από τις πολλές της πλατείας.

[27] Αν και το 1974 η Ελλάδα είχε θέσει εαυτήν εκτός του στρατιωτικού σκέλους της Συμμαχίας.

[28] Ναι, τόσο μυστικά ήταν τα έργα, ώστε έβαζαν κατατοπιστικές πινακίδες  για να μπαίνουν στο σωστό δρόμο π.χ. οι βαρέλες της εταιρείας Interbeton, όπως και όποιος άλλος τα έψαχνε! (Για την ιστορία, έγραφε: Προς εργοτάξιο - Ελληνικά Τεχνικά Έργα - ΕΤΚΑ αε).

Αυτή ήταν η πινακίδα που σωζόταν μέχρι το καλοκαίρι του 2014, και είχε επαναχρησιμοποιηθεί από πολλούς και διάφορους [βλ. εδώ, σημ. 53].

Αριστερά διακρίνεται (με το βέλος) η πινακίδα στα τελευταία της, λόγω έργων της ΔΕΗ. (Όσο για τη σχέση ΔΕΗ και Πεντελικού [βλ. εδώ, σημ. 48])

[29] Στις 10/6/83 κατέβαινε την οδό Αγ. Ιωάννου στην Αγία Παρασκευή πλατφόρμα μεταφέροντας γεωτρύπανο των Ελληνικών Τεχνικών Έργων. Συχνά έβλεπα και το μεγάλο αμερικάνικο μπλε p.u. φορτηγάκι (ΧΚ 3057) της εταιρείας που ερχόταν και στη Σπηλιά. (Επειδή τα έργα του Υμηττού δε σταμάτησαν, το έβλεπα και τα επόμενα χρόνια, όπως στις 29/8/85 και στις 31/3/88).

[30] Ο υπουργός Αμύνης Ευ. Αβέρωφ διαβεβαίωνε τότε ότι σε καμία από τις βάσεις που σημειώνονταν σε δημοσιευμένο χάρτη δεν υπάρχουν πυρηνικά. Δεν είπε τίποτε όμως για τις απόρρητες βάσεις − και είναι γνωστές οι σχετικές τοποθεσίες στην Αττική και στην Ελλάδα γενικότερα.

[31] Βλ. Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης, σ. 143.

 

ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