Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

 

 

 

ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

 

 

Χωρίς αμφιβολία αυτό που με γοήτευσε στην Πεντέλη ήταν ο συνδυασμός του φυσικού περιβάλλοντος με τα λείψανα των ανθρώπινων έργων. Βέβαια, τα τελευταία 25 χρόνια λειτουργίας των λατομείων ήταν καταστροφικά από όλες τις απόψεις. Ήταν τα χρόνια που η Αθήνα γέμισε πολυκατοικίες, και ο οικοδομικός αυτός οργασμός απαιτούσε άφθονο μάρμαρο. Μπροστά στο θέαμα των σύγχρονων εκμεταλλεύσεων, οι επιφάνειες των αρχαίων λατομείων είναι έργα τέχνης! Πρώτον, γιατί είναι πραγματικά χειροποίητες, ενώ οι νεότερες είναι κατακερματισμένες από τη χρήση εκρηκτικών, και δεύτερον γιατί η φύση είχε τον απαιτούμενο χρόνο για ν' αποκαταστήσει τις αλλοιώσεις εντάσσοντάς τες σε νέα αρμονία. Αλλά και η νοοτροπία ήταν εντελώς διαφορετική στην αρχαιότητα, ενώ υπήρχε πολιτεία της οποίας οι νόμοι εφαρμόζονταν.

 

Το λατομείο αυτό είναι από τα μεγάλα αρχαία (Λ4 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ, «του Χανιώτη» για τους νταμαρτζήδες). Συγκρίνετε το άνω μέρος του όπου σώζονται αρχαίες επιφάνειες με τα λοιπά τοιχώματα. Οι δύο χρωματισμένες εκ των αρχαίων επιφανειών εικονίζονται στη δεξιά φωτο.

Τα σωζόμενα τμήματα του αρχαίου λιθόστρωτου δρόμου,[1] (από τη Σπηλιά μέχρι το λατομείο Μουζάκη, λ1 και λ2 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ, όπου αρχαίο λατομείο, βλ. Περιοδικό Περιηγητική, Η Πεντέλη κινδυνεύει, Μάιος 1959, σ. 18), με τις εκατέρωθεν τετράγωνες οπές  για την υποδοχή ξύλινων πασσάλων, γύρω από τους οποίους τύλιγαν τα σχοινιά που επιβράδυναν τα έλκηθρα με τους ογκόλιθους,[2] μου προξενούν συναισθήματα που δεν μπορώ να νιώσω μπροστά στον Παρθενώνα. Διότι ο ναός πια αποτελεί παραφωνία στο περιβάλλον που βρίσκεται, ενώ η πολυκοσμία και η οχλοβοή δεν επιτρέπουν ν' ακούσεις τους τυχόν ψιθύρους. Αντιθέτως, και το παραμικρό ανθρώπινο ίχνος σε απρόσιτα σημεία μέσα σε βλάστηση με συναρπάζει. Ταπεινό και τις περισσότερες φορές ανώνυμο, με βοηθά να νιώσω το εφήμερο της ανθρώπινης ζωής όσο και το ξένος και παρεπίδημος. Ίσως αυτό να ήταν το άδηλο κίνητρο και πολλών άλλων επισκεπτών της Πεντέλης τους περασμένους αιώνες.

 

Αριστερά, το λιθόστρωτο στην άνω κατάληξή του μπροστά στη Σπηλιά. Δεξιά, 650 μ. χαμηλότερα, σημείο από το κατώτερο σωζόμενο τμήμα του όπως φανερώθηκε μετά την πυρκαγιά 16/8/07.

Μέρος του τελευταίου αυτού τμήματος καταστράφηκε από την προς ΝΑ επέκταση του λατομείου Πολυχρονίου (το λ3 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ), από τις αρχές δεκαετίας '50 το πρώτον και κατόπιν από τους λαθρολατόμους τον Δεκέμβριο 1989, ενώ η συνέχειά του προς την οδό Περικλέους είχε ήδη εξαφανιστεί  από το σπαστηροτριβείο Μουζάκη. (Βλ. και Α. Κ. Ορλάνδου, Τα υλικά δομής των αρχαίων Ελλήνων (τεύχος 2: τα μέταλλα, το ελεφαντοστούν, τα κονιάματα και οι λίθοι), 1958, σ. 93, υποσ. 1). Ο δε Γ. Λαδάς αναφέρει εκτεταμένη καταστροφή του λιθόστρωτου μεταξύ των ετών 1950-53 (βλ. Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΗΣ ΠΕΝΤΕΛΗΣ  και ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ εις επικρίσεις των βυζαντινολόγων καθηγητών Γ. Α. Σωτηρίου και Α. Κ. Ορλάνδου, 1963, σ. 19)

Αλλά και το άνω τμήμα ξηλώνεται λίγο-λίγο από τις συχνές διελεύσεις τετρακίνητων οχημάτων (οι μαυρίλες στις πέτρες είναι από τα λάστιχα). (Εδώ και εδώ μπορείτε να δείτε μερικά στιγμιότυπα από τη "φυσιολατρική" αυτή δραστηριότητα, που ταυτόχρονα "προστατεύει" και την αρχαία μας κληρονομιά). Η κατάσταση του λιθόστρωτου έχει επισημανθεί και από άλλους:

http://www.env.gr/myenv/nea/deltia/Deltio Tupou_Elliniki Etairia_Pagosmia Hmera Mnhmeion.doc

Δε λείπουν βέβαια και οι εξίσου συχνές διελεύσεις ερπυστριοφόρων. Εμφανή τα αποτελέσματα: αποτριβές, ρήξεις, θρυμματισμοί, κονιοποιήσεις.

Μερικές από τις υποδοχές (η πάνω αριστερά είναι οριζόντια). Κατά τη διαδρομή του λιθόστρωτου διακρίνονται 35 ως 40 ακέραιες, σπασμένες, μετακινημένες (με τις αλλαγές στη βλάστηση, λόγω των αλλεπάλληλων πυρκαγιών, "έχασα" μερικές και αναβάλλω διαρκώς νέα καταμέτρηση).

[1η προσθήκη] Την 1/8/11, με αφετηρία το αρχαίο λατομείο Λ14 και πέρας τη νεότερη οδό 7 (βλ. τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ) επιβεβαίωσα (με τη βοήθεια του Α.Π.) 31 οπές από εκείνες που είχαμε εντοπίσει και καταγράψει το 1993 με τη Μ.Μ, συν μία που είχε "εμφανιστεί" με κλασικό πεντελικό τρόπο στις 30/1/11 (βλ. εδώ). Ένα χρόνο αργότερα, τον Αύγουστο 2012, ξαναβρήκα άλλες 2 από τις παλαιές εντοπισμένες συν 6 νέες. Δηλαδή, σύνολο 40. Σώζονται σε καλή κατάσταση 23 και τμήματα από 17, εκ των οποίων τα 6 έχουν μετακινηθεί από την αρχική τους θέση πάνω σε αποσπασμένα τεμάχια βράχων. Από τις 40 οπές μόνο οι 13 βρίσκονται στη ΝΑ πλευρά του λιθόστρωτου, λόγω έλλειψης κατάλληλου πετρώματος. Επειδή οι διαστάσεις τους ποικίλλουν πολύ, τις ταξινόμησα βάσει του όγκου τους σε 3 ομάδες: α) τις μεγάλες (~40% του συνόλου), με βάθος από 39 ως 46 εκ. και πλευρά της ορθής παραλληλόγραμμης διατομής από 27 ως 35 εκ. β) τις μεσαίες (~33%), με  βάθος από 33 ως 39 εκ. και πλευρά από 23,5 ως 31 εκ. γ) τις μικρές (~27%), με βάθος από 19 ως 34 εκ. και πλευρά από 18 ως 25 εκ. Δεν ήταν όλες ταυτόχρονα σε λειτουργία, αφού εμφανώς ορισμένες αντικατέστησαν παλαιότερες κατεστραμμένες. Εκτός από κάποιες οπές οριστικά πια χαμένες, στα κατεστραμμένα από τη νεότερη λατόμηση σημεία,  ίσως να σώζονται κι άλλες είτε κάτω από πουρνάρια είτε τελείως θαμμένες. (Για φωτο των οπών, βλ. Ορεσίβιου, Πεντέλη - Από την ανάδυση της Αιγαίας γης έως τους ρωμαϊκούς χρόνους, σ. 139, https://www.iranon.gr/PO/penteli.pdf)

Αντιπαραβολή του σχεδίου Κορρέ των οπών (βασισμένο στο σχέδιο του Hallerstein, βλ. Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 102, σχ. 26) με τις σχετικές θέσεις των 40 οπών σήμερα πάνω στο ίδιο σχέδιο. Είναι φανερό ότι πολλές δεν ταυτίζονται, όμως παραμένει άγνωστο αν απλώς ο Hallerstein δεν τις είδε όλες ή κάποιες είναι μεταγενέστερες.

[2η προσθήκη] Στις 16/2/06 εντόπισα μία υποδοχή ~850 μ. Δ-ΝΔ της Σπηλιάς. Την άνοιξη του 2009 χαμηλότερα στην ίδια πλαγιά εντόπισε άλλη ο Α.Π. Σε νέα έρευνα στις 3/5/09 βρέθηκαν ακόμη 2 (βάσει διαστάσεων είναι ανάλογες με τις μεσαίες και μικρές οπές του λιθόστρωτου). Συνόδευαν δρόμο που εξυπηρετούσε μικρά λατομεία μάλλον ρωμαϊκής εποχής, αλλά και νεότερης εκμετάλλευσης, εκείνα τα προς βορρά σε ράχη ΝΔ της Σπηλιάς (από λ24 ως λ37 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ), από τον οποίον δρόμο όμως δε διακρίνονται σαφή ίχνη.

Αλλά σώζονται και τουλάχιστον 5 τετράγωνες οπές (βάσει διαστάσεων είναι παρεμφερείς με τις μικρότερες οπές του λιθόστρωτου) σε δρόμο καταγωγής που αρχίζει ~650 μ. Ν-ΝΔ των Αγίων Ασωμάτων. (βλ. κι εδώ)

Στα λατομεία της βόρειας πλευράς υπάρχει μόνο μία τετράγωνη οπή (πάνω) σε κατρακύλα μιας ομάδας λατομείων του Bowman στις αρχές του 20ού αι. (με το βέλος η λόγω τριβής του συρματόσκοινου εγκοπή στο βράχο). Οι άλλες οπές είναι στρογγυλές, όπως αυτή η οριζόντια στη φωτο (κάτω) που βρίσκεται στην αφετηρία της ίδιας κατρακύλας (με επίσης εγκοπή στο βράχο), μία σύστοιχη της τετράγωνης, άλλη μία χαμηλότερα, και άλλες δύο σε δρόμο που αντικατέστησε την κατρακύλα. Υπάρχουν ακόμη 5 στρογγυλές σε δρόμο που εξυπηρετούσε λατομείο της ίδιας εποχής στη σημερινή περιοχή των Ελληνικών Μαρμάρων (περιοχή Αγίας Μαρίνας). Αλλά και σε στερεώσεις μηχανών (όπως γερανών) το 1900 προτιμούσαν τις στρογγυλές οπές. Προς σύγκριση, στα ρωμαϊκά λατομεία στη θέση Πυργάρι Ευβοίας υπάρχει κατρακύλα με τετράγωνες οπές (βλ. Alfred Michael Hirt, Imperial mines and quarries, p. 29, Doris Vanhoven, Roman Marble Quarries in Southern Euboea and the Associated Road Networks, p. 23-26, 30-35).

