Τα όσα αναφέρθηκαν ως εδώ δεν αποσκοπούν σε μία ολοκληρωμένη παρουσίαση των αρχαίων υδραγωγείων της Αθήνας. Όπως δηλώνει και ο τίτλος του επιλόγου της ενότητας αυτής, σκοπός είναι ο σχηματισμός μίας εκτεινόμενης στο χώρο και το χρόνο γενικής εικόνας σε σχέση με τους υπόγειους αγωγούς της πόλης. Έτσι, δεν αναφερθήκαμε καθόλου στα δεκάδες μικρότερα βοηθητικά ή περιφερειακά της αρχαίας πόλης υδραγωγεία. Ούτε και επεκταθήκαμε στον Πειραιά, όπου, για παράδειγμα, στο λόφο της Μουνιχίας (λόφο Προφήτη Ηλία, όπως ονομάζεται σήμερα) υπάρχουν εκτεταμένες στοές λαξευμένες μέσα στο βράχο, υπολείμματα πανάρχαιων υδραγωγείων της προϊστορικής φυλής των Μινυών. Ενδεικτικά, σημειώνεται στη "Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια", τόμος ΙΖ', σελίδα 614: «Εκ των σηραγγωδών κατασκευών (του λόφου της Μουνιχίας) σπουδαιοτάτη είναι η λεγόμενη κοινώς "Σπηλιά της Αρετούσας", διατρυπώσα τον λόφον εγκαρσίως και έχουσα 165 βαθμίδας επί του βράχου. Κάτωθεν της κλίμακος και εις βάθος 65 μέτρων υπάρχουσι υδραγωγοί σωλήνες οριζοντίως, περιέργως επικοινωνούντες δια ρωγμών προς τα επάνω της Ακροπόλεως (της Ακρόπολης του λόφου, όχι των Αθηνών). Τούτο πιθανώς εχρησίμευεν ως μέγα υδραγωγείον. Εκτός αυτής υπήρχε και η λεγόμενη "Σπηλιά του Παρασκευά", το Σηράγγιον, ήτοι δαιδαλώδες υπόγειον σπήλαιον μετά φρεάτων, βαλανείου, λουτήρων και δύο ανοιγμάτων προς την θάλασσαν.»
Τώρα, με δεδομένη την κατασκευή υδραγωγών συνολικού μήκους εκατοντάδων χιλιομέτρων στην Αττική κατά την αρχαιότητα, το πρώτο και βασικότερο ερώτημα για τη συζήτηση μας αφορά τη σημερινή τους κατάσταση. Τι μέρος των υπόγειων αυτών αγωγών παραμένει ανοικτό;
Όσον αφορά τα αρχαιότερα του Αδριάνειου υδραγωγεία, αυτά κατά κανόνα έχουν πια αποφραχθεί. Εξαιρέσεις αποτελούν επιμέρους τμήματα που η ροή υπογείων υδάτων έχει κρατήσει ανοικτά, καθώς και τμήματα διανοιγμένα σε συμπαγή βράχο. Ενδεικτική είναι η περίπτωση της ακόλουθης στοάς, στη δυτική πλευρά του λόφου των Νυμφών, κοντά στο Θησείο:
Η είσοδος της στοάς. |
Το λαξευμένο αυλάκι στο τοίχωμα του στενού εσωτερικού δεν αφήνει αμφιβολίες για το ότι πρόκειται περί στοάς αρχαίου υδραγωγείου. |
Περί τα 15 μέτρα από την είσοδο, η συνέχεια της στοάς φράσσεται από χώματα που έχουν καταπέσει εντός του αυλού. |
