Ένας από τους πιο σταθερούς χορηγούς της λεγόμενης κοινής λογικής είναι ο χρόνος.
Ο χρόνος τείνει να λειαίνει τις εμπειρίες και να άγει τη σκέψη μας προς τις απλούστερες δυνατές ερμηνείες, υποβαθμίζοντας ή και απαλείφοντας από τη μνήμη στοιχεία που αντιβαίνουν στην απλουστευμένη εικόνα που τελικά συγκρατούμε. Οι παραστάσεις που είδαμε θα μπορούσαν, έτσι, να καταγραφούν απλώς και μόνο ως προϊόντα τεχνοτροπιών/πρακτικών περασμένων εποχών. Όμως, τα πράγματα δεν τόσο είναι απλά.
Ας δούμε το όλο θέμα με πιο κριτική διάθεση, παίρνοντας ως παράδειγμα το μοτίβο της σβάστικας, στο οποίο αναφερθήκαμε επί τροχάδην πριν.
Στην πρώτη από τις παραπάνω πόρτες, η φορά της σβάστικας εναλλάσσεται από δεξιόστροφη σε αριστερόστροφη στα δύο φύλλα, όχι όμως με πλήρη συμμετρία. Το σύμβολο διακρίνεται καλύτερα στη δεύτερη πόρτα. Μία πιστή του αντιγραφή θα ήταν το παρακάτω σχέδιο:
Αν, λοιπόν, θεωρείτε ότι κάναμε καλή δουλειά αντιγράφοντας το σύμβολο της πόρτας στο σχέδιο αυτό, μεταφέροντας το με μεγάλη ακρίβεια και σε όλες του τις λεπτομέρειες, κάνετε λάθος.
Γιατί;
Διότι, απλούστατα, το σχέδιο αυτό δεν το σχεδιάσαμε εμείς, αλλά ούτε και εκείνος που το σχεδίασε έχει δει ποτέ στη ζωή του την πόρτα της φωτογραφίας. Το σχέδιο προέρχεται από το site https://www.symbols.com/, και συγκεκριμένα από εδώ: https://web.archive.org/web/20030814121136/http://www.symbols.com/encyclopedia/13/132.html (ανάκτηση από "Wayback Machine"). To «τετρασκελές», λοιπόν, όπως ονομάζεται το συγκεκριμένο σύμβολο, είναι πιο αρχαίο κι από τον Παρθενώνα, και αποτελεί μία μόνο από τις πάμπολλες παραλλαγές της σβάστικας, της οποίας οι περίπλοκοι και πανανθρώπινοι συμβολισμοί περιστρέφονται γύρω από τις έννοιες της ενέργειας, της δύναμης και της νομαδικότητας. Τι παράξενο, στ' αλήθεια, το πανάρχαιο αυτό σύμβολο να απαντάται τόσες χιλιετίες μετά, αποτυπωμένο και εκπληκτικά απαράλλακτο στη μισάνοιχτη πόρτα ενός ερειπωμένου σπιτιού της Αθήνας του 20ου αιώνα...
Εντάξει, θα πείτε, συμπτώσεις συμβαίνουν, και παρά το ενδιαφέρον του πράγματος, η ανεύρεση ενός αρχαίου συμβόλου σε μια σύγχρονη πόρτα δε συνεπάγεται κατ' ανάγκη και κάτι το ευρύτερα αξιοπερίεργο ή συνειδητό.
Σύμφωνοι, κοιτάξτε όμως και την παρακάτω πόρτα:
Εδώ, η σβάστικα αποτυπώνεται ταυτοχρόνως μέσω δύο ξεχωριστών σχεδίων, και θα ήταν μάλλον αφελές να υποστηρίξει κανείς ότι και στην περίπτωση αυτή έχουμε να κάνουμε με απλή σύμπτωση (προσέξτε ότι όλες οι σβάστικες είναι αριστερόστροφες εκτός από μια στο κέντρο χαμηλά, τα δε κάγκελα πάνω από την πόρτα σχηματίζουν επίσης σβάστικες). Είναι σαφές ότι η πόρτα αυτή σχεδιάστηκε κατόπιν συνειδητής επιλογής σε σχέση με τα σύμβολα που φέρει.
