Η σπηλιά της Πεντέλης, λοιπόν, εκτός από σημείο αναφοράς του σημαντικότερου λατομείου της αρχαίας Ελλάδας (υπενθυμίζουμε ότι από το λατομείο της σπηλιάς εξορύχθηκαν τα μάρμαρα για την ανέγερση, μεταξύ άλλων σπουδαίων μνημείων, και του Παρθενώνα), τόπος αρχαίας λατρείας (με το Νυμφαίο Ιερό στο τέρμα του τριγωνικού τούνελ), τόπος χριστιανικής λατρείας (με ασκητές και μοναχούς που, όπως είδαμε στην ενότητα "Η αδελφότητα της σπηλιάς", μόναζαν επί αιώνες στα εντός και πέριξ αυτής), επίκεντρο εκτεταμένων στρατιωτικών έργων (των οποίων η έναρξη έγινε δύο φορές, το 1977 και το 1990, δίχως ποτέ αυτά να ολοκληρωθούν), αλλά και σταθερό επίκεντρο παράξενων διηγήσεων (είδαμε σε λαογραφική μελέτη ότι διηγήσεις του είδους υπέβοσκαν από παλιά και αφορούσαν ολόκληρο το βουνό της Πεντέλης), αυτή η σπηλιά, υπήρξε κάποτε και χώρος τέλεσης συναυλιών. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται σε σχετικά δημοσιεύματα, το κοίλωμα της σπηλιάς είχε χρησιμοποιηθεί σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις, τον Δεκέμβριο του 1947 και τον Μάιο του 1949, για τη διεξαγωγή κουαρτέτων εγχόρδων του Μπετόβεν και του Μότσαρτ.
Δημοσιεύματα της εφημερίδας "Το Βήμα". Αριστερά: φύλλο 19/12/1947, σελίδα 2. Δεξιά: φύλλο 12/05/1949, σελίδα 2. |
Ήταν τα χρόνια του Εμφυλίου. Αυτό, ωστόσο, δεν είχε αποτρέψει περισσότερους από 400 ανθρώπους στη μία περίπτωση και περισσότερους από 600 στην άλλη από το να συγκεντρωθούν, παρά την «κακήν κατάστασιν της ορεινής οδού», στον «χώρον μεγαλείου» της σπηλιάς, με τον «υποβλητικόν φωτισμόν» και την «θαυμάσιαν ακουστικήν», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται. Για τη χωρητικότητα της σπηλιάς, 400 και –ακόμη περισσότερο– 600 άτομα ήταν πάρα πολλά, οπότε ο συνωστισμός θα πρέπει να υπήρξε μεγάλος. Αλλά, και η εμπειρία μιας τέτοιας συναυλίας θα πρέπει να ήταν κάτι το πραγματικά έντονο και ξεχωριστό.
Εκείνο που διαφαίνεται μέσα από τα διάφορα παλιά δημοσιεύματα είναι ότι, παρά το ερημικό της τοποθεσίας της, η σπηλιά συγκέντρωνε ανέκαθεν επισκέπτες που ανηφόριζαν ως αυτή, είτε μεμονωμένα είτε σε παρέες. Ειδικά συγγραφείς, ποιητές και καλλιτέχνες κάθε είδους φαίνεται ότι έλκονταν ιδιαίτερα από το μέρος, κάτι που μάλλον εξακολουθεί να ισχύει ως τις μέρες μας. Έτσι, σε δημοσίευμα του 1955 βρίσκουμε το συγγραφέα Ηλία Βενέζη, του οποίου τις εκφράσεις δέους για τη σπηλιά είδαμε πριν, να περιγράφει μία ανάβαση του Δημητρίου Καμπούρογλου παρέα με το λογοτέχνη Αλέξανδρο Πάλλη (1851–1935) προς τη σπηλιά, ενώ 49 χρόνια μετά, σε δημοσίευμα του 2004, συναντάμε το συγγραφέα και σκηνοθέτη Νικόλαο Νικολαΐδη (1939–2007) να δηλώνει σε συνέντευξη του ότι συνήθιζε να κάνει μεσημεριανούς περιπάτους στην Πεντέλη, συμπληρώνοντας επεξηγηματικά: «ειδικά γύρω από τη μυστηριώδη σπηλιά του Νταβέλη – αυτοί που γνωρίζουν με καταλαβαίνουν».
