Η μονή ΤΑΩ, ή "μονή Παντοκράτορα ΤΑΩ" όπως έχει πλέον ονομαστεί, σε μία προσπάθεια ίσως να απαλειφθεί το δεύτερο συνθετικό του ονόματος, βρίσκεται κτισμένη σε ρεματιά της ανατολικής πλευράς του Πεντελικού όρους, σε απόσταση 20 περίπου χιλιομέτρων από το κέντρο της Αθήνας. Η αρχιτεκτονική του πανύψηλου ναού της είναι εμφανώς διαφορετική από εκείνη των καθιερωμένων προτύπων του ελληνικού χώρου, με αποτέλεσμα το συγκεκριμένο οικοδόμημα να διαφέρει ριζικά στην όψη από όλους τους υπόλοιπους ελληνορθόδοξους ναούς. Ο δε παρακείμενος, ανάλογου ύφους πύργος τονίζει την ιδιαιτερότητα της αρχιτεκτονικής αυτής, που χαρακτηρίζει την, πρώτης οικοδόμησης μεταξύ 9ου και 10ου αιώνα, μονή.
Αριστερά: άποψη της μονής ΤΑΩ. Κέντρο: ο ασυνήθιστος ναός («καθολικό») της μονής. Δεξιά: ο παρακείμενος πύργος. |
Σε σχέση με τη μοναδικότητα του ναού, παρατίθενται κάποια στοιχεία στο βιβλίο "Ιερά Μονή Παντοκράτορος ΤΑΩ", έκδοσης της σύγχρονης κοινοβιακής μονής, απ' όπου και προέρχεται το ακόλουθο απόσπασμα (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ):
Η αρχιτεκτονική του χώρου είναι μάρτυς της ιστορικής συνέχειας και των περιπετειών της Μονής, δεδομένου ότι κατά την γνώμην των ειδικών, συνυπάρχουν εις αυτόν βυζαντινά, φραγκικά, ισλαμικά και ιβηρικά στοιχεία.
Κάτοψη ισογείου του Ναού |
٭٭٭
Ο κυρίως ναός ευρίσκεται κάτω από τον κεντρικόν μεγάλον τρούλλον, ο οποίος στηρίζεται εις εξ στηρίγματα, πράγμα το οποίον δίδει εις τον Ναόν ένα ιδιότυπο χαρακτήρα, ήτοι ναού έχοντος εξαγωνικόν τρούλλον. Η χρησιμοποίησις της στηρίξεως του τρούλλου εις εξ στηρίγματα είναι μοναδική εν Ελλάδι, αντιθέτως χρησιμοποιείται, όπως απέδειξεν ο Strzygowski, εις άλλας χώρας, ήτοι εις την Αρμενίαν και την Γεωργίαν ήδη από των αρχών της 2ας χιλιετίας (1).
Παρόμοιος εξαγωνικός ναός ήτο ο κατεστραμμένος σήμερον Ναός της Αψιθιώτισσης εις την Κύπρον (2). Από το στοιχείον τούτο συνήγετο ότι ο Ναός εκτίσθη τον 11ον ή τον 12ον αιώνα υπό του Νικ. Καματερού, του οποίου μάλιστα ως ανεγράφη, σώζεται η κτιτορική επιγραφή. Παρά ταύτα δεν φαίνεται πιθανή αυτή η εκδοχή, αντιθέτως πρέπει να γίνει δεκτόν ότι ο υπάρχων Ναός δεν είναι μεν ο αρχικός, αλλ' ότι η εκ νέου ανοικοδόμησις του Ναού ηκολούθησε το αρχικόν σχέδιον. Θα προστεθή ότι έχει υποστηριχθεί και άλλη άποψις κατά την οποίαν ο Ναός έχει άλλας επιδράσεις.
(1) Α. Κ. Ορλάνδου, Ευρετήριον... ένθ' ανωτ., 184.
(2) Γεωργίου Α. Σωτηρίου, Χριστιανική και Βυζαντινή Αρχαιολογία, τ. Α', Αθήναι 1942, 431. Επίσης: Eustathios Stikas, L' Eglise Byzantine de Christianou en Triphylie (Peloponnese et les autres edifices du meme type), Paris 1951, 45.
Η μονή ΤΑΩ ιδρύθηκε και λειτούργησε ως ανδρικό κοινόβιο. Το 1963, ωστόσο, έπειτα από τρεις σχεδόν αιώνες ερήμωσης, εγκαταστάθηκε σταδιακά εκεί μία σύγχρονη, γυναικεία αδελφότητα. Παράλληλα, εργασίες ανοικοδόμησης που ξεκίνησαν την ίδια χρονιά επέφεραν αλλαγές και νέα κτίσματα στο χώρο.
Παρά τις όποιες προσπάθειες για αρχιτεκτονική συμβατότητα, στα μάτια του σημερινού επισκέπτη οι προσθήκες αυτές τονίζουν μάλλον τις αντιθέσεις με το ύφος των αρχικών κτισμάτων, των οποίων η όψη παραπέμπει σε περασμένες εποχές.
