ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

 


 

 

Οι στοές των Αθηνών

 

Όχι, δεν εννοούμε τις στοές του υπεδάφους της πόλης, ούτε τίποτα μαγικοθρησκευτικές στοές. Μιλάμε για τις παλιές καλές κτιριακές στοές, τις γαλαρίες δηλαδή, που σχηματίζονται από τα κτίρια. Τέτοιες στοές αφθονούν στο κέντρο της Αθήνας, και δεν έχει κανείς παρά να ανοίξει έναν οποιοδήποτε χάρτη της πόλης για να μετρήσει κάμποσες δεκάδες.

 

Τι το ιδιαίτερο υπάρχει εκεί; Ο χρόνος.

 

Αναφερόμαστε στον ανθρώπινο, υποκειμενικό χρόνο, όχι στον απόλυτο μαθηματικό χρόνο που εκφράζεται μέσα από τη Φυσική (ακόμη κι αυτός δεν είναι πραγματικά απόλυτος). Η διάκριση είναι, βέβαια, τεχνητή και γίνεται για να διευκολύνει τη συζήτηση μας. Στην πραγματικότητα, ο μαθηματικός, ο ζωικός, ο υλικός, ο ατομικός, ο συλλογικός χρόνος, ο χρόνος της στιγμής κι ο χρόνος της διάρκειας, συνιστούν διαφορετικές εκφάνσεις του ίδιου φαινομένου, που διαπερνά τα πάντα στον κόσμο μας.

 

Λέγαμε, λοιπόν, για τον υποκειμενικό χρόνο που βιώνουμε ως άνθρωποι. Όλοι γνωρίζουμε ότι η φαινομενική του ροή παρουσιάζει διακυμάνσεις, καθώς όλοι έχουμε κατά καιρούς νιώσει ότι «οι ώρες δεν περνούν» ή ότι «το πέρυσι φαίνεται σαν να 'ταν χθες». Δεν είναι καθόλου δύσκολο να απομονώσουμε κάποιους από τους παράγοντες που επηρεάζουν τη ροή αυτή. Να μερικοί:

 

Η ψυχική κατάσταση. Διαφορετικά κυλά ο χρόνος για έναν ερωτευμένο, και διαφορετικά για έναν βαριεστημένο σύζυγο.

 

Η ενεργοποίηση και συμμετοχή της συνείδησης στα δρώμενα. Άλλη διάρκεια έχει ένα δευτερόλεπτο για έναν οδηγό αγώνων, και άλλη για έναν ξέγνοιαστο περιπατητή.

 

Η τροφοδότηση των αισθήσεων. Όλο και περισσότερες εταιρίες επιδιώκουν να αμβλύνουν την ανία της αναμονής των πελατών τους στο τηλέφωνο μέσω χρήσης τηλεφωνικής μουσικής υπόκρουσης.

 

Η ηλικία. Το Σαββατοκύριακο έχει άλλη διάρκεια για ένα παιδί, και άλλη για έναν ενήλικα.

 

Το περιβάλλον. Αλλιώς περνάει η ώρα σε ένα λιβάδι, κι αλλιώς σε μια δημόσια υπηρεσία.

 

Η εξοικείωση. Η προοδευτική γήρανση του προσώπου στον καθρέφτη δε γίνεται αντιληπτή.

 

Η ώρα της ημέρας. Οι μεταμεσονύκτιες ώρες μοιάζουν να διαρκούν περισσότερο απ' ό,τι οι πρωινές.

 

Η συνύπαρξη παρέας.

 

Υπάρχουν πολλοί ακόμα παράγοντες που επηρεάζουν την αίσθηση μας του χρόνου. Και είμαστε τόσο εξοικειωμένοι με τις διακυμάνσεις που αυτοί επιφέρουν, ώστε τις θεωρούμε αυτονόητες και αναμενόμενες. Ωστόσο, εκτός από τους παράγοντες που αφορούν άμεσα τον ψυχισμό μας, και γίνονται έτσι εύκολα αντιληπτοί, υπάρχουν και άλλοι, τους οποίους συνήθως δε συνειδητοποιούμε. Στην κατηγορία αυτή συγκαταλέγονται παράμετροι που σχετίζονται με τον αδελφό του χρόνου, το χώρο. Πιο συγκεκριμένα:

 

Ο όγκος ενός χώρου έχει αντίκτυπο στην αίσθηση του χρόνου στο εσωτερικό του.