Αριστερά: απόσπασμα άρθρου του Ηλία Βενέζη στην εφημερίδα "Το Βήμα", φύλλο 15/03/1955, σελίδα 2. Δεξιά: απόσπασμα συνέντευξης του Νικολάου Νικολαΐδη στην εφημερίδα "Τα Νέα", φύλλο 26/02/2004, σελίδα 24. |
Η ανθρώπινη παρουσία στη σπηλιά της Πεντέλης αποτυπώνεται συχνά σε απεικονίσεις των περασμένων αιώνων. Αριστερά: άποψη του χώρου έξω από τη σπηλιά, από το βιβλίο "Earth and its Treasures" των Arthur Mangin και W. Η. Davenport Adams, έκδοσης 1875. Δεξιά: σχεδίασμα του λατομείου της σπηλιάς (η τελευταία εντοπίζεται λίγα μέτρα δεξιότερα του ορίου της εικόνας), από το βιβλίο "Greece painted by John Fulleylove R.I.", έκδοσης 1906. |
Όπως θα ήταν αναμενόμενο, οι μοναχικοί επισκέπτες της σπηλιάς ήταν και οι πιο φανατικοί – ή αντίστροφα, οι πιο φανατικοί προτιμούσαν τις μοναχικές επισκέψεις. Ένας τέτοιος φανατικός και μοναχικός επισκέπτης υπήρξε και ο βραβευμένος βυζαντινολόγος Μαρίνος Καλλιγάς (1906–1985). Σε άρθρο του του 1950, ο Καλλιγάς ανέφερε ότι την εποχή του σώζονταν ακόμα μερικές σταλακτιτικές κολώνες στο βάθος της σπηλιάς, ενώ διαμαρτυρόταν για το «σκουπιδαριό» στο οποίο είχε μεταβληθεί –ήδη τότε– το εσωτερικό της. Παράλληλα, έψεγε τη μονή Πεντέλης για το γεγονός ότι είχε εγκαταλείψει τα εκκλησίδια της εισόδου στην τύχη τους, αντί να προχωρήσει σε συντήρηση τους και ανάδειξη του όλου χώρου, «ώστε να μην βλέπει κανείς τα σκαλιστά επιστήλια των πυλών της, που εγώ τα θυμούμαι εδώ και λίγα χρόνια στη θέση τους ακόμη, να είναι παραπεταμένα και σχεδόν αγνώριστα στην ακαθαρσία της "Σπηλιάς"», όπως δήλωνε.
Απόσπασμα άρθρου του Μαρίνου Καλλιγά στην εφημερίδα "Το Βήμα", φύλλο 25/11/1950, σελίδα 2. |
Αυτή η τελευταία φράση παρουσιάζει ενδιαφέρον, αφού, σύμφωνα με τον βυζαντινολόγο, επί των ημερών του σωζόταν ακόμα αριθμός από λαξευτά μαρμάρινα υπέρθυρα –επιστήλια, όπως τα κατονόμαζε– των πυλών του μεσαιωνικού τείχους της σπηλιάς. Σήμερα, μόνο ένα από εκείνα τα υπέρθυρα σώζεται, ακουμπισμένο μπροστά από υπόλειμμα του τείχους, αμέσως έξω από τη σπηλιά (σχετικά, αναφερθήκαμε στην ενότητα "Η αδελφότητα της σπηλιάς"). Η εξαφάνιση τέτοιων παλαιών ή αρχαίων περίτεχνων λειψάνων δε θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Είδαμε ότι μέχρι και τη δεκαετία του 1950 σωζόταν, παραπεταμένος μέσα στα εκκλησίδια, ένας ημιτελής αρχαίος κιονίσκος με παραστάσεις στη βάση του, ο οποίος, βεβαίως, εξαφανίστηκε επίσης. Και, γενικά, φαίνεται ότι τους περασμένους αιώνες η περιοχή της σπηλιάς ήταν σπαρμένη από ημίεργους όγκους μαρμάρου που είχαν εγκαταλειφθεί εκεί κατά την αρχαιότητα, κάτι που μαρτυρείται και σε παλιές απεικονίσεις του τόπου.