|
|
|
Φωτογραφίες της ερειπωμένης μονής ΤΑΩ, τραβηγμένες το 1934 και 1935 από την Αμερικανίδα αρχαιολόγο Dorothy Burr Thompson και καταχωρημένες στο αρχείο της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών της Αθήνας. |
Όμως, η ιστορία της μονής παραμένει χαμένη στην αχλύ του χρόνου, με τα στοιχεία που διαθέτουμε για τα περισσότερα από χίλια χρόνια ύπαρξης της να κρίνονται ισχνά και αβέβαια. Αποσπασματικά μόνο κάποια πράγματα μάς είναι γνωστά, και αυτά κυρίως γύρω από μείζονα γεγονότα. Ενδεικτικά της αβεβαιότητας που επικρατεί είναι όσα διατυπώνονται στο παρακάτω απόσπασμα, το οποίο αφορά ένα τέτοιο μείζον συμβάν του παρελθόντος της μονής (από το βιβλίο "Ιερά Μονή Παντοκράτορος ΤΑΩ" – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ):
Η ιερά Μονή πιστεύεται ότι εκτίσθη προ του 10ου αι., ο οποίος χαρακτηρίζεται δια την άνθησιν του μοναχισμού εις ολόκληρον τον ελληνικόν χωρον (3), συνδεδεμένου τόσον μαζί του, αφού ηκολούθησε σχεδόν την ιστορίαν του τόπου. Κατά πάσαν πιθανότητα η ιερά Μονή ύστερα από διάστημα κάποιων ετών κατεστράφη. Η ιστορία δεν διέσωσε την εθνικότητα του καταστροφέως, αλλ' είναι γνωστόν ότι πριν από την πρώτην άλωσιν της ΚΠόλεως το ναυτικόν της βυζαντινής αυτοκρατορίας ήτο λίαν εξησθενημένον, ως εκ τούτου δεν ηδύνατο να εμποδίζει τους πειρατάς και να προστατεύη τας νήσους και τα μοναστικά κέντρα. Ο κίνδυνος εκ των πειρατών δεν ήτο μικρότερος του αντιστοίχου ο οποίος προήρχετο εκ των δυτικών χριστιανών. Γράφουν οι μελετηταί της περιόδου αυτής ότι πλην των Σαρακηνών, οι οποίοι επιτίθεντο μανιωδώς κατά των νήσων και των μοναστικών κέντρων, διάφοροι λαοί της Ευρώπης, όπως Ιταλοί, Ενετοί, Καταλανοί, Νορμανδοί και άλλοι έσπειραν επίσης τον τρόμον και την φρίκην (4). Είναι λοιπόν πρόβλημα αν οφείλη (!) η ιερά Μονή την πρώτην καταστροφήν της εις τους αλλοθρήσκους Σαρακηνούς, οι οποίοι ωδηγούντο από του μένους των κατά των χριστιανών ή εις τους χριστιανούς Νορμανδούς, οι οποίοι αντί να κινούνται εναντίον των αλλοθρήσκων Μωαμεθανών εύρισκον ευκολώτερον τρόπον δια τον πλουτισμόν των την καταλήστευσιν και υποδούλωσιν των ομοθρήσκων των, εν ονόματι του Χριστού, του οποίου το σύμβολον έφερον επί των ώμων.
(3). Είναι γνωστόν ότι πολλαί Μοναί εκτίσθησαν τότε, ιδία εις το Αγ. Όρος, όπως αι ιεραί μοναί της Μ. Λαύρας (963), του Βατοπεδίου (972), Φιλοθέου (990).
(4). Πβ. ¶π. Ε. Βακαλοπούλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού τόμος Α', Θεσσαλονίκη 1961, 108–110. Έρας Λ. Βρανούση, Τα αγιολογικά κείμενα του οσίου Χριστοδούλου, ιδρυτού της εν Πάτμω μονής, Αθήναι 1966, 168 και έξ.
Τα υπάρχοντα στοιχεία συγκλίνουν στο ότι η μονή ΤΑΩ γνώρισε τρεις τουλάχιστον καταστροφές στην ιστορία της. Η πρώτη περιγράφεται στις παραπάνω γραμμές. Η δεύτερη τοποθετείται το 1465 μ.Χ. και αποδίδεται στους Τούρκους, οι οποίοι είχαν καταλάβει το έτος εκείνο την Αθήνα («...Η κατάστασις αυτή συνεχίσθη μέχρι του 1465, οπότε οι Τούρκοι, αφού εξεδίωξαν τους Φράγκους έγιναν οι νέοι κυρίαρχοι της περιοχής, καταστρέψαντες όμως και την Μονήν...» (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ). Νωρίτερα, με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους το 1204 μ.Χ. και την έλευση της φραγκοκρατίας, η μονή ΤΑΩ είχε περιέλθει υπό τη δικαιοδοσία του Πάπα της Ρώμης, λειτουργώντας για σημαντικό διάστημα ως υπαγόμενο στους Λατίνους κοινόβιο. Τίποτα περισσότερο δεν είναι γνωστό για τη δεύτερη αυτή καταστροφή, πέρα από το ότι η μονή επανιδρύθηκε κάπου στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα, πιθανώς το 1575, υπό καθεστώς τουρκοκρατίας πλέον. Και, αν για την πρώτη και τη δεύτερη καταστροφή επικρατεί όπως είδαμε αβεβαιότητα, τα ερωτήματα σε σχέση με την τρίτη, που επήλθε το 1680, είναι ακόμα περισσότερα. Μεταφέρουμε από το ίδιο πάντα βιβλίο:
Η ζωή της μονής επί ένα αιώνα ήτο κατά το μάλλον και ήττον ήρεμος. Από μίαν επιγραφήν, χαραγμένην εις το μαρμάρινον τοξωτόν υπέρθυρον της πύλης της εισόδου, ευρίσκομεν ότι κατά το 1648 έγιναν μερικαί επισκευαί εις την μονήν. Η συνέχεια όμως του βίου της είναι οδυνηρά, διότι εσφραγίσθει από τον θάνατον των μοναχών, οφειλόμενον ίσως εις τον υπηρέτην του μισοκάλου διαβόλου φθόνον (5). Τα γεγονότα εξιστορούνται εις τα απομνημονεύματα τού Κυρίλλου Δέγλερη, ηγουμένου προ της επαναστάσεως της Μονής Πεντέλης (6), ο οποίος γράφει και τα εξης:
«Καθ' ηv εποχήv οι πειραταί Αλγερίνοι ελεηλάτουν και ερήμωνον τα παράλια μέρη, είχον ελλιμενισθή μετά των κατέργων αύτων εις τηv Ραφίνα κατά τας ημέρας της Μεγάλης Εβδομάδος, τηv ημέραν δε της Αναστάσεως υπηρέτης τις της Μονής έχων έχθραν κατά των μοναχών, συνεννοηθείς μετά των πειρατών εισήγαγεν αύτους εν τη Moνή καθ' ηv ώραν οι μοναχοί εώρταζον τηv Ανάστασιν τους οποίους κατέσφαξαν άπαντας, λεηλατήσαντες δε και ερημώσαντες τηv Μονήν ανεχώρησαν, εσώθη δε εις μόνος ιερεύς μεθ' ενός υποτακτικού, όστις είχεν υπάγει εις το μετόχι Χεροτσακούλι και έκαμεν ανάστασιν των κολλήγων, ο οποίος επιστρέφων το εσπέρας της Κυριακής εύρεν έξωθεν και μακρύτερα της Μονής δύο εκ των μοναχών φονευμένους, ανήλθε δε καί διενυκτέρευσεν εις το άνωθεν της Μονής όρος, την δε πρωίαν είδε τα κάτεργα αναχωρούντα εκτος Ραφίνος και κατελθών εν τη μονή εύρεν άπαντας τους μοναχούς φονευμένους, μετέβη δε εις την Μονήν Πεντέλης και παραλαβών μοναχούς επήγε και ενεταφίασε τους φονευμένους (7).»