Επίσης, υπάρχουν λίγες μεμονωμένες υποδοχές σε διάφορες περιοχές του βουνού. Εκτός μιας μετακινημένης σίγουρα αρχαίας κοντά στο Νυμφαίο (βάσει διαστάσεων συγκρίνεται με τις μεγάλες οπές του λιθόστρωτου), οι λοιπές μάλλον είναι νεότερων εποχών και αβέβαιης χρήσης.

«Η συνέχεια της ιστορίας του λατομείου μαρτυρείται από τα σπουδαία χριστιανικά μνημεία του. Τα ναΰδρια που στέκουν στην είσοδο του σπηλαίου από τον 11ο αι., τα περίφημα ανάγλυφα του 6ου αι. που σώζονται στο βράχο, στο ναΰδριο του Αγίου Σπυρίδωνος, τα λείψανα ενός τρίτου ναϋδρίου στη ΝΑ γωνία του λατομείου, διάφορα ασκητήρια, τρεις υδατοδεξαμενές κ.ά. Το ίδιο το σπήλαιο ήταν ιδεώδες και ως καταφύγιο. Ένα ισχυρό τείχος,[3] του οποίου σώζεται ακόμη το νότιο άκρο, κατελάμβανε όλο το πλάτος του στομίου του σπηλαίου. (...) Με την ίδρυση της Μονής Πεντέλης το 1578 από το Μητροπολίτη Ευρίπου Τιμόθεο, οι ασκητές της σπηλιάς και άλλοι από άλλα σημεία του Πεντελικού, συγκεντρώθηκαν στη Μονή εγκαταλείποντας τα ασκητήριά τους. Πολλές φορές χρησιμοποιήθηκαν (τα ασκητήρια της σπηλιάς) ως καταφύγια κατά τη διάρκεια πειρατικών και άλλων επιθέσεων, αλλά και λοιμών. Από τα μέσα του 17ου αι. κ.ε. είναι ένας από τους τόπους που συχνά επισκέπτονται οι φιλάρχαιοι περιηγητές. Τούτο μαρτυρείται όχι μόνο από τα ταξειδιωτικά ημερολόγια, αλλά και από τα πολυάριθμα ονόματα που χαράχτηκαν στους βράχους και στους τοίχους των ναϋδρίων». (Μ. Κορρές, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 79)

 

Εδώ, πρέπει να σημειώσω τη συχνή παρουσία αλλοδαπών [4] ακόμη και σήμερα,[5] με πρώτους τους Γερμανούς οι οποίοι εφοδιασμένοι με βιβλία, χάρτες και σχέδια, λόγω της βαυαροκρατίας, αισθάνονται την περιοχή κάπως δική τους![6]

Ένα λοιπόν από τα ενδιαφέροντα που ανέπτυξα κι εγώ στο βουνό ήταν και το της αρχαιολογίας όσον αφορά τη λατομική τέχνη. Έχω ερευνήσει επανειλημμένα όλα τα νταμάρια, για επιφάνειες με ίχνη αρχαίων λαξεύσεων και πιστεύω πως έχω την πληρέστερη εικόνα, από τους σύγχρονους τουλάχιστον ερευνητές. Κυριολεκτικά δεν έχω αφήσει πέτρα για πέτρα! Φυσικά το κύριο βάρος αυτής της έρευνας δόθηκε στη Σπηλιά, η οποία είναι από τα παλαιότερα και το καλύτερα σωζόμενο εκ των μεγάλων αρχαίων λατομείων. Εκεί, έχει κανείς την ευκαιρία να δει την τεχνική απόσπασης των όγκων από το μητρικό πέτρωμα σε όλη της την επίμοχθη μεγαλοπρέπεια.[7]

Το πιθανότερο είναι πως η Σπηλιά δεν είχε έξοδο προς την επιφάνεια, και έγινε προσιτή κατά την πρόοδο των αρχαίων εργασιών.

[προσθήκη] Μια ένδειξη για το πότε συνέβη αυτό, είναι το γεγονός ότι μέχρι στιγμής τα παλαιότερα χρηστικά αντικείμενα που βρέθηκαν κάτω από την αρχαία λατύπη (βλ. εδώ) χρονολογούνται στην ελληνιστική εποχή. (Αν σκεφθούμε πως η είσοδος του λατομείου απέχει από το σημερινό στόμιο της Σπηλιάς ~140 μ. ίσως πράγματι να απαιτήθηκαν 2-3 αιώνες λατόμησης).

Την εικόνα που παρουσίαζε όταν ανακαλύφθηκε, δεν την ξέρουμε. Υπάρχει και η θεωρία πως ήταν

 

«...μικρά φυσικά  σπήλαια που ενώθηκαν τεχνητά και αποτελούν σήμερα ένα  θάλαμο». (Ιστορία, θρύλοι και παραδόσεις του Πεντελικού βουνού, Ι. Ιωάννου, σ. 119)

 

Παρόλο που έχω παρατηρήσει τα ίχνη λατομίας στο εσωτερικό της Σπηλιάς, είμαι υπέρ του ενός μεγάλου θαλάμου, και για τη γένεσή του συνηγορώ υπέρ της άποψης Κορρέ.[8] Πιθανολογώ πως έκοψαν μάρμαρο και από κάποιους καταπεσμένους όγκους της οροφής και ίσως διαμόρφωσαν λίγο την αίθουσα, όμως όλα δείχνουν πως η μεγάλη θολωτή Σπηλιά ήταν ήδη σχηματισμένη όταν τη βρήκαν.[9] Οπωσδήποτε, πρέπει ν' απομακρυνθεί η λατύπη για να φτάσουμε στον πυθμένα και να δούμε τι έχει συμβεί (σε όσα σημεία δεν καταστράφηκαν την περίοδο 1977-79).

Τα αναφερόμενα πηγάδια (3 βάραθρα) υπήρχαν στην προ των έργων εποχή στο βάθος της Σπηλιάς. Αυτό μάλλον δεν ήταν τυχαίο. Η εκεί επαφή του μαρμάρου με το σχιστόλιθο δημιουργεί τις συνθήκες για συγκέντρωση νερού, άρα και μεγαλύτερη διαλυτική δράση.[10] Γι' αυτό, στο ίδιο τμήμα της Σπηλιάς υπήρχαν ογκώδεις σταλακτιτικοί σχηματισμοί. Όμως συντάσσομαι με τη γνώμη ότι τα περισσότερα περάσματα που χωρούσε άνθρωπος ήταν απλώς τα κενά μεταξύ των καταπεσμένων ογκολίθων, που στο βάθος της Σπηλιάς είχαν συσσωρευτεί μέχρι την οροφή.[11]

 

Τα τρία βάραθρα μέσα σε κύκλους. Όμως κι εδώ υπάρχει διαφωνία για το ποιο ήταν το μεγάλο ή κεντρικό: πάνω αριστερά, βλέπουμε το κατά Μπαλάνο και δεξιά το κατά Μερδενισιάνο. Κάτω, το σχέδιο του βαράθρου από τον τελευταίο.

Αντιπροσωπευτικό απομεινάρι είναι το συγκρότημα που φαίνεται στο βάθος της Σπηλιάς, μέσα στο οποίο οδηγεί η τρύπα που βρίσκεται λίγο πάνω από το δάπεδό της [βλ. εδώ, σημ. 7]. 'Αγνωστο αν σχετίζεται με εκείνα τα πηγάδια. Ίσως να ήταν κάποιο παράπλευρο και τυφλό, που αποκαλύφθηκε με τα έργα του 1977.

Ακόμη καλύτερο δείγμα σώζεται στην αρχή της περιοχής που κάποτε ανηφόριζε προς τα πηγάδια. Από τον κυρίως θάλαμο ξεκινά φυσικό πέρασμα το οποίο έχει διευρυνθεί τεχνητά τουλάχιστον σε ένα στένωμα, και με την προσθήκη λίγων κτιστών βαθμίδων καταλήγει σε μικρό θάλαμο. Από εκεί, υπάρχει στενό και χαμηλό τριγωνικό τούνελ, που οδηγεί σε λεκάνη συλλογής νερού ("λίμνη").

   

Στην πρώτη φωτο, το λαξευμένο πέρασμα όπως το έβλεπαν μπαίνοντας στη δίοδο. Διακρίνονται τα ίχνη του βελονιού. Στη δεύτερη, το ίδιο σημείο από την αντίθετη πλευρά (βγαίνοντας δηλαδή), στο σημείο όπου συναντώνται η αρχική και η νεότερη διαδρομή. Στην τρίτη φωτο, αριστερά τα σκαλοπάτια. Δεξιά, ο μικρός θάλαμος από όπου αρχίζει το τριγωνικό πέρασμα προ το νερό.

Επικρατεί η πεποίθηση ότι το τριγωνικό τούνελ είναι τεχνητό. Έχω τη γνώμη πως αυτό ίσως αληθεύει εν μέρει. Να εξομάλυναν δηλαδή το δάπεδο προϋπάρχοντος περάσματος σχηματισμένου από τις πλευρές 2 όγκων που είχαν έρθει σ' επαφή υπό γωνία, κάτι συνηθισμένο σε διόδους σπηλαίων αυτού του τύπου.[12] Αλλά κι αυτό το δάπεδο δεν είναι εντελώς ομαλό, αφού πριν φτάσουμε στο νερό υπάρχει ενοχλητικό έπαρμα που συνεχίζει προς την αριστερή παρειά εν είδει αντηρίδας. 'Αλλωστε, δεν μπόρεσα να διακρίνω σίγουρα ίχνη εργαλείων.

Τα βέλη δείχνουν το εξόγκωμα.

Κατά τα έργα της Αεροπορίας η είσοδος αυτού του παλαιότατου έργου μπαζώθηκε.[13]

 

«Μόνον εσχάτως τολμηροί φυσιολάτρες της νεώτερης  γενιάς κατόρθωσαν  να διαπεράσουν τα νέα εμπόδια και να φτάσουν ως την πηγή». (Μ. Κορρές, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα,  σ. 127 −βλ. και σ. 91)

 

Αυτό έγινε την άνοιξη του 1987,[14] οπότε ανοίχτηκε νέο πέρασμα (αριστερά της αρχαίας εισόδου) που συναντά την παλαιά διαδρομή πάνω από το σημείο με τα σκαλοπάτια.