Σπόνδυλος κίονα ξεχασμένος έξω από τη σπηλιά, σε απεικόνιση –όχι ιδιαίτερα ακριβή– που είχε περιληφθεί στο έκδοσης 1881 βιβλίο του Γάλλου διπλωμάτη Henri Belle "Voyage en Grèce – Ταξίδι στην Ελλάδα" (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ). Ο Belle είχε ταξιδέψει αλλά και ζήσει στην Ελλάδα μεταξύ 1861 και 1874. |
Ναι, η σπηλιά συγκέντρωνε ανέκαθεν επισκέπτες. Και ήταν αρκετά γνωστή – περισσότερο απ' όσο θα φανταζόταν κανείς. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε άρθρο της του 1971 η Άννα Πετροχείλου (συνιδρυτής μαζί με το σύζυγο της, το 1950, της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας) χρησιμοποιούσε τη σπηλιά της Πεντέλης ως ευρέως γνωστό μέτρο σύγκρισης προκειμένου να δώσει μια ιδέα για το μέγεθος ενός νεοανακαλυφθέντος σπηλαίου στην ορεινή Ηλεία, σημειώνοντας: «βρεθήκαμε μέσα σε μια μεγάλη «σάλα» διαστάσεων 50Χ100 και 15 μ. ύψους, κυκλικής μορφής, μεγέθους δηλαδή της σπηλιάς του Νταβέλη». Όσο για τα εκκλησίδια, η μορφή του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, που αποτελούσε μέρος της αγιογράφησης του τρούλου τους, τυπώθηκε το 1985 σε γραμματόσημο.
Αριστερά: αποσπάσματα άρθρου της Άννας Πετροχείλου στην εφημερίδα "Το Βημά", φύλλο 01/10/1971, σελίδα 5. Δεξιά: δημοσίευμα της εφημερίδας "Το Βήμα", φύλλο 08/09/1985, σελίδα 23. |
Υπήρξαν και τραγικές περιπτώσεις στα πρόσφατα χρονικά της Πεντέλης, επισκεπτών που πλήρωσαν με τη ζωή τους την πρόθεση τους να επισκεφτούν τη σπηλιά. Αυτό συνέβη την 01/06/1973 με τον 15χρονο Δημήτριο Μαρίνη, ο οποίος, προχωρώντας προς το βάθος της σπηλιάς χωρίς να βλέπει καλά, γλίστρησε, με αποτέλεσμα πέφτοντας να υποστεί κάταγμα κρανίου. Μερικά χρόνια νωρίτερα, το 1968, με τον ίδιο τρόπο και στο ίδιο σημείο, λίγο είχε λείψει να χάσει τη ζωή της η 39χρονη Βασιλική Καραγιάννη, τραυματιζόμενη σοβαρά. Είχε σωθεί χάρη στο συνοδό της, 38χρονο Γρηγόριο Ρότσιο, που είχε επίσης γλιστρήσει αλλά τραυματιστεί ελαφρύτερα, κατορθώνοντας έτσι να καλέσει βοήθεια. Τραγική υπήρξε και η περίπτωση του 25χρονου Ν. (;) Χρυσαφίδη το 1956. Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα, σε εξόρμηση μαζί με φίλους του προκειμένου να επισκεφθούν τη σπηλιά, ο Χρυσαφίδης είχε πέσει σε άδειο, απερίφρακτο πηγάδι της Πεντέλης, χάνοντας έτσι τη ζωή του.