Η εικόνα αυτή, ωστόσο, δεν είναι απόλυτη. Υπάρχουν και ιδιαίτερες περιπτώσεις, όπως εκείνη της αναφοράς του Γερμανού αρχαιολόγου Ludwig Ross στο βιβλίο του "Erinnerungen und Mittheilungen aus Griechenland 1832–1833" ("Αναμνήσεις και Ανακοινώσεις από την Ελλάδα 1832–1833"), σε σχέση με το αρχαίο υδραγωγείο Αγίας Τριάδας–Κεραμεικού. Ο Ross περιγράφει μία εκτεταμένη, δαιδαλώδη διαδρομή σε ένα υπόγειο κανάλι μεταξύ Αγίας Τριάδας και Θησείου, στο εσωτερικό του οποίου συνάντησε λείψανα κιόνων και άλλα ίχνη αρχαίας ζωής (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ):
Πριν δεκατέσσερις μέρες κάναμε την πιο περίεργη αρχαιολογική αποστολή που επιχείρησε ποτέ άνθρωπος. Από πολύν καιρό, ένας χτίστης διηγήθηκε στους αρχιτέκτονες ένα θαυμαστό υπόγειο κανάλι, που περνάει κάτω από την αγορά, από τα ανατολικά προς τα δυτικά και εφοδιάζει με νερό τα περιβόλια της Αγίας Τριάδας, μπροστά από τη σημερινή πειραϊκή πύλη. Είναι τόσο ψηλό που μπορείς άνετα να το περάσεις καβάλα, και από κάτω βρίσκονται –λέει– πολλές επιγραφές, στήλες με γλυπτές μορφές, ακόμα και μια σειρά από στήλες τόσο μεγάλες, όσο το Θησείο. Η περιέργεια μας ερεθίστηκε ζωηρά, αλλά πάντα η έρευνα έβρισκε κάποιο εμπόδιο μπροστά της.
Επιτέλους, όλες οι προετοιμασίες είχαν γίνει και βάλαμε μπρος τη δουλειά. Η ομάδα μας αποτελούνταν από 7–9 πρόσωπα, εκτός από 4 εργάτες. Διά μέσου μιας στέρνας, στην ανατολική άκρη του παζαριού, κατεβήκαμε 3–4 οργιές μέσα στο κανάλι και στραφήκαμε δυτικά. Βρήκαμε το κανάλι, φαρδύ 4–5 πόδια, εν μέρει φραγμένο με βράχους. Η στέγη του καναλιού είναι φτιαγμένη με διαφορετικό τρόπο. Σε μερικά σημεία είναι θολωτή και αρκετά ψηλή, έτσι που μπορείς να στέκεις όρθιος. Αυτόν τον θόλο, ωστόσο, εγώ τον θεωρώ μεταγενέστερο έργο, επειδή πρόσφατα επισκευάστηκε ένα κατεστραμμένο σημείο μ' αυτό τον τρόπο. Στο υπόλοιπο μέρος του, πολύ εκτεταμένο, η στέγη αποτελείται απλώς από δυνατά πέτρινα δοκάρια και πέτρινες πλάκες, και πάει λοξά πάνω από βραχώδη τοιχώματα, που βρίσκονται στο κανάλι και είναι είτε φυσικά, είτε φτιαγμένα από ακατέργαστα τετράγωνα λιθάρια.
Πάνω σ' αυτά τα βραχώδη επίπεδα σχηματίσθηκαν σταλαγμίτες σε κώνους 3–4 δακτύλων: Είναι η καλύτερη απόδειξη, νομίζω, ότι αυτό αποτελεί το αρχαιότερο τμήμα του έργου. Εδώ το ύψος του καναλιού φτάνει μονάχα τα 4 πόδια και το κατέβασμα σ' αυτό παρεμποδίζονταν πολύ, επειδή το έδαφος ήταν σκεπασμένο πάνω από ένα πόδι με λάσπη, όπου βουλιάζαμε ως τα γόνατα. Όχι μακριά απ' την είσοδο ερχόταν, αριστερά, ένα άλλο κανάλι, ίδιου μεγέθους και κατασκευής, κάτω απ' την Ακρόπολη, στο οποίο όμως δεν μπορέσαμε να προχωρήσουμε, επειδή ήταν ως τη μέση γεμάτο από γλοιώδη λάσπη.