Το κίτρινο βέλος δείχνει το νέο πέρασμα, και το κόκκινο δείχνει την αρχαία είσοδο.

Και τώρα το νερό, το οποίο τόσοι ξένοι περιηγητές εξύμνησαν −το τόσο διαυγές που πολλοί έπεφταν μέσα, γιατί δεν το έβλεπαν−, είναι ακατάλληλο προς πόσιν, αφού οι σύγχρονοι επισκέπτες πετούν στην πηγή πάσης φύσεως σκουπίδια (π.χ. μπαταρίες). Κι αυτό, πρώτη φορά εδώ και 2500 χρόνια ανθρώπινης παρουσίας στη Σπηλιά. Πραγματική βεβήλωση από ανθρώπους τόσο βαθιά χαλασμένους που έχουν χάσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα. Με δέος ευχαριστούσαν οι παλαιοί ακόμη και για μια γουλιά νερό στη γούβα ενός βράχου, γιατί η παρουσία του ήταν η ίδια η ζωή τους. Τώρα εμείς ξέρουμε ότι το νερό πωλείται στα περίπτερα και στα σουπερμάρκετ, γεγονός που δεν είναι κατ' ανάγκην κακό, κακό είναι ότι δεν το εκτιμά κανείς.

Όταν τα πράγματα ήταν ακόμη σχετικά καλά, με μόνο ένα σκουπιδάκι ν' αρμενίζει στην επιφάνεια του νερού.

'Αλλα ίχνη της ανθρώπινης παρουσίας στη Σπηλιά, που αποκαλύπτουν τη χρήση της:

α) Ίχνη λατόμησης στο βάθος της εσοχής πίσω απ' τον 'Αγιο Σπυρίδωνα (ίσως και εγκατάστασης, αφού υπάρχουν 3 μικροσκοπικές υποδοχές λαξευμένες σε δυσπρόσιτο σημείο, όπου δεν εξυπηρετούν καμία προφανή λατομική δραστηριότητα).

 

Στην πρώτη φωτο, η εσοχή. Στη δεύτερη, πάνω οι 3 υποδοχές και κάτω μερικά από τα λατομικά ίχνη.

Στο βόρειο τοίχωμα της Σπηλιάς ανάλογα ίχνη φτάνουν σχεδόν μέχρι την είσοδο για την υπόγεια πηγή (7 μέτρα πριν υπάρχει φωλιά σφήνας).

Η κατά την αρχαία τεχνική λαξευμένη σφηνιά.

β) Δοκοθήκες στο εσωτερικό, αριστερά της εισόδου, που υποστήριζαν στέγη ή πατωσιά.

 

Στην πρώτη φωτο, οι πέντε δοκοθήκες. Στη δεύτερη, οι τρεις πρώτες, από αντίθετες γωνίες.

Αν αυτές δεν μπορούν να χρονολογηθούν με ακρίβεια, υπάρχουν άλλες 2 μικρότερες υποδοχές σίγουρα αρχαίες, εφόσον βρίσκονταν θαμμένες στη λατύπη και αποκαλύφθηκαν κατά τα έργα 1977-78.

Η θέση τους είναι στο βόρειο τοίχωμα, έναντι των εκκλησιδίων, και η υψομετρική τους διαφορά ~2 μ.

γ) Στο αριστερό τοίχωμα, ακριβώς μετά τον χαρακτηριστικό συγκολλημένο σωρό από μικρές πέτρες και όστρακα, σώζεται κογχοειδής λαξευμένη εσοχή  η οποία θυμίζει μεν ανάλογη λατρευτικής χρήσης έξω απ' τη σπηλιά του Πάνα στην Πάρνηθα, αλλά είναι πολύ ρηχή.[15] Εικάζεται πως ήταν λυχνοστάτης, όμως δεν ξέρω αν συμφωνούν οι 3 −από μάλλον 4 αρχικά− συμμετρικές οπές εκατέρωθεν που κάτι στήριζαν. Εφόσον ήταν θαμμένη στην λατύπη, είναι έργο των αρχαίων.

δ) Οι επτά δέστρες (τρεις στο τοίχωμα αριστερά μέσα από το στόμιο και μία αμέσως μετά, εκεί που το τοίχωμα στρίβει ανατολικά, μία έξω από τα ναΰδρια πάνω δεξιά από το νοτιοδυτικό παράθυρο, μία μέσα στο ιερό του 'Αγιου Σπυρίδωνα πάνω αριστερά των ανάγλυφων και μία στη "σπηλιά" που έχει δημιουργηθεί από την πτώση του τοιχώματος ~64 μ. δυτικά της Σπηλιάς, όπου και ίχνη εστίας μεταγενέστερου "γύφτικου", δηλαδή σιδηρουργείου).[16] Είναι τεχνητά "διαμπερή" όπου μπορούσαν να περάσουν σκοινί για να κρεμάσουν διάφορα, να στερεώσουν κάποια λατομική μηχανή ή να δέσουν πιθανώς υποζύγια. Ότι τα στάβλιζαν και μέσα στη Σπηλιά δε χωράει αμφιβολία. 'Αλλωστε, στην υδατογραφία του 1836 βλέπουμε να εικονίζεται γάιδαρος, και, όπως είπαμε [βλ. εδώ, σημ. 55], τη δεκαετία '60 είχε κι ο Χανιώτης ένα μέσα στο "δωματιάκι".

Η χρονολόγηση κατασκευής τους μάλλον αδύνατη. Υποθέτω πως κάποιες δέστρες είναι αρχαίες, αφού αυτή που βρίσκεται στο ιερό πρέπει να φτιάχτηκε πριν χτιστεί ο 'Αγιος Σπυρίδων. Προς ενίσχυση της υπόθεσης έχουμε πανομοιότυπη όγδοη δέστρα που βρίσκεται σε εκτεθειμένο σήμερα τοίχωμα αρχαίου λατομείου (βορειοανατολικά από το καλύβι Περράκη [17]) και δε διαφέρει στην οξείδωση από αυτό.

 

Οι επτά δέστρες της Σπηλιάς (η όγδοη είναι αυτή που δεν έχει περασμένο το σκοινάκι). Από την έβδομη (με το βέλος) ίσως ήταν αναρτημένο σήμαντρο (να πούμε όμως ότι η τρύπα λαξεύτηκε πριν χτιστεί ο τοίχος, αφού απέχει από αυτόν μόλις 15 εκ.).

[προσθήκη] Σε κενό που υπάρχει κάτω από τους πεσμένους ογκόλιθους (αυτούς που αντιστοιχούν στα κρεμάμενα τοιχώματα που δείχνει το βέλος στο σχέδιο Fiedler, και συγκεκριμένα πλησίον της ΒΑ γωνίας του τεμάχους 19 στην κάτοψη Κορρέ), είναι προσιτό τμήμα του τοιχώματος του αρχαίου λατομείου. Είχα εντοπίσει το άνοιγμα το 1979, όμως ανέβαλλα την κάθοδο. Μάλιστα, στις 14/3/89 το κάλυψα με πέτρες (επειδή κάτι έκρυψα εκεί). Στις 5/2/04 είδα ότι κάποιοι το άνοιξαν και προφανώς κατέβηκαν στο μικρό χάσμα. Εγώ εδέησα να κατέβω μόλις στις 6/11/10!, και μόνο αφού προηγουμένως κατέβηκε ο Α.Π. που βρήκε σφηνιά, 3 μικρές δοκοθήκες και 2 ακόμη δέστρες. [προσθήκη - 1/2/15] Στις 13/4/14 ο Ορεσίβιος ανακάλυψε 2 ακόμη δέστρες, οπότε στο λατομείο της Σπηλιάς το σύνολο ανεβαίνει σε 11).

Πάλι δεν υπάρχει βεβαιότητα για τη χρονολόγηση, αφού το τοίχωμα μάλλον δεν είχε καταρρεύσει επί Βαυαρών (η δεξιά δέστρα έχει λαξευτεί σε προϋπάρχουσα δοκοθήκη, ενώ ούτε η σφηνιά μού φαίνεται αρχαία).

[προσθήκη] Στις 15/7/13, σε σημείο που είχα ερευνήσει πολλές φορές, βρήκα (τόσο κλασικό αυτό που καταντά βαρετή η επανάληψη) ακόμη μια δοκοθήκη (ίσως ήταν ένα δωράκι, αφού εκείνη την ημέρα συμπλήρωσα 3000 επισκέψεις). Η θέση της προκαλεί απορίες για τη χρήση της. Βρίσκεται στην είσοδο του λατομείου (βλ. εδώ, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 80-1, σχ. 12, βόρειο σημείο 2) σε τεμάχιο αποσπασμένου βράχου (είτε από φυσικά αίτια είτε από ανθρώπινη παρέμβαση, αφού υπάρχουν ίχνη φουρνέλων σε κοντινούς όγκους από τον 19ο αι.), που αν αποκατασταθεί στη θέση του, η δοκοθήκη βρίσκεται μόλις στο ύψος της σημερινής επιφάνειας του λιθόστρωτου.

Στο βάθος της δοκοθήκης υπάρχουν χαραγμένα επιπόλαια τα γράμματα S A, κάτι που προφανώς έγινε προτού αποσπαστεί το τεμάχιο.

ε) Ο Ιωάννου (Σπηλαιολογικοί θησαυροί, ΥΕΝΕΔ, 30/6/82, επανάληψη 8/6/91) [18] υποστήριξε πως ο μεσαίος σταυρός στο μαρμάρινο "παγκάκι" έξω από τα εκκλησάκια πρέπει να λαξεύτηκε επί Θεοδοσίου, γιατί όμοιος υπάρχει στο ιερό του Διονύσου (που είχε μετατραπεί σε χριστιανικό ναό).

Πάνω, η χριστιανική παρέμβαση στο Διόνυσο. Κάτω, η αντίστοιχη στη Σπηλιά. (Το μόνο βέβαιο είναι πως οι σταυροί δεν έχουν λαξευτεί από το ίδιο χέρι, άλλωστε οι της Σπηλιάς πρέπει να είναι μεταγενέστεροι).

Κατά τη γνώμη του ήταν μέλος αρχαίου ναού ή βωμού (όπως είπαμε, χρησιμοποιήθηκε ως υπέρθυρο στην πύλη του τείχους). Αν και αυτό είναι απλώς μια εικασία −ειδικά όσον αφορά το συγκεκριμένο μέλος− αφού οι 3 σταυροί είναι καθιερωμένο μοτίβο και θα σκαλίζονταν είτε το μαρμάρινο μέλος ήταν αρχαίο είτε όχι, υπάρχει και κάτι που συνηγορεί για την ύπαρξη βωμού. Ο βωμίσκος [19] (ή βάθρο;) που παρουσιάζει ο Μ. Κορρές (Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 88) έχει τελειωμένο κυμάτιο.

Το βέλος δείχνει το κυμάτιο. Όμοιο υπάρχει και στην απέναντι έδρα.

