Είναι ενδιαφέρον, ίσως και κάπως αποκαλυπτικό, το ότι οι κάτοικοι μιας χώρας αποκαλούνται πολίτες (πόλη) αντί χωρικοί (χώρα). Αλλά, βέβαια, η λέξη «πόλη» έχει κοινή ρίζα και με πολλές άλλες θεμελιώδεις έννοιες/καταστάσεις/θεσμούς της κοινωνίας μας, όπως «πολιτισμός», «πολιτεία», «πολίτευμα», «πολιτική» κ.ά. Η γλωσσολογική αυτή συνάφεια δεν εκπλήσσει εφόσον κανείς αναλογιστεί ότι οι απαρχές του πολιτισμού ταυτίζονται χρονικά με τη δημιουργία των πρώτων πόλεων. Πόλεις πανάρχαιες, όπως η Ιεριχώ της Παλαιστίνης ή η Δαμασκός της Συρίας, υπολογίζεται ότι είχαν ιδρυθεί ήδη από το 9000 π.Χ., χιλιάδες χρόνια πριν την επινόηση της γραφής. Και ήταν σε προϊστορικές πόλεις όπως εκείνες, που ο ανθρώπινος πολιτισμός ξεκίνησε την αβέβαιη πορεία του.
Κτίστηκαν πόλεις με ονόματα βασιλέων και πόλεις με ονόματα θεών και πόλεις με ονόματα ηρώων και πόλεις με ονόματα που κανείς πια δε γνωρίζει τι σήμαιναν. Αρχικά ζήτημα επιβίωσης, αργότερα θέμα διαβίωσης, οι κάτοικοι των πρώτων πόλεων εγκατέλειπαν το φυσικό περιβάλλον για να ενταχθούν σε ένα νέο, τεχνητό, αστικό περιβάλλον. Και καθώς οι πόλεις επεκτείνονταν, πλήθαιναν και εξελίσσονταν, το ίδιο συνέβαινε και με τους κατοίκους τους. Όλα τα όντα ζουν σε αναγκαστική, συνεχή αλληλεπίδραση με το άμεσο περιβάλλον τους, και ο άνθρωπος δεν αποτελεί εξαίρεση. Ο νέος βιότοπος της πόλης επέφερε δραστικές αλλαγές, όχι μόνο στις συνθήκες διαβίωσης, αλλά και στην ίδια την ψυχοσύνθεση των κατοίκων. Διαμορφώθηκε μικροκλίμα των πόλεων, εμφανίστηκαν ασθένειες των πόλεων, επιβλήθηκε ωράριο των πόλεων, καθιερώθηκε ενδυμασία των πόλεων, επινοήθηκε γλώσσα των πόλεων. Ενδεικτικό του τελευταίου είναι ότι από τη μυκηναϊκής προέλευσης, ηλικίας άνω των 3500 ετών λέξη «άστυ» προέκυψε η λέξη «αστείο», για να χαρακτηρίζει τα εκλεπτυσμένα πειράγματα μεταξύ των αστών. Υπάρχει, βέβαια, και η ταυτόσημη λέξη «χωρατό», όμως κι εκεί το «χώρα» ταυτίζεται με την έννοια της πόλης, κάτι που συναντάται και σήμερα μεταξύ κατοίκων της υπαίθρου, οι οποίοι λέγοντας «πάμε στη χώρα» εννοούν «πάμε στην πόλη». Μήπως, άλλωστε, και η παλιά χωροφυλακή δεν καταργήθηκε για να δώσει τη θέση της σε μία ενιαίων καθηκόντων αστυνομία, ή «Police» διεθνώς;
Η διαδρομή της εξέλιξης των πόλεων είναι λίγο–πολύ γνωστή. Από τις περιτοιχισμένες πόλεις–φρούρια της μακρινής αρχαιότητας στις πόλεις–κράτη της αρχαίας Ελλάδας, από τις μεγαλιθικές πόλεις–μανιτάρια των πολιτισμών της λατινικής Αμερικής στις πόλεις–φαντάσματα της άγριας Δύσης, και από τις πόλεις–φέουδα του Μεσαίωνα στις βιομηχανικές μεγαλουπόλεις–κόμβους του εικοστού αιώνα, η ιστορία της