Στη στέγη του κυρίως καναλιού ανοίγονταν πολλές στέρνες και μικρά κανάλια βρίσκονταν κι απ' τις δύο πλευρές, για να προμηθεύουν με νερό άλλες στέρνες. Την ακολουθήσαμε ως 50 βήματα πάνω απ' τη δυτική πλευρά του Γυμνασίου του Αδριανού. Εδώ ήταν γκρεμισμένη και επί ένα διάστημα αποτελούνταν μόνο από μια στενή σωλήνα που ήταν γεμάτη λάσπη και νερό. Ανεβήκαμε συνεπώς ξανά διά μέσου της επόμενης στέρνας, χωρίς ως τότε να έχουμε βρει ούτε το παραμικρό από τα έξοχα που μας είχαν υποσχεθεί. Είχαμε δει βέβαια στήλες, αλλά μόνο μερικές εντελώς ακατέργαστες από γρανίτη που θα είχαν τυχαία παραπέσει κάτω απ' τις βραχώδεις πλάκες της στέγης. Οι επιγραφές είχαν σβύσει απ' τις ρωγμές και τα θραύσματα των λίθων, που έμοιαζαν κάπως με γράμματα. Όσο για αγάλματα, ούτε να το σκεφθείς.
Ωστόσο, ο οδηγός παρέμενε τόσο βέβαιος για την υπόσχεση του, να μας οδηγήσει σε έναν υπόγειο ναό, και γι' αυτό κατεβήκαμε πάλι όχι μακριά από το Θησείο, μέσα στο κανάλι τούτη τη φορά, με κατεύθυνση προς τα ανατολικά. Το κανάλι ήταν εκεί, στην αρχή, κατασκευασμένο εντελώς με τον ίδιο οικοδομικό τρόπο που περιέγραψα προηγούμενα για το πρώτο. Φαίνονται επίσης σταλακτίτες. Εδώ φτάνει κι ένα δεύτερο κανάλι, μισογεμάτο με βόρβορο, όπως το άλλο που αναφέραμε και τραβά κάτω προς τη δυτική ακτή της Ακρόπολης. Γρήγορα όμως φθάσαμε σε ένα επισκευασμένο σημείο όπου υπήρχε μια σωλήνωση φτιαγμένη από τούβλα 6–7 μήκος και 2 πόδια ύψος. Η σωλήνωση ήταν τόσο μικρή που ένας άνθρωπος μόλις και μετά βίας μπορούσε να περάσει και ήταν ως τη μέση γεμάτη νερά.
Για να προχωρήσουμε δεν υπήρχε άλλος τρόπος παρά να σερνόμαστε με τα χέρια και να έρπουμε μες το νερό ως το λαιμό. Ήμουνα ο πρώτος της σειράς και έδινα το παράδειγμα. Ολόκληρη η ομάδα ακολουθούσε γελώντας. Μονάχα ένας Εγγλέζος ζωγράφος, που συμπτωματικά ήταν ο πιο αδύνατος απ' όλους μας, δήλωσε ότι η τρύπα ήταν γι' αυτόν πολύ στενή και γύρισε πίσω.
Όχι μακριά, πέρα απ' αυτό το δύσκολο πέρασμα, φθάσαμε επί τέλους στο σκοπό της περιοδείας μας. Εδώ ξεπρόβαλαν απ' τη βόρεια πλευρά του καναλιού, μέσα από τη λάσπη, μια σειρά από 30–32 τύμπανα στηλών, ύψους 2–3 ποδιών. Δεν είναι από μάρμαρο, αλλά από ένα μαλακότερο είδος κιτρινωπής πέτρας, που δείχνει να έχει επιχρισθεί με μαρμαροκονίαμα. Όλα έχουν μια εσωτερική αύλακα και ίδιο μέγεθος (3 εγγλέζικα πόδια κατά μέσον όρο). Η διάταξη των στηλών στην οποία ανήκαν δεν γίνεται να καθοριστεί, γιατί δεν βρήκαμε κιονόκρανα. Απ' ό,τι μπορούμε να υποθέσουμε, ήταν δωρικά. Κρατούν οι στήλες από τούτη τη μεριά, τη στέγη του καναλιού, αλλά όχι άμεσα, επειδή η μια είναι μακριά από την άλλη, αλλά μέσω πέτρινων δοκαριών που είναι το ένα απάνω στο άλλο. Εκεί απάνω, διαγώνια, στηρίζονται οι πλάκες της στέγης από πέτρα.
