Tο βρισίδι είναι κολλητικό

 

 

Το διαστημόπλοιο TTF8/DL4/XXR2;6, πιο γνωστό στον Πέμπτο Αστροστόλο σαν Χίλντα 6, πέρασε από την "Κατάσταση Τέσσερα" στην "Κατάσταση Ένα".

 

Όπως συμβαίνει πάντα σ' αυτές τις περιπτώσεις, το πλήρωμα δεν άργησε ν' ανακτήσει τη μνήμη του και σύντομα βρέθηκε σε πλήρη εγρήγορση. Το πρώτο πράγμα που έκαναν τα εννέα μέλη του ήταν να συμβουλευτούν την ατομική ιατρική συσκευή τους: Όλα ήταν εντάξει. Το δεύτερο πράγμα ήταν ν' αρχίσουν όλοι τους τα χασμουρητά και τα τεντώματα, προσπαθώντας ν' αποτινάξουν τη ζαμβλάκωση που ένιωθαν. Το χρονόμετρο του σκάφους τούς πληροφόρησε ότι είχαν περάσει εικοσιπεντέμισι Γήινα Εικοσιτετράωρα περίπου από την τελευταία φορά που άφησαν την "Κατάσταση Ένα". Ο Κυβερνήτης–Επόπτης άρχισε να δίνει κάποιες οδηγίες, τραυλίζοντας ελαφρά από το μούδιασμα που ένιωθε, χωρίς κανείς να τον προσέχει ιδιαίτερα. Από πίσω τους ακουγόταν ήδη το γλυκό γουργουρητό της καφετιέρας που, αυτόματα μετά τη μετάβαση στην "Κατάσταση Ένα", είχε αρχίσει να ετοιμάζει τους οκτώ καφέδες και το ένα τσάι που την είχαν προγραμματίσει να παρασκευάσει.

 

Οι ψυχολογικές επιδράσεις από την επιστροφή στην Κατάσταση Σύνδεσης, ή "Κατάσταση Ένα" όπως συνήθως αναφέρεται στην διαστημική ορολογία, είναι, όπως θα ξέρετε, ένα αίνιγμα καλυμμένο από μυριάδες "εξηγήσεις" που δεν εξηγούν τελικά τίποτα. Οι καταστάσεις Διάχυσης, κυρίως η "Τέσσερα", καταγράφονται εκ των υστέρων από την συνείδηση σαν μια εντύπωση κάποιας έντονης και μάλλον ευχάριστης δραστηριότητας που δεν μπορεί να προσδιορισθεί, κάτι σαν ξεθωριασμένο όνειρο που αφήνει απλά και μόνο μια αίσθηση και τίποτα παραπάνω. Εικάζεται πως, όσο βρίσκεται κανείς «εκεί», η συνείδηση είτε είναι εντελώς απούσα είτε δεν καταγράφει αναμνήσεις που να είναι διαθέσιμες όταν επανέρχεται σε Κατάσταση Σύνδεσης. Πολλοί από 'σας θα φέρατε ήδη στο μυαλό σας την ψυχοτρονική διαδικασία κοψίματος της συνήθειας του καπνίσματος – ή και άλλων πραγμάτων. Λοιπόν, ναι, κάπως έτσι νιώθει κανείς, με τη διάφορα πως ενώ στην ψυχοθεραπεία υπάρχουν ψευδοαναμνήσεις κάποιων αντικειμένων–συμβόλων, στη «μετάβαση» δεν υπάρχει τίποτε απολύτως να θυμάται, πέρα από μια αόριστη εντύπωση πως «ήταν κάπου» απασχολημένος με «κάτι σημαντικό» και συνάμα απροσδιόριστα ευχάριστο. Αυτό δικαιολογεί κι αυτή την χαρακτηριστική μικροαδυναμία να προσαρμοστεί κανείς άμεσα στο «εδώ και τώρα» και να απαλλαγεί από αυτή την χαρακτηριστική και κάπως ενοχλητική απώλεια προσανατολισμού που είναι ιδιαίτερα έντονη, ιδίως τις πρώτες στιγμές.

 

Τα μέλη του πληρώματος της Χίλντα ήταν βέβαια συνηθισμένα σε μεταβάσεις αυτού του τύπου, σε βαθμό που να αποτελούν πλέον ρουτίνα. Έτσι, όσο οι υπόλοιποι απολάμβαναν τον καφέ ή το τσάι τους, προσποιούμενοι πως εξέταζαν κάποιες ακαθόριστες συντεταγμένες, ο Κυβερνήτης–Επόπτης φόρεσε το κράνος Ολικής Πρόσβασης στον Κεντρικό Υπολογιστή και έμεινε έτσι αρκετή ώρα παίζοντας το πόδι του νευρικά. Αυτό βέβαια δεν σήμαινε απολύτως τίποτα μιας και όλοι ήξεραν πως ο Κυβερνήτης–Επόπτης ήταν μόνιμα νευρικός.

 

"Περίεργα πράγματα" μουρμούρισε τελικά. "Πολύ περίεργα", πρόσθεσε, παίζοντας στο χέρι του το πλαστικό κύπελο με τον κρύο πια καφέ. "Μα πότε πρόλαβε να κρυώσει..."

 

Από πίσω του είχε πλησιάσει ο Επιτετραμμένος–Της–Άμυνας. "Λοιπόν, τι έχουμε;", ρώτησε, προσπαθώντας ν' ακούγεται λίγο πιο βαρύς απ' το συνηθισμένο. Στην πραγματικότητα είχε ήδη τσεκάρει ότι ο Κεντρικός Υπολογιστής δεν είχε σημάνει κανένα από τα δεκάδες είδη συναγερμού που είχε στη διάθεση του, παρά μόνο την καθιερωμένη Κατάσταση Ετοιμότητος. Ο Κυβερνήτης–Επόπτης τον κοίταξε για λίγο αμίλητος, ίσως για να τον ψαρώσει. "Εντοπίστηκε ένα σκάφος με ατελή ταυτοποίηση" είπε τελικά. "Θα ετοιμάσω άλλο καφέ. Ετούτος δεν πίνεται."

 

Τα θαυμάσια όργανα του Χίλντα 6 έδειχναν σε μια ντουζίνα οθόνες και υπό διαφορετικές γωνίες ένα μάλλον μικρό διαστημόπλοιο, ούτε παλιό ούτε νέο, με παρωχημένου τύπου οπλισμό. Τα στοιχεία LL200/GX 8–N δεν έλεγαν τίποτε σε κανένα. Ο Κυβερνήτης–Πρέσβης έκοψε πρώτος τη σιωπή. "Προτείνω να επικοινωνήσουμε", είπε, και ο Κυβερνήτης–Επόπτης τον κοίταξε άγρια, αφού μόνο ο ίδιος νομιμοποιόταν να προτείνει τρόπους δράσης. Παρ' όλα αυτά έγνεψε καταφατικά, λοξοκοιτάζοντας τον Κυβερνήτη της Γέφυρας που βουτούσε κουλουράκια στον καφέ του. Αυτός ακούμπησε βιαστικά τον δίσκο με τον μισοπιωμένο καφέ και άρχισε την καθιερωμένη διαδικασία κλήσης προς το άγνωστο διαστημόπλοιο, με τους τέσσερις διαφορετικούς τρόπους που δεν άφηναν κανένα περιθώριο για δικαιολογίες μη λήψης. Κάποιες πλασματικές οθόνες υλοποιήθηκαν στον χώρο πάνω από την κονσόλα ελέγχου, ορατές από κάθε γωνία, και άρχισαν ν' αλλάζουν χρώματα ενώ ακούγονταν κάποιοι σιγανοί ηλεκτρονικοί ήχοι, πράγμα που σήμαινε πως όλα είχαν πάει καλά και οι κλήσεις είχαν ληφθεί. Και τότε άρχισαν τα προβλήματα.

 

Ο Κυβερνήτης της Γέφυρας απήγγειλε με το συνηθισμένο, πομπώδες ύφος του τον προσωπικό του αριθμό Κυβερνητικού Πρωτοκόλλου και τον Κωδικό Αποστολής της Χίλντα 6, καθώς και μια λίστα με τις αρμοδιότητες που τους παρείχε η Εντολή Αποστολής και η Διαστημική Υπηρεσία. Έπειτα, με ψυχρή ευγένεια, ζήτησε από το άγνωστο διαστημόπλοιο να κάνει το ίδιο.

 

Τους απάντησε μια μηχανική φωνή που εξήγησε ότι το σκάφος αποτελούσε νόμιμη ιδιοκτησία και ότι βρισκόταν σε εξερευνητική αποστολή για λογαριασμό του ιδιοκτήτη του. Το μήνυμα ήταν εμφανώς αυτόματο. Ταυτόχρονα μεταβίβασε μια σειρά από κωδικούς που βοήθησαν τον Κεντρικό Υπολογιστή του Χίλντα 6 να πιστοποιήσει την ακρίβεια των ισχυρισμών του LL200/GX 8–N. Όλα φαίνονταν εντάξει, ώσπου ο Κυβερνήτης–Πρέσβης ζήτησε από τον ξένο Κυβερνήτη να συστηθεί προσωπικά. Δεν έλαβε καμιά απάντηση. Επανέλαβε το μήνυμα, πιο αργά και κάπως πιο στεγνά. Το επανέλαβε τρίτη φορά, και πάλι χωρίς να πάρει απάντηση, μέσα στη σιωπή που είχε σιγά–σιγά απλωθεί στο Χίλντα 6, καθώς κι οι υπόλοιποι άρχισαν να αντιλαμβάνονται αυτή την, τόσο χαρακτηριστική, αίσθηση επικείμενων μπελάδων.

 

Είχαν μαζευτεί όλοι μπροστά στο σύστημα οθονών της Γέφυρας και παρακολουθούσαν με περισσότερη τώρα προσοχή το μικρό, καμπύλο σκαρί που λαμπύριζε μπροστά τους με φόντο το μαύρο διάστημα. Φαινόταν ακίνητο αλλά, αν κοίταζε κανείς προσεκτικά, βάζοντας σημάδι κάποιο από τα άστρα κοντά στο περίγραμμα του, θα έβλεπε πως εκτελούσε μια αργή κίνηση γύρω από τη Χίλντα 6 χωρίς να απομακρύνεται ή να πλησιάζει περισσότερο από ένα μικρό κλάσμα της μεταξύ τους απόστασης, σα να χόρευε μαζί της ένα αργό, κυκλικό χορό. Και δεν υπήρχε καμία ανησυχία να διακοπεί ξαφνικά ο χορός αυτός, τουλάχιστον από το άγνωστο διαστημόπλοιο: όπως κάθε κυβερνητικό σκάφος, έτσι και η Χίλντα 6 διέθετε ένα μηχανισμό που μπορούσε να μπλοκάρει απόλυτα τους μηχανισμούς αλλαγής Κατάστασης κάθε άλλου σκάφους, εκτός αν αυτό ήταν Κυβερνητικό με μεγαλύτερο Κωδικό Διαβάθμισης ή αν επρόκειτο για κάποιο πειρατικό, φτιαγμένο εξ ολοκλήρου ή μεταποιημένο στα παράνομα εργοστάσια που διέθεταν ορισμένοι Πλανήτες. Στην συγκεκριμένη περίπτωση όμως σίγουρα δεν επρόκειτο για πειρατικό. Οι κωδικοί του ήταν απόλυτα νόμιμοι και σύμφωνοι με τα μαγνητοφωνημένα στοιχεία που τους είχαν δοθεί. Άλλωστε ο Κεντρικός Υπολογιστής του σκάφους τους είχε ήδη κάνει χρήση του μηχανισμού αυτού και είχε ανασύρει το άλλο από την «Κατάσταση 4» σε Στάση.

 

Αυτή τη φορά ο Κυβερνήτης–Επόπτης πρόλαβε τον Κυβερνήτη–Πρέσβη.

 

"Είμαι ο Επόπτης του TTF8/XXR2;6", είπε, "και απαιτώ, σύμφωνα με τον Κώδικα, άμεση συμμόρφωση..." Δεν ολοκλήρωσε όμως την φράση του μιας και, αναπάντεχα, μια άγνωστη, επιβλητική φωνή, αντήχησε στο σύστημα επικοινωνίας:

 

"Άει στον αγύριστο, μαλάκα."

 

Η φράση αυτή, ειπωμένη σε κοινή γλώσσα που δεν πρόδιδε θυμό, σαν μια απλή, ακριβής δήλωση, όπως λες σε κάποιον ότι είναι τρεις παρά εικοσιπέντε ή ότι το κρέας είναι κάπως ωμό, λειτούργησε σαν ένα δυνατό σοκ για το πλήρωμα του Πολεμικού που, σημειωτέον, δεν είχε ακόμη προσαρμοστεί εντελώς στην κατάσταση πλήρους εγρήγορσης. Μην πιστεύοντας στ' αυτιά τους απέμειναν να κοιτάζουν ο ένας τον άλλο αποσβολωμένοι.

 

Ήταν όλοι τους παιδιά μιας εποχής και μιας κουλτούρας που αποθάρρυνε κάθε απροκάλυπτη, ωμή έκφραση των συναισθημάτων. Θα μπορούσες ν' ακούσεις να λέει κάποιος: "κάνατε καλή δουλειά, Κύριε" ή, ας πούμε, "δεν θα συμφωνήσω απόλυτα" αλλά πολύ σπάνια κάτι εμφατικότερο. Ας μην ξεχνάμε ότι επρόκειτο για πολίτες Άλφα, μία κατηγορία που, αρχικά, περιλάμβανε ένα μάλλον μικρό ποσοστό αλλά, και ιδίως σε ορισμένους Κόσμους, είχε φτάσει πια να χαρακτηρίζει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού τους. Ακόμα και οι υπόλοιποι σπανιότατα έπεφταν κάτω από την κατηγορία Βήτα, και όλα τα παιδιά έβαζαν τα δυνατά τους να αναγορευτούν σε αυτάρεσκους πολίτες Άλφα. Αυτό ήταν το πρότυπο: μορφωμένοι σπεσιαλίστες με κυβερνητικά διαβατήρια, "υπεύθυνες" θέσεις και χοντρούς λογαριασμούς· Άλφα, που σπάνια ύψωναν τον τόνο της φωνής τους, που καλλιεργούσαν εκκεντρικότητες και παραπονιόνταν διαρκώς πως οι αποστολές που τους φόρτωναν δεν τους άφηναν πολύ χρόνο ν' ασχοληθούν με τα χόμπι τους. Σε Κοινωνίες ευμάρειας το Χρήμα είχε πάψει σταδιακά να θεωρείται πρωταρχική άξια και είχε παραχωρήσει την πρωτοκαθεδρία στο μπλαζέ ύφος και το κύρος που ενέπνεε ο τίτλος του "Κυβερνητικού", όπως αποκαλούνταν συλλήβδην οι διοικητικοί της "Συνομοσπονδίας Της Γης" ή και του "Στελέχους" των τεράστιων πολυπλανητικών Εταιρειών, που σχεδίαζαν το μέλλον του Ανθρώπου.

 

Και εδώ επρόκειτο, όχι μόνο για Ανθρώπους της Συνομοσπονδίας, αλλά για το πλήρωμα ενός ολοκαίνουργιου Καταδρομικού–Αναγνωριστικού με διαβάθμιση TTF.

 

Στη Γέφυρα απλώθηκε μια μακρά, αμήχανη σιωπή, που διακόπηκε μόνο από τον Κυβερνήτη–Πρέσβη που, παίρνοντας ξανά την πρωτοβουλία, κατάφερε να ρωτήσει, αυτή τη φορά χωρίς να ενοχληθεί ο Κυβερνήτης–Επόπτης: "Παρακαλώ, Κύριε, μπορείτε να επαναλάβετε". Κι απάντηση δεν πήρε.

 

Χρειάστηκε να ρωτήσει άλλες τρεις φορές για να καταδεχτεί ο μυστηριώδης συνομιλητής τους να απαντήσει: "Άντε πνίξου ρε γελοίε." Αυτό είπε, αργά και καθαρά, αγνοώντας εντελώς το πρωτόκολλο επικοινωνίας μεταξύ διαστημόπλοιων.

 

Επιτέλους, ο Κυβερνήτης–Επόπτης βγήκε από την αδράνεια του. Συνειδητοποίησε ξαφνικά δύο πράγματα που τον γέμισαν συγκρατημένο θυμό: Πρώτον, κινδύνευε να χάσει το επιβάλλον του, τόσο στον αυθάδη που τολμούσε να τους απευθύνεται κατ' αυτό τον τρόπο όσο και στο ίδιο του το πλήρωμα. Δεύτερον, ο καφές του είχε και πάλι κρυώσει.

 

"Κύριοι", είπε με φωνή όλο υπονοούμενο, "έχουμε σύσκεψη". Και, πνίγοντας μέσα του έναν αναστεναγμό, πήγε να φτιάξει έναν ακόμα καφέ.

 

Η σύσκεψή δεν κράτησε πολύ. Έχοντας ανακτήσει την αυτοπεποίθηση του και κρατώντας έναν ολοκαίνουργιο, αχνιστό καφέ, ο Κυβερνήτης–Επόπτης μίλησε με σίγουρη, άνετη φωνή: "Κύριοι, αν α υ τ ό ς", και έκανε μια κίνηση με το δάχτυλο σα να του έβγαζε το μάτι, "δεν παραδώσει το σκάφος του στον έλεγχο μας και δε τσα–κι–στεί" κι έκανε μια χειρονομία σα να πατούσε το κόκκινο κουμπί που πυροδοτούσε κάποιο τρομερό όπλο, "να έλθει εδώ, θα του δείξω εγώ."

 

Ήταν ταραγμένος, αλλά όχι τόσο πολύ ώστε να μη συνειδητοποιήσει ότι αυτό το λογύδριο δεν είχε καμιά θέση σε μια σύσκεψη πολεμικού. Προσπάθησε να αυτοκυριαρχηθεί και τα κατάφερε αρκετά, λέγοντας στον εαυτό του πως είχε απλώς να κάνει με έναν τρελό, που κάποιος ηλίθιος του είχε χορηγήσει άδεια διαστρικού ταξιδιού. Νιώθοντας τώρα πιο ήρεμος, ρώτησε τους υπόλοιπους αν είχαν να πουν κάτι. Άρχισαν να μιλούν όλοι μαζί χωρίς να λένε τίποτα το συγκεκριμένο, όταν, εντελώς αναπάντεχα, ο Κεντρικός Υπολογιστής σήμανε συναγερμό. Όχι κάποιον συναγερμό άμεσης ανάγκης αλλά κάποιον που υποδήλωνε πιθανό κίνδυνο. Όλοι πετάχτηκαν στις θέσεις τους, ενώ ο Κυβερνήτης–Επόπτης φόρεσε το κράνος ολικής σύνδεσης και έμεινε έτσι για λίγο χωρίς να πάψει στιγμή να παίζει νευρικά το πόδι του.