ανθρωπότητας είναι κατά βάση η ιστορία των πόλεων (κι εδώ ας μην αισθάνονται θιγμένοι οι κάτοικοι της υπαίθρου· περιβάλλει και εκείνους το δικό τους ξεχωριστό είδος πανάρχαιης ιστορίας, μα και μαγείας). Όλη αυτή η μακρόχρονη εξέλιξη έχει οδηγήσει στις θαυμαστά αλλά και κουραστικά περίπλοκες πόλεις του σήμερα, όπου σε κάποιες περιπτώσεις γίνεται δυσδιάκριτο το κατά πόσο είναι η πόλη που υπηρετεί τους ανθρώπους ή οι άνθρωποι την πόλη, δημιουργώντας συχνά στους κατοίκους την αίσθηση ότι περισσότερο ζουν με την πόλη παρά σε αυτή. Ωστόσο, παρά την αυξημένη πολυπλοκότητα των σημερινών πόλεων, η πρωταρχική ιδέα και η βασική δομή παραμένουν ίδιες: οι πόλεις, από την αρχαιότητα ως σήμερα, απαρτίζονται κυρίως από ντουβάρια.
Πανοραμική δορυφορική φωτογράφιση της Αθήνας (© NASA). |
Ναι, ντουβάρια, τα οποία συνηθίζουμε να υποτιμούμε, παρομοιάζοντας με αυτά ανθρώπους που δεν αντιλαμβάνονται και δεν αντιδρούν. Όμως, το πρόβλημα είναι στους ανθρώπους–ντουβάρια, όχι στα ντουβάρια τα ίδια, που, σε τελική ανάλυση, δεν είναι και τόσο αδρανή. Γιατί, από τη στιγμή που οι τοίχοι –για να χρησιμοποιήσουμε μία ελληνική και πιο εύηχη λέξη– υποχρεώνουν σκεπτόμενα όντα όπως οι άνθρωποι (...) να λοξοδρομούν και να τροποποιούν την πορεία τους, ε, δε θα έπρεπε να υποτιμώνται τόσο αβασάνιστα. Οι τοίχοι της πόλης, βέβαια, στην πραγματικότητα, επιτελούν και πολλές άλλες λειτουργίες: αντανακλούν φως, ήχο, θερμότητα και ένα σωρό άλλα κυματικά μεγέθη, που δεν αντιλαμβανόμαστε άμεσα· ορίζουν αστικό χώρο, καθορίζουν ιδιόκτητο χώρο και περιορίζουν ζωτικό χώρο· κατευθύνουν τον άνεμο της πόλης, αλλά και οδηγούν τους δρόμους μέσα στην πόλη· πρώτα απ' όλα, όμως, οι τοίχοι της πόλης συνθέτουν αστικά τοπία.
Μια εικόνα – χίλιες σκέψεις. |
Α, τα αστικά τοπία... Οι κάτοικοι της Αθήνας (αυτήν αφορά πρωτίστως η συζήτηση μας, είναι όμως ευνόητο ότι όσα αναφέρονται ισχύουν σε μεγάλο βαθμό και για τις περισσότερες άλλες ελληνικές πόλεις) παραπονούνται διαρκώς για τα άναρχα, πυκνά, γκρίζα κτιριακά συμπλέγματα της «τσιμεντούπολης», που κακοποιούν κάθε έννοια αισθητικής και αρμονίας. Οι πιο εύποροι πληρώνουν συχνά μια ολόκληρη περιουσία προκειμένου να φύγουν μακριά από το τσιμεντένιο χάος, επιλέγοντας να κατοικήσουν στα λιγοστά ρυμοτομημένα/αραιοκατοικημένα προάστια της πόλης. Οι πολλοί, που δεν έχουν τη δυνατότητα να ξεφύγουν, διαμαρτύρονται και ζητούν περισσότερο πράσινο και ελεύθερους χώρους. Δικαίως, αφού η συνοικία της Κυψέλης π.χ. αντιστοιχεί στη δεύτερη πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή του πλανήτη (http://en.wikipedia.org/wiki/Athens)!