Ύστερα από το μαρτυρικόν τέλος η μονή έγινε μετόχι της Μονής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Ούτω, γραφει ό Λαδάς, οι της Μονής Πεντέλης επωφελήθησαν και ανεγνωρίσθησαν, δια σιγγιλλίου του έτους 1692 του Πατριάρχου Κυρίλλου, επισήμως κάτοχοι μιας σταυροπηγιακης μονής, ενός μονυδρίου, πολλών έκκλησιδίων και μεγίστου τμήματος της Αττικής γης (8). Μετά ταύτα παρέμεινε έρημος και ακατοίκητος επί 283 έτη, κατά το διάστημα αύτό εικάζεται ότι μετετέθη και η ημερομηνία εορτής της μονής από της 6ης εις την 23ην Αυγούστου (9). Η εκ νέου λειτουργία της μονής, ύστερα από διάστημα τριών αιώνων, οφείλεται εις το ενδιαφέρον και την συμπαράστασιν του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου Β' (1963–1967), οπότε ωκοδομήθησαν μερικά κελλία και εγκατεστάθη εκεί το 1963 γυναικεία αδελφότης ένδεκα τότε μοναζουσών. Εν συνεxεία τη προτροπή του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου (1967–1974) και δαπάναις της Ιερας Μονής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης, ηγουμενεύοντος του αειμνήστου αρχιμ. Θεοκλήτου Φεφέ προστέθησαν νέες πτέρυγες οικημάτων, ήτοι άλλα κελλία, τράπεζα, παρεκκλήσιον του αγίου Παταπίου, εργαστήρια κλπ. Τον Απρίλιον δε του 1971 παρεχωρήθη δωρεάν υπό της μονής Πεντέλης μικρά έκτασις γης (Β. Δ/γμα 186 ΦΕΚ Α, 57, 18 Μαρτίου 1971) και η ιερά μονή κατέστη ανεξάρτητος.
Το εσωτερικό του Ναού στις μέρες μας. |
(5). Υποστηρίζεται η άποψις ότι υπήρχε διάστασις μεταξύ των μοναχών των δύο εν Πεντέλη μονών. Οι μοναχοί της σημερινής μονής της Πεντέλης υπερηφανεύοντο δια την πνευματικήν των υπεροχήν, ενω οι της του Παντοκράτορος δια τον πλούτον, εξ αιτίας δε ταύτης οι της Πεντέλης είχον επιθετικάς και κατακτητικάς διαθέσεις (Δημητρίου Γρ. Καμπούρογλου, Ιστορία...,230). Τα αυτά υποστηρίζονται και υπο του Γ. Σωτηρίου, όπως γράφει ό Λαδάς, (57), ο οποίος προσθέτει ότι πιθανώς την σφαγήν των μοναχών της μονής Παντοκράτορος υπό των Αλγερινών προεκάλεσαν οι μοναχοί της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
(6). Κατά τον Λαδάν η οικογένεια Δέγλερη εδυνάστευεν την Μονήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, εις την οποίαν κληρονομικώ δικαιώματι κατά διαδοχήν εγίνοντο ηγούμενοι, αναπτύσσει δε οτι δεν ήσαν Αλγερινοί οι φονεύσαντες τους μοναχούς, αλλά Τούρκοι ή Τουρκαλβανοί με την συμμετοχήν μοναστηριακού τινός ατόμου. Γ.Γ. Λ α δ ά ς , ενθ' ανωτ., 57 . ¶λλοι μελετηταί δέχονται την μαρτυρίαν τού ηγουμένου και ομιλουν περί Αλγερινών. Πβ. Eustathios Stikas, ενθ' ανωτ., 45–46.
(7). Δημητρίου Γρ. Καμπούρογλου, Ιστορία...,231.
(8). Γ.Γ . Λαδάς, ενθ' άνωτ., 60–61.