Λογικά, κατά ορισμένους από το χώρο της αρχαιολογίας, αυτό υποδεικνύει ότι προοριζόταν για επιτόπια χρήση, αφού δε θα διακινδύνευαν να σπάσει το κυμάτιο κατά τη μεταφορά.[20]

στ) Και κάτι που έχει περάσει μάλλον χωρίς να του αποδοθεί η πρέπουσα σημασία από τους ενασχολουμένους με τη Σπηλιά: ο Μπαλάνος κατά τη διήγησή του περί ενός περίεργου τούνελ (Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης, σ. 29-37, 60-62, 64-67), λέει:

 

«Στη μικροσκοπική του είσοδο φτάνει κανείς ανηφορίζοντας ένα βράχο όπου υπάρχουν σκαλισμένα μικρά σκαλοπάτια. Τα σκαλοπάτια αυτά έχουν τόσο φαγωθεί από το χρόνο που δε διακρίνονται σχεδόν καθόλου». (αυ. σ. 30)

 

Η ύπαρξη αυτών των σκαλοπατιών είναι σημαντική, αφού κανείς δε θα έμπαινε στον κόπο να τα σκάψει στο βράχο αν δεν οδηγούσαν σε κάτι χρήσιμο που δεχόταν συχνές επισκέψεις. Βέβαια, το πιθανότερο είναι πως είχαν να κάνουν με την εκμετάλλευση κάθε πηγής νερού. Όμως, ποιος ξέρει; Η μνεία του Μπαλάνου είναι η μοναδική που έχω υπόψη μου.

Δυστυχώς, η θέση τους παραμένει εντελώς απροσδιόριστη, δεδομένου πως ο κύριος όγκος της εκσκαφής 1977-79 έγινε στο βάθος της Σπηλιάς και δεν απέμεινε κανένα σημείο αναφοράς. Ευτυχώς, παραθέτει 3 φωτογραφίες των σκαλοπατιών (αυ. σ. 34), οπότε δεν υπάρχει αμφιβολία για την ακρίβεια της παρατήρησης. Η τεχνοτροπία τους δεν αποκαλύπτει τίποτε για τη χρονολόγησή τους, αφού και σήμερα αν κάποιος ήθελε να ανεβαίνει με ασφάλεια μια γλιστερή επιφάνεια βράχου θα τα έκανε ακριβώς όμοια. Η μόνη θέση στο βουνό που έχω βρει ανάλογα σκαλοπάτια βρίσκεται βορειοανατολικά της κορυφής του βουνού. Όμως εκεί εξυπηρετούσαν τις ανάγκες παλαιού λατομείου. Στο σημείο που οδηγούσαν υπάρχει επιγραφή από το 1908, επομένως τα σκαλοπάτια υπήρχαν τουλάχιστον από τότε. Το πιθανότερο είναι να λαξεύτηκαν στα τέλη του 19ου αι. όταν είχε δραστηριοποιηθεί στην περιοχή η αγγλική εταιρεία.

Αριστερά, από τη βάση προς την κορυφή των σκαλοπατιών και δεξιά το αντίθετο.

καλοπάτια έχουμε και στο κατέβασμα προς την είσοδο της σπηλιάς του Πάνα στην Πάρνηθα. Είναι περισσότερο προσεγμένα, επειδή η κλίση του βράχου είναι μεγάλη και οι υποδοχές χρησιμοποιούνται και ως πιασίματα).

Ό,τι άλλο (αν υπήρχε) καταστράφηκε λόγω της "εισβολής" ασκητών και περιηγητών (εν αντιθέσει με το άγνωστο μέχρι το 1952 Νυμφαίο [βλ. εδώ, σημ. 37]) ή αφαιρέθηκε. Αν, όπως είπαμε, η Σπηλιά χρησιμοποιήθηκε αρχικά για λατομείο (και στη συνέχεια ως χώρος ενδιαιτημάτων και εργαστηρίων), η πιθανότητα ύπαρξης ιερού (το πού ήταν αφιερωμένο είναι άλλο ζήτημα) παραμένει ισχυρότατη. Ειδικά στο χώρο της υπόγειας πηγής, που φρόντισαν να μην καταχώσουν παρά τις αλλεπάλληλες φάσεις απόθεσης λατύπης. Επομένως, περισσότερα στοιχεία για την αρχαία χρήση ίσως κρύβονται ακόμη κάτω απ' τη λατύπη που δεν αποκόμισε ο Σαραντόπουλος.

 

ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

 


[1] Πρόκειται για τον μοναδικό σωζόμενο λιθόστρωτο, ενώ όλοι οι άλλοι αρχαίοι δρόμοι έχουν αυλακώσεις στη βραχώδη επιφάνειά τους. Παρότι αναφέρεται πως «αναγνωρίζονται κατά θέσεις εντομές τροχών και το αρχαίον λιθόστρωτον» (Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 117), που είναι η μετάφραση του αποσπάσματος "Auch sind an einigen Stellen noch die Einbrüche der Räder und das alte Pflaster zu erkennen", (Anton von Prokesch-Osten, Denkwurdigkeiten und Erinnerungen aus dem Orient, Band 2, s. 426, 1836), διατηρώ επιφυλάξεις τουλάχιστον όσον αφορά το κατάστρωμά του. Σήμερα βλέπουμε την ανακατασκευή του που έγινε το 1836 (βλ. Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 102), όταν επαναλειτούργησε το λατομείο της Σπηλιάς, και το κατάστρωμα μάλλον ανήκει σ' αυτή την εποχή. 'Αλλωστε, το τελικό άνω τμήμα ενώ αρχικά κατευθύνεται προς τη Σπηλιά, μετά στρίβει αριστερά (~15 μοίρες δυτικά), προς τα εκεί δηλαδή όπου οι Βαυαροί είχαν δρόμο για το ταφροειδές λατομείο (βλ. και αυ. σ. 100-2).

Για να γίνουν ακόμη πιο περίπλοκα τα πράγματα, ιδού ίχνος διατρήματος πάνω σε πέτρα του λιθόστρωτου. Η διάμετρος των 34 χιλ. δηλώνει μακάπι αερόσφυρας, και παραπέμπει στο δεύτερο μισό του 20ού αι.!

Να σημειώσουμε ότι στην Πεντέλη σώζεται και άλλο ένα τμήμα λιθόστρωτου παράλληλο προς τη λεωφόρο Διονύσου, υποθέτω σε παλαιότερη χάραξη του δρόμου. (Μου το ανέφερε ο Α.Π. στις 27/11/08 και μου το έδειξε στις 20/3/10).

Στον πλέον γνωστό δρόμο λοιπόν, στην οδό καταγωγής 1, (βλ. τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ,  σχ. 20, ΚΑ1, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 92-3, και σ. 102) υπάρχουν σήμερα τμήματα λιθόστρωτου και τμήματα με αυλακώσεις (όπως και κατά την επίσκεψη του  Prokesch-Osten το 1825, με την προϋπόθεση να είδε τις εντομές τροχών και το λιθόστρωτο πάνω στον ίδιο δρόμο). Επομένως, είτε η μέθοδος καταγωγής ήταν σύνθετη είτε το λιθόστρωτο κατασκευάστηκε πάνω σε παλαιότερο δρόμο με αυλακώσεις.

Οι ορατές παράλληλες αυλακώσεις βρίσκονται μπροστά στο Λ14 (βλ. εδώ ΑΥΛ. 2), και αποτελούν την τρίτη προς νότο μετατόπιση του δρόμου (προφανώς το μικρό λατομείο δεν υπήρχε όταν χαράχτηκε η αρχική διαδρομή, οπότε τις επέβαλλε το διευρυνόμενο σκάμμα του),

και στο σημείο με τις 7 αλλεπάλληλες τετράγωνες οπές (βλ. εδώ ΑΥΛ. 5, επίσης Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 103, Σχ. 28, και [εδώ, σημ. 9]). Και στα δύο σημεία η απόσταση μεταξύ των αυλακώσεων είναι 1,40 μ.

Δύο απόψεις του ίδιου σημείου.

Όπως είναι φανερό, όπου υπάρχουν τέτοιες αυλακώσεις το φέρον μέσο δεν μπορεί να ήταν όπως το έλκηθρο που αναπαριστάνει ο Κορρές (βλ. Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 34) ή ο Ορλάνδος (βλ. Τα υλικά δομής των αρχαίων Ελλήνων, τεύχος 2, σ. 92), ούτε ως προς το ύψος ούτε ως προς το πλάτος, αφού η βόρεια αυλάκωση στο πρώτο σημείο και η νότια στο δεύτερο εφάπτονται με την τομή του βράχου εντός του οποίου σκάφτηκε ο δρόμος, οπότε κάθε όγκος μαρμάρου πλατύτερος του φορείου (όπως οι σπόνδυλοι και τα κιονόκρανα) δε θα χωρούσε να περάσει, και το ίδιο ισχύει για τα εγκάρσια των ολισθητήρων συνδετήρια ξύλα. Δεδομένου ότι και στα δύο τούτα σημεία του δρόμου το ύψος από τον πυθμένα της αυλακιάς ως την επιφάνεια του βράχου είναι ~70 εκ., για να περάσει π.χ. ο εγκαταλειμμένος σπόνδυλος με διάμετρο ~2,10 μ. έπρεπε να βρίσκεται πάνω από το ύψος αυτό.

Ακόμη, υπάρχουν δύο αυλακώσεις (βλ. βλ. εδώ ΑΥΛ. 4) που η μία είναι μετατόπιση της άλλης (απέχουν μεταξύ τους 1,05 μ.), δε φαίνεται δηλαδή καμία από τις σύστοιχές τους.

Από την προς τα άνω της Σπηλιάς συνέχεια της οδού καταγωγής σώζεται μόνο ένα μικρό ίχνος αυλάκωσης πάνω από τα τούνελ ΙΙΙ και ΙΙ (βλ. φωτο), και από ό,τι φαίνεται όχι στο μητρικό πέτρωμα αλλά σε κομμάτι μαρμάρου.

Όμως στο σχέδιο του Hallerstein υπάρχει κάτι περίεργο: η οδός καταγωγής 1 (το «λιθόστρωτο») χωρίς κανέναν προφανή λόγο στρέφεται δυτικά (σε υψόμετρο 632 μ.), κι αφού διαγράψει περίπου ημικύκλιο επιστρέφει ύστερα από 30 μέτρα στην αρχική της κατεύθυνση, παράκαμψη που αναπαράγει ο Κορρές  (εδώ χρωματισμένη με πράσινο).

Η οδός καταγωγής 1 χρωματισμένη με κίτρινο (λεπτομέρεια από το σχέδιο του Hallerstein).