 

Τελικά έβγαλε το κράνος με αργές κινήσεις. Το πλήρωμα μαζεύτηκε γύρω του. Δεν είχαν ανακαλύψει τίποτα να απειλεί τη Χίλντα 6 ή τους ίδιους και περίμεναν με ανυπομονησία ν' ακούσουν τι είχε να τους πει ο Κυβερνήτης–Επόπτης. Αυτός τους μίλησε με σιγανή, κουρασμένη φωνή, έχοντας για μία ακόμα φορά ξεχάσει τον καφέ του: Το άγνωστο διαστημόπλοιο τούς είχε πλησιάσει αργά, ύπουλα, κινούμενο με τα τζετ προσέγγισης. Τι σημασία είχε; Μα, η μεταξύ τους απόσταση είχε μικρύνει αρκετά ώστε να μπορεί τώρα να τους χτυπήσει με ένα όπλο τύπου Ιτσούμου–Ρίτσαρσον που διέθετε...

 

"Χα" κάγχασε ο Επιτετραμμένος της Άμυνας, "αυτό το έλεγξα ήδη. Άλλωστε, τώρα που το σκέφτομαι, το βεληνεκές του όπλου του είναι πολύ μεγάλο. Αν το ήθελε, θα μπορούσε να μας έχει ρίξει ήδη απ' την αρχή, αν και με μια ασάφεια στην σκόπευση. Όχι ότι και πάλι θα μας έκανε καμιά σοβαρή ζημιά, δηλαδή. Οι άμυνες μας τον ξεπερνούν αρκετά. Κι εμείς μπορούμε να τον διαλύσουμε αμέσως." Παρ' όλη όμως τη σιγουριά που ήθελε να εκφράσει, καταλάβαινε ότι τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι τόσο απλά, και αυτό εξηγούσε και το ειρωνικό βλέμμα του Κυβερνήτη–Επόπτη. Έτσι, όταν διαπίστωσε πως ο Κυβερνήτης–Επόπτης είχε κι άλλα να πει, τον παρακάλεσε να συνεχίσει νιώθοντας κάπως ανόητος.

 

"Όπως έλεγα λοιπόν, είναι σε θέση τώρα να μας πλήξει, αν όχι με καταστροφικά, σίγουρα πάντως με σοβαρά αποτελέσματα. Εμείς από την άλλη", κι εδώ κάρφωσε τον Προϊστάμενο Ασφαλείας με μια περιφρονητική ματιά όλο σημασία, "δεν μπορούμε να του κάνουμε απολύτως τίποτα. Και εξηγούμαι: Το σκάφος του διαθέτει κινητήρα τύπου Υποατομικής Διαμόρφωσης. Θα τον θυμάστε απ' τη Σχολή. Ο Κεντρικός Υπολογιστής με ενημέρωσε πως, τώρα πια, έχει καταστεί μάλλον ασυνήθιστο μοντέλο, αφού η παραγωγή αυτού του τύπου κινητήρα έχει εγκαταλειφθεί οριστικά. Το σημαντικό είναι πως αν για οποιοδήποτε λόγο καταστραφεί ο πυρήνας του εν ώρα λειτουργίας, εκπέμπει μια ιδιότυπη ακτινοβολία, νομίζω Τραλ..., Ταρλκ..."

 

"Τάρλακον Έμπτεν", τον διέκοψε θριαμβευτικά η Επιστημονική Σύμβουλος, αλλά ο Κυβερνήτης–Επόπτης τής έριξε ένα τόσο φαρμακερό βλέμμα που λούφαξε αμέσως.

 

"... που θα ιονίσει τον κινητήρα οποιουδήποτε σκάφους του δικού μας τύπου βρίσκεται σε ορισμένη απόσταση, οδηγώντας, κατά πάσα πιθανότητα, σε έκρηξη," συνέχισε αγνοώντας επιδεικτικά μια απόπειρα διακοπής από την Επιστημονικό Σύμβουλο, "θα καταστρέψει εντελώς κάμποσα ακόμα συστήματα, ενώ θα είναι και άμεσα θανατηφόρος για 'μας. Μέχρι πριν λίγο, η μεταξύ μας απόσταση ήταν μεγαλύτερη από την ασφαλή, τώρα όμως είναι μικρότερη. Ο Κεντρικός Υπολογιστής προσπάθησε να αυξήσει εκ νέου την απόσταση ανάμεσα μας αλλά ο άλλος μας ακολουθεί. Απ' ότι φαίνεται, το είχε σχεδιάσει έτσι από την αρχή. Τι κάνουμε τώρα;"

 

Έκαναν μία ακόμα σύσκεψη. Αυτή τη φορά έβαλαν όλοι τα δυνατά τους, καθώς τα γρανάζια του μυαλού τους είχαν αρχίσει επιτέλους να κινούνται σε πιο γρήγορους ρυθμούς. Ο Κυβερνήτης–Επόπτης έφτιαξε έναν ακόμα καφέ, που τον ήπιε αμέσως μονορούφι. Χρειάστηκε μάλιστα να αγνοήσει μερικές αγριεμένες ματιές, μιας και τα αποθέματα του αστρόπλοιου σε καφέ δεν ήταν δα και τόσο μεγάλα. Όλοι είχαν κάτι να πουν. Μερικές απόψεις τεθήκαν μόνο και μόνο για να καλυφθεί το θέμα σφαιρικά, αν και ήταν προφανές πως ήταν ανεφάρμοστες. Προτάθηκε να ξαναπεράσουν στην "Κατάσταση 4" και να προσεγγιστεί το ξένο διαστημόπλοιο εκ νέου και από απόσταση ασφαλείας. Αυτό κρίθηκε αμέσως ανέφικτο για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί η διαδικασία μετάβασης κρατούσε μερικά κρίσιμα δευτερόλεπτα κατά την διάρκεια των οποίων το σκάφος τους θα έμενε εντελώς εκτεθειμένο, χωρίς ασπίδα. Δεύτερον, γιατί αναγκαστικά θα έπρεπε να ελευθερώσουν το άλλο διαστημόπλοιο από την δέσμευση που το εμπόδιζε ν' αλλάξει και το ίδιο Κατάσταση, δίνοντας του έτσι τη δυνατότητα να κάνει μερικές μανούβρες και να περάσει κι αυτό στην "Κατάσταση 4", εξαλείφοντας πρακτικά τις πιθανότητες να ξαναεντοπιστεί. Η πρόταση εκ μέρους της Επιστημονικής Συμβούλου να απομακρυνθούν αμέσως με συμβατική κίνηση είχε ως αποτέλεσμα μερικά ειρωνικά χαμόγελα: Όχι μόνο θα παρέμεναν ευάλωτοι αλλά και, όπως τους πληροφόρησε ο Κυβερνήτης–Επόπτης, που στα φοιτητικά του χρόνια ήταν μεγάλος σπασίκλας, σε συμβατική κίνηση το σκάφος τους ήταν πιο αργό από το άλλο. Και πάλι η Επιστημονική Σύμβουλος, απτόητη από τα ειρωνικά βλέμματα, πρότεινε να επικοινωνήσουν με την Βάση του Τομέα, στέλνοντας τον φορέα μηνυμάτων με "Κίνηση 2", και να ζητήσουν ενισχύσεις. Σε πολύ λίγο χρόνο το μέρος θα γέμιζε από σκάφη της Συνομοσπονδίας και τότε θα βλέπαμε τι θα έκανε ο αυθάδης αντίπαλος τους. Αυτή ήταν μια ανοησία πρώτου μεγέθους που, σίγουρα, μόνο η Επιστημονική Σύμβουλος θα μπορούσε να συλλάβει, σκέφτηκε ο Κυβερνήτης–Πρέσβης. Της υπέδειξε ότι, ναι μεν θα ερχόταν βοήθεια αλλά αυτό σήμαινε πως θα τους έβρισκαν όλους εκεί, ένα Καταδρομικό τελευταίας γενιάς, με πλήρη σύνθεση από εκπαιδευμένους Αξιωματικούς του Στόλου και πλήρη οπλισμό, να παίζουν το κρυφτούλι μ' ένα παλιό σκαρί, αν βέβαια δεν δέχονταν ωστόσο επίθεση. Κι αυτό δεν θα ήταν και τόσο καλό για την καριέρα τους. Καθόλου, μα καθόλου καλό, όταν ένα κοτζάμ TTF αναγκάζεται να καλέσει μια ντουζίνα πολεμικά να το σώσουν από έναν τρελό με ένα παλιό διαστημόπλοιο, λίγο πιο μεγάλο από διαστημο–γιωτ. Και τι θα τους έλεγαν αν αποδεικνυόταν απλώς ένας καθ' όλα νόμιμος εκκεντρικός;

 

Έτσι, αφού ακούστηκαν μερικές ακόμα ανεφάρμοστες ιδέες, έγινε αντιληπτό ότι μάλλον δεν τους έμενε καμία κίνηση. Αναγκαστικά, και η καρδιά του Κυβερνήτη–Επόπτη ήξερε πόσο αναγκαστικά, έπρεπε να καταφύγουν σε διαπραγματεύσεις. Το είχαν σχεδόν αποφασίσει όταν σήμανε και πάλι συναγερμός, επείγων συναγερμός. Ο Κεντρικός Υπολογιστής τούς πληροφόρησε πως η απόσταση μεταξύ των δυο αστρόπλοιων είχε μειωθεί κι άλλο, και σε λίγο θα ξεπερνούσε το ελάχιστο βεληνεκές των οπλικών τους συστημάτων. Τότε, δεν θα μπορούσαν να πλήξουν καθόλου το αντίπαλο σκάφος. Υπήρχε η παρηγοριά πως ούτε κι αυτός θα μπορούσε να ρίξει, μιας κι απόσταση θα ήταν μικρότερη κι απ' το δικό του ελάχιστο βεληνεκές. Η παρηγοριά αυτή ήταν όμως μικρή γιατί είχαν γίνει ορατά κάτι ύποπτα ανοίγματα που πιθανόν υποδήλωναν ύπαρξη εκτοξευτών βλημάτων μαγνητικής ώσης. Αν διέθετε τέτοια βλήματα, μπορούσε να τους πλήξει από οποιαδήποτε απόσταση. Τώρα ο Κεντρικός Υπολογιστής, έχοντας πάρει την πρωτοβουλία, κινούσε το σκάφος με πλήρη συμβατική ταχύτητα, το άλλο όμως, διαθέτοντας ταχύτερη συμβατική κίνηση, τους πλησίαζε σταθερά. Αυτή ήταν η κατάσταση. Δυστυχώς.

 

Ο Κυβερνήτης–Πρέσβης κάλεσε και ξανακάλεσε τον ξένο Κυβερνήτη ώσπου η φωνή του άλλου ξανακούστηκε, επιβλητική και ατάραχη: "Σκάσε! Λοιπόν, για να μη λέμε πολλά λόγια, ακούστε πως έχει το πράγμα: Έχετε μία ώρα ακριβώς να ξεκουμπιστείτε, πανηλίθιοι. Μετά θ' αφήσω την οργή μου να ξεσπάσει." Και διέκοψε την επικοινωνία...

 

"Ενδιαφέρουσα περίπτωση. Μας πετάει το γάντι." Όλων τα βλέμματα στράφηκαν στον Σύμβουλο της Υγείας, που, μέχρι στιγμής, είχε αποφύγει να λάβει μέρος στα τεκταινόμενα. Ήταν γνωστό πως είχε κάνει κάποιες μεταπτυχιακές εργασίες σε θέματα ψυχογνωσίας και ψυχικής υγιεινής, αν και ήταν άγνωστο το κατά πόσο είχε φωτιστεί κι ο ίδιος στο παραμικρό. Το γεγονός πως καταπιανόταν με παρόμοια θέματα εξηγούσε ίσως και τον αντιπαθητικό και προβληματικό του χαρακτήρα. Σπάνια έκανε κάτι χρήσιμο, μιας και οι θαυμάσιες τεχνολογίες του Υπολογιστή Υγείας και των συνδεδεμένων μ' αυτόν οργάνων, συν τις άψογες συνθήκες που τους προσέφερε η "Χίλντα τους", έκαναν την παρουσία του στο σκάφος κομμάτι περιττή. Όχι μόνο αυτό, αλλά είχε και την τάση να μπερδεύεται στα πόδια τους συνεχώς, υποβάλλοντας τους σε ενοχλητικές και άχρηστες εξετάσεις. Έτσι, ήταν πολύ συνηθισμένο να περιφέρεται σιωπηλός ανάμεσα στα μέλη του πληρώματος, που προσπαθούσαν να κάνουν τη δουλειά τους, κρατώντας διάφορους ανιχνευτές, και μετά να καταναλώνει ώρες και ώρες μπροστά στον παμπάλαιο υπολογιστή του, που είχε επανειλημμένα αρνηθεί να του τον αντικαταστήσουν, χωρίς να δώσει καμιά εξήγηση. Το μυστήριο είχε λυθεί όταν, σε κάποια επιθεώρηση ρουτίνας, αποκαλύφθηκε ότι τόσο οι ανιχνευτές όσο και ο υπολογιστής του περιείχαν διάφορα προ πολλού εξαφανισμένα ηλεκτρονικά παιχνίδια, απ' αυτά που θα θεωρούνταν χαζά ακόμα και από δεκαπεντάχρονους. Όλοι είχαν χαμογελάσει διαβάζοντας στην αναφορά για το "Ο διαστημικός Νίντζα", το "Γδύσε τη Σούζυ" ή, αν είναι δυνατόν, το "Επίθεση στη σοφίτα". Η εμφάνιση του φαινόταν να συμβαδίζει απόλυτα με τον προβληματικό χαρακτήρα του. Ήταν ψηλός, ξερακιανός και απροσδιόριστης ηλικίας, κάπου ανάμεσα στα τριάντα και τα πενήντα. Το πιο χαρακτηριστικό του γνώρισμα όμως ήταν μια δυσανάλογα μεγάλη μύτη, όλο καμπύλες, που θα προκαλούσαν απόγνωση σε κάθε ικανό τοπολόγο που θα τολμούσε να τις αναλύσει. Όλο το πλήρωμα υποπτευόταν ότι ήταν βαλμένος από τη Διοίκηση του Αστροστόλου για να τους παρακολουθεί με τα μυστηριώδη μαραφέτια του. Επίσης, πως κατανάλωνε τεράστιες ποσότητες καφέ, όταν οι άλλοι δεν κοιτούσαν, και πως ήταν η κυρία αιτία που μονίμως ξεμένανε. Πάντως, χάρη στην βιοφυσική και ψυχοτρονική του εκπαίδευση, καθώς και τις μελέτες του πάνω στην "Ψυχολογία του περιορισμένου περιβάλλοντος", είχε βοηθήσει πολύ σ' όλες τις περιπτώσεις που οι δυνατότητες του διαστημόπλοιου τους και οι διοικητικές ικανότητες του πληρώματος είχαν φανεί ανεπαρκείς, δηλαδή ποτέ μέχρι τώρα.

 

Τον κοίταξαν με ανάμικτα συναισθήματα. Μέσα στην απελπισία τους ήταν πρόθυμοι να δεχτούν την πιθανότητα πως αυτός ο μισοπαρανοϊκός, ο "γιατρός" τους, όπως τον αποκαλούσαν πίσω απ' την πλάτη του, μπορούσε να έχει σκεφτεί κάτι που διέφευγε από τα φυσιολογικά μυαλά τους. Ακριβώς σαν τον άγνωστο ψυχοπαθή αντίπαλο τους που κατόρθωνε μέχρι στιγμής να τους γελοιοποιεί. Έτσι, τον άφησαν να συνεχίσει.

 

"Νομίζω πάντως ότι δεν πρόκειται για τρελό. Θα έλεγα πως έχουμε μάλλον με εκκεντρικού τύπου προσωπικότητα που δεν έχει πρόθεση να μας βλάψει."

 

"Νομίζεις, είπες;" προσπάθησε να τον ψαρώσει ο Κυβερνήτης–Επόπτης.

 

"Ναι, αυτό ακριβώς είπα.", απάντησε, κοιτώντας τον εξεταστικά. "Γιατί ρωτάτε; Μήπως νιώθετε ένα βούισμα στ' αυτιά, μια εξασθένηση της ακοής;" Ναι, ήταν πολύ γνωστό πως ο "γιατρός" τους, όπως και οι περισσότεροι βλαμμένοι άλλωστε, δεν ψάρωνε έτσι εύκολα. Ο Κυβερνήτης–Επόπτης ένιωθε τέτοια ανημποριά που δεν του απάντησε. Ήταν άλλωστε ορατός ο κίνδυνος να τον υποβάλλει σε καμιά αναγκαστική εξέταση ακοής, όπως είχε μάλιστα κάθε δικαίωμα να πράξει, σαν Σύμβουλος Υγείας που ήταν. Έτσι, το συμβούλιο συνεχίστηκε, με ομιλητή το μόνο μέλος του πληρώματος που κανείς τους δεν μπορούσε να θυμηθεί έστω και μια φορά που να τους έχει χρησιμεύσει σε κάτι.

 

"Είπες ότι μας πετάει το γάντι. Τι εννοείς, ότι παίζει μαζί μας; Ένα τόσο επικίνδυνο παιχνίδι; Πώς, νομίζεις, είναι τόσο σίγουρος για τον εαυτό του;" Οι κάμερες που αποτύπωναν κάθε σκηνή, κάθε στιγμή, και από μια ντουζίνα διαφορετικές γωνίες οτιδήποτε συνέβαινε στο Χίλντα 4, κατέγραψαν ένα σωρό ειρωνικά μειδιάματα στα πρόσωπα του πληρώματος και ένα σωρό διακριτικά ειρωνικές γκριμάτσες καθώς ο Προϊστάμενος Ασφαλείας απηύθυνε αυτά τα αδυσώπητα ερωτήματα στον Σύμβουλο Υγείας τους, με ύφος μπαμπά που ρωτάει το γιό του αν ένα κιλό βαμβάκι ζυγίζει πιο πολύ από ένα κιλό σίδερο. Όμως κάτι δεν πήγαινε καλά: Ο "γιατρός" χαμογελούσε πιο πλατεία και πιο ειρωνικά απ' όλους. Χαμογελούσε σαρδόνια.

 

"Εσύ να μου πεις" αντιρώτησε, με ύφος παιδιού που ξέρει πως η μαμά έχει κρύψει στο βαμβάκι ένα σωρό χιλιάρικα, και έμεινε έτσι για λίγο απευθύνοντας σ' ολόκληρο το πλήρωμα μια σιωπηλή πρόκληση. Και τότε, ο Κυβερνήτης–Επόπτης σηκώθηκε αργά από το κάθισμα του, κοιτάζοντας διαπεραστικά τον Σύμβουλο Υγείας. Στηρίχτηκε από το τραπέζι και με τα δυο του χεριά, εξακολουθώντας να τον κοιτάζει σα χαμένος, και έμεινε έτσι για κάμποσα δευτερόλεπτα, έχοντας στο μυαλό του την ίδια τρομερή σκέψη που είχε περάσει και από τον Σύμβουλο Υγείας. Τελικά μίλησε με μια φωνή που φανέρωνε δέος από την ξαφνική αποκάλυψη κάποιας κρυμμένης απειλής: "Θέλεις να πεις ότι είναι πιθανόν... σ' εκείνο το σκάφος...", κι απέμεινε έτσι με γουρλωμένα μάτια να κοιτάζει τα πολύχρωμα φωτάκια που έπαιζαν στην κονσόλα. Ένας–ένας και οι υπόλοιποι κόλλησαν. Τα "Τι είναι; Τι συμβαίνει;" και "Πέστε μου κι εμένα, ρε παιδιά...", διαδέχτηκαν τα "Α", τα "Ω" και τα "Μη μου πεις...". Τελικά, όλοι συνέλαβαν αυτό που, όπως θα έπρεπε, πρώτος είχε συλλάβει ο Κυβερνήτης–Επόπτης τους. Η Επιστημονική Σύμβουλος, φανερά σοκαρισμένη, μίλησε για λογαριασμό όλων: "Νομίζω ότι την έχουμε άσχημα. Εκεί μέσα πρέπει να υπάρχει Τεχνητή Ευφυΐα."