Και πάλι, βέβαια, ο σκεπτικιστής της παρέας θα αντέτεινε ότι η συνειδητή αυτή επιλογή δε συνεπάγεται αναγκαστικά και κάποια ιδιαίτερη σκοπιμότητα. Θα μπορούσε το μοτίβο της πόρτας να έχει επιλεγεί καθαρά και μόνο με αισθητικά κριτήρια. Στο κάτω–κάτω, το σχήμα της σβάστικας είναι αρμονικά συμμετρικό και συγκριτικά απλό, οπότε κάλλιστα η επιλογή θα μπορούσε να αφορά το σχέδιο, και όχι το σύμβολο.
Ωραία. Για κοιτάξτε όμως κι εδώ:
Ακόμη και ο πλέον δύσπιστος μπορεί να αντιληφθεί ότι εδώ η σβάστικα (τετρασκελές) έχει εγγραφεί στις πόρτες, όχι απλώς ως σχέδιο, αλλά πρωτίστως ως σύμβολο· και ότι οι συγκεκριμένες πόρτες –που ανήκουν στο ίδιο κτίριο– μεταδίδουν το μήνυμα τους με πολύ πιο εύγλωττο τρόπο από ό,τι οι λέξεις ποτέ θα μπορούσαν.
Το όλο θέμα με τις παραστάσεις στις πόρτες μπορεί να διαχωριστεί σε δύο ξεχωριστές κατηγορίες. Στην πρώτη, εντάσσονται όλες εκείνες οι περιπτώσεις όπου τα σχέδια–σύμβολα έχουν επιλεγεί δίχως να υπάρχει συναίσθηση της σημασίας και των συμβολισμών τους. Στην ομάδα αυτή ανήκει η πλειονότητα των απαντώμενων παραστάσεων. Οι σχετικές περιπτώσεις, παρότι οι λιγότερο εντυπωσιακές, συνιστούν το πλέον αινιγματικό κομμάτι της όλης ιστορίας. Τα σχέδια που είδαμε αντιστοιχούν όλα σε αρχετυπικά σύμβολα. Αυτό σημαίνει ότι οι συμβολισμοί τους βρίσκονται ριζωμένοι στα βαθύτερα στρώματα του ανθρώπινου υποσυνειδήτου, του «υπεδάφους», κατά μια έννοια, της ύπαρξης μας. Τα αρχετυπικά αυτά σύμβολα έχουν, διά μέσω αμέτρητων γενιών, περάσει πλέον στο DNA μας, και δεν προαπαιτούν την ύπαρξη οποιασδήποτε γνώσης ή επίγνωσης προκειμένου να ασκήσουν τις επιρροές τους. Το γνωρίζουν καλά αυτό οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι, που τα αναζητούν στα όνειρα και στις ονειροπολήσεις των ασθενών τους. Εκεί, βαθιά, στους λαβυρίνθους του υποσυνειδήτου, τα σύμβολα ζουν τη δική τους ζωή, αποτελώντας το μοναδικό είδος «γλώσσας» μέσα στο χάος των αταξινόμητων και ασύνδετων μεταξύ τους θραυσμάτων της συνειδητής ζωής. Ποιος είναι, λοιπόν, ο μηχανισμός που οδήγησε τους σκοτεινούς αυτούς ενοίκους του υποσυνειδήτου να αποτυπωθούν στις πόρτες των σπιτιών της πόλης; Και, ακόμη πιο αινιγματικά, γιατί η αποτύπωση τους αυτή έχει γίνει, όχι με κάποια τυχαία διασπορά, αλλά με τη μορφή εντυπωσιακών μερικές φορές σε σχήμα και όρια επικρατειών; Το ζήτημα αυτό έχει παρακλάδια και προεκτάσεις που θα μας απασχολήσουν ευρύτερα στη συνέχεια.
Στη δεύτερη κατηγορία, τώρα, εντάσσονται οι περιπτώσεις όπου, σύμφωνα με τις ενδείξεις, τα σχέδια έχουν επιλεγεί και τοποθετηθεί συνειδητά ως σύμβολα. Τέτοιες είναι οι παραστάσεις με τη σβάστικα που εξετάσαμε πριν, και είναι εδώ που, όπως θα δούμε, συγκαταλέγονται μερικές από τις πιο εντυπωσιακές περιπτώσεις. Την ομάδα αυτή την αφήσαμε για το τέλος.