Αριστερά: δημοσίευμα της εφημερίδας "Το Βήμα", φύλλο 03/06/1973, σελίδα 16. Αξίζει να σημειωθεί η παράθεση, αμέσως από κάτω, άλλου δημοσιεύματος, με θέμα την παρενόχληση αυτοκινητιστή στη Νικαράγουα από ιπτάμενους δίσκους. Είναι ενδιαφέρον ότι, διαχρονικά, δημοσιεύματα εφημερίδων σε σχέση με τη σπηλιά «γειτνίαζαν» σε αρκετές περιπτώσεις με δημοσιεύματα περί UFO, ακραίων ή παραφυσικών φαινομένων, και γενικά «εξωτικών» καταστάσεων (ενδεικτικά: ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΝΕΑ ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2011) – ένα μοτίβο συμπτώσεων που θα άξιζε να διερευνηθεί αφ' εαυτού. Κέντρο: δημοσίευμα της εφημερίδας "Το Βήμα", φύλλο 04/07/1968, σελίδα 4. Δεξιά: δημοσίευμα της εφημερίδας "Ελευθερία", φύλλο 21/03/1956, σελίδα 6. |
Στο τελευταίο δημοσίευμα δεν αποσαφηνίζεται εάν το πηγάδι στο οποίο είχε πέσει ο Χρυσαφίδης ήταν από εκείνα που εντοπίζονταν στο εσώτερο τμήμα της σπηλιάς ή κάποιο άλλο, χαμηλότερα στο βουνό και καθ' οδόν προς αυτή. Με βάση τον τίτλο («Έπεσεν εις απερίφρακτον και ανοικτόν φρέαρ της Πεντέλης και εφονεύθη»), φαίνεται ότι συνέβη το δεύτερο. Για την ύπαρξη παλαιότερα φυσικών πηγαδιών στο βάθος της σπηλιάς, αλλά και για το –επίσης φυσικό– δίκτυο απορροής υπογείων υδάτων της Πεντέλης, μιλήσαμε αναλυτικά σε προηγούμενες ενότητες. Προς εκμετάλλευση των υπογείων αυτών υδάτων, είχαν διανοιχτεί αρκετά πηγάδια στους πρόποδες του βουνού. Υπήρχε, μάλιστα, χαρακτηριστικά και τοπωνύμιο "Μεγάλο Πηγάδι" στην Πεντέλη τα περασμένα χρόνια, μεταξύ Παλιάς Πεντέλης και Κοκκιναρά.
Αριστερά: δημοσίευμα της εφημερίδας "Ελευθερία", φύλλο 11/10/1958, σελίδα 6. Οι πυρκαγιές στην Πεντέλη κάθε άλλο παρά αποτελούν φαινόμενο των τελευταίων αποκλειστικά ετών. Δεξιά: πηγάδι στην περιοχή της Πεντέλης, σε φωτογραφία του 1932 (από το site της διεύθυνσης http://wellcomeimages.org). |
Δεν ήταν τα απερίφρακτα πηγάδια ο μοναδικός κίνδυνος που αντιμετώπιζε ο επισκέπτης της σπηλιάς των παλαιότερων εποχών. Ενίοτε όφειλε να έχει το νου του και για τυχόν... πτώσεις όλμων και ριπές πολυβόλων! Γιατί η περιοχή της σπηλιάς είχε χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς και ως τμήμα πεδίου βολών του στρατού. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με δημοσίευμα του 1951, η περιοχή μεταξύ σπηλιάς, ερημοκκλησίου Αγίου Παντελεήμονα, Μαύρης Πέτρας (;!), Λατομείου Μωσαϊκών και Παλαιού Αγίου Ιωάννη είχε δεσμευθεί για ασκήσεις με πραγματικά πυρά της ΑΣΔΑΝ (Ανώτερη Στρατιωτική Διοίκηση Αττικής και Νήσων). Ανάλογη ανακοίνωση είχε δημοσιευτεί και το 1953, κατά την οποία δεσμευόταν η ευρύτερη περιοχή δυτικά των λατομείων Πεντέλης προκειμένου να πραγματοποιηθούν ασκήσεις με πυρά πολυβόλων.
Αριστερά: δημοσίευμα της εφημερίδας "Εμπρός", φύλλο 23/08/1951, σελίδα 6. Δεξιά: δημοσίευμα της εφημερίδας "Το Βήμα", φύλλο 11/06/1953, σελίδα 2. |
Υπήρξε, λοιπόν, και τμήμα πεδίου βολών ο τόπος της σπηλιάς, μεταξύ όλων των υπολοίπων που έχουμε συζητήσει ως εδώ. Θα έλεγε κανείς πως, αν το πολυεπίπεδο της ιστορίας ενός τόπου αποτελεί κάποιου είδους αποτύπωμα της ιδιαιτερότητας του, στην περίπτωση της σπηλιάς της Πεντέλης το αποτύπωμα αυτό είναι βαθύ, διαχρονικό και παράξενα κομβικό για τις υποθέσεις των ανθρώπων.