 

Η λέξη–ταμπού είχε ειπωθεί, φέρνοντας συνειρμούς από τις πιο σκοτεινές φήμες που κυκλοφορούσαν στις οκτώ άκρες του Γαλαξία και περιέβαλλαν ένα από τα πιο καλοφυλαγμένα μυστικά της εποχής τους. Τίποτα δεν ήταν γνωστό με σιγουριά, όμως όλοι κάτι είχαν ακούσει γι' αυτή την εφεύρεση που κανένας δεν είχε δει και που επίσημα χείλη είχαν κατ' επανάληψη αρνηθεί. Λεγόταν πως είναι πέρα για πέρα αλάθητη, πως η ανθρώπινη ψυχολογία δεν είναι γι' αυτή τίποτα περισσότερο από ένα σύνολο γνωστών μεταβλητών που μπορούσε να χειριστεί με μεγάλη ακρίβεια, πως αποτελούνταν από ειδικά ανεπτυγμένο νευρονικό ιστό αλλά και εξαιρετικά εξελιγμένα ραδιενεργά μικρό–πολυκυκλώματα μαζί με κάποια μετακρυσταλλικά μέρη σαν κύριο συνδετικό υλικό, καθώς και αλλά πολλά. Πάντως, όλες οι ιστορίες συνέκλιναν στο ότι είχαν χρησιμοποιηθεί φοβερά εξελιγμένες και άγνωστες τεχνολογίες, και πως το αποτέλεσμα ήταν κάτι το τρομακτικό.

 

"Πρέπει να καλέσουμε αμέσως βοήθεια", είπε ο Κυβερνήτης Γέφυρας, έχοντας χάσει την ψυχραιμία του. "Έχει δίκιο η Επιστημονική Σύμβουλος. Και πρέπει να κάνουμε γρήγορα." Μα οι άλλοι δεν είχαν εντελώς πειστεί. Ξανάρχισαν πάλι να αντιδικούν για το κατά πόσο ήταν πιθανό αυτό το κακό συναπάντημα που τους κυνηγούσε να έχει όντως κάτι που, στο κάτω–κάτω, δεν είχε επιβεβαιωθεί ακόμα η ύπαρξη του πουθενά στον Γαλαξία. Να ήταν τόσο άτυχοι και να είχαν πέσει στην περίπτωση; "Μάλλον ναι", υποστήριξε με θέρμη ο Κυβερνήτης–Πρέσβης. "Αντιμετωπίζουμε ένα διαστημόπλοιο με τεχνολογία ηλικίας τουλάχιστον εβδομήντα χρονών. Κυβερνήτης του δηλώνεται κάποιος ιδιώτης χωρίς κάτι ξεχωριστό στον φάκελο του. Εξοπλισμός σκάφους; Πολύ μέτριος. Ειδικές ικανότητες; Ανύπαρκτες. Τον σταματάμε, τον γυρνάμε σε Στάση, και αυτός τι κάνει; Προσπαθεί να μας ξεγελάσει; Ούτε κατά διάνοια. Να μας ξεφύγει; Όχι, μας παίρνει στο κυνήγι! Και εμείς προσπαθούμε να του ξεφύγουμε! Άκου πράγματα! Και ξέρετε κάτι; Να δείτε πως δεν θα του ξεφύγουμε τελικά. Θα μας πιάσει! Αυτά ένα μόνο πράγμα μπορεί να σημαίνουν: πως διαθέτει κάτι, έναν κρυφό Άσσο, που του επιτρέπει να φέρεται έτσι. Κι αυτός ο Άσσος δεν είναι κάποιο απλό τεχνολογικό μαραφέτι. Ορίστε! Μας έχει στριμώξει άγρια χωρίς να χρησιμοποιήσει κάποια εξελιγμένη τεχνολογία, απλά και μόνο κάνοντας τις σωστές κινήσεις. Και δε δείχνει να φοβάται το παραμικρό. Φτάνει μέχρι το σημείο να μας προειδοποιεί! Για μένα τουλάχιστον, αυτό που τον καθοδηγεί δεν μπορεί να είναι τίποτα λιγότερο από Τεχνητή Ευφυΐα.", κατέληξε.

 

Αλλά η κατάχρηση θαυμαστικών του Κυβερνήτη–Πρέσβη είχε εκνευρίσει τους υπόλοιπους. Τον λόγο πήρε η Επόπτης–Μηχανικός, μια κοκέτα που σπανίως είχε κάτι να προτείνει αλλά με τη μόνιμη συνήθεια να προσπαθεί να γελοιοποιήσει τις απόψεις των άλλων. "Και τι προτείνετε, αγαπητέ; Να καλέσουμε αμέσως βοήθεια; Κι αν έρθουν να τους πούμε, τι; Ξέρετε, μας πήρε στο κυνήγι ένας τρελός κι εμείς φοβηθήκαμε πως μπορεί να διαθέτει Τεχνητή Ευφυΐα; Κι αυτοί θα μας ρωτήσουν από πού συμπεράναμε πως ένα συνηθισμένο σαραβαλάκι μπορεί να διαθέτει κάτι που, επίσημα, απλά δεν υπάρχει. Μπορώ να φανταστώ τον Άστραρχο να μας εξηγεί πως δεν χρειάζεται δα καμιά Τεχνητή Ευφυΐα για να μας φέρει τα πάνω κάτω, αφού τα καταφέρνουμε θαυμάσια μόνοι μας. Όχι, όχι... Κατά τη γνώμη μου, πρέπει να διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας. Ας κάνουμε κάποιον ελιγμό ή ας περιμένουμε απλά να δούμε τι θα κάνει. Όσο τρελός κι αν είναι, δεν μπορεί να μην καταλαβαίνει πως αν μας επιτεθεί θ' ανοίξουμε πυρ, αδιαφορώντας για τις συνέπειες..." Κοίταξε γύρω της για ενδείξεις συμφωνίας, μα συνάντησε μόνο επικριτικά βλέμματα. Όλοι πάνω στην Χίλντα θεωρούσαν την Επόπτη–Μηχανικό μιαν ανέραστη νάρκισσο. Έτσι, στράφηκε προς τον συνήθη Αποδιοπομπαίο Τράγο του πληρώματος: "Εσείς, έχετε καμία σοβαρή ιδέα για το πως θα μπορούσαμε να δώσουμε ένα τέλος σε τούτη την κρίση, Σύμβουλε της Υγείας;"

 

Το τελευταίο ειπώθηκε με αρκετή δόση, όχι και τόσο συγκεκαλυμμένης ειρωνείας, προς τον αδιόρθωτο "γιατρό" που, όλη αυτή την ώρα, δεν είχε πάψει να χαμογελάει ενοχλητικά, σαν μυθικός Μανδαρίνος που παρατηρεί τους ανθρώπους γύρω του με συγκατάβαση, από τα ύψη της σοφίας του... Και, πριν προλάβει να απαντήσει, τον λόγο πήρε ο Κυβερνήτης–Επόπτης. Είχε κι αυτός παρατηρήσει το εκνευριστικό μειδίαμα που φαινόταν να έχει κολλήσει στη φάτσα του Συμβούλου Υγείας και αποφάσισε να βάλει στην θέση του τον κομπλεξικό. Ετοιμάστηκε να τον πετάξει στο κρατητήριο του σκάφους για ανάρμοστη συμπεριφορά σε ώρα κρίσης και να του σκαρώσει μια αναφορά που θα τον ξαπόστελνε μια και καλή από την Υπηρεσία Διαστήματος, αλλά μετά θυμήθηκε έναν κανονισμό που εξασφάλιζε σε απολυμένους Σύμβουλους Υγείας ισόβια σύνταξη, ενώ παράλληλα θα μπορούσε θαυμάσια να εργασθεί σε κάποιον Πλανήτη ή και σε κάποιο εμπορικό διαστημόπλοιο, μιας και, έπρεπε να το παραδεχτεί αυτό, ο φάκελος του ήταν άψογος. Και, βέβαια, η κατάσταση που βρισκόταν δεν ήταν πρόσφορη για τόσο ριζικές ενέργειες. Έτσι, αποφάσισε να αρκεστεί στην κατσάδα.

 

"Κάποιος ιδιαίτερος λόγος να είστε χαρούμενος;" ρώτησε παγερά, και ετοιμάστηκε για μερικά κοσμητικά επίθετα απ' αυτά που σπάνια ακούγονται σε συμβούλια αξιωματικών πολεμικών σκαφών. Ο γιατρός όμως τον έκοψε για μια ακόμα φορά. Σηκώθηκε απότομα, ξεφύσησε, έδιωξε το ενοχλητικό ύφος του παντογνώστη και το άλλαξε με μια έκφραση έντονου προβληματισμού. Άρχισε να βηματίζει πάνω–κάτω, έπειτα σταμάτησε απότομα και, αφού τους κοίταξε όλους έναν προς ένα, μίλησε επιτέλους με σοβαρό τόνο, όπως θα ταίριαζε σε έναν ανώτερο Αξιωματικό, έστω και του Υγειονομικού...

 

"Κατ' αρχάς, ας συνοψίσουμε την κατάσταση, εντάξει; Το Πρόγραμμα της Υπηρεσίας Ελέγχου που διαθέτει το σκάφος μας, και του οποίου τις παραμέτρους δεν γνωρίζουμε επαρκώς, έκρινε, όταν εντόπισε το ξένο διαστημόπλοιο, πως έπρεπε να μας επαναφέρει σε Στάση, δεσμεύοντας και τον άλλο, αλλά χωρίς να μας προειδοποιήσει για κατάσταση αυξημένης επικινδυνότητας. Όταν τελείωσε κανονικά η αναγνώριση θεωρήσαμε αυτονόητο πως το μόνο που είχαμε να κάνουμε, με ένα καθ' όλα νόμιμο σκάφος, ήταν να ζητήσουμε μια τυπική συνάντηση με τον μυστηριώδη κυβερνήτη, έτσι, για να δικαιολογήσουμε το όλο συμβάν. Εγώ τουλάχιστον, δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα μπορούσαμε να του δημιουργήσουμε προβλήματα, ακόμη κι αν είχε κάτι να κρύψει."

 

Εδώ τον διέκοψε ο Επιτετραμμένος της Άμυνας. "Θα μπορούσε", είπε, "να πρόκειται για πλαστοπροσωπία. Γιατί όχι; Έτσι, όταν είδε πως δεν είμαστε διατεθειμένοι να τον αφήσουμε να φύγει αποφάσισε..." και έκανε μια κίνηση που υποδήλωνε "να το παίξει τρελός."

 

Το πλήρωμα παρακολουθούσε σιωπηλά τη συζήτηση. Καταλάβαιναν ότι, παρ' όλη την σπαστική άρνηση του να λειτουργήσει σαν σοβαρό μέλος ενός ανιχνευτικού–πολεμικού σκάφους της Ομοσπονδίας του Ανθρώπου, ο παράξενος σύντροφος τους είχε πιάσει κάτι από αυτή την παράξενη υπόθεση, κάτι που σ' αυτούς διέφευγε, ίσως γιατί οι ίδιοι ήταν πολύ λογικοί. Ίσως και να την έλυνε... Έτσι, δεν μίλησε κανείς τους. Και ο γιατρός συνέχισε.

 

"Ναι, να είναι παράνομος" μουρμούρισε, σα να σκεφτόταν φωναχτά. "Μπα... Μπα!" συνέχισε, σα να είχε βάλει τελικά σε τάξη τις σκέψεις του. "Απλά, δεν ταιριάζει. Κατ' αρχήν το σκάφος του έχει πολύ καιρό να «πιάσει» σε κυρία Βάση και ποτέ δε δηλώθηκε σαν κλεμμένο ή παράνομο. Άλλωστε πρόκειται για παλιό και μάλλον φθηνό σκαρί. Και να κυκλοφορεί στον Τομέα μας, έναν από τους πλέον πολυσύχναστους; Έπειτα, τι θα πάθαινε δηλαδή ο κυβερνήτης του αν πεταγόταν λιγάκι ως εδώ, μεταμφιεσμένος στην ανάγκη; "Ξέρω, ξέρω", βιάστηκε να προσθέσει καθώς κάποιοι ετοιμάστηκαν να τον διακόψουν, "θα μου πείτε πως ο Κεντρικός Υπολογιστής και τα υποσυστήματα του θα αναγνώριζαν την τυχόν μεταμφίεση, αν μας κουβαλιόταν εδώ. Δε νομίζω. Όλοι ξέρουμε πως υπάρχουν γενετικές μετατροπές υπερύψηλης τεχνολογίας, σωστά έργα τέχνης, που ακόμα και το πλέον εξελιγμένο πρόγραμμα αδυνατεί να τις εντοπίσει. Όλοι έχουμε ενημερωθεί γι' αυτό, σωστά; Και αν έχει τόσο καλή συγκάλυψη ώστε το σκάφος του να είναι νόμιμα δηλωμένο, δεν θα πρόκειται για κανένα μικροπαράνομο. Αν τώρα ανήκει στη Μαφία, τότε σίγουρα δεν είναι για τα δόντια μας, δε νομίζετε; Η Χίλντα είναι πολεμικό και δε διατηρεί φακέλους ατόμων υπό «υψηλή» παρακολούθηση. Αν ήταν τέτοιος, δε θα είχε τίποτα να φοβηθεί από εμάς, και θα το ήξερε. Και ποτέ δε θα μας απειλούσε μ' αυτόν τον τρόπο. Τώρα, ακόμα κι αν μας καταστρέψει, το «Μαύρο Κουτί» της Χίλντα θα περάσει στην Κατάσταση 4 ακαριαία, θα συλλεχθεί από κάποια Βάση μας και το σκάφος του θα γίνει το νούμερο ένα καταζητούμενο σκάφος στον Γαλαξία. Να μην τα ξέρει άραγε ολ' αυτά; Και, τελικά, ο Κεντρικός Υπολογιστής έχει ήδη αναλύσει την φωνή του και δεν την έχει συνδέσει με κανένα γνωστό παράνομο. Αν δεν είναι φακελωμένος, δεν θα είχε λόγο για πλαστοπροσωπία, έτσι δεν είναι;"

 

Έκανε μια μικρή παύση και κοίταξε τα πρόσωπα των ακροατών του. "Καμία διάθεση για διακοπή", σκέφτηκε. "Ωραία! Πάμε παρακάτω."

 

"Η γνώμη μου είναι", συνέχισε, "ότι οι λόγοι αυτής της ανεκδιήγητης, πρωτοφανούς θα έλεγα, συμπεριφοράς δεν μπορεί να είναι συμβατικοί. Θα μπορούσε, αν ήθελε, να είναι νομότυπος, συνεπώς συμπεραίνω πως κάτι θέλει από μας." Τους ξανακοίταξε όλους: Ησυχία και προσήλωση. Ωραία! "Πράγματι, αυτή η Τεχνητή Ευφυΐα, ό,τι κι αν είναι, ίσως αποτελεί μια εξήγηση. Παρ' όλες τις επίσημες διαψεύσεις, έχουν ακουστεί τόσα πολλά γι' αυτό το θέμα που, πιστεύω, πρέπει να την συμπεριλάβουμε στις πιθανές εξηγήσεις." Έριξε πάλι μια ματιά, αυτή τη φορά στην κύρια οθόνη της Γέφυρας, που αιωρούταν δίπλα του. Τα λεπτά περνούσαν, η διορία που τους είχε δώσει ο τρελός τελείωνε, και η απόσταση ανάμεσα στα δυο αστρόπλοια μίκραινε. Συνέχισε λίγο πιο αγχωμένος: "Βεβαία, σε καμία περίπτωσή δεν είναι η μοναδική εξήγηση. Εγώ τουλάχιστον, βλέπω δύο ακόμα πιθανότητες." Όλοι κρέμονταν από τα χείλη του, όμως αυτός συνέχισε ατάραχος, κρύβοντας καλά την ικανοποίηση του. Κοτζάμ μεγαλοπιασμένοι αξιωματικοί, φορτωμένοι με βαρύγδουπους τίτλους, και να περιμένουν από αυτόν, τον «τελευταίο τροχό» της Χίλντα, να τους βγάλει από τη δύσκολη θέση! Ωραία, πολύ ωραία... Άρχισε να τη βρίσκει.

 

"Σας πέρασε καθόλου από το νου ότι τα «παιδιά» στη Βάση μπορεί να γνωρίζουν πολύ καλά τι μας συμβαίνει εδώ; Ότι, κοντολογίς, πρόκειται για κάποιου είδους άσκηση;" Αυτή τη φορά η παύση ήρθε φυσιολογικά, από τη μουρμούρα και το σούσουρο που ξεσήκωσαν τα λόγια του. Όλοι τους είχαν έκπληκτες κι απορημένες εκφράσεις, ο Σύμβουλος Υγείας όμως πρόσεξε μια δυσοίωνη λάμψη στα μάτια του Κυβερνήτη–Επόπτη. Ενδόμυχα μάντευε τους λόγους. Πρώτον, ήξερε πως οτιδήποτε αφορούσε θέματα καριέρας έθιγε την ευαίσθητη χορδή του. Και, δεύτερον, δεν θα του συγχωρούσε εύκολα τον επιθετικό του τόνο. Η λάμψη πάντως έσβησε αμέσως. Μόλις ο Κυβερνήτης–Επόπτης μπόρεσε να χωνέψει τα λόγια που τους είχε πετάξει με τόσο κυνισμό ο μέχρι πριν λίγο άχρηστος σύντροφος τους, μια θύελλα ξέσπασε μέσα του. Η ιδέα ότι υπήρχε πιθανότητα αυτός, ο μέχρι τώρα άψογος και πολυβραβευμένος Κυβερνήτης Γέφυρας, Άμυνας, Γενικής Εποπτείας, Επιχειρήσεων καθώς και πολλών άλλων διοικητικών θέσεων σε αστρόπλοια ή σε Βάσεις, να δοκιμαζόταν εν αγνοία του έξω από κάθε δεοντολογία, και να μην έχει πάρει χαμπάρι, ε, αυτό πια ήταν άνω ποταμών! Τον κατέκλυσε μια φοβερή αίσθηση ανήμπορης οργής, που μάταια πάσχισε να της δώσει κάποια διέξοδο. Κατάφερε όμως να αυτοκυριαρχηθεί αμέσως και να χαλαρώσει τους μυς του προσώπου, τόσο που έδειχνε σχεδόν ήρεμος. "Δεν είναι ακόμη ο κατάλληλος χρόνος για δράση", σκέφτηκε. Σε λίγο θα ερχόταν η σειρά του...