Υποθέτω πως ο Hallerstein είδε όσα ίχνη του επέτρεπε η τότε βλάστηση και όσα δεν είχαν καλυφθεί με χώμα, συμπλήρωσε νοερά τα λοιπά, οπότε κατέληξε σ' αυτό το παράδοξο (για να μην πούμε παράλογο). Πρόσφατα όμως, μετά τις αλλεπάλληλες πυρκαγιές και το ξέπλυμα του εδάφους, φάνηκαν (το 2011) παράλληλες αυλακώσεις (μεταξύ τους απόσταση 1,40 μ.), και αποκαλύφθηκε πως ο δρόμος δεν επέστρεφε αλλά συνέχιζε (προς την κατεύθυνση που δείχνει το κόκκινο βέλος στην τελευταία φωτο) στη νότια πλευρά της λαγκαδιάς όπου τα μεγάλα λατομεία του 20ού αι. (των τριών Μοσχού και του Πολυχρονίου). Δεν ήταν κάποιος περιστασιακός δρόμος. Χρησιμοποιήθηκε τόσο, ώστε διακρίνονται τουλάχιστον δύο μετατοπίσεις (βλ. εδώ ΑΥΛ. 1).

Εδώ η μία από τις μετατοπίσεις, μόλις 26 εκ. προς βορρά. Υποθέτω ότι με τη διαρκή και μακρόχρονη χρήση η αριστερή αυλάκωση βάθυνε τόσο, ώστε η "κοιλιά" του φορείου έβρισκε στον μεταξύ των αυλακώσεων βράχο.

Έχουμε λοιπόν φορτία ερχόμενα από ψηλότερα κείμενα λατομεία να στρίβουν δυτικά στο προαναφερθέν σημείο. Γιατί; Προφανώς, επειδή από εκεί και κάτω δεν υπήρχε ακόμη η οδός καταγωγής 1. Ήταν οικονομικότερο να κοπεί δρόμος στο πρανές της λαγκαδιάς (όπου εξυπηρετούσε και σειρά λατομείων, τα Λ16, 17, 18, 19, αλλά και μη σημειούμενα όπως ένα στην περιοχή του λ5 και άλλο στο λ3 [βλ. εδώ, σημ. 69]) παρά να διανοιχθεί στη ράχη. Η χάραξη του λεγόμενου λιθόστρωτου από εκεί και κάτω πρέπει να έγινε αργότερα (ίσως όταν υπήρξε μεγάλη παραγωγή των ψηλότερων λατομείων και συνωστισμός φορτίων), με πολύ περισσότερη εκσκαφή εκατέρωθεν (το χαμηλότερο τμήμα του επί ~275 μ. είναι βυθισμένο), αλλά χωρίς κανένα γειτνιάζον λατομείο να απειλεί με μετατόπιση (γι' αυτό και διατηρήθηκε ως σήμερα), οπότε άξιζε ο κόπος.

Το ίδιο τμήμα της προηγούμενης φωτο από αντίθετη άποψη.

Όταν στις 10/1/94 είδα τις αυλακώσεις (βλ. εδώ ΑΥΛ. 2)  μέσα στο αρχαίο λατομείο Λ15 (βλ. τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ), και χωρίς να γνωρίζω τα προαναφερθέντα, υπέθεσα πως είχαν δημιουργηθεί από την έλξη των φορείων με βαρούλκο, ώστε να ανέβουν στο επίπεδο της οδού καταγωγής 1. Από ό,τι φαίνεται όμως ο δρόμος της λαγκαδιάς έφτανε μέχρι το Λ15 (αν όχι και μέχρι το Λ2).

Οι αυλακώσεις στο Λ15 (η μεταξύ τους απόσταση 1,40 μ.) σε δύο στιγμιότυπα.

Ίδιου τύπου αυλακώσεις (διατομή V με καμπύλο πυθμένα) υπάρχουν και στην οδό καταγωγής 2 (βλ. τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ,  σχ. 20, ΚΑ2, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 92-3, και σ. 102), όμως η μεταξύ τους απόσταση (στο εικονιζόμενο σημείο) μετρήθηκε σε 1,45 μ.

Η ύπαρξη αυτής της οδού δεν έχει δικαιολογηθεί ικανοποιητικά είτε ως απλή εναλλακτική διαδρομή τμήματος της οδού 1 είτε ως προγενέστερής της. Οι αυλακώσεις δεν έχουν μεγάλο βάθος, και κάποιες μετατοπίσεις μοιάζουν τυχαίες παρά αναγκαστικές, οπότε μάλλον εξυπηρετούσε λατομεία που βρίσκονταν χαμηλότερα από την οδό καταγωγής 1 (βλ. εδώ). Ενώ στην προς τα κάτω συνέχειά της εξυπηρετούσε μεν το Λ20 (βλ. εδώ), αλλά μετά, και παρά τη λόγω αλλεπάλληλων πυρκαγιών αποψίλωση της πλαγιάς, δεν έχω βρει κάποιο σαφές ίχνος της. Επίσης, δεν έχει βρεθεί καμία τετράγωνη τρύπα για το φρενάρισμα των φορτίων.

Όμως, τέτοιες αυλακώσεις εμφανίστηκαν και σε άλλους δρόμους, με κυριότερο αυτόν που σημειώνεται ως «νότιος κλάδος του νεότερου οδικού συστήματος» (βλ. τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ,  σχ. 20, αρ. 5, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 92-3, 102). Η νεότερη χάραξη ακολούθησε εκείνη της προγενέστερης οδού εκτός από ένα τμήμα στο μέσον περίπου της διαδρομής, το οποίο συμπεριελήφθη στην ιδιοκτησία Μουζάκη (το σημειώνω με κίτρινο χρώμα στο παραπάνω διάγραμμα). Τα σωζόμενα τμήματα με τις αυλακώσεις ήταν θαμμένα κάτω από το παχύ κατάστρωμα της διαπλατυσμένης αμαξιτής νεότερης οδού, που μετά το κλείσιμο των λατομείων στα τέλη του 1976 παρασύρθηκε σιγά-σιγά από τα νερά της βροχής. Το 1993 αποκαλύφθηκαν οι αυλακώσεις στα ψηλότερα σημεία, και το 1996 στα χαμηλότερα. Η απόσταση μεταξύ των αυλακώσεων κυμαίνεται αντίστοιχα από 1,39 ως 1,49 μ., πράγμα που θέτει ένα ερώτημα για το πώς ο άξονας "επιμηκυνόταν" (!) όσο μίκραινε το υψόμετρο. (Οι αποστάσεις μεταξύ των αμαξοτροχιών στους αρχαίους ελληνικούς δρόμους αναφέρονται μεταξύ 1,38 και 1,44 μ., χωρίς όμως να διευκρινίζεται η μετρούμενη διάσταση, βλ. R.J. Forbes, Studies in ancient technology, Vol. 2, p. 143. Να σημειώσω εδώ ότι προσπάθησα να μετρήσω την απόσταση ανάμεσα στα κέντρα των αυλακώσεων ως ασφαλέστερο συγκριτικό μέγεθος. Κι αυτό επειδή με τις κατά τόπους πλευρικές τριβές το εσωτερικό πλάτος των αυλακώσεων δεν είναι σταθερό, ενώ το εξωτερικό πλάτος οπωσδήποτε υπερβαίνει το πλάτος του ελκήθρου ή του κάρου. Με μια μετροταινία λοιπόν οι μετρήσεις μου δεν έχουν πολύ μεγάλη ακρίβεια, και είναι περισσότερο ενδεικτικοί μέσοι όροι).

 

Στην πρώτη φωτο, δύο μονήρεις αυλακώσεις στο ανώτερο τμήμα του δρόμου σε υψόμετρο ~570 μ. (Της δεξιάς υπάρχει και η παράλληλή της, όμως η χαμηλή βλάστηση −κυρίως σπάρτα− που προέκυψε μετά τις πυρκαγιές, δεν επιτρέπει τη φωτογράφησή της). Στη δεύτερη φωτο, αριστερά ό,τι διακρινόταν τον Φεβρουάριο 2015 σε υψόμετρο ~480 μ., και δεξιά το ίδιο σημείο 7 μήνες αργότερα. Κι αυτό επειδή από το 2003 σε διαδοχικά "προγράμματα συντήρησης δασικών δρόμων" αυτά τα ίχνη σκεπάζονται περιοδικά. Γιατί το μεγαλύτερο κάτω τμήμα του δρόμου ενώθηκε με δασικό δρόμο του 1986, οπότε λογίζεται δασικός (κι έκτοτε κάποιοι έχουν βαλθεί να τον μετατρέψουν σε περιφερειακή ασφαλτοστρωμένη οδό, παρότι βρίσκεται εντός του κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου − εδώ με πράσινο χρώμα κάτω αριστερά). Στην τρίτη φωτο, οι αυλακώσεις (όπου το βέλος) έχουν εξαφανιστεί προ ολίγων λεπτών, με το πρόσχημα της πυροπροστασίας στα μέσα Σεπτεμβρίου (!), δηλαδή σε δουλειά να βρισκόμαστε, το ένα χέρι νίβει το άλλο, κ.λπ.

Ουσιαστικά, έσπρωξαν στα πρανή τα συσσωρευμένα απορρίμματα (χώμα εκσκαφών, μπάζα κατεδαφίσεων, σαβούρα μαρμαράδικων, κ.λπ.), υλικά που κάποιοι από τους ίδιους (!) είχαν ρίξει εκεί, διευρύνοντας το δρόμο σε λεωφόρο, κι ανοίγοντας το κορεσμένο πεδίο για την υποδοχή νέου σκουπιδαριού.

Το πρώτο φορτίο της νέας εσοδείας δεν άργησε να έρθει (από τους ίδιους πάντα).

Ίδιου τύπου μονή αυλάκωση υπάρχει και ~800 ΝΔ της Σπηλιάς. Μάλλον ο δρόμος ερχόταν από τα προς νότο μικρά λατομεία μιας ράχης ΝΔ της Σπηλιάς (στα προς βορρά σώζεται και το ημικατεστραμμένο δοκάρι βάρους 8 τόνων, αριστερά στη φωτο).

Σπαζοκεφαλιά: αυτό που λείανε την αυλακιά πώς άφησε να εξέχει το σκληρότερο πέτρωμα; Αν οφείλεται στη διαφορετική αντίσταση στη διαλυτική ενέργεια του νερού, γιατί δεν εξέχουν τα άλλα σημεία του ίδιου πετρώματος που διακρίνονται στην αυλακιά; Η μήπως η φλέβα αναδύθηκε μεταγενέστερα; (!)