(9). 'Ο Λαδάς γράφει ότι τούτο έγινε από τους μοναχούς της Μονής της Πεντέλης, διά να προηγήται η εορτή της Μονής των. Γ.Γ. Λ α δ ά ς , ενθ' ανωτ., 61, πλην όμως νομίζομεν ότι δεν θα είχε νόημα η μεταφορά της εορτής, δεδομένου ότι η ιερά Μονή του Παντοκράτορος ήτο προσηρτημένη.
Τα γεγονότα της σφαγής των μοναχών το Πάσχα του 1680 εξιστορούνται και σε ντοκιμαντέρ της κρατικής τηλεόρασης που προβλήθηκε την πρωτοχρονιά του 2006 (σώζεται στο ψηφιακό αρχείο της ΕΡΤ, στη διεύθυνση http://www.ert-archives.gr/V3/public/main/page-assetview.aspx?tid=56389&autostart=0 – εναλλακτική διεύθυνση: http://www.pantokratoros-tao.gr/index.php/optikoakoustiko/video). Όπως αναφέρεται, οι μοναχοί που θανατώθηκαν εκείνη την ημέρα ανέρχονταν σε 179, ενώ, σύμφωνα με την αφήγηση σύγχρονης μοναχής, οι πειρατές είχαν εισέλθει στη μονή διά μέσω σήραγγας που συνέδεε τον κεντρικό ναό της με τη Ραφήνα (διαστήματα 02:35–03:37 και 05:34–06:17 στο ντοκιμαντέρ). Τη σήραγγα, η ύπαρξη της οποίας κρατούνταν μυστική, θεωρείται ότι είχαν διανοίξει οι μοναχοί ως οδό έκτακτης διαφυγής, η δε είσοδος της κάτω από το ναό της μονής αποκαλύφθηκε σε πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες, με τον αυλό, έπειτα από τόσα χρόνια, να είναι πλέον φραγμένος από χώμα και πέτρες.
Δεδομένου ότι η μονή ΤΑΩ απέχει από τη Ραφήνα περί τα 5,5 χιλιόμετρα, ένα τέτοιο μήκος σήραγγας κρίνεται υπερβολικό. Χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί τίποτα, πιθανότερο είναι αυτή να εκτεινόταν σε πολύ μικρότερη απόσταση, οδηγώντας σε κάποιο προφυλαγμένο, με φυσική κάλυψη σημείο έξω από τη μονή. Η συγκεκριμένη πρακτική, εξάλλου, της διάνοιξης υπόγειων οδών διαφυγής, δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο για μονές του ελληνικού χώρου. Όπως πρόκειται να δούμε σε επόμενη ενότητα, και κάτω από τη μονή Πεντέλης διέρχεται μία σήραγγα, πολύ παλαιότερης όμως κατασκευής και διαφορετικής αρχικής χρήσης.
Στο ίδιο ντοκιμαντέρ, ενδιαφέρον παρουσιάζει και η πληροφορία ότι ο κυρίως ναός της μονής διέθετε οκτώ συνολικά Αγίες Τράπεζες (διάστημα 24:43–25:47). Όπως εξηγείται, πιστεύεται ότι η επιλογή αυτή αποσκοπούσε στο να είναι δυνατή η εκ περιτροπής τέλεση τρίωρων Λειτουργιών σε κάθε μία από τις οκτώ αυτές Αγίες Τράπεζες, δεδομένου ότι οι κανόνες της Εκκλησίας απαγορεύουν την τέλεση Θείας Λειτουργίας για δεύτερη φορά την ίδια μέρα στην ίδια Αγία Τράπεζα. Κατ' αυτόν τον τρόπο, η Λειτουργία στη μονή ήταν αδιάλειπτη 24 ώρες το εικοσιτετράωρο (τρίωρες Λειτουργίες επί οκτώ Αγίες Τράπεζες), και δεν έπαυε ποτέ, καθιστώντας τη μονή ΤΑΩ μία «Μονή των Ακοιμήτων». Ίσως ανάλογης σκοπιμότητας να ήταν και η συνύπαρξη δύο Αγίων Τραπεζών στα εκκλησίδια της σπηλιάς της Πεντέλης, τα οποία, όπως είδαμε, κτίστηκαν σε διαφορετικούς χρόνους και συστεγάστηκαν σε έναν ενιαίο χώρο. Αλλά, για τα εκκλησίδια αυτά θα μιλήσουμε εκτενέστερα σε επόμενη ενότητα.
Τα παραπάνω διατυπώνονται και στην ιστοσελίδα της σύγχρονης μονής ΤΑΩ, στη διεύθυνση http://www.pantokratoros-tao.gr/index.php/10-2012-02-29-15-10-38/5-5.