Το κύριο ζήτημα είναι: Πώς έφθασαν αυτά τα τύμπανα των στηλών στη θέση όπου βρίσκονται; Δυο εκδοχές σκέφτεται κανείς. Είτε, κατά την κατασκευή του καναλιού, είχαν παρθεί από ένα κατεστραμμένο κτίριο και χρησιμοποιήθηκαν εδώ, είτε στέκουν ακόμα στην παλιά τους θέση και δείχνουν την τοποθεσία ενός εξαφανισμένου ναού ή μιας στοάς. Αν αποδεχθούμε την πρώτη εκδοχή, εκείνο που κάνει εντύπωση είναι ότι οι στήλες τοποθετήθηκαν μόνο στη μια μεριά του καναλιού και σχεδόν στην ίδια απόσταση. Χρησιμοποιήθηκαν καθόλου; Εξ αιτίας του βάρους τους ήταν δύσκολο να μεταφερθούν και με τη μορφή που είχαν δεν ταίριαζαν και πολύ για ένα έργο τέτοιου είδους, ενώ το υπόλοιπο του έργου δείχνει υπεραφθονία από θαυμάσιες τετραγωνισμένες πέτρινες πλάκες. Για την άλλη εκδοχή, ότι ακόμα βρίσκονται στη θέση τους, υπάρχουν, για να την καταρρίψουν, πολλοί λόγοι.
Ένα πολύ σημαντικό γεγονός μού φαίνεται ότι είναι πως το κανάλι, που κατά τα άλλα ακολουθεί την ίδια πάντα ίσια γραμμή, στην ανατολική απόληξη της σειράς των στηλών όπου πέφτει απάνω της, κάνει αιφνίδια μια στροφή ορθής γωνίας, για να τραβήξει πολύ παραπέρα. Αυτό εξηγείται εύκολα, αν παραδεχτούμε ότι το κανάλι που, κατά τα φαινόμενα, ανήκει σε μια αρκετά κακή εποχή της οικοδομικής τέχνης, κατασκευάστηκε αρχικά όταν είχαν κιόλας θαφτεί κάτω απ' τις αυξανόμενες στάχτες, πολλά κατάλοιπα αρχαίων κτιρίων. Οι εργάτες ξεκινώντας απ' τ' ανατολικά απ' όπου έρχεται το νερό, έπεσαν ευθύς αμέσως, πάνω σε τάφους στην χαμηλότερη μισή πλευρά μιας σειράς στηλών και για να την παρακάμψουν και ταυτόχρονα για να τη χρησιμοποιήσουν, κατευθύνανε τον υδραγωγό προς τη νότια πλευρά της. Βεβαίως, όλες οι στήλες δεν έχουν το ίδιο μέγεθος, ούτε βρίσκονται σε μετρημένες αποστάσεις. Ίσως όμως βρήκαν κιόλας απ' την αρχή τόσο κατεστραμμένη τη διάταξη τους, επειδή μερικά τύμπανα, ανάλογα με το μέγεθος τους βρέθηκαν πάνω απ' τις πέτρινες πλάκες, πολύ κοντά, είτε τις απομακρύνανε τη μια απ' την άλλη, και στέκουν ακόμα σε μια σχεδόν ίσια γραμμή.