 

Φανταστείτε ότι βρίσκεστε φυλακισμένος επί χρόνια σε ένα κελί διαστάσεων 2x2x2 μέτρων. Ο χρόνος κυλά για εσάς αργά και βασανιστικά, όπως συμβαίνει με όλους τους κρατούμενους. Ύστερα, μια μέρα, σας μεταθέτουν σε έναν καινούριο χώρο κράτησης, με διαστάσεις αίθουσας κινηματογράφου. Εξακολουθείτε να ζείτε απομονωμένος, και όλες οι λοιπές παράμετροι της κράτησης σας παραμένουν αμετάβλητες. Μόνο ο όγκος του ζωτικού σας χώρου έχει αυξηθεί. Η αύξηση αυτή θα έχει επίπτωση στη ροή του υποκειμενικού σας χρόνου, κάνοντας τον να κυλά πιο γρήγορα από πριν.

 

Οι κρατούμενοι των φυλακών, που κατά καιρούς διαμαρτύρονται για τη στενότητα του χώρου των κελιών τους, υποφέρουν στην πραγματικότητα –χωρίς συνήθως να το συνειδητοποιούν– περισσότερο από την επιβράδυνση του υποκειμενικού τους χρόνου παρά από την έλλειψη χώρου. Τα μικροσκοπικά, δε, κελιά της απομόνωσης, μπροστά στην εμπειρία των οποίων η ζωή στα συμβατικά κελιά μοιάζει παραδεισένια, αυτήν ακριβώς την επιβράδυνση του υποκειμενικού χρόνου επιφέρουν, με τη στενότητα του χώρου τους και την επιπρόσθετη αποστέρηση του κρατούμενου από κάθε είδους ερεθίσματα. Δεν είναι, λοιπόν, περίεργο το ότι οι δυστυχείς κρατούμενοι, όταν πλέον εξέρχονται από αυτά, έχουν την αίσθηση ότι η απομόνωση τους κράτησε εβδομάδες, έχοντας στην πραγματικότητα συνήθως παραμείνει έγκλειστοι για πολύ μικρότερα διαστήματα.

 

Παρεμπιπτόντως, στις περιπτώσεις όπου η κράτηση σε κελιά απομόνωσης παρατείνεται πέρα από κάποιο όριο, ο έγκλειστος παρουσιάζει πλήρη χωροχρονικό αποπροσανατολισμό, με ποικίλου περιεχομένου ψευδαισθήσεις, κατάργηση του «εγώ» και διάσπαση του συνειρμού. Πρωτοπόρος στα πειράματα του είδους υπήρξε ο νευροφυσιολόγος Dr John C. Lilly, ο οποίος πειραματίστηκε με τα λεγόμενα Floatation Tanks, μικρές δεξαμενές δηλαδή, με νερό σε θερμοκρασία σώματος, στο εσωτερικό των οποίων ο πειραματιζόμενος επέπλεε απομονωμένος από κάθε είδους εξωτερικά ερεθίσματα (http://mindprod.com/animalrights/obitlilly.html).

 

Αν προτιμάτε μια διαφορετική προσέγγιση σχετικά με την εξάρτηση της ροής του χρόνου από το μέγεθος του χώρου, σύμφωνα με τη Φυσική, όταν ο χώρος περιορίζεται σε υποατομικό επίπεδο, η έννοια της μονοσήμαντης κατεύθυνσης, το βέλος δηλαδή στη ροή του χρόνου, καταργείται πλήρως, και τα υποατομικά σωματίδια είναι ελεύθερα να ταξιδέψουν κόντρα στο χρόνο, από το μέλλον προς το παρελθόν. Τα ποζιτρόνια π.χ., αντιστοιχούν σε ηλεκτρόνια που ταξιδεύουν ανάποδα στο χρόνο. Και, αν πιστεύετε πως τα σωματίδια αυτά υπάρχουν σε θεωρητικό μόνο επίπεδο, ίσως δεν έχετε ακούσει για το PET scan (Positron Emission Tomograph), έναν ιατρικό τομογράφο του οποίου η λειτουργία βασίζεται στην εκπομπή ποζιτρονίων, με τη δυνατότητα να προβάλλει, όχι μόνο την ανατομική αρχιτεκτονική των υπό εξέταση οργάνων, αλλά και πληροφορίες για τη λειτουργική τους κατάσταση (http://www.challengingbehavior.com/brain.html).