Σε υποσημείωση του αποσπάσματος από το βιβλίο "Ιερά Μονή Παντοκράτορος ΤΑΩ" που παραθέσαμε προηγουμένως, γίνεται αναφορά στην άποψη του βυζαντινολόγου και αρχαιοδίφη Γεωργίου Λαδά ότι οι πειρατές που κατέσφαξαν τους μοναχούς ήταν πιθανότατα τουρκικής, και όχι αλγερινής προέλευσης. Την άποψη αυτή υποστήριξε τελικά και ο Δ. Καμπούρογλου, ανασκευάζοντας την αρχική θέση που είχε διατυπώσει στο "Ο Αναδρομάρης της Αττικής" (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ). Σε άλλο βιβλίο του, με τίτλο "Ο Αναδρομάρης" (πρόκειται για διαφορετικό βιβλίο από το "Ο αναδρομάρης της Αττικής"), ο Καμπούρογλου αφηγείται τα περιστατικά της σφαγής των μοναχών, αναφέροντας και το θρύλο του πεύκου, που σύμφωνα με την παράδοση ακουγόταν να βογκά τις νύχτες έξω από τη μονή μετά τη σφαγή των μοναχών. Αναφέρει, επίσης, και το ακόλουθο αξιοπρόσεκτο περιστατικό σε σχέση με τον «μυστηριώδη», όπως τον χαρακτήριζε, Θεοφάνη Καρύκη, διατελέσαντα ηγούμενο της μονής ΤΑΩ (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ):
Η φωνή του Καρύκη
Ότι τα εξαιρετικά προτερήματα δεν ωφελούν πάντας τους προικισμένους με αυτά, είνε παλαιά αλήθεια. Ιδού ότι και ο Καρύκης εις την μελωδικήν κυρίως φωνήν του οφείλει την καταστροφή του. Ο Καρύκης ανήκεν εις επιφανή οικογένειαν των Αθηνών. (Καρύτσηδες, εξακολουθεί να τους λέγει ο ¶γιος Γεώργιος, ακολουθών το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα). Εις και αυτός εκ των ανακαινιστών του επί του Πεντελικού Μοναστηρίου Ταώ και ικανά εφόδια έχων μαθήσεως, απεφάσισε να μονάση εν αυτώ. Εις τούτο τον ώθησε φαίνεται κυρίως η ποιητική του φύσις και η υπέροχος φωνή του. Ω! τι λέγουν οι τοπικοί θρύλοι δια την φωνήν αυτήν! Ήτο ισχυροτάτη και συγχρόνως γλυκητάτη. Η συνύπαρξις των προσόντων αυτών θεωρείται τόσο σπανία, όσο και η της ευφυίας μετά της αγαθότητος. Όταν έψαλεν, έτριζαν τα τζάμια του ναού, τα οποία, αν ήθελεν ημπορούσε και να ραγίση. Και όχι μόνον αυτό θέλουν οι θρύλοι, αλλ' ότι και τα αγρίμια του βουνού κατέβαιναν ν΄ ακούσουν την φωνήν του, αλλά και τα αηδόνια της ρεμματιάς εξελαρυγγιάζοντο απ' το πείσμα των, όταν ετραγουδούσε την νύκταν κάτω από τα πλατάνια, είναι δε γνωστόν, ότι τα αηδόνια δεν φοβούνται μιαν ωραίαν φωνήν, ενώ εις το γκάρισμα όνου φεύγουν ανεπιστρεπτί, σαν να λέγουν: «όπου ζουν γαϊδάροι, τι γυρεύομ' εμείς;» Η φήμη του Καρύκη υπερέβη τα τοπικά όρια, και τον ευρίσκομεν μετά τινά έτη πρωτοψάλτην της Μ. Εκκλησίας εις Κων/πολιν. Είναι αδύνατον εις την ζωήν του να μην κάμει κανείς ένα μέγα λάθος, και ο Καρύκης λοιπόν επείσθη από τους θαυμαστάς του ν΄ ανέβει τα μεσάνυκτα, με λαϊκά ρούχα, άγνωστος και μυστικά, εις ένα μιναρέ τζαμιού πλησίον των Ανακτόρων και να τραγουδήσει την προσευχήν του μουεζίνη. Τούτο και έγεινε και τα Ανάκτορα ανεστατώθησαν...
Στα μουσουλμανικά τεμένη δεν υπάρχουν καμπάνες ή άλλα σήμαντρα. Η πρόσκληση σε προσευχή γινόταν παλιότερα μέσω των μουεζίνιδων, ανθρώπων καλίφωνων και με στεντόρεια φωνή, που ανεβασμένοι στους μιναρέδες έψελναν στίχους από το Κοράνι, με χαρακτηριστικότερη τη φράση "Αλλά ου άκμπαρ" – "Ο Αλλάχ είναι μεγάλος" (στις μέρες μας, συχνά πλέον γίνεται χρήση μεγαφωνικών εγκαταστάσεων). Ο Θεοφάνης Καρύκης, λοιπόν, ένας ηγούμενος αλλά και κτήτορας της μονής ΤΑΩ, είχε ανέβει μυστικά, νύχτα, σε μιναρέ τζαμιού στην Κωνσταντινούπολη, απ' όπου, σαν μουεζίνης, είχε καλέσει τους μουσουλμάνους πιστούς σε προσευχή, εκφωνώντας "Ο Αλλάχ είναι μεγάλος"! Ο συγκεκριμένος ιερωμένος έφτασε, μάλιστα, να ανακηρυχθεί το 1597 και Οικουμενικός Πατριάρχης –ως Θεοφάνης Α'– αξίωμα στο οποίο δεν παρέμεινε για πολύ, καθώς λίγο αργότερα τον περίμενε ένας ξαφνικός, αρκούντως συμβολικός θάνατος. Όμως, τον Θεοφάνη Καρύκη θα τον συναντήσουμε ξανά στη συνέχεια, όπου και θα συζητήσουμε κάτι που αναφέρεται σε υποσημείωση προηγούμενου αποσπάσματος (5), ότι δηλαδή τη σφαγή των μοναχών της μονής ΤΑΩ είχαν πιθανώς προκαλέσει μοναχοί της μονής Πεντέλης.