Η περιοχή όπου βρίσκονται είναι η χαμηλότερη της πόλης. Σύμφωνα με έναν, κατά προσέγγιση, υπολογισμό υπάρχει από απάνω τους μια πολύ παλιά εκκλησία σε βάθος 4–5 ποδών. Είναι η εκκλησία του Αγίου Φιλίππου που κατά τη βεβαίωση του Πιττάκη (ενός Αθηναίου αρχαιολόγου), σύμφωνα με ένα θρύλο αυτού του αγίου, καταλαμβάνει τη θέση του αρχαίου Λεωκορίου. Μπορείς όμως να κάνεις εύκολα πολλές άλλες υποθέσεις. Αλλά δεν μπορείς να ελπίζεις διόλου να καταλήξεις σ' ένα σταθερό συμπέρασμα, εφ' όσον δεν θα γίνουν σ' αυτή τη θέση ανασκαφές.
Είναι πολύ πιθανό, μεταξύ των τόσων αρχαίων υδραγωγείων, και άλλα τμήματα να παραμένουν ανοιχτά σε σημαντικό μήκος, χωρίς κανένας να γνωρίζει για αυτά.
Το Αδριάνειο υδραγωγείο, από την άλλη, αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση. Η ιδιαιτερότητα του προκύπτει από το γεγονός ότι αυτό επισκευάστηκε, συντηρήθηκε και λειτούργησε ως τα μέσα περίπου του εικοστού αιώνα. Και, αν για τα παλαιότερα υδραγωγεία υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες τμήματα τους να διατηρούνται ανοιχτά, για το Αδριάνειο υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα.
Αυτό, πάλι, μας οδηγεί σε πρόσθετα ερωτήματα. Εφόσον τμήματα του Αδριάνειου παραμένουν βατά, μπορεί κανείς να εισέλθει σε αυτά; Αν ναι, πώς; Και, γιατί είναι ελάχιστα πράγματα γνωστά γύρω από το όλο θέμα;
Σε σχέση με τα δύο πρώτα ερωτήματα, ναι, υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης στο Αδριάνειο υδραγωγείο. Όσον αφορά το κεντρικό τμήμα, σημεία εισόδου εντοπίζονται σε υπόγεια κτιρίων, κάτω ή δίπλα από τα θεμέλια των οποίων διέρχεται η σχετική στοά. Αυτό δε σημαίνει ότι η είσοδος προς τον υπόγειο αγωγό είναι απλή υπόθεση, μιας και τα σημεία αυτά είναι αποκλεισμένα ή σφραγισμένα. Όσον αφορά τα περιφερικά τμήματα του υδραγωγείου, η πρόσβασή είναι δυνατή μέσω κάποιων φρεάτων αερισμού που διατηρούνται ακόμα.
Ως προς το τρίτο ερώτημα τώρα, δεν είναι μόνο οι στοές των υδραγωγείων, συσκότιση επικρατεί και για κάθε άλλου είδους υπόγειες στοές της πόλης. Για παράδειγμα, πολύ λίγες αναφορές υπάρχουν σε σχέση με το αποχετευτικό δίκτυο, ιδίως για τους κεντρικούς, μεγάλους αγωγούς ομβρίων υδάτων.
Εργασίες κατασκευής αγωγών του αποχετευτικού δικτύου της Αθήνας. |
Η κατάσταση αυτή δεν είναι ούτε αναπάντεχη ούτε αδικαιολόγητη – κάθε άλλο. Θα πρέπει κανείς να αναλογιστεί τις πιθανές χρήσεις των στοών αυτών. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του μεγάλου ριφιφί που είχε σημειωθεί τον Δεκέμβριο του 1992 στο επί της οδού Καλλιρρόης υποκατάστημα της "Τράπεζας Εργασίας" (https://el.wikipedia.org/wiki/Ριφιφί_στην_Τράπεζα_Εργασίας). Οι ληστές είχαν τότε καταφέρει να φτάσουν αθέατοι πολύ κοντά στα υπόγεια της τράπεζας χρησιμοποιώντας έναν αγωγό του αποχετευτικού δικτύου.. Στη συνέχεια, είχαν ανοίξει μία δίοδο προς το κεντρικό χρηματοκιβώτιο, είχαν αφαιρέσει περίπου δύο δισεκατομμύρια δραχμές, και έκτοτε έζησαν αυτοί καλά κι εμείς χειρότερα.