Ο άλλος τύπος αυλακώσεων στην Πεντέλη είναι εκείνων με ορθογώνια διατομή, επίπεδο πυθμένα και μεταξύ τους απόσταση 1,25 μ. Σε σύγκριση με τις αυλακώσεις 1,40 μ. σώζονται σε πολύ μεγαλύτερα μήκη, όπως στον Κοκκιναρά (τμήματα σχεδόν επί 800 μ.) και στους Ασωμάτους τουλάχιστον για 500 μ. Και για τους δύο αυτούς δρόμους υπάρχουν μαρτυρίες παλαιοτέρων που θυμούνται να χρησιμοποιούνται προπολεμικά από κάρα. (Για το δρόμο του Κοκκιναρά, όπου υπάρχει διάτρημα φουρνέλου σε κάποιο σημείο του που επιβεβαιώνει τις μαρτυρίες, διαβάστε Archaiomateriaux marbres et autres roches, Investigation of the greyish-blue marble of Pentelikon and Hymettus, H.R. Goette, Y. Maniatis and K. Polikreti, p. 83-89. Για το δρόμο των Ασωμάτων, όπου επίσης υπάρχουν διατρήματα φουρνέλων, διαβάστε Τα αρχαία λατομεία μαρμάρων στους 'Αγιους Ασώματους Πεντέλης, Μ. Μαρκουλής και Ε. Χιώτης, ΙΓΜΕ, που περιλαμβάνεται και στο Αρχαιομετρικές μελέτες για την Ελληνική Προϊστορία και Αρχαιότητα, 2001, σ. 567). Πάντως, στα σημερινά λατομεία και των δύο περιοχών δεν έχω βρει ίχνη λατόμησης με την αρχαία τεχνική.

Χαρακτηριστικό σημείο του δρόμου Κοκκιναρά. Μετά την καταστροφική "αναδάσωση" που υπέστη πολύ δύσκολα μπορεί να τον ακολουθήσει κανείς.

Αριστερά, ο δρόμος Ασωμάτων προς το τέλος του άνω τμήματός του. Ακολουθεί κλειστή αριστερή στροφή, μικρή ευθεία και κλειστή δεξιά στροφή. Δεξιά, λίγο μετά τη δεξιά στροφή, από όπου η συνέχεια υπέστη επίσης αναδάσωση.

Ένας ακόμη δρόμος με τέτοιες αυλακώσεις υπάρχει στο Βαθύρεμα (και συνεχίζει προς νεκροταφείο Μελισσίων), με το επιπρόσθετο στοιχείο να έχει σημεία με στήριξη (πεζούλα ξερολιθιάς), (βλ. Χρήστος Νικολόπουλος, Αρχαιολογία και Τέχνες, Ανακάλυψη αρχαίου δρόμου στην Πεντέλη, τεύχος 74, Μάρτιος 2000, σ. 117-8), κάτι που χαρακτηρίζει μεν τους δρόμους του 19ου αι. και των αρχών του 20ού, αλλά απαντάται και σε δρόμους των ρωμαϊκών λατομείων στη Νότια Εύβοια (βλ. Doris Vanhove, Roman Marble Quarries in Southern Euboea and the Associated Road Networks, p. 17, 18, 19, 20, 35), όπου παρότι έγιναν κάποιες εργασίες στα τέλη του 19ου αι., (κι εδώ η γνωστή μας από την Πεντέλη Marmor Ltd, βλ. Brough, Bennett H. (Bennett Hooper), Cantor lectures on the mining of non-metallic minerals, Lecture III, 1903, p. 26, και Stone; an illustrated magazine, Plenty of Pentelic Marble, v. 28, p. 126-7, 1908), η αρχαία χάραξη δεν αφήνει αμφιβολίες για την ανάγκη αναλημμάτων. Ούτε στα λατομεία αυτής της περιοχής (Βαθύρεμα) υπάρχουν αρχαίου τύπου ίχνη.

Ελαφρώς οφιοειδές σημείο του δρόμου λίγο πριν η περιοχή καεί (τον Αύγουστο 2007). Τώρα είναι σχεδόν αδιάβατος λόγω της φυσικής αναδάσωσης και των πεσμένων καμένων δέντρων.

Επίσης, σε τμήμα βυθισμένου δρόμου ~450 μ. δυτικά της Σπηλιάς, που σημειώνεται από τον Kaupert και αναπαράγεται από τον Κορρέ (εδώ βόρεια του λ33), φάνηκε μικρό μήκος παράλληλων αυλακώσεων (η μεταξύ τους απόσταση 1,25 μ.) συνοδευόμενο από εγγύτατη μετατόπιση. Ψηλότερα σ' αυτόν το δρόμο, δίπλα σε ερειπωμένο καλύβι μικρού λατομείου της νεότερης εποχής (βλ. Quarry Π25, S.H. Pike, Archaeological Geology and Geochemistry of Pentelic Marble, Mount Pentelikon, Attica, Greece, p. 51, − σ. 60 του pdf), υπάρχει τμήμα από τετράγωνη τρύπα. Ίσως χρησίμευε στην ακινητοποίηση του κάρου κατά τη φόρτωση ή για τη στερέωση κάποιας μηχανής.

Στο κέντρο το ζεύγος της κατά 30 εκ. μετατόπισης (οι σύστοιχές τους είναι δυσδιάκριτες στην πάνω δεξιά γωνία). Στην ένθετη η τετράγωνη τρύπα (δίπλα της υπάρχουν εκπαιδευτικές σφηνιές νεότερης εποχής κι επιγραφή με χρονολογία 1951).

Λίγα ίχνη τέτοιων μονών αυλακώσεων υπάρχουν και σε διάφορα σημεία πάνω από τα λατομεία Ράικου και Μαλτέζου, σε περιοχή με πολλά μικρά λατομεία της νεότερης εποχής, αλλά και σε δρόμο που κατευθύνεται από Πολιτεία προς συγκρότημα λατομείων στη ράχη Κοκκιναρά, περνώντας από πολλά μικρότερα λατομεία στη διαδρομή. Τα λατομεία και των τριών αυτών περιοχών λειτουργούσαν γύρω στο 1900.

Από αριστερά προς τα δεξιά, δείγματα από τις αντίστοιχες περιοχές.

Ο πρώτος λοιπόν τύπος αυλακώσεων (διατομή V, καμπύλος πυθμένας, βάθος μέχρι 25 εκ., απόσταση ~1,40 μ.) πρέπει να λογίζεται αρχαίος, εφόσον έτσι σχεδιάστηκε από τον Hallerstein λίγα χρόνια πριν από την επανάσταση του 1821. Ο επίπεδος πυθμένας των αυλακώσεων του δεύτερου τύπου (απόσταση 1,25 μ.) και το βάθος τους, που σε ορισμένα σημεία φτάνει το μισό μέτρο, παραπέμπουν σε κάρα (οι πίσω τροχοί των οποίων στις κατωφέρειες ακινητοποιούνταν με ένα σιδερένιο πέδιλο, το "παπούτσι", κι ήταν αυτό που ολίσθαινε πάνω στο βράχο).

Αριστερά, παράδειγμα του δεύτερου τύπου αυλακώσεων από τους Ασώματους (το ορθογώνιο της διατομής είναι υποτυπώδες ακόμη λόγω ρηχότητας). Δεξιά, ο πρώτος τύπος που ταυτίζεται με το σχέδιο του Hallerstein (πάνω ένθετη). Παρεμπιπτόντως, στον πυθμένα αυτής της αυλάκωσης υπάρχουν ίχνη από πλήγματα με πικούνι ή χοντρό βελόνι (κάτω ένθετη). Ανήκει στο δρόμο που οδηγούσε στη λαγκαδιά, ενώ η τετράγωνη οπή είναι μεταγενέστερη (ή προγενέστερη), οπότε δε χρησιμοποιήθηκε ταυτόχρονα με το συγκεκριμένο ζεύγος αυλακώσεων, ούτε με την κοντινότερη μετατόπισή τους.

Μην ξεχνάμε πως η μεταφορά μαρμάρων γινόταν με κάρα τουλάχιστον μέχρι το 1940, και οπωσδήποτε θα έχουν αφήσει κι αυτά τα ίχνη τους.

Για να πάρουμε μια ιδέα, βοϊδάμαξα με 6 ζευγάρια στην Καράρα (1913, καρτ ποστάλ).

Βέβαια, και όταν τα φορεία των αρχαίων έφταναν στους πρόποδες του βουνού, τα μάρμαρα μεταφορτώνονταν σε κάρα, οπότε ποιοι καρόδρομοι είναι αρχαίοι και επαναχρησιμοποιήθηκαν, και ποιοι όχι, δεν το ξέρω.

Πάντως, προς σύγκριση, στα ρωμαϊκά λατομεία της Νότιας Εύβοιας σύμφωνα με την D. Vanhove διακρίνονται 3 είδη αυλακώσεων: διατομή σε σχήμα V, σε σχήμα U (αμφότερες με καμπύλο πυθμένα) και σε σχήμα U με επίπεδο πυθμένα (βλ. Roman Marble Quarries in Southern Euboea and the Associated Road Networks, σ. 19).

Χαρακτηριστική φαρδιά αυλάκωση του τρίτου τύπου (δηλαδή δεύτερου πεντελικού) στο βουνό Κλιόσι (Στύρα).

Δυστυχώς (οπότε πρέπει να ξαναπάω), το 1989 δεν είχα μετρήσει τη μεταξύ τους απόσταση, και έχω μείνει με την εντύπωση ότι μάλλον προσέγγιζε στο 1,25 μ. Όμως, η Vanhove και οι συνεργάτες της μέτρησαν τις μεταξύ των αυλακώσεων αποστάσεις και βρήκαν τριών ειδών: στο Κλιόσι 1,40 μ. (βλ. αυ. σ. 35) και 1,60 μ. (βλ. αυ. σ. 17), και στο Πυργάρι 1,50 μ. (βλ. αυ. σ. 35) . Έτσι, σε συνδυασμό με τα 3 είδη διατομών, συμπέραναν ότι χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικές μέθοδοι μεταφοράς των μαρμάρων (βλ. αυ. σ. 35). Επίσης, έκριναν πως άλλες αυλακιές είναι λαξευμένες (έφεραν ίχνη από χοντρό βελόνι) (βλ. αυ. σ. 18, 21) κι άλλες απλώς είναι προϊόντα τριβών (βλ. αυ. σ. 33).

Ενώ στη Μάλτα (παγκόσμια πρωτεύουσα των αυλακώσεων) υπάρχουν δύο τύποι αυλακώσεων (διατομή V, καμπύλος πυθμένας - ορθογώνια διατομή, επίπεδος πυθμένας), όμως αμφότεροι έχουν απόσταση μεταξύ κέντρων 1,40 μ. Επίσης, παρατηρούνται αποκλίσεις από αυτό το στάνταρ με μίνιμουμ 1,32 και μάξιμουμ 1,47 μ. (βλ. http://www.ancient-wisdom.com/maltacartruts.htm).

Αυτά περί των οδών καταγωγής συνοπτικά. Περισσότερα τα ερωτήματα παρά οι απαντήσεις. Οπωσδήποτε, τα όσα συμπέρανα μπορεί να ανατραπούν κατόπιν ευφυέστερων ερμηνειών ή νέων ευρημάτων. Μόνο να προσθέσω ότι από το σημείο με τις 7 αλλεπάλληλες τετράγωνες οπές διακρίνεται  προς νότο του λιθόστρωτου δρόμος, παράλληλος και σε επαφή σχεδόν με αυτό αλλά σε ψηλότερο επίπεδο (ενώ στρέφεται νότια στο ύψος του σημείου όπου το λιθόστρωτο έχει κοπεί από τη λατόμηση). Αν συνυπήρξε με την οδό καταγωγής 1, μάλλον ήταν η οδός μετακίνησης ανθρώπων και υποζυγίων, ώστε να μην εμποδίζεται η καταγωγή των μαρμάρων.