Σε σχέση, τώρα, με την ονομασία "ΤΑΩ", επικρατεί επίσης αβεβαιότητα, με τις απόψεις να διίστανται τόσο ως προς το νόημα όσο και ως προς την προέλευση της. Επανερχόμαστε στο βιβλίο "Ιερά Μονή Παντοκράτορος ΤΑΩ", απ' όπου και παραθέτουμε ένα τελευταίο απόσπασμα (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ):
Β' Επιγραφαί
Είναι γνωστόν ότι κατά το διάστημα των αιώνων πλείστα όσα ελληνικά ονόματα παρεφθάρησαν ή ήλλαξαν τελείως, είτε εκ του ότι απωλέσθη η αρχική ονομασία είτε διότι ηλλοιώθη, ένεκα των ιστορικών τυχών του λαού και της γλώσσης. Πολλά έχουν γραφεί εν σχέσει προς την ονομασίαν της Μονής. Το πρόβλημα εστιάζεται εις το πώς μετεβλήθη – αν μετεβλήθη – το ταώ, το οποίον υπάρχει ως ονομασία της Μονής εις το σιγγίλιον του 1614, εις νταού, όπως έχει μέχρι σήμερον μείνει γνωστή. Υπάρχουν δύο σημαντικαί επιγραφαί σχετιζόμεναι αμέσως πρός την ιεράν Μονήν, εξ ων η μία αφoρά, κατά τους μελετητάς εις την ονομασίαν της, η δε άλλη εις την ανοικοδόμησίν της, εκ της μελέτης των οποίων χύνεται λίγο φως εις το πρόβλημα. Η πρώτη ευρίσκεται εις το υπέρθυρον της Μονής υπό την μορφήν του παρακάτω μονογράμματος.
Κατά τον Καμπούρογλου αυτό ήτο το σύμβολον της Μονής. Προσθέτει ότι παλαιότερον ενόμιζον ότι το μονόγραμμα εσήμαινεν ΤΑ–Ω, όντως όμως, κατ' αυτόν, το μεν Τ σημαίνει τό σταυρικόν πάθος και τον Ιησούν Χριστόν, το δε Ω παριστά Αυτόν ως Παντοκράτορα. Κατά ταύτα το μονόγραμμα σημαίνει ότι η Ι. Μονή είναι του Σωτήρος Χριστού του Παντοκράτορος. Μετά ταύτα συμπεραίνει ο Καμπούρογλου ότι εκ κακής αναγνώσεως υπό των ανακαινισάντων την Μονήν προήλθεν το όνομα ΤΑΩ, το οποίον και συμπεριελήφθη εις το σιγγίλλιον του 1614 (10).
Η θέσις του Καμπούρογλου δεν έτυχε περαιτέρω αποδοχής. Ο Ορλάνδος εθεώρει ως πιθανωτάτην την εκδοχήν να υπήρξε ποτέ ο τόπος ένθα ανοικοδομήθη η Μονή, κτήμα μεγιστάνος τινός Ίβηρος, ο οποίος και να εβάπτισε τη περιοχήν εκ της ονομασίας της πατρίδος του ως χώρας των Ταώνων (!). Αργότερον, προσθέτει ο Ορλάνδος και μάλιστα κατά τους χρόνους της Φραγκοκρατίας το Ταώ θα μετεβλήθη εις Da–ho, Dahu, και απλώς, Hu, όπως απαντά εις την βούλλαν του Πάπα Ιννοκεντίου (αρχών 130υ αί.). Μεταγενεστέρως, συνεχίζει ο Ορλάνδος, αφού έφυγον οι Φράγκοι, οι μεν Έλληνες συμφώνως προς την παλαιάν ονομασίαν απεκάλουν την Μονήν ως Μονήν «της Ταώ», οι δε αλβανόφωνοι περίοικοι δια της προσφορωτέρας προς αυτούς εκφοράς Νταού (11). Παραπλησία είναι ως γνωστόν και η φθορά υπό των Τούρκων του ονόματος της Πόλεως.
Η δευτέρα επιγραφη συνδέεται προς την τελευταίαν ή την προτελευταίαν ανοικοδόμησιν του Ναου. Το μάρμαρον επί του οποίου υπάρχει η εν λόγω επιγραφή σήμερον είναι θραυσμένον εις δύο τεμάχια, αμφότερα δε έχουν χρησιμοποιηθή δια την ανέγερσιν του Ναου· εξ αυτών το εν ευρίσκεται εντός του Ναού (= τό α' τμημα),
το δ' άλλο εις το εξωτερικόν του (= τό β' τμημα).
Το 1894 ο ιδρυτής του Βυζαντινού Χριστιανικού Μουσείου Γεώργιος Λαμπάκης ανέγνωσε και εδημοσίευσε μεταγράψας την επιγραφήν ως εξής:
« ο κτίσ[α]ς τ[η]ν τ[οιαυ]τ[ην] Αμήν[;] + Νικ[ολα]ος ο Καματιρ[ός]; »
Ύστερα από μίαν οκταετίαν επανήλθε ο Λαμπάκης και ανέγνωσε την επιγραφήν ως εξής:
« + Νίκος [Νικ(ολα)ος]
ο Καματιρ[ός];
ο κτίσ(ας) τ(αύτην) Τ[αώ] Αμήν; (12)»
Αργότερον το 1925 ο Σωτηρίου πρώτος αυτός, όπως γράφει ο Ορλάνδος (13), συνεδύασε τα τεμάχια εις εν, άνευ οιασδήποτε προσθήκης και τα ανέγνωσε ως μίαν επιγραφήν και μας έδωσε συγχρόνως τον κτίτορα της Ι. Μονής. Την ιδίαν ανάγνωσιν της επιγραφής εδημοσίευσε και ο Ορλάνδος μαζί με το πανομοιότυπον της επιγραφής ως εξής:
Νίκος ο Καμ(α)τιρ(ός) + ο κτίσ(ας) τ(ή)ν Τ(αώ) τ(αύτην) αμίν.
Ο κτίτωρ κατ' αυτόν ανήκε εις οικογένειαν έχουσαν σχέσιν προς τους Γεωργιανούς (Ίβηρας) εξ ου και η υπόθεσις περί των επιδράσεων εις την αρχιτεκτονικήν του ιερού Ναού (13).
(10). Δημητρίου Γρ. Καμπούρογλου,Ιστορία...,228.