Την περίοδο εκείνη, πάντως, κυκλοφορούσαν διάφορα «
υπόγεια» σενάρια. Ήταν η εποχή που η Αστυνομία έχανε συνεχώς μέσα από τα χέρια της τα μέλη της "17 Νοέμβρη". Η άνεση των τρομοκρατών να εξαφανίζονται μετά τα χτυπήματα, παρά τη μεγάλη κινητοποίηση και την –κατά την προσφιλή έκφραση των δημοσιογράφων– «εξαπόλυση ανθρωποκυνηγητού» από την πλευρά της Αστυνομίας, είχε δημιουργήσει υποψίες ότι σε ορισμένες περιπτώσεις ίσως χρησιμοποιούνταν υπόγειες δίοδοι για τη διαφυγή τους. Αποκορύφωμα της όλης κατάστασης ήταν το λεγόμενο «φιάσκο της Λουίζης Ριανκούρ». Συγκεκριμένα, στις 23/3/1992 η Αστυνομία είχε στήσει ενέδρα στην οδό Λουίζης Ριανκούρ –κατά βάση, στην περιοχή γύρω από το Γηροκομείο Αθηνών– όπου, σύμφωνα με μια πληροφορία, θα εμφανίζονταν μέλη της "17 Νοέμβρη". Η πληροφορία αποδείχτηκε αληθής, όμως τα μέλη της οργάνωσης κατόρθωσαν να διαφύγουν κυριολεκτικά μέσα απ' τα χέρια των αστυνομικών (λεπτομέρειες για την όλη υπόθεση δίνονται εδώ: https://www.tanea.gr/2003/05/21/greece/4-ekdoxes-gia-to-fiasko/). Τώρα, συμπτωματικά, όπως φαίνεται στο σχετικό σχεδιάγραμμα, κάτω από τη Λουίζης Ριανκούρ και το Γηροκομείο διέρχεται η στοά του Αδριάνειου υδραγωγείου, εξ ου και η οδός Αδριανείου, όπως ονομάζεται η επέκταση της Λουίζης Ριανκούρ προς την απέναντι πλευρά της Κηφισίας. Σημειωτέον ότι τα μέλη της "17 Νοέμβρη" σύχναζαν επί σειρά ημερών στην περιοχή, δίχως ποτέ ο λόγος των εκεί επισκέψεων τους να γίνει γνωστός. Χαρακτηριστικός είναι ο ακόλουθος διάλογος, που είχε εκτυλιχθεί κατά τη διάρκεια της σχετικής δίκης μεταξύ προέδρου του δικαστηρίου και Σάββα Ξηρού:
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλά, εκεί πέρα δηλαδή για καφέ είχατε πάει εσείς;
Σ. ΞΗΡΟΣ: Όχι. Εμείς ήταν η 15η–16η μέρα που πηγαίναμε εκεί πέρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι κάνατε;
Σ. ΞΗΡΟΣ: Μας αντιλήφθηκε ένας θυρωρός ο οποίος περνούσε κάθε μέρα την ώρα εκείνη από εκεί και πήγαινε στο καφενείο αυτό που είχαν πάρει τα φραπεδάκια οι κύριοι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν μας είπατε όμως τι πηγαίνατε να κάνετε εκεί.
Σ. ΞΗΡΟΣ: Αυτό είναι άλλο θέμα, είναι δικό μας θέμα. Δεν είχε σχέση πάντως με εισαγγελικό λειτουργό (οι πληροφορίες έλεγαν πως η 17Ν θα δολοφονούσε δικαστικό που θα περνούσε από την περιοχή) και δεν έχει σχέση με δολοφονία. Δεν έχει σχέση με κάτι τέτοιο. Ήθελα να πω για το θυρωρό ο οποίος έβλεπε κάθε μέρα ένα φορτηγάκι να σταματάει εκεί πέρα, που αυτός ειδοποίησε το 100 και το 100 προφανώς ήρθε να διαπιστώσει περί τίνος πρόκειται και τίποτα περισσότερο. Αυτή ήταν η πληροφορία και δεν είχε σχέση ούτε με Οργάνωση, ούτε με οτιδήποτε άλλο.