Στην ενότητα "Σημάδια, ίχνη, σημεία και τέρατα", αναφερθήκαμε σε μία καγκελόπορτα με ένα πολύ ιδιαίτερο και ενδιαφέρον μήνυμα. Αν, λοιπόν, σας είχε κάνει εντύπωση η παράσταση του αστρικού ταξιδιού που αποτυπώνεται σε αυτή, θα πρέπει να γνωρίζετε πως η ίδια ιδέα υπάρχει εγγεγραμμένη και σε άλλες πόρτες της πόλης:
Οι πόρτες των δύο πρώτων φωτογραφιών ανήκουν στο ίδιο σπίτι. |
Είναι πραγματικά εκπληκτικό το ότι μέσα στην κοινοτυπία, τη βαβούρα και τη ρουτίνα της πόλης υπάρχουν κάποιες πόρτες–είσοδοι που «μιλούν» για ένα ταξίδι στα άστρα. Και είναι ακόμη εκπληκτικότερο το γεγονός ότι το μήνυμα τους αυτό είναι δοσμένο κατά τρόπο ώστε, ανάμεσα στους αμέτρητους περαστικούς που περνούν διαρκώς μπροστά τους, μόνο όσοι έχουν την ανάλογη δεκτικότητα μπορούν να το αντιληφθούν.
Όμως, το πράγμα δε σταματά εκεί, και οι εκπλήξεις συνεχίζονται. Το «ταξίδι προς τα ψηλά» μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι δοσμένο μέσα από ένα πολύ πιο λιτό και «σιωπηλό» μήνυμα. Μερικές φορές αρκεί ένα απλό βέλος:
|
|
|
Οι πόρτες των παραπάνω φωτογραφιών βρίσκονται διασκορπισμένες σε διαφορετικές και απομακρυσμένες μεταξύ τους γειτονιές της Αθήνας –στα Πετράλωνα, στον Βύρωνα, στο Κερατσίνι, στο Κουκάκι– οπότε κάθε περίπτωση απλής μίμησης και αντιγραφής αποκλείεται. Άλλωστε, το βέλος καθεαυτό αποτελεί ελάχιστης διακοσμητικής αξίας προσθήκη στις αντίστοιχες παραστάσεις. Τι ώθησε, λοιπόν, εκείνους που σχεδίασαν τις συγκεκριμένες πόρτες να τοποθετήσουν ένα βέλος που δείχνει στον ουρανό; Τι επηρέασε άγνωστους μεταξύ τους ανθρώπους ώστε να συμπεριλάβουν το παράδοξα κοινό αυτό στοιχείο σε ετερόκλητες παραστάσεις; Και, τι θα σκεφτόταν καθένας από αυτούς αν μάθαινε ότι και άλλοι, από διαφορετικές εποχές και σε διαφορετικά σημεία της πόλης, είχαν την ίδια ιδιότυπη έμπνευση;
Ας παραθέσουμε εδώ ένα τελευταίο απόσπασμα από το βιβλίο "Εικόνες και Σύμβολα" του Mircea Eliade (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ), και συγκεκριμένα από το κεφάλαιο "Συμβολισμός Της Ανόδου".
...Ο Julien Green (Γάλλος λογοτέχνης και θεατρικός συγγραφέας) σημειώνει στο Ημερολόγιό του, στις 4 Απρίλη 1983:
«Σε όλα μου τα βιβλία, η ιδέα του φόβου ή και κάθε άλλου κάπως έντονου συναισθήματος φαίνεται να συνδέεται με τρόπο ανεξήγητο με κάποια σκάλα. Το παρατήρησα χθες, κάνοντας μια ανασκόπηση των μυθιστορημάτων που έχω γράψει... [αναφέρονται τίτλοι]. Αναρωτιέμαι πώς τα κατάφερα να μην προσέξω αυτή τη σχέση, ενώ την αναφέρω τόσο συχνά. Στην παιδική μου ηλικία ονειρευόμουν ότι με κυνηγούσαν σε μια σκάλα. Παρόμοιοι φόβοι βασάνισαν και τη μητέρα μου στα νιάτα της. Ίσως κάτι μου έμεινε...»