 

"Μάλιστα, Κυρία και Κύριοι!" ξανάρχισε ο Σύμβουλος Υγείας. "Μάλιστα. Υπάρχουν βέβαια και άλλες πιθανότητες αν και, αυτή τη στιγμή, το να πρόκειται για κάποιου είδους άσκηση μου φαίνεται πως είναι το πιο πιθανό." Σ' αυτό το σημείο και οι υπόλοιποι, έχοντας συνέλθει από το αρχικό σοκ, θυμήθηκαν ότι είχαν κι αυτοί μια γνώμη και άρχισαν να τη λένε όλοι μαζί. Ο Σύμβουλος Υγείας απέμεινε να τους κοιτάζει σκεφτικός και, από το ύφος του, ήταν μάλλον απίθανο ότι έκανε την παραμικρότερη προσπάθεια να διακρίνει τι λένε. Μόνο ο Κυβερνήτης–Επόπτης δε συμμετείχε στην οχλαγωγία. Είχε ξεχάσει το εχθρικό διαστημόπλοιο και τον παράφρονα κυβερνήτη του. Το μυαλό του τώρα είχε μπλοκάρει στην ιδέα ότι διακυβευόταν το μέλλον της καριέρας του. Όμως, αν η λογική του δεν μπορούσε να βοηθήσει, υπήρχε πάντα το ένστικτο του. Και δεν θα είχε φτάσει τόσο ψηλά αν δεν ήξερε ν' ακούει αυτή την ψιθυριστή και, συνήθως, αλάθητη φωνή. Κάθισε αναπαυτικά στην πολυθρόνα του προσπαθώντας να μη σκέφτεται τίποτα. Το θέαμα στη Γέφυρα ήταν αποκαρδιωτικό. Από τη μία ο Κεντρικός Υπολογιστής άναβε κι έσβηνε φωτάκια κι έβγαζε απαλούς προειδοποιητικούς ήχους, καθώς η κατάσταση γινόταν όλο και πιο κρίσιμη την κάθε στιγμή που περνούσε, και από την άλλη το πλήρωμα, έχοντας χάσει κάθε αυτοσυγκράτηση, δε θύμιζε πλέον στο παραμικρό αξιωματικούς του Στόλου. Ο μόνος ήρεμος, κάτι σαν το «μάτι της καταιγίδας», παρέμενε ο γιατρός. Ο Κυβερνήτης–Επόπτης επικέντρωσε σ' αυτόν την προσοχή του και, για πρώτη φορά, αναρωτήθηκε μήπως η περίπτωση του έκρυβε κάποιο μεγάλο μυστικό που το αγνοούσαν εντελώς. Για παράδειγμα, τι θα μπορούσε να κρύβει αυτή η υπερβολική εσωστρέφεια του ή η μανία του να περιφρονεί και να χλευάζει κάθε έννοια σταδιοδρομίας, όχι με τα λόγια, κάτι που έκαναν οι υπόλοιποι, αλλά με τις ίδιες του τις πράξεις; Κι αυτό το μυστήριο παρατσούκλι που αναφερόταν στον προσωπικό του φάκελο, "Νικολιό"; Τι μπορεί να σήμαινε; Αναφερόταν ότι έτσι τον αποκαλούσε η μητέρα του και ένας τουλάχιστον αδελφός του. Αλλά η μητέρα του ήταν πια πολύ γριά και ο αδελφός του είχε καταχωρηθεί ως «αγνώστου διαμονής» πριν πολύ καιρό. Ο Κυβερνήτης–Επόπτης είχε κοιτάξει στην «Πανγλώσσα» αλλά πουθενά, σε όλη την αρχαία ιστορία της Ανθρωπότητας, δεν αναφερόταν τέτοιο όνομα ή παρατσούκλι. Θυμόταν τώρα ιστορίες που ψιθυρίζονταν ανάμεσα στους υψηλόβαθμους για ανθρώπους που δούλευαν είτε για την Κεντρική Διοίκηση είτε για συγκεκριμένες φατρίες μέσα στο Στόλο και «φυτεύονταν» σε αστρόπλοια για διάφορους σκοπούς. Και, βέβαια, υπήρχαν κι άλλοι υποψήφιοι εργοδότες, έξω από τον Στόλο, που πλήρωναν συνήθως καλύτερα. Μήπως...

 

"Κύριοι! Κύριοι!" Ο Σύμβουλος Υγείας, έχοντας προφανώς βγει από την ομφαλοσκόπηση του, προσπαθούσε τώρα να ξανατραβήξει την προσοχή του πληρώματος. Δεν ήταν κι εύκολο... Τελικά, μετά από κάμποσα "Κύριοι! Κύριοι!" ησύχασαν. "Μπορεί ο αντίπαλος μας να είναι τρελός. Μπορεί ακόμα να είναι κάποιος επικίνδυνος εγκληματίας. Ίσως κατέχει τη φημολογούμενη Τεχνητή Ευφυΐα για λογαριασμό του ή για λογαριασμό κάποιου άλλου. Δεν αποκλείεται καθόλου να είναι απλά το μέρος κάποιας άσκησης για να διαπιστώσουν την ετοιμότητα μας. Και, φυσικά, είναι πολύ πιθανό να μην ισχύει τίποτε από αυτά. Να έχουμε πέσει τελείως έξω. Αλλά... δεν έχει σημασία. Όχι τώρα!" πρόσθεσε για να προλάβει μερικούς που ήταν έτοιμοι να διαμαρτυρηθούν. "Αυτό που έχει σημασία τώρα είναι να γίνουμε κύριοι της κατάστασης. Και πρέπει να βιαστούμε. Έχω ένα σχέδιο..."

 

Σ' αυτό το σημείο ο Κυβερνήτης–Επόπτης έκρινε πως ήταν επιτέλους καιρός να ξαναβγεί στο προσκήνιο και να προσπαθήσει να ελέγξει την κατάσταση. Ή ν' αρχίσει να προετοιμάζεται για μια ήσυχη ζωή σε κάποιο ασήμαντο γραφείο.

 

"Και βέβαια έχεις κάποιο σχέδιο", πέταξε στον γιατρό με φωνή που δεν πρόδιδε ιδιαίτερη ειρωνεία. "Είμαι σίγουρος πως έχεις κάποιο καλό σχέδιο." Κοίταξε γύρω του. Όλοι έδειχναν απορημένοι, μην ξέροντας που το πάει, εκτός από τον Σύμβουλο Υγείας που τον κοίταζε μ' ένα αδιευκρίνιστο ύφος, που θα μπορούσε να εκφράζει συγκατάβαση ή και ενόχληση, όχι πάντως εχθρότητα. Περίμενε λίγο, μισοελπίζοντας πως ο γιατρός θα του ζητούσε εξηγήσεις. Όμως εκείνος συνέχισε να τον κοιτάζει αμίλητος, κρύβοντας τις σκέψεις του πίσω από μια ανεξιχνίαστη έκφραση. Ο Κυβερνήτης–Επόπτης είχε «ρίξει άδεια για να πιάσει γεμάτα» αλλά για μία ακόμα φορά ο γιατρός τού είχε ξεγλιστρήσει. Τώρα όλοι περίμεναν να εξηγηθεί και δεν ήξερε πώς. Τελικά είπε, με όχι και τόσο πειστική φωνή: "Έχω κι εγώ κάποιες ιδέες αλλά, να, σε παρακολουθώ τόσην ώρα Σύμβουλε και νομίζω πως έχεις κατεβάσει μερικές πραγματικά αξιόλογες ιδέες. Ας ακούσουμε λοιπόν πρώτα το δικό σου σχέδιο."

 

"Όπως έλεγα λοιπόν", άρχισε ο Σύμβουλος Υγείας χωρίς περιστροφές, "το ζητούμενο τώρα, είτε πρόκειται για άσκηση είτε όχι, είναι να γίνουμε κύριοι της κατάστασης. Πριν εκθέσω το σχέδιο μου, πιστεύω πως θα βοηθούσε να συνοψίσω τα όσα έχουν συμβεί από την ώρα που επανήλθαμε σε Στάση. Μόνο τα ξερά γεγονότα, εντάξει; Λοιπόν," κοίταξε το ρολόι στον πίνακα οργάνων "πριν σαράντα περίπου λεπτά, το Κύριο Πρόγραμμα Δράσης του σκάφους μας, έκρινε ότι έπρεπε να ελέγξουμε το διαστημόπλοιο μπροστά μας, όπως συμβαίνει κάθε φορά που ο Κεντρικός Υπολογιστής δεν είναι απολύτως βέβαιος για την ταυτότητα κάποιου σκάφους. Το συγκεκριμένο τώρα διαστημόπλοιο είναι καταχωρημένο σαν απολύτως νόμιμο. Επίσης, έχει τις απαιτούμενες διαπιστεύσεις για ελεύθερο ταξίδι, εκτός, φυσικά, των απαγορευμένων ζωνών. Τέλος, δεν υπόκειται σε ειδικό καθεστώς, πράγμα που σημαίνει πως ιδιοκτήτης και κυβερνήτης του μπορεί να είναι οποιοσδήποτε έχει τις σχετικές άδειες. Ο συγκεκριμένος τις έχει, άρα, όσο κι αν σπάω το κεφάλι μου, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αρνείται να έλθει από 'δω, και μάλιστα με αυτόν τον αχαρακτήριστο τρόπο. Αλλά, είπαμε να μείνουμε στα γεγονότα. Λοιπόν, για άγνωστους λόγους, ο, κατά τα φαινόμενα, μοναδικός επιβάτης και κυβερνήτης αρνείται να μας επισκεφτεί. Για κάποιον ακατανόητο λόγο, αρχίζει να μας βρίζει με τρόπο που θα περίμενε κανείς μόνο από κάποιον τρελό. Ή από κάποιον που θα ήθελε να παραστήσει τον τρελό. Ο «φίλος» μας όμως δεν φαίνεται και τόσο τρελός. Μας μανουβράρει σα να γνωρίζει ακριβώς τις απόρρητες προδιαγραφές των διαστημόπλοιων TTF 8. Εμείς, ξαφνιασμένοι από την τρελή συμπεριφορά του και βασισμένοι στην συντριπτική ανωτερότητα του σκάφους μας, αδρανούμε για λίγο και, να 'μαστε... Πριν προχωρήσω τώρα στο πώς πρέπει κατά τη γνώμη μου ν' αντιδράσουμε, θα παρακαλέσω τον Επιτετραμμένο Της Άμυνας να μας αναλύσει από την σκοπιά του την παρούσα κατάσταση. Σύντομα όμως." πρόσθεσε με ύφος που σήκωνε παρεξήγηση. Όμως οι αγχωμένες ματιές που έριχνε κάθε λίγο στο χρονόμετρο που προβαλλόταν με μεγάλα πορτοκαλί ψηφία μπροστά από το παράθυρο της γέφυρας δεν άφηναν κανένα περιθώριο για παρεξηγήσεις.

 

Ο Επιτετραμμένος Της Άμυνας σηκώθηκε, μισοξαφνιασμένος–μισοκολακευμένος που ξαφνικά γινόταν το κέντρο της προσοχής, πήρε το κατάλληλο ύφος, έριξε κι αυτός μια γρήγορη ματιά στο παράθυρο, ξερόβηξε μια–δυο φορές κι άρχισε να μιλά με αυταρέσκεια.

 

"Λοιπόν, να, το αντίπαλο διαστημόπλοιο έχει οπλισμό συμβατικού τύπου, τον λεγόμενο Χημικό Αποσυνθετή. Μπορώ, παρακαλώ, να έχω λίγο καφέ; Ευχαριστώ! Λοιπόν, ο οπλισμός αυτός, όπως λέει και τ' όνομα του, προκαλεί μικρο–αυτοενισχυόμενη διάσπαση σε μοριακό επίπεδο σ' οποιοδήποτε υλικό σώμα βρίσκεται σε μορφή μορίων μέσα σε μια ακτίνα ανάλογη με την αρχική ενέργεια του όπλου. Δεν μας ενδιαφέρει εδώ το πώς γίνεται αυτό, αν και είναι βέβαιο πως όλοι γνωρίζετε τον ακριβή μηχανισμό." Κανείς τους δεν απάντησε, ούτε έκανε καμία γκριμάτσα. Έτσι, ο Επιτετραμμένος Της Άμυνας συνέχισε. "Αυτό που έχει σημασία είναι πως η διαδικασία διάσπασης εμπλέκεται, με τρόπο όχι απόλυτα διευκρινισμένο, με την διαδικασία παραγωγής ενέργειας ενός υποατομικού κινητήρα, με αποτέλεσμα μια αρκετά ισχυρή έκρηξη και παραγωγή τεράστιας ποσότητας μ–Μεσονίων υψηλής ενέργειας. Αυτό σημαίνει πως ο στόχος θα πρέπει να βρίσκεται πέρα από μια ορισμένη απόσταση, αλλιώς η βολή αποδεικνύεται θανατηφόρα και για τους δύο. Ε, εμείς απέχουμε τώρα αρκετά λιγότερο από αυτήν την ελάχιστη απόσταση. Δεν μπορούμε να του ρίξουμε ή να μας ρίξει χωρίς να γίνουμε αμοιβαίως... φωτόνια. Υπήρξε όμως μια χρονική διάρκεια που αυτός θα μπορούσε να μας πλήξει, χωρίς να κινδυνεύσει ο ίδιος, ενώ εμείς βρισκόμαστε ήδη στην ακτίνα καταστροφής."

 

"Έχω μια απορία ή, μάλλον, κάμποσες απορίες", πετάχτηκε η Επιστημονική Σύμβουλος. Κι επειδή και οι υπόλοιποι είχαν αρχίσει να έχουν απορίες δεν δυσανασχέτησαν με τη διακοπή. "Η πρώτη από τις οποίες είναι: πώς θα μπορούσε το παρωχημένο του οπλικό σύστημα να διασπάσει την Ασπίδα Φάσης της Χίλντα;" και πρόσθεσε καλού–κακού "Αν και έχω ακούσει κάτι σχετικά..."

 

Όπως αποδείχτηκε όμως η απάντηση ήταν ευρύτερα γνωστή. Της εξήγησαν ότι, ναι μεν η Χίλντα ήταν αδιαπέραστη από το πεδίο που προκαλούσε τη διάσπαση, αλλά το οπλικό αυτό σύστημα συνοδευόταν από έναν τηλεμετεφορέα που σου έστελνε πεσκέσι μια ποσότητα ύλης, συνήθως απλό νερό. Ε, ο «Χημικός Αποσυνθετής» διασπά το νερό με τη μόνη γνωστή, εξώθερμη μέθοδο: τη στιγμιαία μετατροπή των νετρονίων σε πρωτόνια με ταυτόχρονη εκπομπή φωτονίων. Η ενέργεια που παράγεται...

 

"Η ώρα περνάει" τους διέκοψε ο Σύμβουλος Υγείας. "Δεν έχουμε τον χρόνο να υπεισέλθουμε σε τεχνικά ζητήματα. Ας το αφήσουμε γι' αργότερα κι ας προχωρήσουμε."

 

"Λοιπόν", συνέχισε ο Επιτετραμμένος της Άμυνας, "όπως είναι τώρα τα πράγματα ούτε αυτός ούτε εμείς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε κάποιο εξελιγμένο οπλικό σύστημα, χωρίς..." και έκανε μια χαρακτηριστική χειρονομία, που δεν άφηνε καμία αμφιβολία ως προς την ερμηνεία της. "Δυστυχώς όμως για μας αυτός φαίνεται πως διαθέτει οπλικά συστήματα που δεν είναι μεν μοντέρνα, είναι όμως πολύ αποτελεσματικά. Όπως ακούσατε ήδη, εντοπίστηκαν ανοίγματα στο εμπρός και το πίσω μέρος του σκάφους του που ο Κεντρικός Υπολογιστής πιθανολογεί ότι είναι στόμια βλημάτων. Προσωπικά δεν έχω καμία αμφιβολία γι' αυτό. Έχω δει και στο παρελθόν παρόμοια ανοίγματα, την εποχή της τρέλας των εξοπλισμών εμπορικών διαστημόπλοιων, θυμάστε; Κατόπιν ήλθαν τα όπλα Διαμόρφωσης, η Κατάσταση Τρία, οι Φάροι Ελέγχου, και τα βλήματα ξεχάστηκαν. Πάντως να θεωρείτε βέβαιο πως οι περισσότεροι τύποι βλημάτων είναι άμεσα θανατηφόροι για μη θωρακισμένα σκάφη. Πριν με ρωτήσετε, σας λέω πως κατά πάσα πιθανότητα χρησιμοποιεί βλήματα μαγνητικής προώθησης και κεφαλές κουάρκ, με πιθανή κίνηση και στην Κατάσταση Δυο. Αν είναι έτσι τα πράγματα, κάτι για το οποίο δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι, και εφ' όσον αποφασίσει να μας χτυπήσει, θα διαλυθούμε πριν καν καταλάβουμε τι συνέβη και, οπωσδήποτε, πριν προλάβουμε να ανταποδώσουμε. Φυσικά, η κίνηση σε Κατάσταση Δυο συνεπάγεται μειωμένη ευστοχία αλλά, από τόσο κοντά..."

 

"Αλλά γιατί; Γιατί;" Ο Κυβερνήτης Επόπτης είχε πάρει τον λόγο. "Μου είναι αδύνατον να πιστέψω ότι δεν έχει περιληφθεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο στα Σχεδία Επιχειρήσεων. Και πώς το άφησε να συμβεί ο Κεντρικός Υπολογιστής; Γιατί δεν μας μανουβράρισε ώστε να διατηρήσουμε την ελάχιστη απόσταση ασφαλούς βολής; Πώς προεξόφλησε ότι δεν πρόκειται για συγκεκαλυμμένο πειρατικό, ώστε να διατηρήσει τα μετρά μεγίστης ετοιμότητας; Έχεις κάποια εξήγηση να προσφέρεις, Επιτετραμμένε της Άμυνας;"

 

Είχε, και την είπε με την σπουδή ανθρώπου που ξέρει καλά το αντικείμενο του: "Να σας πω. Πρώτα–πρώτα είναι το μοντέλο του σκάφους. Παρωχημένο, με παλαιού τύπου κινητήρες, μειωμένη ικανότητα άμυνας. Έτσι; Δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ από πειρατές, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια. Εντάξει; Έπειτα, το πλήρωμα είναι μονομελές, πέραν πάσης αμφιβολίας, πράγμα ανήκουστο για παράνομο, επιθετικού τύπου σκάφος. Καταλάβατε; Τέλος, ο οπλισμός του. Δεν έχει μηχανισμό ανάσυρσης άλλου σκάφους από την "Κατάσταση 4", και σίγουρα δε χρειάζεται να σας αναλύσω το πόσο άχρηστο θα ήταν στο ρόλο του πειρατικού χωρίς τον συγκεκριμένο μηχανισμό, ε; Και τα οπλικά συστήματα που διαθέτει δεν του επιτρέπουν προσβολές με μεγάλο βεληνεκές ή μεγάλης έκτασης. Θα δυσκολευόταν με την Χίλντα μας, μόλις και θα τρόμαζε ένα Διαστημικό Σταθμό και θα ήταν εντελώς αμελητέο για ένα Πλανητικό Σύστημα. Όχι, δεν μπορεί να είναι απλό πειρατικό, γι' αυτό ξεγέλασε τον Κεντρικό Υπολογιστή..."