(11). Α. Κ. Ορλάνδου, Ευρετήριον..., ενθ' ανωτ., 182.
(12). Γ.Γ. Λαδάς,ενθ' ανωτ.,30.
(13). Α. Κ. Ορλάνδου, Ευρετήριον..., ενθ' ανωτ., 185.
Το ένα τμήμα της κτητορικής επιγραφής, όπως σώζεται σήμερα, εντοιχισμένο στο ναό της μονής. |
Οι υποθέσεις που διατυπώνονται στα παραπάνω δεν είναι αβάσιμες. Ωστόσο, οι φιγούρες παγωνιών που απαντώνται στο υπέρθυρο του κεντρικού κτιρίου και στο τοιχίο του περιβόλου της μονής αφηγούνται μια διαφορετική ιστορία σε σχέση με το νόημα της ονομασίας "ΤΑΩ".
Γιατί «ταώς», στα αρχαία ελληνικά, σημαίνει παγώνι. Και το παγώνι έχει υπάρξει διαδεδομένο σύμβολο, με ποικίλους, πολυσύνθετους και παράξενους μερικές φορές συμβολισμούς, στο χώρο της θρησκείας αλλά και της φιλοσοφίας.
Όσο για τον Νικόλαο Καματηρό, του οποίου το όνομα μνημονεύεται στην κτητορική επιγραφή του τελευταίου αποσπάσματος, πιστεύεται ότι ήταν εκείνος που είχε ανοικοδομήσει τη μονή τον 12ο αιώνα, έπειτα από την πρώτη της καταστροφή, γινόμενος κτήτορας της. Κατά τον βυζαντινολόγο καθηγητή Γεώργιο Σωτηρίου, η οικογένεια των Καματηρών είχε εγκατασταθεί στην Ιβηρία του Καυκάσου από τον 9ο αιώνα (σημερινή Γεωργία – δε σχετίζεται με την Ιβηρική χερσόνησο της Ισπανίας και της Πορτογαλίας). Ενδέχεται, λοιπόν, κάποιες επιρροές η μονή να τις όφειλε και στη μακρινή καταγωγή αυτού της του κτήτορα.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι ιβηρικής καταγωγής ήταν και οι ιδρυτές της φερώνυμης μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους, η οποία ανήκε στις λεγόμενες «ιδιόρρυθμες». Στις μονές που ακολουθούσαν το συγκεκριμένο σύστημα, κάθε μοναχός ήταν υπεύθυνος για τη συντήρηση του εαυτού του, ζώντας περίπου όπως εκείνος επέλεγε. Έτσι, σε αντίθεση με τις συνήθεις «κοινόβιες» μονές, όπου οι μοναχοί φορούν ίδια ράσα, είναι ακτήμονες, μοιράζονται κοινά γεύματα στην ίδια τράπεζα, και γενικώς κοινοβιούν μέσω των περιουσιακών στοιχείων της μονής υπό καθεστώς πλήρους κοινοκτημοσύνης, στους μονάζοντες σε ιδιόρρυθμες μονές παρεχόταν το δικαίωμα διατήρησης ατομικής περιουσίας –μέσω της οποίας και εξασφάλιζαν τη διαβίωση τους– επιτρεπόταν η βρώση κρέατος ή άλλων γευμάτων της αρεσκείας τους –τα οποία παρασκεύαζαν και κατανάλωναν μεμονωμένα, συντρώγοντας μεταξύ τους μόνο κατά τις εορτές– ενώ σε κάποιες περιπτώσεις φαίνεται ότι παραβιαζόταν και το μοναχικό ιδεώδες της παρθενίας, της αποχής δηλαδή από κάθε σεξουαλική πράξη. Γενικά, οι μονάζοντες σε ιδιόρρυθμες μονές, για τους οποίους κοινή ήταν μόνο η προσευχή στο ναό, κι αυτή όχι πάντα, απολάμβαναν μια ελευθεριότητα αδιανόητη για τους μοναχούς των τυπικών, κοινόβιων μονών. Αυτός ήταν και ο λόγος που, τελικά, οι ιδιόρρυθμες μονές θεωρήθηκαν ασύμβατες με τις αρχές του μοναχισμού, με αποτέλεσμα, έπειτα από μια μακρά περίοδο διάδοσης, και σχεδόν πλήρους επικράτησης, αυτές να μετατραπούν σταδιακά σε κοινόβιες. Στο ¶γιο Όρος, συγκεκριμένα, από το 1992 έχουν πάψει πλέον να λειτουργούν ιδιόρρυθμες μονές, καθώς και η τελευταία μεγάλη τέτοια, η μονή Ιβήρων, μετατράπηκε σε κονόβια (περισσότερα σε σχέση με τις ιδιόρρυθμες μονές: http://agioritikesmnimes.blogspot.gr/2012/02/737.html, http://nikitidis.blogspot.gr/2007/05/blog-post_23.html, http://www.pemptousia.gr/2013/03/το-καθεστώς-του-αγίου-όρους-και-η-κληρο/).
Για τη μονή ΤΑΩ, και ιδίως για τους πρώτους αιώνες της ιστορίας της, πολύ λίγα πράγματα μάς είναι, όπως είπαμε, γνωστά. Με βάση, ωστόσο, την εποχή ίδρυσης της, αλλά και την καταγωγή του ανοικοδομητή και κτήτορα της Νικολάου Καματηρού, το πιθανότερο είναι αυτή, όπως και πολλές άλλες μονές του ελληνικού χώρου, να είχε λειτουργήσει για σημαντικό τουλάχιστον διάστημα ως ιδιόρρυθμη. Γεγονός, που με τη σειρά του θα συνεπαγόταν όλα όσα σημειώσαμε πριν για τις μονές του είδους και τη χαλαρή προσκόλληση σε δογματισμούς που τις χαρακτήριζε.