Ποιος ξέρει, ίσως η "17 Νοέμβρη", εκτός από «μέσα», σε κάποιες περιπτώσεις να ξέφευγε και «κάτω» από τα χέρια των αστυνομικών.
Όπως και να 'χει, με βάση τα παραπάνω, γίνεται ευνόητο γιατί οι υπόγειες στοές της Αθήνας αποτελούν θέμα–ταμπού για τις αρχές. Το ίδιο ισχύει, άλλωστε, σε όλες τις πόλεις του κόσμου, αφού η δυνατότητα κάποιων να κυκλοφορούν αθέατοι κάτω από κτίρια και υπηρεσίες δε φαντάζει ως μία ελκυστική προοπτική. Και μπορείτε να στοιχηματίσετε ότι κάθε δίοδος προς υπόγειες διαδρομές της οποίας η θέση γίνεται ευρύτερα γνωστή, σε σύντομο χρονικό διάστημα θα βρίσκεται αποκλεισμένη ή σφραγισμένη.
Ας αφήσουμε, όμως, πλέον εδώ την πραγματιστική προσέγγιση του θέματος. Ξεκινήσαμε την ενότητα αυτή συζητώντας για την έννοια του «κάτω» και για την επίδραση που αυτό ασκεί μέσα μας. Πάρτε για παράδειγμα την ακόλουθη υποθετική δήλωση:
«Σε ένα ρετιρέ της πλατείας Συντάγματος, τα μέλη μιας μυστικής οργάνωσης συγκεντρώνονται και απεργάζονται σκοτεινά σχέδια.»
Παρά το βαρύγδουπο της διατύπωσης, η δήλωση αυτή φαντάζει μάλλον σαχλή. Συγκρίνετε την, όμως, με την αίσθηση που δημιουργείται από την ακόλουθη δήλωση:
«Σε υπόγειες στοές κάτω από την πλατεία Συντάγματος, τα μέλη μιας μυστικής οργάνωσης συγκεντρώνονται και απεργάζονται σκοτεινά σχέδια.»
Είναι σαφής η διαφορά δυναμικού, αφήστε που το πρεστίζ της «μυστικής οργάνωσης» ανεβαίνει κατακόρυφα.
Δεν έχει και τόση αξία το να προσπαθήσει κανείς να εξηγήσει με τη λογική γιατί το «κάτω» έχει αυτή την παράξενη επίδραση μέσα μας. Υπάρχει εδώ μία ενδιαφέρουσα αλληγορία, η οποία αποκαλύπτει περισσότερα για το ζήτημα απ' ό,τι όλες οι λογικές εξηγήσεις μαζί. Για κάποιο λόγο, το «κάτω» συνδέεται και συμβολίζει υποσυνείδητα και το «έσω». Αυτό, δεν εννοούμε όταν λέμε π.χ. ότι «η έρευνα θα πρέπει να προχωρήσει σε βάθος» ή ότι «θα πρέπει να δούμε τη βαθύτερη όψη των πραγμάτων»; Αυτό, δεν υπό–δηλώνει και ο ίδιος ο όρος «υπό–συνείδητο»; Είναι κυρίως αυτή η διάσταση του «κάτω» που ασκεί την έντονη γοητεία μέσα μας.
Καιρός, όμως, να αναδυθούμε στην επιφάνεια. Υπάρχουν, ξέρετε, πολλών ειδών περάσματα στην πόλη. Για ορισμένα από αυτά, σημείο εισόδου είναι ο ίδιος μας ο εαυτός.
|