 

"Μα, και πάλι," επέμενε ο Κυβερνήτης Επόπτης, λίγο εκνευρισμένος με το διδακτικό ύφος του Επιτετραμμένου της Άμυνας "γιατί δεν εξασφαλίστηκε η πλήρης ικανότητα αποτροπής;"

 

"Θέμα οικονομίας," πήρε το λόγο η Κυβερνήτης της Γέφυρας, "αν τηρούνταν σχολαστικά τα μέτρα ασφαλείας θα έπρεπε την δουλειά της Χίλντα να την κάνουν καμιά δεκαριά καταδρομικά μαζί. Επιτηρούμε έναν ασφαλή Τομέα και το Αρχηγείο θεωρεί την αποστολή μας δουλειά ρουτίνας."

 

Ο Κυβερνήτης Επόπτης ετοιμάστηκε ν' απαντήσει σε οξύ τόνο αλλά η Κυβερνήτης της Γέφυρας τον έκοψε με μια βιαστική χειρονομία και ανήγγειλε πως, μέσα σε λίγα λεπτά, η απόσταση μεταξύ των δυο αστρόπλοιων θα μειωνόταν τόσο που θα ήταν πλέον αδύνατον, λόγω ανεπαρκούς εστίασης, να χρησιμοποιηθούν οποιαδήποτε μοντέρνα οπλικά συστήματα, έστω και με την προοπτική αμοιβαίου αφανισμού. Θα έπρεπε να παίξουν τώρα το χαρτί τους ή να παραδοθούν στις διαθέσεις του τρελού.

 

"Μα είναι, παρ' όλα αυτά, δυνατόν να μην έχει προβλεφθεί μια τέτοια περίπτωση από τον Στόλο;" αναρωτήθηκε φωναχτά η, πάντα μπριόζα, Επιστημονική Σύμβουλος. Εξέφραζε πλήρως τα αισθήματα όλων των ανθρώπων του Χίλντα Έξι, που είχαν συνηθίσει να αντιμετωπίζουν αφ' υψηλού κάθε διαστημόπλοιο που τύχαινε στο δρόμο τους. "Μα είναι δυνατόν...", σκέφτονταν όλοι τους. Από τις μαύρες σκέψεις τούς έβγαλε η φωνή του Επόπτη και Κυβερνήτη τους, απόλυτα αυτοκυριαρχημένη και χρωματισμένη με μια τοσοδούλα δόση ειρωνείας: "Νομίζω πως ήρθε η ώρα να μας ανακοινώσετε το σχέδιο σας, Σύμβουλε Υγείας." Τα λόγια της Επιστημονικής Συμβούλου είχαν εκφράσει πλήρως και τις δικές του απόψεις. "Είναι δυνατόν;" αναρωτιόταν, "να μην μας έχουν προετοιμάσει για ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Να μην έχουν καν προβλέψει κάποιον συμβατικό οπλισμό; Όχι, εδώ παίζεται κάποια βρομοδουλειά κι αυτός ο άχρηστος ο Σύμβουλος Υγείας έχει σίγουρα κάποια σχέση."

 

Ο Σύμβουλος Υγείας καθάρισε το λαιμό του, έριξε μια ματιά στην κεντρική οθόνη και είπε: "Χμμμ... δε μας μένει σχεδόν καθόλου χρόνος για περαιτέρω αναλύσεις. Πρέπει να δράσουμε με βάση αυτά που εεε... έχουμε ήδη καταλάβει – και να δράσουμε αμέσως. Έχω σχηματίσει την γνώμη πως έχουμε να κάνουμε με κάποιον σαλεμένο, εννοώ δηλαδή ότι δεν πρόκειται για κάποιον απλό τρελό μα για κάποιο πολύ έξυπνο αλλά ψυχωτικό άτομο."

 

"Ο όρος «θεότρελος» μήπως θα ταίριαζε καλύτερα στην περίπτωση;" τον διέκοψε ο Επιτετραμμένος της Άμυνας. "Αλλά", πρόσθεσε γρήγορα, "κάτι άλλο ήθελα να πω. Μια τελευταία ερώτηση, Σύμβουλε Υγείας. Αν θυμάμαι καλά, έχεις ασχοληθεί με κάποιες μελέτες, κάποιες έρευνες σχετικά με την ψυχοσύνθεση, την ανθρώπινη αλλά και κάποιες υποθετικές, μη γήινες. Απλά, με δυο λόγια, νομίζεις πως έχουμε να κάνουμε με μια διεστραμμένη ιδιοφυΐα; Και αν όχι, ποια είναι η γνώμη σου γι' αυτή την θεωρία, εννοώ την Τεχνητή Ευφυΐα;"

 

"Η απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα, η μόνη που μπορεί να δοθεί τώρα, υπό την πίεση των περιστάσεων, είναι: Δεν γνωρίζω. Το μόνο που ξέρω είναι πως αντιμετωπίζουμε κάτι σοβαρό. Ασφαλώς δεν εξετάσαμε όλα τα ενδεχόμενα. Έτσι, για παράδειγμα, δεν συζητήσαμε καθόλου την υπόθεση να πρόκειται για εξωγήινα νοήμονα όντα. Δεν έχουμε όμως πλέον το χρόνο. Πρέπει να δράσουμε βάσει κάποιου σχεδίου που να καλύπτει κάθε ενδεχόμενο. Εν ανάγκη θα εξουδετερώσουμε τον αντίπαλο, έστω κι αν δε μάθουμε ποιος ή τι είναι."

 

"Η, μάλλον, θα προσπαθήσουμε, Σύμβουλε Υγείας. Έκτος κι αν ξέρεις εσύ κάποιο σίγουρο τρόπο." Ο Κυβερνήτης–Επόπτης δεν έκρυβε την ειρωνεία του καθώς έλεγε αυτά τα λόγια. Ένιωθε πολύ ενοχλημένος με την συνεχιζόμενη αγνόησή του και τον ηγετικό ρόλο που είχε αναλάβει το πλέον άχρηστο μέλος του πληρώματος του. Για μία ακόμα φορά ένιωσε να πλημμυρίζει από αγανάκτηση μ' αυτά που έβλεπε να συμβαίνουν γύρω του. Ακόμη και ο Επιτετραμμένος της Άμυνας ή ο Κυβερνήτης–Πρέσβης περίμεναν από τον γιατρό να δώσει λύση σε θέματα της αρμοδιότητας τους, χωρίς να συλλογίζονται τις επιπτώσεις στην σταδιοδρομία τους. Τους είχε υπνωτίσει όλους αυτός ο τσαρλατάνος που είχε φτάσει να ασχολείται με μελέτες για την ψυχοσύνθεση, (άκουσον, άκουσον...) των εξωγήινων!

 

"Τέρμα οι αναλύσεις, λοιπόν" είπε ο Σύμβουλος Υγείας. "Το σχέδιο μου, το μόνο που μπορώ να σκεφτώ τώρα, είναι το εξής: Θα προσπαθήσουμε να τον πείσουμε να μου επιτρέψει να του κουβαληθώ. Φορτωμένος με... δωράκια." Έκανε μια απότομη χειρονομία, παγώνοντας τα λόγια που ετοιμαζόταν να ξεχυθούν από τα ανοιχτά στόματα. "Κυβερνήτα–Επόπτη, αν η υπόθεση αυτή είναι εεε... κάτι σαν άσκηση ετοιμότητας ή κάποια βρομοδουλειά, θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι εγώ τουλάχιστον δεν έχω καμία ανάμειξη." Είχε διαβάσει εύκολα τις σκέψεις του άλλου και ένιωθε κύριος της κατάστασης στην γέφυρα του Χίλντα. Τα πράγματα δεν θα ήταν και τόσο εύκολα αν επιβιβαζόταν στο άγνωστο αστρόπλοιο, αλλά δεν έκανε κακό μια ένεση αυτοπεποίθησης. "Φυσικά τα «δωράκια» που θα κουβαλάω θα ενεργοποιούνται και με τηλεχειρισμό, από τον καινούργιο, απόρρητο τύπο..." πρόσθεσε κλείνοντας το μάτι στον σοκαρισμένο Επιτετραμμένο της Άμυνας.

 

"Κύριε!" φώναξε αυτός, αλλά δε συνέχισε γιατί ένιωσε κωμικός. Ο Επόπτης Υγείας στράφηκε στον Κυβερνήτη–Επόπτη, που τον κοιτούσε υπολογιστικά σα να προσπαθούσε να τον βυθομετρήσει. "Όλα τα μέλη του Αστροστόλου γνωρίζουν ορισμένα μυστικά. Πιστεύω όμως πως ο εεε..., πως τον λένε..., α, ναι, «παραχωρικός χειρισμός» δεν έχει διαρρεύσει εκτός Υπηρεσίας, κι αυτό μας δίνει ένα σημαντικό πλεονέκτημα."

 

Ο Κυβερνήτης–Επόπτης μίλησε αργά και βαρεία, στεγνά, με φωνή που έδειχνε πως είχε ξαναβρεί την αυτοκυριαρχία του: "Εντάξει, δεν είναι λόγος να σοκαριζόμαστε, ειδικά τέτοιες στιγμές. Όντως, Επιτετραμμένε της Άμυνας, κάτι τέτοια νέα διαρρέουν, αργά ή γρήγορα. Κι όταν λες «δωράκια» Επόπτη της Υγείας (αυτό, με μια ιδέα ειρωνείας), φαντάζομαι ότι εννοείς..."

 

Καλά, οι πάντες πάνω στην Χίλντα είχαν πιάσει, με μια ελαφρά ανατριχίλα είναι αλήθεια, το τι εννοούσε: Ρικέτσιες τρίτης –και καλύτερης– γενιάς ή όπλο Μπι Ελ, όπως το είχαν αποκαλέσει. Τίποτα περισσότερο από τροποποιημένα γονίδια συν κάποιον άλλο παράγοντα, τόσο απόρρητο που κανείς δεν είχε ιδέα τι μπορεί να ήταν, όλα αυτά σε μικροκάψουλες, εντελώς ακίνδυνες από μόνες τους αλλά εντελώς θανατηφόρες αν συνδυαζόταν με ανθρώπινο DNA ή DNA κάποιου άλλου γήινου ζώου, ανάλογα με τη σχεδίαση τους. Οι αρχικά κολοβές ρικέτσιες αγκαλιάζονταν με τον πυρήνα του κυττάρου–ξενιστή και έτσι, με τρομερή ταχύτητα, «γεννιόνταν» άρτια τα θανατηφόρα «παιδιά» τους. Ο ξενιστής βέβαια πέθαινε μέσα σε δευτερόλεπτα, μ' ένα θάνατο απότομο και σχεδόν ανώδυνο. Έπειτα, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα το μεγαλύτερο μέρος του γενετικού του υλικού μετατρεπόταν σε ρικέτσιες–φάγους, που γέμιζαν τον χώρο, από τις τελευταίες ανάσες του ξενιστή τους και από τα αέρια του εντέρου που έβγαιναν από τον πρωκτό. Το σύνολο των βάνδαλων μικροοργανισμών εκφυλιζόταν και πέθαινε μέσα σε πεντέμισι περίπου λεπτά, μετά από μια σύντομη αλλά δραστήρια ζωή. Είχαν σχεδιαστεί έτσι από τους δημιουργούς τους, αλλιώς υπήρχε φόβος να καταστρέψουν την γήινου τύπου ζωή ενός ολόκληρου πλανήτη μέσα σε λίγες ώρες. "Αν τύχει να φοράει κάποιος ειδική προστατευτική στολή," εξήγησε η Επιστημονική Σύμβουλος χωρίς να της το ζητήσει κανείς, "μπορεί να τη γλιτώσει από τις ρικέτσιες, οι οποίες όμως αφού αιωρηθούν στο χώρο, εγκαθίστανται επιλεκτικά σε περιβάλλον οργανομετάλλων Σπανίων Γαιών που, όπως είναι γνωστό, χρησιμοποιούνται σε κάθε σχεδόν ηλεκτρονικό πολυκύκλωμα. Είναι ικανές για πολύ μεγάλες ζημιές, για ολική καταστροφή" κατέληξε χαιρέκακα χωρίς να πάρει ανάσα.

 

Αλλά αυτά ήταν λίγο–πολύ γνωστά και δεν της έδωσαν καμιά σημασία.

 

Για λίγο απλώθηκε σιωπή στην Γέφυρα. Όλοι προσπαθούσαν να χωνέψουν τις συνέπειες της πρότασης του Συμβούλου Υγείας. Η σιωπή αυτή διακόπηκε, πρώτα από τον Επιτετραμμένο της Άμυνας, που ξεκίνησε να λέει κάτι σαν "ώστε αυτό λοιπόν..." και έπειτα, περισσότερο αποφασιστικά, από τη γνωστή πια φωνή του άγνωστου εχθρού τους, που αντήχησε ξαφνικά από το σύστημα επικοινωνίας, αλαζονική και μισητή περισσότερο κι από αυτή του Γενικού Επιθεωρητή του Αστροστόλου: "Δε μου λέτε, μαλάκες, είστε σίγουροι ότι θέλετε να με κάνετε να τα πάρω; Έχετε ακριβώς πέντε λεπτά να ξεκουμπιστείτε. Τριακόσια δευτερόλεπτα, ρε χαμένοι, μείον δυο!"

 

Ο Σύμβουλος Υγείας είπε: "Όσο κι αν φαίνεται λογικό, δεν το χωράει το μυαλό μου ότι μπορεί να πρόκειται για άσκηση... Τέλος πάντων, όπως ακούσατε, μόλις και προλαβαίνουμε να προετοιμαστούμε, αν βέβαια συμφωνείτε ν' ακολουθήσουμε το σχέδιο μου. Κυβερνήτα–Επόπτη, τι λέτε;"

 

Δεν υπήρχε χρόνος για εξυπνάδες. Δεν υπήρχε χρόνος για ματιές με νόημα, ούτε για υπονοούμενα ή διφορούμενες κουβέντες. Δεν υπήρχε καν χρόνος για σκέψη. "Μα τι κολοκατάσταση ήταν αυτή;" σκέφτηκε. Ναι, του είχαν τύχει περιπτώσεις με μηχανήματα που έβγαζαν καπνούς και φωτιά (ενώ δε θα 'πρεπε), με παρανόμους που είχαν εισχωρήσει κρυφά στο σκάφος του (μια φορά, ένας λαθρομετανάστης, αλλά εντοπίστηκε αμέσως), με πλήρη απώλεια προσανατολισμού, έξω από το χαρτογραφημένο Διάστημα, κάπου στις άκρες του Γαλαξία (έκανε έρωτα με την Επόπτη της Γέφυρας, όχι την παρούσα, μια άλλη, πιο νέα και πιο ντελικάτη, και δεν πρόσεξε όσο έπρεπε την Συνάρτηση Θέσης, τα φόρτωσε όμως όλα στην Επόπτη της Γέφυρας), αλλά σ' όλες τις περιπτώσεις είχε τη δικαιολογία της έκτακτης κατάστασης. Έτσι, όχι μόνο δεν είχε χάσει την εμπιστοσύνη των ανωτέρων του αλλά είχε κερδίσει τον πολυπόθητο φάκελο του βετεράνου. Τώρα όμως... Για πρώτη φορά στην σταδιοδρομία του κινδύνευε με πλήρη γελοιοποίηση. Αλλά –έσφιξε τα δόντια– θα τα κατάφερνε και τώρα.

 

"Επόπτη της Υγείας" είπε με την πιο επίσημη φωνή που διέθετε, "το σχέδιο σου είναι καλό (σκέφτηκε να προσθέσει «αν λάβουμε υπ' όψιν τις περιστάσεις» αλλά το μετάνιωσε γιατί κάτι τέτοιο θα υποδήλωνε έλλειψη αυτοπεποίθησης εκ μέρους του) αν και δεν σου κρύβω ότι έχει αδυναμίες (κάτι θα σκεφτόταν αργότερα). Μιας και κινδυνεύει όμως το σκάφος μας, έτσι όπως τα κατάφερε ο Επιτετραμμένος της Άμυνας..." και έκανε μια απότομη χειρονομία για να κόψει τις διαμαρτυρίες που ετοιμαζόταν ν' αρχίσει ο άλλος. "Εγώ, σαν Γενικός Κυβερνήτης του σκάφους, αναλαμβάνω τις ευθύνες όλων των υφισταμένων μου" είπε μεγαλόθυμα. "Παρακαλώ, δεν είναι η κατάλληλη ώρα για τέτοια. Τώρα χρειάζεται δράση. Λοιπόν, παιδί μου (άκου «παιδί μου» αυτός ο γελοίος... Αλλά τα μηχανήματα της Χίλντα κατέγραφαν τα πάντα, κι έτσι...) ναι, έχεις την έγκριση μου." Και, αφού κοίταξε εξεταστικά όλους τους παρευρισκόμενους, έκανε το μεγάλο φινάλε "Αν έχει κάποιος από σας αντίρρηση με το σχέδιο ( «μας» ή «του», ανάλογα με την έκβαση...) ας την πει τώρα."

 

Σιωπή. Κι έτσι...

 

"Σύμβουλε της Υγείας πρέπει ν' αρχίσεις να ετοιμάζεσαι."

 

"Μα, Κυβερνήτα–Επόπτη," τον έκοψε ο άλλος "πρέπει πρώτα να πείσουμε τον τρελό."

 

"Να πάρει, το ξέχασα αυτό!" μάλωσε σιωπηρά τον εαυτό του ο Κυβερνήτης–Επόπτης. "Ένα από τα αδύνατα σημεία του σχεδίου σου, που σου έλεγα" είπε μ' ένα γλοιώδες χαμόγελο.

 

Τη δουλειά ανέλαβε να διεκπεραιώσει ο Κυβερνήτης–Πρέσβης, αλλά ο γιατρός τού ζήτησε να αναλάβει ο ίδιος την προσπάθεια, κάτι που έγινε πρόθυμα δεκτό. "Στο κάτω–κάτω οι ανισόρροποι είναι ειδικότητα σου, Σύμβουλε της Υγείας. Ειδικά με τις λαμπρές σπουδές σου πάνω στο θέμα" είπε ο Κυβερνήτης–Πρέσβης με ελαφρά γλυκερό ύφος, ελπίζοντας πως οι καταγραφείς του διαστημόπλοιου έκαναν καλή δουλειά. Ετούτη η υπόθεση βρωμούσε από χιλιόμετρα και θα ήταν καλό γι' αργότερα να φυλάει κανείς τον πισινό του όσο μπορούσε περισσότερο.