Μία ακόμα φωτογραφία της Αμερικανίδας αρχαιολόγου D. B. Thompson από το χώρο της μονής ΤΑΩ, ημερομηνίας 07/07/1935. Σύμφωνα με την περιγραφή, αποτύπωνε ένα πηγάδι υπό το άγρυπνο βλέμμα του λαξευμένου στην πέτρα πνεύματος–φύλακα του. |
Εκτός του Καματηρού, σε αποσπάσματα κείμενων του που είδαμε σε προηγούμενες ενότητες (1, 2), ο Δ. Καμπούρογλου ανέφερε τα ονόματα και άλλων κτητόρων της μονής. Σημείωνε συγκεκριμένα τον αγνώστου επωνύμου Πιγκέρνη, μεγαλογεοκτήμονα της περιοχής, από το όνομα του οποίου είκαζε ότι είχε προέλθει η ονομασία "Πικέρμι", τον Ντούση–Αλεξινά, τον Θεοφάνη Καρύκη, καθώς και τον Δημήτριο Αναδρομάρη. Είναι, μάλιστα, ενδιαφέρον ότι ο Καμπούρογλου, καταξιωμένος ιστορικός και επιφανής προσωπικότητα της εποχής του, είχε υϊοθετήσει το "Αναδρομάρης" ως βασικό του ψευδώνυμο, χρησιμοποιώντας το και σε τίτλους βιβλίων του. Όμως, για τον Δ. Καμπούρογλου και για την ένθερμη –έως φανατική– ενασχόληση του με την Πεντέλη, θα μιλήσουμε εκτενέστερα παρακάτω.
Ο τελευταίος, πάντως, ανέφερε ως πιθανότερο το ενδεχόμενο η μονή ΤΑΩ να είχε κτιστεί πάνω σε αρχαίο ιερο: «Καταφανή ίχνη πείθουν, ότι το σημερινόν οικοδόμημα είναι συμπλήρωμα άλλου προϋπάρξαντος, το οποίον πάλιν ιδρύθη επί των ερειπίων και δια των συντριμμάτων παλαιοτάτου Βυζαντινού ναού, όστις πάλιν θα εκακομεταχειρίσθη αρχαίον Ελληνικόν Ιερόν.» – «Τι ήτο πριν γείνη μοναστήρι; εις ποίον ιερόν, εις ποίον μνημείον να ανήκον τα πολλά και ωραία του μάρμαρα, τα εντοιχισμένα ή σκόρπια;» (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ). Και, πράγματι, κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ πιθανό, καθώς η πρακτική της ανέγερσης χριστιανικών ναών στη θέση ναών προγενέστερων θρησκειών ήταν πολύ διαδεδομένη τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού. Πάνω σε ναό του Ποσειδώνα είχε κτιστεί, εξάλλου, και η μονή Ιβήρων, για την οποία κάναμε λόγο πριν (http://agion-oros.pblogs.gr/d-iera-monh-ibhrwn.html).
Όσα συζητήσαμε παραπάνω συνθέτουν ένα μικρό μόνο μέρος της ιστορίας της μονής ΤΑΩ. Οι ψηφίδες αυτές δεν αρκούν για να μεταδώσουν μια πλήρη εικόνα, μεταφέρουν ωστόσο επιμέρους όψεις από το υπερχιλιετές παρελθόν της. Και στις επιμέρους αυτές όψεις διακρίνονται ασυνήθιστα σημάδια, από παράξενες, προ πολλού ξεχασμένες ιστορίες. Μιλήσαμε για μία μονή κτισμένη κατά τα φαινόμενα πάνω στα θεμέλια προϋπάρχοντος αρχαίου Ιερού, ο τύπος του ναού της οποίας δεν απαντάται πουθενά αλλού στην Ελλάδα και το όνομα της οποίας σημαίνει «παγώνι», δίχως να υπάρχει κοινώς αποδεκτή ερμηνεία ως προς τη σημασία ή την προέλευση του· μία μονή που, πέραν της σύγχρονης εποχής, ιδρύθηκε και επανιδρύθηκε τρεις τουλάχιστον φορές στην ιστορία της, έφτασε να θεωρείται η πλουσιότερη της Αττικής, και καταστράφηκε επανειλημμένως, γνωρίζοντας ενδιάμεσα αιώνες ερήμωσης· μία μονή, τέλος, ο κτήτορας και ηγούμενος της οποίας είχε απαγγείλει στίχους από το Κοράνι ανεβασμένος μυστικά σε μιναρέ της Κωνσταντινούπολης, και της οποίας οι μοναχοί, λιγότερο από έναν αιώνα αργότερα, υπέστησαν ολοκληρωτικό σχεδόν αφανισμό από ξένους επιδρομείς, οδηγημένους κατά πάσα πιθανότητα, σύμφωνα με επίσημη εκδοχή, από μοναχούς της γειτονικής μονής Πεντέλης.
Φωτογραφίες της μονής ΤΑΩ, τραβηγμένες το 1929 από τον Γερμανό αρχαιολόγο Walther Wrede. |
Οι άνθρωποι και οι εποχές έχουν πια χαθεί. Και είναι δύσκολο να αποφασίσει κανείς κατά πόσο είναι οι άνθρωποι που γεννούν τις εποχές ή οι εποχές τους ανθρώπους. Στους πρόποδες της Πεντέλης, πάντως, ο ναός της μονής ΤΑΩ εξακολουθεί να στέκει ακόμα, φορτωμένος με μνήμες από παράξενους, ταραγμένους αιώνες.
|