Ξέρουμε τώρα, γιατί στο Γάλλο συγγραφέα η ιδέα του φόβου συνδεόταν με την εικόνα μιας σκάλας και γιατί όλα τα δραματικά γεγονότα που περιγράφει στα έργα του – έρωτας, θάνατος, έγκλημα – έγιναν σε κάποια σκάλα. Η αναρρίχηση ή η άνοδος συμβολίζει την οδό προς την απόλυτη πραγματικότητα. Και στην αμύητη συνείδηση, η προσέγγιση στην πραγματικότητα αυτή προκαλεί ένα αμφίρροπο συναίσθημα, φόβο μαζί και χαρά, έλξη και αποστροφή.
«Την οδό προς την απόλυτη πραγματικότητα» γράφει ο Eliade, και στην έκφραση του αυτή μπορούν να χωρέσουν πολλές διαφορετικές ερμηνείες. «Την οδό προς μια διαφορετική πραγματικότητα» θα λέγαμε εμείς, παραφράζοντας ελαφρώς τα λόγια του. Όσο για το συμβολισμό που περιγράφεται, αν η άνοδος είναι ο δρόμος προς εκείνη την άλλη πραγματικότητα, το βέλος που δείχνει προς τα πάνω συνιστά την αφετηρία του δρόμου αυτού.
Γιατί, βλέπετε, υπάρχουν και πόρτες όπου το βέλος είναι εντυπωσιακά περίτεχνο...
...και όπου, σε αντίθεση με τις προηγούμενες περιπτώσεις, το βέλος και το μήνυμα του δεν ενυπάρχουν απλώς, είναι οι παραστάσεις.
Στην πόρτα της πρώτης παραπάνω φωτογραφίας, το βέλος φαίνεται να παριστάνει παράλληλα και μία πύλη. Προσέξτε την ομοιότητα με τη βάση του βέλους της δεύτερης φωτογραφίας. Οι δύο πόρτες βρίσκονται σε απομακρυσμένες μεταξύ τους περιοχές, κι όμως, το βασικό τους αυτό χαρακτηριστικό, χωρίς να είναι πανομοιότυπο (κάτι τέτοιο θα ήταν λιγότερο αξιοσημείωτο), είναι ωστόσο ταυτόσημο. Το σύμβολο, τώρα, της τρίτης πόρτας μπορεί να έχει διάφορους συμβολισμούς. Σύμφωνά με την ανάλυση της διεύθυνσης https://web.archive.org/web/20030210101651/https://www.symbols.com/encyclopedia/16/1630.html (ανάκτηση από "Wayback Machine"), συνδέεται με την έννοια «εσώκλειστου εντός της οικίας, περιτοιχισμένου χώρου ή δωματίου» ή «θαλάσσιου ταξιδιού με ασφαλή επιστροφή».
Η παρούσα ενότητα δημοσιεύτηκε στο Διαδίκτυο στις 04/05/2004. Περνώντας από το σημείο της πρώτης παραπάνω φωτογραφίας τον Φεβρουάριο του 2021, βρήκαμε το εικονιζόμενο κτίριο πρόσφατα ανακαινισμένο και μετασκευασμένο σε ένα boutique ξενοδοχείο, ονόματι "Moon and Stars" – "Φεγγάρι και Άστρα".
Έτσι, η πόρτα για την οποία το 2004 γράφαμε ότι φέρει μία από τις παραστάσεις που «μιλούν για ένα ταξίδι στα άστρα», οδηγεί πλέον σε ένα μικρό ξενοδοχείο που ονομάζεται "Φεγγάρι και Άστρα". Είτε κάποιος ιθύνων του ξενοδοχείου διάβασε το κείμενο και εμπνεύστηκε το όνομα (το πιθανότερο) είτε πρόκειται για μία πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσα σύμπτωση.
Αλλά, και οι κατοικίες στις οποίες οδηγούν οι συγκεκριμένες είσοδοι συγκεντρώνουν ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά. Προσέξτε, για παράδειγμα, στην πρώτη φωτογραφία, τη σφραγισμένη δίοδο αμέσως πίσω από την παράσταση. Στο σπίτι της δεύτερης φωτογραφίας, παρότι κατοικημένο, τα παντζούρια είναι μονίμως κλειστά. Όσο για την τρίτη από τις παραπάνω εισόδους, αυτή οδηγεί σε ένα μικροσκοπικό τριγωνικό σπιτάκι, δυσανάλογα απλοϊκό σε σχέση με την περιπλοκότητα της πόρτας του. Παρά το μικροσκοπικό του αυτό μέγεθος, το σπίτι διαθέτει συνολικά τρεις πόρτες, τέσσερα παράθυρα και δύο φεγγίτες.