 

Ο Σύμβουλος Υγείας καθάρισε τον λαιμό του και αποφάσισε πως, όσο περισσότερο το σκεφτόταν, τόσο μεγαλύτερες γκάφες θα έκανε και τόσο λιγότερες δικαιολογίες θα είχε. Τελικά πλησίασε την κονσόλα και φόρεσε το κράνος κλήσης. Το ξανασκέφτηκε όμως και το έβγαλε αμέσως. Καλύτερα ό,τι γινόταν να γινόταν ανοιχτά (παρ' όλο που τα μηχανήματα, έτσι κι αλλιώς, κατέγραφαν τα πάντα, δεν ξέρεις καμιά φορά...) Έβαλε το δάχτυλο του στον διακόπτη που ενεργοποιούσε το σύστημα επικοινωνίας. Το σκέφτηκε λίγο και μετά άρχισε να το πιέζει νευρικά, ξανά και ξανά, χωρίς να περιμένει τον Κυβερνήτη του άλλου Διαστημόπλοιου. Τελικά το σύστημα άνοιξε, στην ηχητική επικοινωνία και μόνο, και ακούστηκε η φωνή του αντιπάλου τους που κάτι άρχισε να λέει, δεν πρόλαβε όμως ν' αρθρώσει ούτε λέξη γιατί τον έκοψε ο Σύμβουλος της Υγείας.

 

"Λοιπόν κύριε... Παπαδόπουλε, ή όπως αλλιώς σε λένε, κάτσε να σου τα πω στα γρήγορα. Στην αρχή τα παιδιά εδώ νόμισαν πως έχουμε να κάνουμε με φάρσα και το πράγμα ήταν διασκεδαστικό και σπάγαμε πλάκα. Βλέπεις όμως έχουμε και δουλειές κι έτσι, και λυπάμαι που το λέω, αποφασίσαμε να τελειώνουμε μαζί σου, πράγμα που σημαίνει να σε... ψήσουμε. Είναι βέβαια και η γραφειοκρατία στη μέση, θα γίνουν κι ένα σωρό ανακρίσεις, και ο Κανονισμός λέει καθαρά πως στους βλαμμένους πρέπει να δείχνουμε κατανόηση, και όχι να τους στέλνουμε στον Δημιουργό τους. Έτσι είπαμε να προσπαθήσουμε λίγο ακόμη, για χάρη της ανάκρισης που θ' ακολουθήσει. Οι δουλειές όμως που σου 'λεγα, καταλαβαίνεις ότι δεν μας αφήνουν άλλα περιθώρια. Ετοιμαζόμασταν λοιπόν να εμπλουτίσουν το διαστρικό κενό με τα μόρια σου, που έλεγε κι ένας φίλος μου, χα – χα – χα..."

 

Σ' αυτό το σημείο ο ξένος διέκοψε τον γιατρό με φωνή που, για πρώτη φορά, έδειχνε κάποιο σεβασμό: "Άκου πράγματα! Και γιατί δεν το κάνετε;"

 

"Λοιπόν", συνέχισε απτόητος ο Σύμβουλος της Υγείας, "χαίρομαι ειλικρινά που κάνεις λογικούς συνειρμούς. Αυτό αποδεικνύει ότι νομικά και ηθικά είμαστε καλυμμένοι. Παρ' όλο το γεγονός της διακυβέρνησης ενός διαστημικού σκάφους από την αφεντιά σου, είχαμε αρχίσει να αμφιβάλλουμε για τη διανοητική σου κατάσταση. Υπάρχουν βλέπεις και αυτόματα αστρόπλοια. Τι με ρώτησες λοιπόν; Α, ναι. Λοιπόν, δεν σε καταστρέψαμε είτε γιατί μπλοφάρω είτε για το λόγο που θα σου αναλύσω τώρα. Διαλέγεις και παίρνεις."

 

"Ναι, διαλέγω και παίρνω! Σ' ένα λεπτό ακριβώς θα σας φυστικώσω." Η φωνή του άλλου αντήχησε τόσο παγερή, που ο Σύμβουλος Υγείας τινάχτηκε προς τα πίσω.

 

"Όπως νομίζεις" αποκρίθηκε αδιάφορα. "Τη στιγμή που θα ξεκινήσεις την διαδικασία βολής, αν έχεις όντως βαλλιστικά όπλα, θα σε κάνουμε ένα χαρούμενο πυροτέχνημα. Το ίδιο θα συμβεί κι αν δε μας ρίξεις, ακόμη κι αν δεν έχεις κανονάκια. Η μόνη σου εναλλακτική λύση είναι να μ' αφήσεις ν' ανέβω στο σκάφος σου. Πάντως, παρακαλώ πολύ να βιαστείς."

 

Η κατάσταση είχε κάτι το σουρεαλιστικό. Οι άνθρωποι του Χίλντα είχαν δεχτεί τόσα απανωτά σοκ που είχαν πάψει πλέον να αντιδρούν, πεπεισμένοι πως είχε φτάσει το τέλος τους. Άκουγαν τον Σύμβουλο της Υγείας να αραδιάζει τα ψέματα του με τόση φυσικότητα κι αδιαφορία που κανένας λογικός άνθρωπος του Αστροστόλου δεν θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί. Από στιγμή σε στιγμή τα φωτάκια στην γέφυρα θα ξανάλλαζαν χρώματα, θ' ακουγόταν η σειρήνα του τελικού συναγερμού, κι αυτός ο καταραμένος που κουβαλούσαν στο σκάφος τους, παρακινημένος από τις παρανοϊκές θεωρίες που διάβαζε σε βιβλία που θα έπρεπε να είχαν καεί μαζί με τους συγγραφείς τους, θα γινόταν η αίτια του χαμού τους. Παρ' όλα αυτά δεν αντιδρούσε κανείς τους. Είχαν καθηλωθεί από την ανεξήγητη αυτοπεποίθηση του Συμβούλου Υγείας και την συγκεκαλυμμένη σκληρότητα στη φωνή του εχθρού τους. Μόνο ο Κυβερνήτης–Πρέσβης χειρονομούσε φοβισμένα κάθε φορά που μιλούσε είτε ο ξένος τρελός είτε ο δικός τους, έχοντας πάρει μια έκφραση τρόμου που θα έφερνε και στον ίδιο γέλια, αν μπορούσε να δει τον εαυτό του...

 

Ο Σύμβουλος της Υγείας ένιωθε την ίδια απέραντη έκπληξη για τα λόγια που έβγαιναν από μέσα του, χωρίς να είναι καθόλου βέβαιος πως ήταν δικά του. Τι ήταν αυτά που έλεγε; Θα τον έκαναν σκόνη; Με τι; Με κατάρες; Όμως, μια ψυχρή φωνή στο μυαλό του, χαλκευμένη από μακροχρόνια εμπειρία στην αντιμετώπιση ψυχασθενών, του έλεγε ότι αν δεν έπαιζε τον ρόλο του τέλεια, αν δεν ήταν απόλυτα φυσικός, δεν θα είχε καμία ελπίδα να ξεγελάσει τον αντίπαλο του. Σα να έτρεχε μ' ένα ποδήλατο σε μια κατηφόρα ξέροντας πως ο δρόμος έχει λάδια και πως το παραμικρό φρενάρισμα θα τον σκότωνε. Την πρωτοβουλία όμως την είχε ο αντίπαλος τους, που ξαναμίλησε με φωνή πιο ήρεμη μα και γεμάτη αυτοπεποίθηση.

 

"Τι έχουμε εδώ; Έναν μαλάκα χαραμοφάη (έτσι αποκαλούσαν κάποιοι ανυπόληπτοι πολίτες τους ανθρώπους του Αστροστόλου) με κότσια! Σπάνιο, μα το Νεφέλωμα της Τρύπιας Κάλτσας, πολύ σπάνιο! Μπορώ να μάθω, κύριε λοχαγέ (αυτό με ολοφάνερα ειρωνική διάθεση), ποιος είναι ο λόγος που μου χαρίσατε προσωρινά τη ζωή μου, παρ' όλα τα πιεστικά σας προβλήματα;"

 

"Είμαι Ερευνητής–Θεραπευτής της Ανθρώπινης Συμπεριφοράς και υπηρετώ τον Τομέα Υπερδιαστήματος σαν Σύμβουλος της Υγείας Περιπολικού Σκάφους Α' Τάξης, ξέρεις." Απαριθμώντας τους τίτλους του δεν μπόρεσε να αποφύγει μια ιδέα υπεροψίας στην φωνή του, γεγονός που έγινε αντιληπτό: "Πω πω, να μιλάω τόσην ώρα μ' ένα αρχιμαλάκα Σύμβουλο της Υγείας του Αστροστόλου και να μην το ξέρω! Ντροπή μου!" Η φωνή στο σύστημα επικοινωνίας ακούστηκε πολύ ειρωνική.

 

Ο γιατρός καθάρισε τον λαιμό του νιώθοντας αμήχανα. Πού στην ευχή κρυβόταν αυτή η ανόητη υπερηφάνεια; Την πιο ακατάλληλη στιγμή τον είχε κάνει να χάσει τον έλεγχο. Προσπάθησε να διορθώσει:

 

"Δεν αμφιβάλλω ότι αυτοί οι τίτλοι δεν θα λένε και πολλά πράγματα σ' έναν άνθρωπο σαν κι εσένα..." Προσπάθησε ν' ακούγεται σαρκαστικός αλλά ο άλλος τον ξανάκοψε.

 

"Καλά καλά, ξέρω, δεν είμαι αντάξιος σου" είπε με κάποια ανυπομονησία. "Δεν μου είπες όμως τι με χρειάζεσαι, τρανέ επιστήμονα."

 

"Ναι, λοιπόν κάνω μια έρευνα σχετικά με κάποιες μορφές ενδιάμεσης ψυχονεύρωσης. Περιμένω πολλά από την εργασία μου..."

 

"Και..."

 

"Και θα επιθυμούσα να σε μελετήσω."

 

Μεσολάβησαν μερικά δευτερόλεπτα σιωπής. Μετά η φωνή ξανακούστηκε εκνευρισμένη και, κατά κάποιο τρόπο, τρομακτική: "Άκου γιατρουδάκι, ξέρεις πολύ καλά ότι η «ενδιάμεση ψυχονεύρωση» δεν είναι επιστημονικός όρος. Ξέρεις επίσης πως, αν πράγματι πίστευες ότι είμαι ψυχωτικός και ήθελες να μ' εξετάσεις δεν θα μου το δήλωνες ποτέ κατάμουτρα. Θέλεις να με κατασκοπεύσεις, να προσπαθήσεις να με γυρίσεις με τα νερά σας, κι όλα αυτά επειδή έχετε χεστεί επάνω σας. Σωστά μαντέψατε, βλαμμένοι, είμαι εξοπλισμένος με πυρηνικά βλήματα, τα παλιά, καλά, δοκιμασμένα όπλα, και όποτε το θελήσω διακόπτω μια και καλή αυτόν τον γελοίο διάλογο. Έχω κι εγώ «πιεστικές δουλειές», ξέρεις. Ένα πράγμα σου αναγνωρίζω πάντως, γιατρουδάκι, έχεις κότσια. Θ' αφήσεις να γεμίσουν το σώμα σου με τα βιολογικά τους όπλα, τα κουμπιά της στολής σου με αέρια νεύρων, τα νύχια σου με υπερεκρηκτικά, θα σου βάλουν και κάνα–δυο τηλεχειρισμούς εκεί που ξέρεις και θα έλθεις στην φωλιά του λύκου, έτσι; Εντάξει λοιπόν, σου δίνω πέντε λεπτά να περάσεις τα καλώδια σου και σε περιμένω. Φρόντισε να είσαι ακριβής στο ραντεβού σου γιατί τα βλήματα μου θα είναι στο δικό τους. Έλα, θα το γλεντήσουμε οι δυο μας, Ψυχοερευνητά..." Και με αυτά τα λόγια το σύστημα επικοινωνίας έκλεισε.

 

Ο Σύμβουλος της Υγείας έγλειψε τα ξερά χείλια του, ανήμπορος να σκεφτεί οτιδήποτε. Η επιθετικότητα και η αυτοπεποίθηση στα λόγια του άλλου είχε τέτοια ένταση που ήταν σα να του είχε ρίξει γροθιά στο στομάχι. Η Επόπτης Γέφυρας επαναλάμβανε μονότονα "Ε, αυτό πια... Ε, αυτό πια...." ενώ ο Επιτετραμμένος της Άμυνας ρωτούσε να μάθει τι στην ευχή είναι αυτά τα κουμπιά με τα αέρια νεύρων και γιατί δεν είχε ενημερωθεί σχετικά. Φυσικά, κανένας δεν του έδινε σημασία. Το μυαλό του Κυβερνήτη–Επόπτη είχε φρακάρει για τα καλά. Του ήταν πλέον αδύνατον να βρει κάποιον ειρμό σ' όσα συνέβαιναν γύρω του. Ποιος του σκάρωνε αυτή την λαχτάρα; Ποιος ήταν μαζί του και ποιος ήταν κρυφός του εχθρός; Τι παιχνίδι έπαιζε ο μυστηριώδης ξένος; Και πάνω απ' όλα, πώς έπρεπε να χειριστεί την κατάσταση; Τελικά πρυτάνευσε η κοινή λογική. Δεν καταλάβαινε τίποτα και αποφάσισε ότι το καλύτερο που είχε να κάνει ήταν να κάτσει στ' αυγά του. Τα δευτερόλεπτα κυλούσαν... Τελικά η Επιστημονική Σύμβουλος, με το πρακτικό πνεύμα που διακρίνει το φύλο της, ανέλαβε να εκφράσει το ζουμί της κατάστασης. Είπε: "Προσέξατε πως δεν ανέφερε τυχόν ηλεκτρονικά όπλα που θα μπορούσε να φέρει μαζί του ο απεσταλμένος μας; Όλοι ξέρουμε πως τέτοια μέσα είναι δυνατόν να ανιχνευθούν και να εξουδετερωθούν με τεχνολογίες που μπορεί να είναι διαθέσιμες σε πλούσιους πολίτες. Αντίθετα, τα βιολογικά και χημικά όπλα τελευταίας τεχνολογίας είναι, ως γνωστόν, υπόθεση του Στόλου και μόνο. Ούτε καν οι αμυντικές υπηρεσίες των Κόσμων δεν έχουν πλήρη πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν σε τέτοια συστήματα. Είμαι σίγουρη πως, αν δεν πρόκειται για κάποιο παιχνίδι της Διοίκησης, είμαστε μπλεγμένοι σε κάτι πολύ σοβαρό. Σύμβουλε της Υγείας, αν είσαι ακόμη διατεθειμένος να πας, πρέπει να βιαστείς."

 

Ο Σύμβουλος της Υγείας σηκώθηκε μ' έναν αναστεναγμό και βγήκε από την Γέφυρα. Κανείς δεν τον ρώτησε πού πάει αφού όλοι το είχαν μαντέψει. Πρώτα επισκέφτηκε την τουαλέτα κι έπειτα προχώρησε στην καμπίνα του για να καλύψει μία ακόμη πιο επιτακτική του ανάγκη. Μπορεί ο κανονισμός να το απαγόρευε αυστηρά αλλά όλοι έκαναν τα στραβά ματιά. Γιατί. ποιος μπορεί να ζήσει μήνες στο διάστημα χωρίς να ξεδίνει πού και πού; Μέσα στις μπότες της διαστημικής του στολής κρυβόταν ένα γνήσιο καταπράσινο ουίσκι, φτιαγμένο με την παλιά παραδοσιακή συνταγή της απόσταξης σε συνθήκες μηδενικής βαρύτητας. Πανάκριβο και υπέροχο πράγμα, για τους εραστές των παλιών καλών ημερών. Το κατέβασε όλο κάτω, απολαμβάνοντας την μεθυστική αίσθηση των φυσαλίδων στον ουρανίσκο του. Αφού άδειασε όλο το σωληνάριο, άρχισε να ξεφυσάει και να κουνάει το κεφάλι του πέρα δώθε για να ξεζαλιστεί. Ένιωσε υπερηφάνεια στην σκέψη του πόσο γερό ποτήρι ήταν, κάτι που άλλωστε δεν του αμφισβητούσε κανείς από τους συνάδελφους του. Ήταν ένας από τους λίγους που μπορούσαν, με λίγη δυσκολία βέβαια, να πιούν ποτά με περιεκτικότητα μέχρι και δέκα τοις εκατό σε οινόπνευμα! Η Πειθαρχική Υπηρεσία άλλωστε του είχε κοτζάμ κατεβατά στον φάκελο του. Αφού έβαλε μια τσίχλα στο στόμα, έτσι για τα προσχήματα, κατευθύνθηκε προς την Γέφυρα, περνώντας για μια ακόμα φορά από την τουαλέτα.

 

Τρία λεπτά αργότερα ένας ζαλισμένος και φοβισμένος Σύμβουλος της Υγείας στεκόταν φορώντας μια διαστημική στολή πάνω από μια άκατο, ανάμεσα στα υπόλοιπα μέλη του πληρώματος του ειδικού καταδρομικού του Αστροστόλου, γνωστού σαν Χίλντα 6, ενός από τα εικοσιτρία σκάφη αυτού του τύπου που είχαν κατασκευασθεί και που, μέχρι τώρα, θεωρούνταν άτρωτα... Του είχαν κάνει μια ένεση σε κάθε μία από τις ωμοπλάτες του που, αν και έτσουξαν αρκετά, δεν άφησαν κανένα σημάδι στο δέρμα του. Είχαν βάλει μέσα του δυο μικροκάψουλες συνδεδεμένες με δυο μικροσκοπικούς μηχανισμούς που είχε τεθεί αμέσως σε λειτουργία. Θα άνοιγαν αυτόματα τις μικροσκοπικές κάψουλες με τις θανατερές ρικέτσιες σε εικοσιεπτά γήινα λεπτά ακριβώς. Ο Σύμβουλος της Υγείας μπορούσε να τους απενεργοποιήσει απλώς βγάζοντας ένα χρυσό δαχτυλίδι που φορούσε στον μεσαίο του αριστερού του χεριού, από αυτά που συνήθως φορούν όλοι οι απόφοιτοι των Σχολών Υγείας των Πέντε Πλανητών. Ακόμα όμως κι αν διακοπτόταν η λειτουργία των μηχανισμών από τον ίδιο, το πλήρωμα του Χίλντα μπορούσε, μέσω ενός τελευταίας τεχνολογίας τηλεχειρισμού, να δώσει μια ειδική εντολή στους μικροσκοπικούς μηχανισμούς που έλεγχαν τις κάψουλες. Τότε, μέσα σε πέντε λεπτά θα τελείωναν όλα, χωρίς καμία πλέον δυνατότητα ανάκλησης. Αν οι μηχανισμοί δεν ενεργοποιούνταν, οι αλυσίδες των γονιδίων που περιείχαν οι κάψουλες θα εκφυλιζόταν και θα αδρανοποιούνταν μέσα σε τέσσερις γήινες ώρες περίπου. Έτσι τουλάχιστον έλεγε το εγχειρίδιο οδηγιών. Πάντως όλοι οι συνάδελφοι του θεωρούσαν ήδη τον γιατρό μακαρίτη. Ο κυβερνήτης του αινιγματικού διαστημόπλοιου, που δεν είχε πάψει στιγμή να τους ζυγώνει, είχε ήδη δώσει την τυπική συγκατάθεση για την μεταβίβαση με ένα, καθόλου ενθαρρυντικό "Έλα πουλάκι μου, έλα στον θείο". Όλα λοιπόν ήταν έτοιμα. Ο Επιτετραμμένος της Άμυνας μουρμούριζε ότι τελικά δεν ήταν καθόλου κακή ιδέα τα κουμπιά με τα αέρια νεύρων. Ο Κυβερνήτης–Επόπτης είπε μερικά λόγια ηθικού περιεχομένου που έκαναν τον Σύμβουλο Υγείας να θέλει να βγάλει το κράνος της στολής του για να πάρει καθαρό αέρα, αλλά τελικά τα παράτησε γιατί κάτι τέτοιο θα απαιτούσε ολόκληρη διαδικασία. Η Επιστημονική Σύμβουλος τον χτύπησε ενθαρρυντικά στον ώμο. "Εάν όλα πάνε καλά," του είπε, "σε βλέπω να εκτοξεύεσαι πολύ ψηλά στην ιεραρχία." Ο Κυβερνήτης–Επόπτης τής έριξε άλλη μια δηλητηριώδη ματιά. Μπαίνοντας στην θέση του οδηγού, ο Σύμβουλος της Υγείας σκέφτηκε ότι δεν μπορούσε ν' αποφασίσει αν μισούσε περισσότερο τον Κυβερνήτη–Επόπτη του ή τον άγνωστο αντίπαλο που πήγαινε να συναντήσει.