 

  Το επίπεδο φωτισμού ενός χώρου έχει επίδραση στη ροή του βιολογικού χρόνου εντός του.

 

Το παρακάτω απόσπασμα προέρχεται από το βιβλίο "Σύγχρονη Ενδοκρινολογία" του Μ. Λ. Μπατρίνου.

 

 

Το ένζυμο ΗΙΟΜΤ (υδροξυ–ινδολο–Ο–μεθυλοτρανσφεράση) αποτελεί το κλειδί της παραγωγής της μελατονίνης. Ανευρίσκεται μόνο στην επίφυση και σε μικρή ποσότητα στον αμφιβληστροειδή, γεγονός που υπενθυμίζει το φυλογενετικό ρόλο της επιφύσεως. Στα πειραματόζωα η δραστηριότητα της HIOMT επηρεάζεται από το φως. Έκθεση στο φως μειώνει τη δραστηριότητα της HIOMT ενώ το σκοτάδι την αυξάνει. Η οδός που ακολουθεί το ερέθισμα αρχίζει από τα κύτταρα του αμφιβληστροειδή στον οφθαλμό, τα οποία διεγείρονται από το σκοτάδι, μεταβιβάζεται στα άνω συμπαθητικά γάγγλια του τραχήλου και από εκεί διοχετεύεται στην επίφυση με μεταγαγγλιακές συμπαθητικές ίνες...

 

 

... η δράση της μελατονίνης στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα εκδηλώνεται με μεταβολές του ΗλεκτροΕγκεφαλοΓραφήμματος και πρόκληση ύπνου.

 

 

Η μελατονίνη έχει κατασταλτική δράση στον Δικτυωτό Σχηματισμό, ο οποίος θεωρείται το νευρολογικό μας αισθητήριο όργανο της ροής του χρόνου. Με απλά λόγια, η απουσία φωτός επηρεάζει την αίσθηση του χρόνου, επιβραδύνοντας την μέσω του βιολογικού μηχανισμού που περιγράφεται στο προηγούμενο απόσπασμα (Αμφιβληστροειδής χιτώνας του ματιού --» Επίφυση --» Μελατονίνη --» Δικτυωτός Σχηματισμός).

 

Είναι ενδιαφέρον το ότι ο εγκεφαλικός αδένας της Επίφυσης («Κωνάριο», στην παλιά ιατρική ορολογία), ο οποίος εκκρίνει ορμόνες που επηρεάζουν βασικές νευρολογικές μας λειτουργίες, έχει ταυτιστεί με το «τρίτο μάτι» των αποκρυφιστών, το άνοιγμα του οποίου οδηγεί στη μύηση. Όσο για τη μελατονίνη, μία από τις λειτουργίες της είναι και η ρύθμιση της έκκρισης μελανίνης, της ορμόνης που προσδίδει στο δέρμα, τα μαλιά και την ίριδα των ματιών τη σκούρα απόχρωση. Στους αλμπίνους, τώρα, τα άτομα δηλαδή που λόγω γενετικής βλάβης πάσχουν από έλλειψη μελανίνης, η λαϊκή παράδοση έχει αποδόσει υπερφυσικές ικανότητες (στους αναγνώστες Fantasy, δημοφιλής είναι ο αλμπίνος ήρωας Elrick of Melnibone του συγγραφέα Michael Moorcock, προικισμένος με τέτοιες δυνάμεις). Και δεν είναι τυχαίο ότι τα ζώα που πέφτουν σε χειμέρια νάρκη επιλέγουν για το σκοπό αυτό χώρους οι οποίοι, πέρα από ασφαλείς και προφυλαγμένοι, είναι απαραίτητα και σκοτεινοί, ενώ όταν ξυπνούν από τη νάρκη είναι και ο βιολογικός τους χρόνος που έχει επιβραδυνθεί θεαματικά, μοιάζοντας να μην έχουν γεράσει καθόλου. Η ενστικτώδης αίσθηση πως σε ένα σφαλιστό, σκοτεινό δωμάτιο ο χρόνος κυλάει πιο αργά, δεν είναι αυθαίρετη.

 

Το πλήθος και η κίνηση των ανθρώπων σε έναν καθορισμένο χώρο επιδρούν στη ροή του χρόνου σε αυτόν.