Αριστερά: δορυφορική φωτογραφία της Αθήνας, όπου με ροζ χρώμα σημειώνονται οι περιοχές με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση κατοίκων (λεπτομέρειες σχετικά με την απεικονιστική τεχνική: http://photojournal.jpl.nasa.gov/catalog/PIA01824). Δεξιά: Κυψέλη – κυριολεκτικά. |
Και πράγματι, εκείνα τα μουντά, γωνιώδη οικοδομήματα, τα τόσο ξένα προς τα ντελικάτα νεοκλασικά της παλιάς Αθήνας, δείχνουν σε πολλές περιπτώσεις να περιφρονούν το σύνολο σχεδόν των κανόνων αρχιτεκτονικής καλαισθησίας.
Ωστόσο, εκείνος που θα ανασηκώσει και θα κοιτάξει κάτω από το «χαλάκι» της καθιερωμένης αισθητικής αντίληψης, ίσως ανακαλύψει ότι τα γκρίζα, βουβά κτίρια της πόλης εκπέμπουν τη δική τους παράξενη γοητεία, και δεν είναι τελικά και τόσο βουβά.
Το ότι η διάταξη του περιβάλλοντα χώρου επιδρά στην ανθρώπινη διάθεση, είναι γνωστό και ευρέως παραδεκτό. Το αντιλαμβάνονταν αυτό οι αρχαίοι Κινέζοι που είχαν επινοήσει το σύστημα του Feng Shui, το αξιοποιούν και οι σύγχρονοι διακοσμητές, πολλές φορές έναντι αδράς αμοιβής. Οι κάτοικοι πόλεων όπως η Αθήνα, πάλι, δεν έχουν ανάγκη ούτε τους μεν ούτε τους δε για να νιώσουν ότι η διαβίωση ανάμεσα σε πελώριους όγκους και ατέλειωτες επιφάνειες κτιρίων έχει επίδραση, όχι μόνο στην ψυχολογία, αλλά και στη διαμόρφωση πτυχών της προσωπικότητας. Συνήθως αυτή η επίδραση αποδίδεται στις «ψυχρές, έξω από ανθρώπινες κλίμακες σύγχρονες μεγαλουπόλεις, με τα οικοδομικά μεγαθήρια τους», έτσι, γενικά και αόριστα. Μια στοιχειώδης εμβάθυνση, όμως, θα οδηγούσε σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα και θα αποκάλυπτε αφανείς λειτουργίες, όχι τόσο των κτιρίων, όσο ημών των ίδιων. Γιατί, όπως είπαμε, τα κτίρια των πόλεων δεν είναι ακριβώς βουβά. Και, μπορεί και οι τοίχοι να έχουν αυτιά, είναι όμως οι άνθρωποι που πολλές φορές κρατούν τα δικά τους κλειστά.
Όλα τα ζώα διαθέτουν κάποιου είδους σύστημα χωρικής αντίληψης και αξιολόγησης. Στον άνθρωπο και στα λοιπά ανώτερα θηλαστικά, το σύστημα αυτό εξυπηρετείται από πολλαπλές, περίπλοκες νευρικές διασυνδέσεις μεταξύ του κέντρου της όρασης (ινιακός λοβός) και άλλων περιοχών του εγκεφάλου. Το κέντρο του θεωρείται ότι εδράζεται στο βρεγματικό λοβό, αν και κάποιες νεότερες μελέτες δείχνουν ότι ενδέχεται τελικά να εντοπίζεται κάπου στον κροταφικό λοβό. Δεν έχει σημασία. Η λειτουργία του συστήματος αυτού είναι που μας επιτρέπει να μεταφράζουμε τα πρωτογενή προσλαμβανόμενα ερεθίσματα του χώρου γύρω μας σε σύνθετες, αξιοποιήσιμες