Ίσως να αναρωτιέστε τόση ώρα αν, στα πλαίσια της έρευνας, επιχειρήσαμε ποτέ να έρθουμε σε επαφή και να συνομιλήσουμε με κάποιους από τους κατοίκους.
Δε χρειάστηκε. Έρχονταν εκείνοι σε επαφή με μας.
Το πράγμα θα ήταν αστείο αν δεν ήταν απολύτως σοβαρό. Βλέπετε, κατά περιόδους, δεν προλαβαίναμε να κοντοσταθούμε καλά–καλά έξω από κάποιο κτίριο, οπότε οι κάτοικοι είτε κατέφθαναν εκείνη ακριβώς τη στιγμή, είτε μας παρακολουθούσαν πίσω από παράθυρα, είτε έβγαιναν έξω και μας έπιαναν κουβέντα. Σημειωτέον ότι όλα αυτά συνέβαιναν χωρίς να κρατάμε φωτογραφική μηχανή, ενώ ποτέ στις βόλτες μας εκείνες δεν υπερβαίναμε τα δύο άτομα, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να μην τραβάμε την προσοχή. Έτσι, μετά και από κάποιον κάτοικο που προσφέρθηκε να μας πουλήσει το σπίτι του σε προνομιακή τιμή, το όλο θέμα κατέληξε ανέκδοτο μεταξύ μας, και η σκέψη του να ρωτήσουμε οτιδήποτε ξεχάστηκε.
Ούτως ή άλλως, όμως, ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζαμε το ζήτημα των παραστάσεων είχε κι αυτός αλλάξει με τον καιρό. Εξακολουθούσαμε να προσέχουμε πόρτες όπως αυτή...
...ωστόσο, όπως αναπόφευκτα συμβαίνει έπειτα από κάποιο διάστημα σταθερής ενασχόλησης με ένα συγκεκριμένο θέμα, το υποκειμενικό είχε σιγά–σιγά κερδίσει έδαφος έναντι του αντικειμενικού. Παράλληλα, είχαμε αναπτύξει και ένα είδος διαίσθησης. Έτσι, ήταν πολλές οι φορές που, περπατώντας μόνοι μέσα στη νύχτα, περιδιαβαίνοντας τα άδεια στενά, αισθανόμασταν ότι είχαμε αποκτήσει μια ενστικτώδη αίσθηση του πράγματος, καθώς συχνά και με έκπληξη συλλαμβάναμε τους εαυτούς μας ικανούς να προβλέψουν το είδος των παραστάσεων που μας περίμεναν στην επόμενη στροφή. Άλλες φορές, πάλι, συναντούσαμε παραστάσεις οι οποίες, καθώς τις κοιτάζαμε μέσα στη νύχτα και χωρίς κανέναν απολύτως αντικειμενικό λόγο, είχαν την ιδιότητα να μας γεννούν ασυνήθιστα συναισθήματα και συνειρμούς. Παραστάσεις όπως αυτές:
Και, παραδόξως, οι συνειρμοί μας ταυτίζονταν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ τους.
Όπως και να 'χει, ο λόγος, και ιδιαίτερα ο γραπτός, έχει όρια σε αυτά που μπορεί να μεταδώσει, και τα όρια αυτά τα αγγίξαμε μόλις, στις παραπάνω γραμμές.
Όμως, γιατί τελικά επενδύουμε τόσο χρόνο, διανύοντας χιλιόμετρα δρόμων, περπατώντας μέσα στις γειτονιές της πόλης και παρατηρώντας καγκελόπορτες, αγάλματα ή γκραφίτι; Πέρα από τα όποια ερωτήματα εγείρονται από την παρατήρηση αυτή, ποια μπορεί να είναι η πρακτική αξία μιας τέτοιας ενασχόλησης;
Ναι, μάλλον χρωστάμε μερικές εξηγήσεις.
|