Και λίγα ακόμη για το λόγο ύπαρξης του δρόμου με τις αυλακώσεις (βλ. τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ,  σχ. 20, αρ. 5, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 92-3, 102) που είδαμε να κατευθύνεται προς την περιοχή των σύγχρονων λατομείων Μαλκουτσή - Μπάνου (κάτω από το λατομείο της Σπηλιάς). Υποθέτω ότι για να μπουν στον κόπο να κατασκευάσουν οδό με μήκος γύρω στα 1000 μέτρα, το μη σωζόμενο αρχαίο λατομείο νότια της Σπηλιάς πρέπει να ήταν σημαντικής παραγωγής. Πάντως, παλαιά φωτογραφία (τέλη 19ου αι. - αρχές 20ού αι., σίγουρα πριν από 1905) πράγματι δείχνει στο σημείο αυτό μεγάλους σωρούς λατύπης.

Αριστερά, η παλαιά φωτο είναι τμήμα ταχυδρομικής κάρτας. Με το κίτρινο βέλος το λατομείο της Σπηλιάς, και με τα λευκά βέλη η λατύπη (δείτε κι άλλη παλαιά φωτο εδώ). Δεξιά, πρόσφατη επανάληψη.

Ακόμη κι αν οι άνω σωροί προέρχονται από το λατομείο της Σπηλιάς, οι χαμηλότερες λατύπες είναι από άλλο λατομείο.

Η ίδια περιοχή από άλλη γωνία, και κοντινότερη απόσταση. Η άνω φωτο είναι από τέλη δεκαετίας '50. Κάτω, βλέπουμε το πώς έχουν διαμορφωθεί τα μεγάλα λατομεία Μαλκουτσή - Μπάνου (λ12 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ) που ανοίχτηκαν στο επίμαχο σημείο (με τα βέλη, επίσης το λατομείο της Σπηλιάς).

Μαρτυρίες λατόμων που εργάστηκαν στο λατομείο Μπάνου  αναφέρουν ότι συχνά έβρισκαν στη λατύπη «κολονάκια».

Αριστερά, με την αρχαία τεχνική λατόμησης, έχει αφαιρεθεί όγκος. Είναι το μοναδικό τμήμα που σώζεται από αυτό το μη σημειούμενο λατομείο. Γύρω στα 100 μέτρα νοτιοδυτικότερα (δυτικό πέρας λατομείου Μαλκουτσή) υπάρχουν σε 2 επίπεδα επιφάνειες με παράλληλες οριζόντιες γραμμώσεις (δεξιά). Μάλιστα, αν οι εκτιμήσεις των αρχαιολόγων είναι ορθές (βλ. NATO - Advanced Science Institutes Series: Classical Marble: Geochemistry, Technology, Trade, Chapter 3: Quarries and the marble trade in antiquity, Marc Waelkens, Paul De Paepe and Luc Moens, p. 15-6), οι οριζόντιες γραμμώσεις είναι αρχαιότερες των γραμμώσεων στιλ "γιρλάντας" (εκείνες δηλαδή με περιοδικές αλλαγές κατεύθυνσης). Με τα βέλη σημειώνεται διερευνητική βελονιά. Τέτοιες υπάρχουν σε κάθε προσιτό τοίχωμα των αρχαίων λατομείων (αλλά συχνά και σ' εκείνα του 19ου αι.), και έγιναν από λατόμους της νεότερης εποχής που αναζητούσαν καλής ποιότητας μάρμαρο κάτω από τις διαβρωμένες (συνήθως μαυρισμένες) επιφάνειες. Ούτε αυτό το λατομείο σημειώνεται κάπου. Αν τα κατάλοιπα αυτά ανήκαν σε μικρά λατομεία, το υψόμετρο αμφοτέρων παραπέμπει στην οδό καταγωγής 2. Όμως αν τα σωζόμενα τμήματα ήταν στα ψηλότερα σημεία μεγάλων λατομείων, αυτά θα χρειάζονταν και χαμηλότερο δρόμο, και μεταξύ οδού καταγωγής 2 και του περί ου ο λόγος δεν υπήρξε άλλος αρχαίος δρόμος.

[2] Να παρατηρήσουμε όμως ότι σίγουρα θα υπήρχε κάποιο σύστημα κύλισης (π.χ. κατρακύλια στα σημεία με μικρή κλίση), αλλιώς με τόσο βάρος και τριβές θα ήταν αδύνατον να ολισθήσει το φορείο με τους όγκους πάνω στο λιθόστρωτο μόνο με τη βαρύτητα, και θα χρειαζόταν πρόσθετη ώθηση ή έλξη, πράγμα ασύμφορο.

Στις μεγάλες κατωφέρειες μπορεί να χρησιμοποιήθηκε κι εδώ η τεχνική Lizzatura των Ιταλικών λατομείων μαρμάρου, όπου το φορείο ολίσθαινε πάνω σε λίγα ξύλα που στρώνονταν εγκάρσια (σύστημα που δε χρειαζόταν καν δρόμους).

Στο όρος Αλτίσιμο το 1908.

Δείτε εδώ μια σύγχρονη επίδειξη στην Καράρα για το φιλοθεάμον κοινό: https://www.youtube.com/watch?v=zldEvfgrMRY.

Συνεπώς, είτε με κατρακύλια είτε με Lizzatura η επιφάνεια του λιθόστρωτου δεν υφίσταται εντοπισμένες τριβές, κι έτσι εξηγείται η έλλειψη ιχνών αυλακώσεων. Αντίθετα, σε λιθόστρωτο της Νότιας Εύβοιας υπάρχουν αυλακώσεις (βλ. Doris Vanhove, Roman Marble Quarries in Southern Euboea and the Associated Road Networks, σ. 17).

Ανάμεσα στα βέλη διακρίνεται (τρίτου τύπου) φαρδιά, ρηχή αυλάκωση με επίπεδο πυθμένα (βλ. Ben Russell, The economics of the Roman stone trade, Fig. 4.2, p. 102)

[3] Το υπέρθυρο της πύλης σώζεται ως παγκάκι στη ρίζα του τείχους.

Το υπέρθυρο φωτογραφισμένο με διαφορά 2,5 μηνών. Η αλλαγή στο χρωματισμό οφείλεται στο βάψιμό του (!) από κινηματογραφικό συνεργείο στις 30/3/06.

Πριν γίνει παγκάκι, σε φωτογραφία του Νίκου Τομπάζη διακρίνεται το πεσμένο υπέρθυρο πάνω στις πέτρες που ήταν σωρευμένες το 1952 στην είσοδο της Σπηλιάς.(βλ. Μουσείο Μπενάκη, Νικόλαος Τομπάζης (1894-1986). Ινδίες-Ελλάδα, http://www.benaki.gr/index.asp?id=1020105&lang=gr)

Σε υδατογραφία του 1836 (βλ. Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 117 ) διακρίνεται στην αρχική του θέση. (Φωτο της υδατογραφίας υπήρχε και σε αναρτημένο ταμπλό μέσα στον 'Αγιο Νικόλαο [βλ. εδώ, σημ. 9]).

 

 Το βέλος δείχνει το υπέρθυρο στην πύλη του τείχους.

[4] Για να μην τα ρίχνουμε όλα στους ιθαγενείς, επειδή πολλοί ξένοι έχουν και γεωλογικά ενδιαφέροντα, συχνά αποσπούν κομμάτια πετρωμάτων. Μάλιστα, κάποιοι Ιταλοί έσπασαν πιάσιμο στην αρχή της διαδρομής Αργώ, με αποτέλεσμα να δυσκολέψει κατά πολύ η κίνηση.

[5] Περισσότερο λοιπόν στον αρχαιολογικό χώρο πρέπει να αποδώσουμε τις πυκνότατες επισκέψεις αλλοδαπών παρά στο ενδιαφέρον του ξένου παράγοντα για τα όποια φαινόμενα ή τα έργα της Αεροπορίας.

«Στο μεταξύ το "τουριστικό" ενδιαφέρον των ξένων συνεχιζόταν αμείωτο. (...) Αξιοπερίεργη ήταν επίσης η μεγάλη πληθώρα αυτοκινήτων στην περιοχή που έφεραν γερμανικές πινακίδες». (Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης, σ. 152)

Από το πλήθος των ξένων πινακίδων που είδα έχω σημειώσει μόνο μια ντουζίνα (και 1 ΔΣ, 2 ΞΑ). Τελευταία όμως, οι ξένοι έρχονται με αυτοκίνητα που φέρουν ελληνικές πινακίδες (για ευνόητους λόγους). Μεταξύ των πιο μαζικών επισκέψεων αλλοδαπών (που έτυχε να παραβρεθώ, εννοείται) ήταν οι εξής: 7/12/89: 8 αγγλόφωνες. 3/5/93: 10 Γερμανοί. 28/4/94: 6 αλλοδαπές. 2/3/95: 8 αλλοδαπές. 16/11/95: 16 Σκανδιναβοί. 12/3/98: 9 αλλοδαπές. 5/3/07: 11 μάλλον γαλλόφωνες. 18/1/11: καμιά 15αριά Βέλγοι μαθητές. 6/3/14: 8 Αμερικάνοι φοιτητές με τον καθηγητή τους. 19/3/15: 20 Γερμανοί (κυρίως τρίτης −και βάλε− ηλικίας που ανέβηκαν με τα πόδια από τον αρχαίο δρόμο).

(Για πούλμαν με Αμερικανούς τουρίστες στη Σπηλιά στις 30/7/07, βλ. post Satyros 2/8/07,

http://www.esoterica.gr/forums/topic.asp?whichpage=6&ARCHIVEVIEW=&TOPIC_ID=8941)

[6] Ορισμένοι, μάλιστα, είναι τόσο κατατοπισμένοι που γνωρίζουν και ποιες συκιές στο βουνό κάνουν ωραία σύκα!

Αλλά κι εγώ δεν πάω πίσω. Σε μια αταβιστική παλινδρόμηση στο στάδιο του τροφοσυλλέκτη (πολεμώντας πάντα την αντίστασή μου, αφού δε θέλω να κάνω "δουλειές" στο βουνό αλλά μόνο να τριγυρίζω), εκτός από σύκα,  κούμαρα, βατόμουρα, χόρτα, σπαράγγια, μανιτάρια, αμύγδαλα, κουκουνάρια, κορόμηλα, μήλα, έχω δρέψει ακόμη και ντομάτες και καρπούζια! (τα δύο τελευταία μόνο το 1999, όταν είχαν φυτρώσει μετά τις εργασίες των ξυλοκόπων το προηγούμενο καλοκαίρι).