 

Η πτήση κράτησε περίπου τρία λεπτά. Έπειτα ο αυτόματος μηχανισμός προσέγγισης του ξένου διαστημόπλοιου τέθηκε σε λειτουργία, μια θυρίδα άνοιξε και σύντομα το σκοτεινό, απειλητικό σκαρί κατάπιε την άκατο που τον μετέφερε. Ο Σύμβουλος Υγείας άνοιξε την πόρτα και βγήκε με αργές κινήσεις. Κοίταξε γύρω του επιφυλακτικά αλλά δεν είδε κανένα να τον περιμένει. Κουβαλούσε μαζί του δύο φορητά όπλα τελευταίας τεχνολογίας, ιδέα της Επιστημονικής Συμβούλου, για να εξακριβώσουν κατά πόσο το ξένο διαστημόπλοιο διέθετε σύστημα εντοπισμού εξελιγμένων όπλων, αλλά και για να χρησιμοποιηθούν σαν αντιπερισπασμός. Ο ίδιος είχε βρει την ιδέα υπερβολική, εφ' όσον ήταν βέβαιο πως ένας τόσο πολεμοχαρής και αποτελεσματικός αντίπαλος, όπως είχε αποδειχθεί ο δικός τους, θα διέθετε στα σίγουρα τόσο στοιχειώδη συστήματα και θα αντιλαμβανόταν αμέσως πως η παράδοση των δύο όπλων πλάσματος αποτελούσε απλώς μια πράξη αντιπερισπασμού. Μια πόρτα άνοιξε στ' αριστερά του προσκαλώντας τον σιωπηλά να την περάσει, πράγμα που έκανε νιώθοντας ένα σφίξιμο στο στομάχι. Αμέσως άναψε δίπλα του το γνωστό βέλος–ολόγραμμα που καθοδηγεί σε άγνωστους χώρους. Το βέλος τον ακολουθούσε σαν ευλύγιστο χέλι και έστριβε μπροστά του, οδηγώντας τον προς τον αινιγματικό αντίπαλο του. Όλες οι αισθήσεις του ήταν τεταμένες σε υπέρτατο βαθμό και συνειδητοποίησε πως το στομάχι του είχε δεθεί κόμπος από άγχος που ήταν αδικαιολόγητα μεγάλο ακόμα και κάτω από τις περιστάσεις στις οποίες βρισκόταν. Δεν ένιωθε φόβο, αλλά μάλλον μια τρομερή αγωνία και έξαψη, σαν έφηβος που βγαίνει για πρώτη φορά ραντεβού με την κοπέλα που αγαπά. Καθώς ακολουθούσε το φωτεινό βέλος έριχνε ματιές δεξιά κι αριστερά, προσπαθώντας να διακρίνει κάτι που θα τον βοηθούσε να καταλάβει σε τι είδους αστρόπλοιο βρισκόταν. Τα πάντα γύρω του φαινόταν συνηθισμένα, τα ένστικτα του όμως του έλεγαν πως τα πράγματα δεν ήταν όπως έδειχναν. Ένιωσε πάλι την αγωνία να του σφίγγει την ψυχή. "Ηρέμησε αγόρι μου," μουρμούρησε μέσα από τα δόντια του, κάτι που συνήθιζε όταν είχε υπερβολικό στρες, "θα τον φάμε λάχανο!" Αλλά ετούτη τη στιγμή θα του ήταν αδύνατο να το πιστέψει πραγματικά ακόμα κι αν ο μίσος Αστροστόλος βρισκόταν εκεί, μαζί του, για να τον υποστηρίξει...

 

Το ολογραφικό βέλος που τον οδηγούσε σταμάτησε μπροστά από μια πόρτα, η πόρτα άνοιξε και βρέθηκε στη Γέφυρα. Μπροστά του στεκόταν ένας άνδρας γύρω στα πενήντα, μέτριο ανάστημα και αραιωμένα γκρίζα μαλλιά, χτενισμένα προς τα πίσω. Τον κοίταζε με δύο συνηθισμένα καστανά μάτια πίσω από ένα ζευγάρι γυαλιά μυωπίας (γυαλιά μυωπίας; Είχε να δει τέτοια γυαλιά από τα παιδικά του χρόνια, όταν είχαν γίνει μια σύντομη μόδα στους κατοίκους του Άνμοαλ Τρία και Τρία). Ένιωσε μια ελαφριά απογοήτευση και συνειδητοποίησε ότι τον είχε φανταστεί κάπως σαν τους διαστημο–γκάνκστερς που έδειχναν τα φιλμ των παιδικών του χρόνων ή και των παιχνιδιών που έπαιζε στον Υπολογιστή του. Αυτός εδώ έδειχνε σχεδόν ακίνδυνος, αν και ένιωσε πάλι μια εσωτερική προειδοποίηση κρυφού κινδύνου. Μια φωνή ασυνήθιστα καλλιεργημένη τον έβγαλε από τις σκέψεις του.

 

"Καλώς τον Σύμβουλο της Υγείας, συγχώρεσε με που ξεχνώ τους υπόλοιπους τίτλους που μου αράδιασες. Λοιπόν, πώς σου φαίνεται το σκαρί μου;"

 

"Χρησιμοποιεί αρχαϊκές λέξεις και έχει σταματήσει να βρίζει. Τι να σημαίνει άραγε αυτό;" σκέφτηκε ο Σύμβουλος Υγείας. Μετά προσπάθησε να απαντήσει σε ανάλογο ύφος, αλλά ένιωθε να έχει κολλήσει, σαν η όλη σκηνή να μην ήταν πραγματική αλλά ένα όνειρο. Η φωνή του άλλου ξανακούστηκε κοροϊδευτική και σίγουρη, αν και απόμακρα μελαγχολική: "Λοιπόν, κύριε Σύμβουλε της Υγείας, λακέ του Αστροστόλου, πόντικα της συμφοράς, κουβαλάς δυο κουμπούρια τα οποία μάλλον προορίζονται για να τραβήξουν την προσοχή μου, έτσι; Χα χα χα, μάλιστα... Και θα πρέπει να έχεις πάνω σου κι αυτούς τους ιούς που τρώνε τα σώματα των ανθρώπων και τα κυκλώματα, ε;"

 

Ο Σύμβουλος της Υγείας ένιωσε έκπληξη για το γεγονός ότι τα λόγια του άλλου δεν του προκάλεσαν κανένα θυμό. Συνειδητοποίησε την παρουσία μιας ανάλαφρης, μεθυστικής μυρωδιάς που του θύμιζε απόμακρα παιδικές αναμνήσεις. Αναρωτήθηκε αν ο αέρας του διαστημόπλοιου δεν περιείχε κάποιο ειδικό αέριο που να είχε διοχετευτεί ειδικά γι' αυτόν, για να του αμβλύνει τις αισθήσεις. Απέρριψε όμως την υπόθεση. Αυτό που ένιωθε ήταν ένα κομμάτι του εαυτού του που, με κάποιον τρόπο που δεν μπορούσε να προσδιορίσει, είχε βγει στην επιφάνεια. Άλλωστε ο αντίπαλος κρατούσε όλους τους Άσσους και μάλλον δεν είχε κανένα λόγο να καταφύγει σε αέρια. "Τι στην ευχή είναι αυτά τα «κουμπούρια»;" ρώτησε.

 

Ο άλλος αγνόησε την ερώτηση και συνέχισε απτόητος, αν και φάνηκε ελαφρά παραξενεμένος από το ύφος του Κυβερνητικού που είχε απέναντι του. "Λοιπόν, κάτσε να σου εξηγήσω στα γρήγορα τους κανόνες του παιχνιδιού. Αυτή την στιγμή μας παρακολουθούν οι κύριοι ανιχνευτές του σκάφους, συν μερικούς ακόμα βοηθητικούς, όλοι συνδεδεμένοι με τον κεντρικό Υπολογιστή. Στην παραμικρότερη κίνηση που θα ερμηνευθεί από το πρόγραμμα σαν επίθεση στην αφεντιά μου θα βάλλουν αυτόματα στο αξιοθρήνητο Καταδρομικό σας έξι βλήματα ατομικής αποσύνθεσης. Θα συμβούν κι άλλα ενδιαφέροντα πράγματα, σε σένα για παράδειγμα, που είναι καλύτερο να μη στα πω. Γι' αυτό σε συμβουλεύω να ακουμπήσεις κάπου ό,τι κακά πράγματα έχεις επάνω σου, να μη γίνει καμιά παρεξήγηση. Όσο για τους βρομοϊούς σου..."

 

"Καλά, ξέρω" τον έκοψε ο Σύμβουλος της Υγείας φανερά εκνευρισμένος. "Έχεις λάβει τα μέτρα σου και γι' αυτό. Ας τ' αφήσουμε όμως αυτά. Μίλησε μου για σένα. Γιατί μας δημιούργησες τόσες φασαρίες;"

 

Ο Κυβερνήτης δεν βιάστηκε να μιλήσει. Περιεργάστηκε για κάμποσα δευτερόλεπτα τον άνθρωπο που είχε απέναντι του, σα να προσπαθούσε να διακρίνει κάτι. Στο τέλος είπε: "Ας μιλήσουμε καλύτερα πρώτα για σένα, Σύμβουλε της Υγείας. Θ' αρχίσω εγώ. Λοιπόν, ήσουν νέος, έπαιρνες εύκολα τα γράμματα, είχες και τις φιλοδοξίες σου, έγινες γιατρός, ειδικεύτηκες στην Ψυχολογία, ίσως και να είχες μούσι στα νιάτα σου. Αλήθεια, ρώτησες ποτέ τον εαυτό σου γιατί σε τράβηξε ο συγκεκριμένος κλάδος των Επιστημών Υγείας; Τέλος πάντων, δεν θα κάνω εγώ την δουλειά σου. Συνεχίζω. Ήσουν δυναμικό παιδί και οι φιλοδοξίες σου δεν τελείωναν εκεί. Είχες και κάποιον να μιλήσει για σένα, ε, και βρέθηκες αξιωματικός του Αστροστόλου. Σε λίγα χρονάκια θα έχεις κάνει καλό κομπόδεμα, θα έχεις γυρίσει τον Γαλαξία – άκου φίλε μου τι μαλακίες λένε στις διαφημίσεις, λες και είναι ο Γαλαξίας ένα νησάκι να το γυρίσεις. Εν πάση περιπτώσει, θα καταλήξεις σε ερευνητική θέση, θα κανείς έρευνες για τα φτωχά μας τα μυαλουδάκια, θα δημοσιεύσεις τις «θέσεις» σου στην Πλανητική Νευρολογία ή σε κάποιο τέτοιο περιοδικό τέλος πάντων. Όλες οι κυράδες θα σε λιγουρεύονται, αν και θα 'σαι σιτεμένος, ακόμα και η μύτη σου σου δίνει κάποια γοητεία. Και μετά, θα πεθάνεις, μεγαλόβαθμος, δοξασμένος, και στην κηδεία σου, που θα γίνει δημοσία δαπάνη, θα παραβρεθούν μερικοί βαριεστημένοι του συναφιού σου και θα πουν ότι φτώχυνε ο Αστροστόλος. Τι λες, τα είπα καλά; "

 

"Ναι, κάπως έτσι είναι. Θα μου πεις τώρα για σένα;"

 

"Έχω να σου κάνω μια ερώτηση: Είσαι ευχαριστημένος;"

 

"Αν είμαι ευχαριστημένος; Υποθέτω πως είμαι. Γιατί ρωτάς;"

 

"Άκου φίλε, αν δηλώνεις «ευχαριστημένος» από την ζωή σου τότε μάλλον δεν έχουμε τίποτε άλλο να πούμε. Γυρνάς στο κλουβί με τις τρελές και περνάτε στην Κατάσταση 4. Εννοείται ότι όταν θα ξαναβγείτε, όσο γρήγορα κι αν το κάνετε, δεν πρόκειται να με βρείτε, εκτός πια κι αν είστε πολύ άτυχοι. Η άλλη λύση είναι να κανείς καμιά παληκαριά, οπότε εσύ πεθαίνεις, εγώ ζω, αυτοί, κι έδειξε την Χίλντα στην μεγάλη οθόνη, πεθαίνουν."

 

"Εκτός κι αν έχω τις ρικέτσιες που τρώνε ανθρώπους και κυκλώματα, οπότε εγώ πεθαίνω, εσύ πεθαίνεις, κι αυτοί την βολεύουν μια χαρά."

 

Ο Κυβερνήτης δεν απάντησε αλλά ένα σαρδόνιο χαμόγελο χαράχθηκε στο πρόσωπο του για λίγα δευτερόλεπτα. Μετά έδειξε το ταβάνι που έτσι κι αλλιώς ήταν γεμάτο διάφορα φωτάκια, ανοίγματα, ανιχνευτές. Απόλαυσε για λίγο το απορημένο βλέμμα του φιλοξενούμενου του και μετά είπε, με βαριεστημένη φωνή, μια λέξη: "Καταιωνιστήρες."

 

"Καταιωνιστήρες; Τι καταιωνιστήρες;" σκέφτηκε σχεδόν φωναχτά ο Σύμβουλος Υγείας. Του πήρε μισό περίπου λεπτό να καταλάβει τι εννοούσε ο άλλος. "Θέλεις να πεις πως έχεις προβλέψει την περίπτωση και διαθέτεις κάποιο από τα υπεραπόρρητα υλικά που αδρανοποιούν τις ρικέτσιες; Αυτό θέλεις να πιστέψω; Είσαι μεγάλος!" τον ειρωνεύτηκε τελικά.

 

Φαίνεται όμως πως ήταν σε διάφορα φάσης. Όταν ο ένας άρχιζε τις ειρωνείες, ο άλλος σοβαρευόταν. "Όχι βέβαια. Οι καταιωνιστήρες υπάρχουν σ' όλα τα παλιά σκάφη, έτσι κι αλλιώς. Απλά, στο νερό που χρησιμεύει στην πυρόσβεση πρόσθεσα μερικά υλικά που βρήκα πρόχειρα. Θέλεις να μάθεις τι; Λοιπόν, αφρό ξυρίσματος, οινόπνευμα, ζάχαρη, μια ντουζίνα άλατα, απορρυπαντικά, σαπούνια, διάφορες κόλλες, λίγο καφέ, μερικά αρώματα που έτσι κι αλλιώς μύριζαν αναγουλιαστικά, χυμούς από ό,τι φρούτα βρήκα στο ψυγείο, χλωρίνη, μερικά αντισηπτικά, μερικά φάρμακα –δεν θυμάμαι τι– τα σαπούνια τα είπα ήδη, λοιπόν, εντομοκτόνα και εντομοαπωθητικά, γυαλιστικά, διαλυτικά, δύο οδοντόκρεμες, αντηλιακά, μελάνια, ένα στοματικό διάλυμα, ούρα, φορμόλη, γράσο και μερικά ακόμη. Φυσικά μεγάλες ποσότητες αφρού από τον πυροσβεστήρα και ό,τι αφριστικό βρήκα μπροστά μου. Αντιλαμβάνεσαι την σπάταλη για ένα φτωχικό αστρόπλοιο σαν το δικό μου, έτσι;" πρόσθεσε με γνήσια αγανάκτηση.

 

Ο Σύμβουλος της Υγείας τον κοίταζε άναυδος. "Και έχεις αποδείξεις ότι αυτός ο κυκεώνας;..." Σταμάτησε νιώθοντας δέος. Η ερώτηση ήταν περιττή, καθώς τώρα μάντευε την απάντηση που θα του έδινε ο άλλος. Οι πιθανότητες ήταν πως αν αυτά τα υγρά τον κάλυπταν εντελώς και σε μεγάλες ποσότητες, κάποια από αυτά θα αδρανοποιούσαν τις ρικέτσιες, τουλάχιστον μέχρι να εκφυλιστούν από μόνες τους. Στο ενδιάμεσο, θα πυροδοτούσε τους πυραύλους με την πυρηνική γόμωση, κι έτσι αυτός θα ζούσε, οι άλλοι θα πέθαιναν. "Τι να πω;" είπε τελικά. "Πρέπει να παραδεχτώ πως με εκπλήσσεις. Σου αναγνωρίζω ότι είσαι πολύ έξυπνος, τουλάχιστον. Εκτός..." έκανε σκεπτικός.

 

"Εκτός...;"

 

"Να, σκέπτομαι ένα ενδεχόμενο το οποίο, αν αληθεύει, δεν πρόκειται να μου το επιβεβαιώσεις. Απλά, σκέφτομαι το ενδεχόμενο εσύ ή το σκάφος σου να ελέγχεσαι ή και να ελέγχεις" δίστασε για λίγο, "τέλος πάντων, σκεφτόμουν την Τεχνητή Ευφυΐα" συμπλήρωσε πιο χαμηλόφωνα από ό,τι σκόπευε.

 

Ο άλλος φάνηκε γνήσια έκπληκτος. "Τεχνητή ευφυΐα; Ναι, κάτι έχω ακούσει αλλά μάλλον είναι παραμύθια. Όχι ρε φίλε, εδώ κουμάντο κάνω εγώ."

 

"Δεν μπορώ να είμαι σίγουρος γι' αυτό."

 

"Κοίτα, πιστεύω ότι το ψέμα είναι ένδειξη αδυναμίας. Αν δεν το πίστευα, θα μπορούσα πολύ εύκολα να σας έχω αποφύγει, δε νομίζεις; Τέλος πάντων, μπορείς να πιστεύεις ό,τι σ' αρέσει. Καλά ξεκουμπίδια!"