πληροφορίες. Πάντα παρόν, πάντα ενεργό, είναι χάρη στο σύστημα χωρικής αντίληψης του εγκεφάλου που μπορούμε να έχουμε ολοκληρωμένη αίσθηση αλλά και συναίσθηση του χώρου που μας περιβάλλει ανά δεδομένη στιγμή. Για παράδειγμα, αντιλαμβανόμαστε αυτομάτως το φράγμα ενός τοίχου μπροστά μας και υπολογίζουμε ακαριαία τη σχετική μας απόσταση από αυτό, ή γνωρίζουμε εκ των προτέρων ως που περίπου θα έφτανε το χέρι μας αν το απλώναμε, και τι θα συναντούσε. Όπως τα τρένα στις ράγες, έτσι και το εν λόγω σύστημα ακολουθεί πιστά τους νόμους της προοπτικής, εκτελώντας μυριάδες υπολογισμών το κάθε δευτερόλεπτο. Παρά τη συνεχή του λειτουργία, δεν απασχολεί και δεν αποσπά διόλου τη συνείδηση μας, μιας και δεν αναφέρει άμεσα σε αυτή. Οι πληροφορίες που προκύπτουν από τους υπολογισμούς του μεταδίδονται πρώτα σε άλλα κέντρα του εγκεφάλου, όπου φιλτράρονται, εμπλουτίζονται με πληροφορίες γνωστικής φύσης, συμπληρώνονται από μνημονικές εγγραφές, χρωματίζονται με ερεθίσματα από τη συναισθηματική σφαίρα, και έπειτα, επεξεργασμένες, αφήνονται να διαχυθούν στη συνείδηση.
Ακόμη και στα όνειρα μας, το σύστημα χωρικής αντίληψης είναι ενεργό. Στη λειτουργία του, τροφοδοτούμενη από τις ονειρικής προέλευσης εικόνες που προβάλλονται ενδογενώς στον οπτικό εγκεφαλικό φλοιό, οφείλεται εκείνη η ξεχωριστή, «υπερδιαυγής», συχνά εύπλαστη αίσθηση του χώρου από την οποία στοιχειώνονται κάποια όνειρα. Όμως, η πραγματική σπουδαιότητα του συστήματος χωρικής αντίληψης αποκαλύπτεται όταν, μετά από εγκεφαλικές βλάβες –συνήθως αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια ή τραύματα– αυτό δυσλειτουργεί. Εκπληκτικότερη όλων είναι η επακόλουθη νευροψυχολογική διαταραχή που ονομάζεται «μονόπλευρη αγνωσία χώρου» ή «μονόπλευρη χωρική παραμέληση» (ο αγγλοσαξονικός όρος είναι «hemispatial neglect»). Σε αυτή, το άτομο αγνοεί και αδυνατεί να αντιληφθεί την επέκταση του χώρου προς τη μία πλευρά, είτε τη δεξιά είτε την αριστερή (για λόγους που ξεφεύγουν από τη συζήτηση μας, πολύ συνηθέστερη είναι η αριστερή χωρική παραμέληση, που σχεδόν πάντα προκαλείται από βλάβες στο δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου – περισσότερα για τις δομές που πιστεύεται ότι θίγονται: http://archneur.ama-assn.org/cgi/content/full/63/9/1238). Έτσι, όταν από ένα άτομο με αριστερή χωρική παραμέληση ζητάται να ζωγραφίσει κάποιο αντικείμενο, το σχέδιο που προκύπτει χαρακτηρίζεται από πλήρη ή σχεδόν πλήρη αγνόηση της αριστερής όψης του αντικειμένου.