[7] Χαρακτηριστικό είναι ότι δε σώζονται πολλές αρχαίες επιγραφές ή άλλα σκαλίσματα, αφού μάλλον δεν είχαν το χρόνο ή τη διάθεση ύστερα από το μεροκάματο για κάτι τέτοιο. Μοναδικό ίχνος στο λατομείο της Σπηλιάς είναι το περίγραμμα ενός δεξιού πέλματος που χάραξε κάποιος αρχαίος λατόμος, και σώζεται κάτω από το ρελέ των διαδρομών Σι Φου, Duracel και Au revoir. Υπάρχει ακόμη και κάτι σαν επιγραφή, δεν ξέρω αν είναι της αυτής κατηγορίας ή είχε να κάνει με τη διαχείριση του λατομείου (όπως και κάτι σαν σήμα σε άλλη θέση [βλ. εδώ, σημ. 38]).

Πάνω, το πέλμα και η επιγραφή. Τα κάτω χαράγματα ανήκουν σε διαφορετικά αρχαία λατομεία. Το αριστερό έχει σαφή φαλλικό χαρακτήρα, ενώ το δεξιό ίσως προέρχεται από "χνάρι" που χρησιμοποιούσαν οι λατόμοι για να λαξεύουν κάποιο αρχιτεκτονικό μέλος. Το όλο χάραγμα φαίνεται στην επόμενη φωτο.

Είναι το ίδιο σχήμα σκαλισμένο συμμετρικά και με αντίθετη φορά. (Η παραμόρφωση των διαστάσεων οφείλεται στη γωνία φωτογράφησης, που είναι η μοναδική εφικτή από κοντά).

[προσθήκη] Στις 21/2/12 με τον Θανάση Ξανθόπουλο (http://spilaiologia.blogspot.gr/) φωτογραφίσαμε (από μακριά) το χάραγμα της προηγούμενης φωτο. Το ίδιο βράδυ μού έστειλε μήνυμα πως είχε διακρίνει πάνω αριστερά ένα χάραγμα που μοιάζει με στυλιζαρισμένο δέντρο. Κοίταξα και τη δική μου φωτο και, φυσικά, ήταν εκεί.

Από τους παλαιότερους αναφέρονται για το λατομείο της Σπηλιάς τα εξής:

«...είναι χαραγμένη η λέξη ΟΡΟC...» (...) «...και στο ίδιο κρημνώδες τοίχωμα είναι λαξευμένα μερικά πρόχειρα σχέδια ναών». (Edward Dodwell, A Classical and Topographical Tour through Greece: during the Years 1801, 1805 and 1806, vol. I, p. 500)

«...είναι ορατόν, δια χειρός αρχαίου εργάτου χαραχθέν, ναού αδρόν σχεδίασμα και σε πλειότερες θέσεις αναγιγνώσκεται η λέξις ΟΡΟΣ (σύνορον)...», L. Ross, Das Pentelikon bei Athen und seine Marmorbrüche, 1837 (Μ. Κορρές, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 118)

Τα αναφερόμενα σχέδια ναών προφανώς καταστράφηκαν, ίσως με την έλευση των Βαυαρών στο λατομείο. (Δείτε εδώ τα σχέδια των ναών του Dodwell).

Κι εδώ παρόμοιο χάραγμα αρχαίου ναού, με χρονολογία 1937, σε παλιό καλύβι λατόμων.

Όσο για την επιγραφή ΟΡΟC, ο Γ. Λαδάς διαφωνεί: «...αύτη σώζεται και σήμερον [1950], την εχάραξε προ της ελληνικής επαναστάσεως [ΘΕΟΔ]ΟΡΟC τις, όστις εχάραξε το όνομά του ανορθογράφως». (Η σπηλιά της Πεντέλης, σ. 144, σημ. 8)

[προσθήκη] Εσχάτως, βρέθηκε μια επιγραφή ΟΡΟC. Λεπτομέρειες προσεχώς.

[8] Βλ. Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 89-91.

Ποιος ξέρει όμως γιατί ο Dodwell έγραψε: «Στη βάση του μετώπου βλέπουμε μερικά φυσικά σπήλαια, τα οποία έχουν τροποποιηθεί τεχνητά: ένα από αυτά περιέχει τα ερείπια μιας εκκλησίας...» (Edward Dodwell, A Classical and Topographical Tour through Greece: during the Years 1801, 1805 and 1806, vol. I, p. 499).

[9] Πανομοιότυπο τυφλό σπήλαιο ικανού μεγέθους (ίσως και πάνω από το ένα τρίτο του μεγέθους της Σπηλιάς) ανακαλύφτηκε στα τέλη της δεκαετίας '60 κατά την πρόοδο των εργασιών στο υποκείμενο λατομείο του Μπάνου (λ12 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ). Παρουσίαζε τα τυπικά χαρακτηριστικά: τεράστιοι ογκόλιθοι καταπεσμένοι στο δάπεδο και θολωτή οροφή χωρίς σταλακτίτες. (Μην ψάξετε να το βρείτε· για να μη γίνει αντιληπτό και σταματήσουν οι εργασίες του λατομείου ώστε να εξερευνηθεί, κατάχωσαν το άνοιγμα σε λίγες ημέρες). Η πληροφορία είναι διασταυρωμένη και έγκυρη, αφού μου τη διηγήθηκαν χωρίς ασυμφωνίες δύο εργάτες (αυτόπτες μάρτυρες), ο ένας που δούλευε το 1982 στο τριβείο Μαρή κι ο άλλος (Θ.Τ.) το 2004. Αναφορά για το ίδιο σπήλαιο υπάρχει και εδώ από τρίτο λατόμο (Ntavelis666, 22/8/06):

http://www.esoterica.gr/forumS/topic.asp?whichpage=41&ARCHIVEVIEW=&TOPIC_ID=3522

[10] Να έχουμε υπόψη ότι πολύ μικρές διαφορές στις συνθήκες μετατρέπουν τη δράση του νερού από κυρίως διαλυτική σε σαφώς συγκολλητική. Παράδειγμα τα σε πολλά μέρη του βουνού (αλλά και της Σπηλιάς) τμήματα λατύπης που έχουν ήδη μεταβληθεί σε "λατυποπαγές" πέτρωμα.

[11] Αν κάποτε κάτω από τους πεσμένους όγκους της οροφής υπήρχε φυσικός οχετός που σχημάτιζε σπηλαιοβάραθρο μεγάλου βάθους, οπωσδήποτε δεν ήταν γνωστός τη σύγχρονη εποχή, και όσα περί του αντιθέτου είναι αστήρικτα.

[12] Βλ. Θανάση Ξανθόπουλου, Τα μυστηριώδη λημέρια - σπήλαια του Νταβέλη (Τρίτο Μάτι, τ. 102, Μάρτιος 2002, σ. 66, 67) όπου ο συγγραφέας παραθέτει φωτογραφίες από παρόμοιο τριγωνικό τούνελ σε σπήλαιο του Κιθαιρώνα και παρατηρεί την ομοιότητα μ' εκείνο της Σπηλιάς.

[13] Συμπτωματικά, εννοείται (μην αρχίσουμε πάλι τα γνωστά για δάκτυλο εχθρών της Ελλάδας και τα συναφή), οι άνθρωποι δεν είχαν ιδέα, ούτε και ενδιαφέρονταν.

[14] Αποπερατώθηκε μάλλον ενάμιση χρόνο μετά, όταν κάποιοι παρέκαμψαν από την πλευρά της ράμπας το βράχο που εμπόδιζε, αντί από δεξιά όπως γινόταν αρχικά (βλ. και Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης, υποσ. σ. 22).

 

Αριστερά, το αρχικό νέο πέρασμα. Δεξιά, το σημερινό.

[15] Παρόμοια κόγχη υπάρχει στη σπηλιά του Κύκλωπα Πολύφημου στη Μαρώνεια, κοντά στην Κομοτηνή (βλ.

http://users.ntua.gr/paneios/polifimos.htm), όπως και αρκετές στην περιοχή της Αρχαίας Αγοράς στην Αθήνα.

[16] Αυτή τη σημειώνει και ο Κορρές, βλ. Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 84-5, σχ. 14, οριζόντια τομή λατομείων Λ1 και Λ2, στην εσοχή 11.

[17] Το αρχαίο αυτό λατομείο δε σημειώνεται στο τοπογραφικό διάγραμμα του Κορρέ, και το σωζόμενο τοίχωμα ταυτίζεται με το δυτικό τμήμα του λ59.

[18] Σκεφτείτε: οι παραγωγοί εκμεταλλεύτηκαν το κενό μεταξύ των δύο κοινοπραξιών και όχι μόνο γύρισαν την εκπομπή, αλλά και την πρόβαλαν (μιλώντας για τα έργα και τις καταστροφές που αυτά είχαν επιφέρει) στο... στρατιωτικό κανάλι! (Ως άσκηση, καλώ τους πάσης φύσεως συνωμοσιολόγους να εντάξουν αυτό το γεγονός στις θεωρίες τους).

[19] Βρέθηκε το καλοκαίρι του 1990 (μεταξύ 20 και 27 Αυγούστου), όταν το εργοτάξιο των Δομικών Έργων, για να εγκαταστήσει παράπηγμα στο χείλος του λατομείου Μπάνου (λ12 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ), άνοιξε πρόσβαση τέμνοντας το σωρό της αρχαίας λατύπης.

Εκεί  βρέθηκε τότε και η «αρχαϊκού τύπου ένθρονη μορφή (μάλλον θεά)», και όχι το 1977 εντός του σπηλαίου, όπως αναφέρει ο Κορρές (Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 88), και επαναλαμβάνει ο Ζήσης (Τα Μυστήρια της Πεντέλης, σ. 26).

Αριστερά, τα δύο κομμάτια της σαρκοφάγου, που όντως βρέθηκαν μέσα στη Σπηλιά. Δεξιά, δύο όψεις της ένθρονης μορφής (από τη μέση και κάτω).

Μαζί με αυτά τα 2 ημίεργα (βωμίσκο και ένθρονη μορφή) ρίχτηκε στο πρανές της λατύπης προς το λιθόστρωτο βράχος με βέλος και επιγραφή «Προς 'Αγιους Ασώματους» που κατατόπιζε τους πεζοπόρους (αρχικά ο όγκος οριοθετούσε το δρόμο, ώστε τα οχήματα των λατόμων να μην ξεστρατίσουν προς τον γκρεμό του λατομείου Μπάνου, και είχε μετατοπιστεί και ανατραπεί στις 16/4/81 κατά τη διάνοιξη οδικής παράκαμψης (σημειώνεται εδώ με κίτρινο χρώμα) από τον Σαραντόπουλο).

[20] Όμως ο Μ. Κορρές απορρίπτει την εκδοχή αυτή, ως μη αναγκαία συνεπαγωγή.

 

ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