 

Ο ρυθμός αλλαγής αποτελεί το μέτρο του υποκειμενικού χρόνου, ή θέτοντας το με διαφορετικούς όρους, η αλλαγή αποτελεί το αποτύπωμα του χρόνου στο χώρο. Ως αποτέλεσμα, η παρουσία ανθρώπων, από μόνη της, δρα επιταχυντικά στη ροή του υποκειμενικού χρόνου. Και πάλι, διαισθητικά και μόνο, όλοι νιώθουμε πως ο χρόνος κυλά διαφορετικά στην οδό Ερμού σε σύγκριση με ένα ερημικό δρομάκι της πόλης.

 

Ίσως να αναρωτιέστε τόση ώρα τι σχέση έχουν όλα τα παραπάνω με τις στοές της Αθήνας, για τις οποίες ξεκινήσαμε να μιλάμε. Μα, ακριβώς σε αυτές αναφερόμαστε.

 

Υπάρχουν, λοιπόν, στην Αθήνα κάποιες στοές, στο εσωτερικό των οποίων ο χρόνος μοιάζει να κυλά με διαφορετικό ρυθμό απ' ό,τι στον έξω χώρο. Βασικότερο κοινό τους χαρακτηριστικό αποτελεί το γεγονός ότι οι στοές αυτές είναι σχεδόν πάντα τυφλές ή περίπου τυφλές –καταλήγουν, δηλαδή, σε αδιέξοδο– και για το λόγο αυτό δεν αποτελούν περάσματα για τους διαβάτες, παρότι απέχουν λίγες μόνο δεκάδες ή εκατοντάδες μέτρα από εμπορικότατους δρόμους του κέντρου της πόλης, που σφύζουν από κίνηση και ζωή. Η ηλικία των κτιρίων που τις σχηματίζουν δεν ξεπερνά κατά μέσο όρο την ηλικία των λοιπών κτιρίων που απαρτίζουν τις γύρω περιοχές, ωστόσο τα μαγαζάκια στα οποία οι συγκεκριμένες στοές οδηγούν αναδίδουν μια έντονη αίσθηση παλαιότητας. Σε κάποια απαρχαιωμένα μπακάλικα, μάλιστα, βρήκαμε προϊόντα που πιστεύαμε πως είχαν από καιρό εξαφανιστεί.

 

 

 

 

 

Σημειώνουμε ξανά ότι οι στοές αυτές απέχουν ελάχιστα από τους πλέον εμπορικούς και πολυσύχναστους δρόμους του κέντρου της πόλης. Μερικές φορές, στο τέρμα τους μπορεί κανείς να συναντήσει τα πιο απίθανα πράγματα, ενώ οι άνθρωποι που ζουν ή εργάζονται σε αυτές είναι συνήθως λιγομίλητοι και κλειστοί.

 

Θυμάστε τις παραμέτρους για τη ροή του χρόνου που συζητούσαμε;

 

Ο όγκος ενός χώρου έχει αντίκτυπο στην αίσθηση του χρόνου στο εσωτερικό του.

Το επίπεδο φωτισμού ενός χώρου έχει επίδραση στη ροή του βιολογικού χρόνου εντός του.

Το πλήθος και η κίνηση των ανθρώπων σε έναν καθορισμένο χώρο επηρεάζουν τη ροή του χρόνου σε αυτόν.

 

Αναφερόμασταν στον υποκειμενικό, ανθρώπινο χρόνο. Ωστόσο, όπως λέγαμε και στην αρχή, πέρα από κάποιο σημείο ο υποκειμενικός ανθρώπινος χρόνος είναι δύσκολο να διαχωριστεί από τον αντικειμενικό φυσικό χρόνο, αφού και οι δύο αυτές εκφάνσεις απορρέουν και καταλήγουν στο ίδιο πρωταρχικό μέγεθος: το Χρόνο. Και ναι, σαφώς οι παράμετροι που συζητήσαμε βρίσκουν εφαρμογή στο εσωτερικό των εν λόγω στοών, όμως στις ιδιαιτερότητες των τελευταίων υπεισέρχονται και άλλοι παράγοντες, για τους οποίους δε μιλήσαμε εδώ. Το κεφάλαιο «Ο Χρόνος και η Πόλη» είναι τεράστιο και στρυφνό. Όψεις του θα μας απασχολήσουν και σε επόμενες ενότητες.

  


 

ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