Φωτογραφία της σπηλιάς του 1933, τραβηγμένη από τον W. Wrede, (πρόκειται πιθανότατα για τον άνδρα που αποτυπώνεται κάτω δεξιά – η κάμερα θα πρέπει να είχε στηθεί σε τρίποδα). Ήδη την εποχή εκείνη, που για να φτάσει κανείς στη σπηλιά έπρεπε να διανύσει μεγάλη απόσταση περπατώντας, και δεν υπήρχαν ακόμα σπρέι μπογιάς, η αρχαία επιφάνεια βράχου αριστερά της εισόδου ήταν καλυμμένη από ονόματα επισκεπτών. |
Η κάμερα που είχε χρησιμοποιηθεί για την παραπάνω φωτογραφία, όπως και για άλλες φωτογραφήσεις του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών την εποχή εκείνη, έκανε χρήση φιλμ διαστάσεων 18x24 εκατοστών, με επίστρωση από γυαλί. Αυτό εξηγεί την εκπληκτική ευκρίνεια των σχετικών φωτογραφιών, η οποία, όπως σχολιάζεται στη διεύθυνση http://www.agathe.gr/overview/photography.html, παραμένει άφταστη ακόμη και σήμερα!
Το δημοσίευμα του 1951, στο οποίο ανακοινώνονταν οι ασκήσεις με πραγματικά πυρά, είναι το πιο παλιό από όσα έχουμε υπόψη μας όπου η σπηλιά κατονομάζεται ως "σπηλιά Νταβέλη". Σε όλα τα προγενέστερα δημοσιεύματα εφημερίδων, αυτή αναφέρεται ως σπηλιά της Πεντέλης. Μέσα στο πολυεπίπεδο της παρελθόν, λοιπόν, κάτι που δεν υπήρξε ποτέ η σπηλιά είναι άντρο του λήσταρχου Νταβέλη, όπως έχουμε επισημάνει αρκετές φορές.
Από τη δεκαετία του 1950 και μετά, σε αρκετές σπηλιές ανά την Ελλάδα, και ιδιαίτερα στην Αττική, δόθηκε η ονομασία "του Νταβέλη". Ενδεικτικά είναι τα παραπάνω δημοσιεύματα, όπου γίνεται αναφορά σε σπηλιά Νταβέλη Σχιστού και σπηλιά Νταβέλη Καρέα (δημοσιεύματα της εφημερίδας "Τα Νέα", φύλλο 10/03/1981, σελίδα 16, και φύλλο 05/04/1982, σελίδα 1, αντίστοιχα). Και στις δύο είχαν ανευρεθεί ανθρώπινα λείψανα, μη σχετιζόμενα με εγκληματική ενέργεια, όπως διευκρινίζεται. Το 'χε φαίνεται το όνομα... |
Τώρα, μπορεί η σπηλιά της Πεντέλης να μην υπήρξε ποτέ άντρο του Νταβέλη, υπήρξε όμως άντρο του... Νικολάου Τσίκα, κλέφτη κρεοπωλείων. Σύμφωνα με δημοσίευμα του 1958, ο Τσίκας επιδιδόταν σε συστηματικές διαρρήξεις κρεοπωλείων ανά την Αθήνα κατά τη διάρκεια της νύχτας, ενώ την ημέρα κρυβόταν στη σπηλιά, την οποία χρησιμοποιούσε ως ορμητήριο. Όπως διαβάζουμε, «...αι δε συχναί διαρρήξεις των κρεοπωλείων απετέλουν δια τους αστυνομικούς πρόβλημα άλυτον. Όλα σχεδόν τα όργανα της Γενικής Ασφαλείας ετέθησαν επί ποδός και επέτυχον, κατόπιν πολυημέρων παρακολουθήσεων, να συλλάβουν τον επικίνδυνον κακοποιόν...». Να, λοιπόν, που τελικά η σπηλιά είχε πράγματι φιλοξενήσει «επικίνδυνον κακοποιόν», ο οποίος, με την αδίστακτη δράση του στα κρεοπωλεία, είχε φτάσει να κινητοποιήσει «όλα σχεδόν τα όργανα της Γενικής Ασφαλείας».
Εφημερίδα "Το Βήμα", φύλλο 02/04/1958, σελίδα 6. |
|