Σχέδια δύο ασθενών με αριστερή χωρική παραμέληση, από τους οποίους ζητήθηκε να ζωγραφίσουν ένα ρολόι και μια μαργαρίτα. |
Άνθρωποι με μονόπλευρη χωρική παραμέληση αδυνατούν να αντιληφθούν άλλους ανθρώπους και σκοντάφτουν σε αντικείμενα που βρίσκονται στο αγνοούμενο χωρικό ημιπεδίο, διαβάζουν τη μία μόνο πλευρά των σελίδων, χτενίζουν και ξυρίζουν τη μία μόνο πλευρά του προσώπου τους, φοράνε το ένα μόνο παπούτσι, τρώνε το φαγητό από τη μία μόνο πλευρά του πιάτου τους, παρότι δηλώνουν ότι εξακολουθούν να πεινούν. Δεν πρόκειται για κάποια διαταραχή της όρασης, τα ερεθίσματα της οποίας συνεχίζουν να προσλαμβάνονται κανονικά από τον εγκέφαλο. Η διαταραχή έχει να κάνει αμιγώς με την αντίληψη του χώρου. Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις, η αγνόηση δεν περιορίζεται στην οπτική αντίληψη του χώρου, αλλά μπορεί να επεκτείνεται και στην ακουστική χωρική αντίληψη, την οσφρητική χωρική αντίληψη, τη γευστική χωρική αντίληψη, μόνες ή σε συνδυασμούς μεταξύ τους. Ακόμη πιο εκπληκτικό είναι το γεγονός ότι η αγνόηση του ενός ημιπεδίου μπορεί να αφορά, όχι μόνο τον καθεαυτό τρισδιάστατο χώρο, αλλά και τον ιδεατό χώρο σκηνών ή τοποθεσιών τις οποίες το άτομο καλείται να φανταστεί ή να αναπαραστήσει από μνήμης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είχε επισκεφτεί πριν από την εκδήλωση της διαταραχής. Η παραλλαγή αυτή, που αναγνωρίστηκε μόλις στα τέλη της δεκαετίας του 1970, χαρακτηρίζεται ως «παραμέληση αναπαράστασης» («representational neglect»), αφορά ακόμη και όνειρα ή ψευδαισθήσεις, ενώ σπάνια μπορεί να εκδηλώνεται και αυθύπαρκτα, δίχως συνοδό χωρική παραμέληση (περισσότερα: http://plato.stanford.edu/entries/mental-imagery/representational-neglect.html).
Οι υποπεριπτώσεις αυτές στην εκδήλωση της μονόπλευρης χωρικής παραμέλησης προκύπτουν ως αποτέλεσμα διαφορών στην εντόπιση της εγκεφαλικής βλάβης, επομένως και των επιμέρους μηχανισμών που θίγονται. Όσο περισσότερο προς τα αρχικά στάδια επεξεργασίας των ερεθισμάτων πλήττεται το σύστημα χωρικής αντίληψης, τόσο βαθύτερες είναι οι διαταραχές. Αντιθέτως, όταν πλήττονται μηχανισμοί υπεύθυνοι για την περαιτέρω, δευτερεύουσα επεξεργασία της αντίληψης του χώρου, οι επακόλουθες διαταραχές είναι λιγότερο απόλυτες. Για παράδειγμα, υπάρχουν περιπτώσεις όπου το άτομο μπορεί μεν να αντιλαμβάνεται όλα τα αντικείμενα σε ένα χώρο, όμως μόνο κατά το ένα τους ήμισυ («αλλοκεντρική παραμέληση»). Σε άλλες περιπτώσεις, το άτομο μπορεί να επεξεργάζεται πρώτα μία αντεστραμμένη εικόνα (π.χ. μία ανάποδη φωτογραφία), να την επαναφέρει νοητά στο σωστό της προσανατολισμό, και έπειτα να εκδηλώνει χωρική παραμέληση στο ήμισυ της νοητά περιεστραμμένης εικόνας (περισσότερες πληροφορίες για τις διάφορες μορφές μονόπλευρης χωρικής παραμέλησης: http://en.wikipedia.org/wiki/Hemispatial_neglect). Ίσως εξωφρενικότερη όλων των παραλλαγών είναι μία μορφή σωματικής αγνωσίας που ονομάζεται «σωματοπαραφρένεια». Όταν η μονόπλευρη χωρική παραμέληση συνοδεύεται από σωματοπαραφρένεια (η οποία μπορεί να εμφανίζεται και ανεξάρτητα, ως επακόλουθο άλλων εγκεφαλικών διαταραχών), όχι μόνο τα εξωτερικά, αλλά και τα εσωτερικά, ιδιοδεκτικά ερεθίσματα από το ένα ήμισυ του σώματος αποτυγχάνουν να προβληθούν στο χώρο, με αποτέλεσμα το άτομο να παύει να αναγνωρίζει τα σύστοιχα μέλη ως δικά του, παύοντας συνήθως και να τα κινεί (περί σωματοπαραφρένειας και άλλων ομοειδών διαταραχών, όπως το «σύνδρομο αναρχικού χεριού»: http://cogsci.phs.uoa.gr/fileadmin/cogsci.phs.uoa.gr/uploads/files/diplomatikes/Desypri_Evgenia_.pdf). Στην προσπάθεια να εξηγήσουν την κατάσταση τους, οι άνθρωποι με σωματοπαραφρένεια καταφεύγουν σε απίθανες εκλογικεύσεις του τύπου «το χέρι αυτό είναι του γιατρού» ή «το χέρι ανήκει σε κάποιον άλλο ασθενή, που το άφησε πίσω του» ή «πάρτε αυτό το πράγμα από δω, αλλά βγάλτε πρώτα και δώστε μου πίσω το δαχτυλίδι μου». Καταγεγραμμένη είναι η περίπτωση πάσχοντα από σωματοπαραφρένεια, ο οποίος έπεσε από το κρεβάτι προσπαθώντας να πετάξει μακριά το πόδι του, το οποίο θεωρούσε ότι ήταν πόδι κάποιου πτώματος που το νοσηλευτικό προσωπικό είχε κρύψει κάτω από την κουβέρτα. Αστείο; Ναι. Τρομακτικό; Πολύ.
Το τρομακτικό με αυτές τις καταστάσεις είναι ότι αφήνουν να διαφανεί με τον πλέον αποστομωτικό τρόπο το πόσο εγκλωβισμένοι είμαστε ο καθένας στην εικόνα με την οποία τροφοδοτούμαστε από τους αυτοματικούς ερμηνευτικούς μηχανισμούς των αισθήσεων μας. Οι άνθρωποι που παρουσιάζουν μονόπλευρη χωρική παραμέληση δεν είναι ούτε στραβοί ούτε παλαβοί· είναι σώφρονες, ικανοί να φερθούν και να συζητήσουν απολύτως λογικά. Όταν, όμως, η συζήτηση στρέφεται γύρω από θέματα που άπτονται της αδυναμίας τους, αδυνατούν να αντιληφθούν –να διανοηθούν καν– τα προφανή για όλους τους άλλους, προβάλλοντας συχνά τις πιο ευτράπελες –πιστευτές, όμως, από τους ίδιους– εκλογικεύσεις. Όταν από άτομα με αριστερή χωρική παραμέληση ζητείται να εστιάσουν αριστερά στο χώρο, η αντίδραση είναι πολλές φορές υπό τη μορφή της αφοπλιστικής ερώτησης «αριστερά από τι;», ενώ στις πιο απόλυτες περιπτώσεις η μια πλευρά του χώρου σβήνει, όπως είπαμε, όχι μόνο από τη συνείδηση και τις αισθήσεις, αλλά ακόμη και από την προσωπικότητα, τη φαντασία και τις αναμνήσεις – από την ίδια την πραγματικότητα του ατόμου.
Απόκριση ατόμου με αριστερή χωρική παραμέληση, από το οποίο ζητήθηκε να χωρίσει την οριζόντια γραμμή στη μέση. |
Όλα αυτά δείχνουν το πόσο μακριά νυχτωμένοι είναι όσοι θεωρούν ότι ερμηνεύουμε τον κόσμο γύρω μας με βάση κάποια υπεράνω πάντων, ανεξάρτητη της αυτοσυναίσθησης λογική. Η αλήθεια είναι ότι συναρμολογούμε την εικόνα μας για τον κόσμο με βάση, όχι ό,τι αντιλαμβανόμαστε, αλλά ό,τι αντιλαμβανόμαστε ότι αντιλαμβανόμαστε. Αν το τελευταίο σάς ακούγεται σαν ταυτολογία, χάνετε ένα βασικό κλειδί, ιδιαίτερα χρήσιμο στα μονοπάτια της πόλης. Και, αν από ώρα αναρωτιέστε τι δουλειά έχουν οι λειτουργίες αντίληψης του χώρου και οι διαταραχές τους σε μια συζήτηση για τα αστικά τοπία, ίσως θα έπρεπε να είχατε ήδη αρχίσει να υποψιάζεστε.
|