 

Και πάλι ο Σύμβουλος της Υγείας δε βιάστηκε ν' απαντήσει, ούτε κι έκανε καμιά κίνηση να φύγει. Αρκέστηκε να περιεργάζεται τον άλλο, σκεπτικός. Καθαρά, ατσαλάκωτα ρούχα, διαλεγμένα με κάποιο γούστο, τα αναχρονιστικά γυαλιά, νύχια κομμένα, πρόσωπο φρεσκοξυρισμένο, παχάκια στη μέση. Και, τώρα το έβλεπε καθαρά, μια αίσθηση αφανούς δύναμης. Ένας ενδιαφέρων άνθρωπος. Ίσως ένας πολύ ενδιαφέρων άνθρωπος. "Δε νομίζω ότι θα σου την κάνω την χάρη, είπε τελικά. Μάλλον θα μείνω λίγο ακόμα." Καθώς ο άλλος άρχισε να τον πλησιάζει απειλητικά, βιάστηκε να συνεχίσει: "Κοίτα, μου έχεις κινήσει πραγματικά το ενδιαφέρον. Δεν μπήκες στον κόπο να μου συστηθείς, όχι ότι το παρεξήγησα, λέω να σε φωνάζω Κάπτεν Νέμο. Πώς σου φαίνεται; Τέλος πάντων. Ίσως ο Κυβερνήτης–Επόπτης μου να καίγεται να σε συλλάβει, οι δικές μου προτεραιότητες όμως εε... είναι άλλες. Και, παραδέχομαι ότι έχεις προβλέψει σε σημαντικό βαθμό τις κινήσεις μας, δεν τα ξέρεις όμως όλα. Υπάρχουν όπλα στο διαστημόπλοιο μου πολύ θανατηφόρα, ένα από τα οποία είναι και η φιλοδοξία των συντρόφων μου για γρήγορη ανέλιξη στην ιεραρχία. Πάρε εμένα για παράδειγμα. Η φιλοδοξία μου να ερευνήσω την περίπτωση σου από την πλευρά της επιστήμης μου με ώθησε να ρισκάρω τόσο ώστε να έλθω ως εδώ να σε συναντήσω. Αν νομίζεις ότι θα παραιτηθούμε έτσι εύκολα, είσαι γελασμένος. Θα ρισκάρουν την ζωή τους προκειμένου να μη γελοιοποιηθούν από κάποιο φρενοβλαβή εγκληματία, αν μου συγχωρείς την έκφραση. Και δεν είναι μόνο αυτό. Τα ρούχα σου, η φωνή σου... Θα σου εξηγήσω τι εννοώ. Η φωνή σου δεν είναι βραχνιασμένη, όπως όταν έχει κανείς πολύ καιρό να μιλήσει. Δεν ξέρω αν χρησιμοποιείς καραμέλες για το λαιμό ή αν έχεις κάποιον άλλο κρυμμένο στο σκάφος, αλλά θα στοιχημάτιζα ότι μιλάς μόνος σου. Ίσως στον εαυτό σου ή σε κανένα παπαγάλο, αφού ο Υπολογιστής του σκάφους μου δεν έχει καταγράψει καμία συνάντηση του διαστημόπλοιου σου με άλλο διαστημόπλοιο, και έχεις να πιάσεις σε Σταθμό πάνω από έξι μήνες τουλάχιστον. Βλέπεις, αυτά τα πράγματα καταγράφονται λεπτομερώς." Σάλιωσε τα ξεραμένα του χείλια και συνέχισε βιαστικά. "Έπειτα, τα ρούχα. Καλοσιδερωμένα, ταιριαστά και διαλεγμένα με γούστο. Κοιτάζεσαι στον καθρέφτη, έτσι; Θα 'λεγα ότι παρουσιάζεις συμπτώματα μοναξιάς."

 

Ο Κυβερνήτης πήρε ένα ύποπτα μελιστάλαχτο ύφος: "Λες;"

 

"Είμαι σίγουρος" του απάντησε επιφυλακτικά, χωρίς να πιάνει εντελώς την συγκεκαλυμμένη ειρωνεία στα λόγια του άλλου. "Κάτι άλλο, που ήθελα να σε ρωτήσω απ' την αρχή, υπάρχει μια μεθυστική μυρωδιά στην ατμόσφαιρα. Κάποιο κοινό αποσμητικό χώρου ή να υποθέσω κάτι πιο πονηρό;"

 

"Αν είχα την ανάγκη να καταφύγω σε ψυχοτρόπα θα χρησιμοποιούσα άοσμα, έτσι δεν είναι;" απάντησε ο άλλος αφοπλιστικά, και στο μυαλό του Συμβούλου Υγείας άναψε με μεγάλα κόκκινα γράμματα η επιγραφή «ΓΚΑΦΑ». "Όχι," συνέχισε, "αυτό που μυρίζει είναι ένα αθώο γιασεμί."

 

"Γιασεμί; Άρωμα γιασεμί;"

 

"Λουλούδι γιασεμί."

 

"... θέλεις να πεις ότι έχεις αληθινό λουλούδι στο σκάφος;"

 

"Αρκετά λουλούδια μάλιστα. Μου κρατούν όλη τη συντροφιά που χρειάζομαι, μαζί με τον παπαγάλο μου. Ναι, μην ανοίγεις το στόμα σου, αγαπητέ και σεβαστέ Επιστήμονα, έναν γνήσιο παπαγάλο αγορασμένο από την Δεύτερη Γη. Το τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την σοφία σου δεν μπορώ να το ξέρω..." τον ειρωνεύτηκε. Το στόμα του γιατρού είχε όντως ανοίξει από γνήσια απορία. Το να διατηρείς φυτά η ζώα σ' ένα διαστημόπλοιο ήταν κάτι που κόστιζε πολύ ακριβά, και, με εξαίρεση τους πολύ πλούσιους, σπάνια είχε κανείς κάτι ανώτερο από λειχήνα.

 

"Μα, πως είναι δυνατόν κάτι τέτοιο;" ρώτησε τελικά. "Μόνο τα αντιβιοτικά και τα εμβόλια που απαιτούνται, αγορασμένα από τους διαστημικούς σταθμούς, θα κόστιζαν πανάκριβα. Οι ειδικές βιταμίνες και ορμόνες, μόνο για τα φυτά..."

 

"Μα, δε χρησιμοποιώ βιταμίνες, ορμόνες, αντιβιοτικά, φίλτρα, εμβόλια ή ορούς, αγαπητέ" τον έκοψε με μια ελάχιστα λιγότερο ειρωνική φωνή, βυθίζοντας τον σε ακόμα μεγαλύτερη απελπισία.

 

"Πώς γίνεται αυτό; Τι είδους τεχνολογία χρησιμοποιείς;" ξαναρώτησε ο Σύμβουλος της Υγείας με δέος.

 

"Τεχνολογία; Θα σου πω αμέσως." Το πρόσωπο του πήρε μια έκφραση ύπουλης αθωότητας: "Για τα λουλούδια μου, τα αποφάγια μου, τα ούρα μου και τα περιττώματα του παπαγάλου και τα δικά μου, συνήθως αρκούν. Επίσης ανακυκλώνω τα μέρη που ξεραίνονται. Ο Ντίλμπυ βολεύεται με ψωμάκι και ξερά φρούτα, και τον αφήνω να τσιμπολογάει τα φυτά όταν χρειάζονται κλάδεμα. Όταν πιάνω σε κανένα Διαστημικό Σταθμό του αγοράζω λαχανικά και γλυκά. Επίσης, έχω ανακαλύψει πως οι θεωρίες ότι οι κοσμικές ακτινοβολίες μεταλλάσσουν τα κύτταρα των φυτών καθώς και τα μικρόβια που ζουν στους πεπτικούς σωλήνες των ζώων ή στο χώμα, είναι ηλιθιότητες. Έτσι λοιπόν, δεν έχω λάβει κανένα απολύτως μέτρο για την αντιμετώπιση τους. Αυτά." κατέληξε αυτάρεσκα, αφήνοντας τον συνομιλητή του εντελώς άναυδο.

 

"Μα!" αντέτεινε όταν ξαναβρήκε τη μιλιά του, "περίμενε μια στιγμή. Το θέμα μ' ενδιαφέρει πολύ. Θα 'θελα κι εγώ..." Ο κυβερνήτης αντιλήφθηκε πως είχε αγγίξει κάποια ευαίσθητη χορδή στον Κυβερνητικό, κάτι από την ανθρώπινη φύση του, κρυμμένη κάτω από καριέρες και φιλοδοξίες, κάτω από την εκπαίδευση στην υποκρισία και τις τεχνητές ανάγκες που συνεπάγεται η ένταξη στον Αστροστόλο. Άρχισαν να συνομιλούν σε πιο ήρεμους τόνους, χωρίς ειρωνεία κι υπονοούμενα, χωρίς τρικ και σκοπιμότητες. Ξεχάστηκαν για λίγο καθώς ο παράξενος, μοναχικός ταξιδευτής εξηγούσε για καθοδικά ρεύματα αέρα από την ψευδοροφή των χώρων διαμονής του διαστημόπλοιου, για μικροσκοπικές μεταλλικές ίνες στα ρούχα, στα φτερά και στα φυλλώματα, σε συνδυασμό με διαβαθμιζόμενα μαγνητικά πεδία, καθώς και άλλους τρόπους, ξεχασμένους και μη, συνηθισμένους και πρωτάκουστους, που βοηθούσαν ανθρώπους, πουλιά και φυτά να έχουν ένα υποκατάστατο βαρύτητας όταν η πραγματική βαρύτητα έλειπε ή ήταν πολύ ασθενική, ώστε να μην ατροφούν οι μύες και να έχουν μια αίσθηση προσανατολισμού. "Έτσι κι αλλιώς, περνάμε τον περισσότερο χρόνο μας σε τροχιά γύρω από τον ένα και τον άλλο Ήλιο ή Πλανήτη ή και προσεδαφισμένοι, εδώ κι εκεί..." Κοίταξε λοξά τον ανεπιθύμητο επισκέπτη του για να δει αν θα ενδιαφερόταν για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητες του, αλλά αυτός φαινόταν τελείως απορροφημένος σε δικούς του κόσμους.

 

Για ένα λεπτό έμειναν σιωπηλοί, βυθισμένοι στις σκέψεις τους. Έπειτα ο κυβερνήτης έκανε μια απειλητική κίνηση. "Το όνομα που μου 'δωσες το βρίσκω κακόγουστο και κοινότυπο, αν και είναι αναβαθμισμένο σε σχέση με το «Παπαδόπουλος». Αν νομίζεις πως με τρομάζουν οι συνέπειες του να σας σκοτώσω, είσαι γελασμένος, πολύ γελασμένος." Ο Σύμβουλος της Υγείας του πληρώματος της Χίλντα άνοιξε το στόμα του, ξαφνιασμένος από την τροπή που έπαιρνε η κουβέντα αλλά ο άλλος τον έκοψε απότομα. "Πάρε για παράδειγμα το περίφημο «μαύρο κουτί»... Λοιπόν, πόσος καιρός θα περάσει πριν συλλεχθεί και αξιολογηθεί από το Αρχηγείο σας; Ένας γήινος μήνας τουλάχιστον, έτσι δεν είναι; Και μετά θ' αρχίσει το κυνηγητό, λες; Α, δε νομίζω! Έχεις υπ' όψιν σου πόσες Υπηρεσίες θα εμπλακούν στην υπόθεση; Υπηρεσίες με άκρως αντικρουόμενα συμφέροντα, με διευθυντάδες που μισούν ο ένας τον άλλο όσο τίποτα στον Κόσμο. Τα ξέρεις καλύτερα από μένα. Και τι θα υποψιαστούν όταν δουν τα στοιχεία που κατέγραψε ο υπολογιστής σας; Όχι βέβαια έναν απλό άνθρωπο σαν την αφεντιά μου! Το διεστραμμένο τους μυαλουδάκι θα πάει σε ένα σωρό εξωπραγματικά σενάρια. Θα περάσει από τις εκδοχές των Εξωγήινων ή, αυτής της... «Τεχνητής Ευφυίας» και θα καταλήξει στο πιθανό σαμποτάζ από κάποιους που έχουν συμφέρον να θίξουν την διοίκηση του Στόλου. Όλοι θα υποψιαστούν όλους. Πλανήτες, άλλες Υπηρεσίες, οργανωμένο έγκλημα, αντίπαλες φατρίες μέσα στον ίδιο τον Στόλο, ο ένας τον άλλο, κυριολεκτικά. Η Ασφάλεια σας θα θελήσει να ερευνήσει διακριτικά, μακριά από άλλες Υπηρεσίες, γι αυτό θα υποβαθμίσουν το γεγονός, θ' αφήσουν να περάσει καιρός, να ξεχαστεί. Θα προσπαθήσουν ν' αλλοιώσουν τα γεγονότα, να τα παρουσιάσουν σαν ένα συνηθισμένο συμβάν..."

 

"Ακόμη κι έτσι όμως", τον έκοψε με αγανάκτηση κι απελπισία ο γιατρός, "δεν πρόκειται να ξεχάσουν. Θα ρίξουν στα σίγουρα τα δίχτυα τους..."

 

"Άσε ν' ανησυχώ εγώ γι' αυτό." Η φωνή του μοναχικού ταξιδιώτη ήταν κοφτή και σίγουρη, και το ειρωνικά μελιστάλαχτο ύφος του έσπαζε κόκκαλα. "Να βρουν τι; Ένα ανώνυμο, παλιό σκαρί, αγορασμένο από έναν ανώνυμο έμπορο σ' ένα ανώνυμο Κόσμο; Έναν άγνωστο εκκεντρικό χωρίς φάκελο; Δεν πιστεύω να υποθέτεις πως το όνομα με το οποίο με έχετε καταχωρήσει μπορεί να οδηγήσει πουθενά, ε; Θα ρίξουν τα δίχτυα τους για καρχαρίες. Μια μαρίδα δε θα 'χει πρόβλημα." Έπαψε να μιλά και η έκφραση του προσώπου του άλλαξε, φανερώνοντας τη μελαγχολική διάθεση του, επιπόλαια μόνο συγκεκαλυμμένη από τους αλαζονικούς του τρόπους. Έδειχνε –έτσι τουλάχιστον φάνηκε στον Σύμβουλο Υγείας– απόμακρος και απογοητευμένος. "Άλλωστε," είπε μετά από λίγο, "η Ζωή δεν αξίζει χωρίς λίγο κίνδυνο, έτσι δεν είναι; Πόσα χρόνια θα ζήσω ακόμη, ούτως η άλλως;" Κάρφωσε το βλέμμα του στο παράθυρο απ' όπου μπορούσε να δει τα μυριάδες φωτάκια, Άστρα, Γαλαξίες και Νεφελώματα, να κινούνται αργά, καθώς το Διαστημόπλοιο εκτελούσε την κυκλωτική του κίνηση προς την ξεχασμένη Χίλντα. Η ατμόσφαιρα έγινε ξερή, σχεδόν εχθρική, και ο αινιγματικός κυβερνήτης, συνεπαρμένος από κάποιες δικές του σκέψεις, έδειξε να ξεχνά εντελώς την παρουσία του συνομιλητή του. Τελικά στράφηκε αργά στον προσκεκλημένο του, σα να συνειδητοποιούσε για πρώτη φορά την παρουσία του. "Μήπως βλέπει όντως τον εαυτό του σαν τον Κάπτεν Νέμο;" αναρωτήθηκε ο Σύμβουλος, ξαναβρίσκοντας για λίγο την επιστημονική του περιέργεια. Τα μάτια τους συναντήθηκαν, και, κατά περίεργο τρόπο, ο γιατρός ένιωσε σα να του ζητήθηκε εκείνη τη στιγμή να μοιραστεί ένα δυσβάσταχτο φορτίο. Κανείς τους δεν είπε λέξη. Τελικά ο κυβερνήτης έκανε μια χειρονομία, σα να έδειχνε την πόρτα "Βαρέθηκα" είπε. "Ώρα να του δίνεις, ψυχογιατρέ."

 

"Μα..."

 

"Τέρμα οι ερωτήσεις, κύριε Ειδικέ επί της ψυχικής μου υγείας. Δίνε του τώρα ή..." Αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη φράση του. Χωρίς καμιά προειδοποίηση ο γιατρός στριφογύρισε και έδωσε μια δυνατή αριστερή γροθιά, με άψογη τεχνική, κατευθείαν στο σαγόνι του άλλου. Είναι γεγονός, αν και όχι πολύ γνωστό, πως ο κάθε Αξιωματικός του Στόλου έχει περάσει εκπαίδευση στις μαχητικές τέχνες, όχι μόνο γιατί αποτελεί παράδοση, αλλά και επειδή έχει αποδειχθεί πως η διαδικασία αυτή ανεβάζει την αυτοπεποίθηση. Έτσι, χωρίς καν να το επιδιώξει συνειδητά, η καταπιεσμένη μαχητική πλευρά του Συμβούλου εκδηλώθηκε αυτόματα. Απέμειναν κι οι δυο ακίνητοι, ο αινιγματικός ταξιδιώτης πεσμένος ανάσκελα να τρίβει το μωλωπισμένο σαγόνι του και ο ξερόλας κυβερνητικός επιστήμονας γερμένος μπροστά να τρίβει τα δάχτυλα του χεριού του, που ήδη πρήζονταν με ταχύ ρυθμό, έχοντας κι οι δυο τους το απορημένο ύφος ανθρώπου που δεν πιστεύει αυτό που μόλις έχει ζήσει. Πρώτος μίλησε ο γιατρός.

 

"Για να πω την αλήθεια" έκανε κάπως διστακτικά, "δεν πολυπίστεψα την ιστορία σου με τον Κεντρικό σου Υπολογιστή που θα μ' εξόντωνε αν έκανα κάποια επιθετική κίνηση. Όχι πως δε σ' έχω ικανό για κάτι τέτοιο, αλλά, να, σκέφτηκα πως δε θα είχες αρκετό χρόνο για όλα, ειδικά μ' αυτό το απίστευτο μείγμα που πήγες κι έφτιαξες για τις ρικέτσιες μου, κι όλες αυτές τις μανούβρες για να βρεθείς σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με μας. Κυρίως όμως γιατί θα πρέπει ν' ανήκεις στην κατηγορία των ανθρώπων που είναι πολύ σίγουροι για την εξυπνάδα τους. Θα πρέπει να έχεις συνηθίσει να χειρίζεσαι τους άλλους, κυρίως με το λέγειν σου." Προσπάθησε για λίγο να συγκεντρώσει τις σκέψεις του κι έπειτα συνέχισε. "Δε νομίζω ότι είσαι κακός άνθρωπος τελικά, ούτε πολύ τρελός. Σίγουρα όχι φονιάς. Ίσα–ίσα, λίγο ψυχωτικός", πρόσθεσε χαμογελώντας για να απαλύνει την εντύπωση από την τελευταία του δήλωση, "και πρέπει να παραδεχτώ πως έχεις και σιδερένιο σαγόνι." Ο άλλος δεν απάντησε, ούτε κι έκανε τον κόπο να σηκωθεί όρθιος. Το εξαιρετικά πολύπλοκο μαγνητικό πεδίο του σκάφους, σε συνδυασμό με τα μαγνητικά υλικά που χρησιμοποιούνταν στις διαστημικές φόρμες, τους καθήλωνε στο πάτωμα με μια δύναμη σαράντα τοις εκατό μεγαλύτερη της γήινης βαρύτητας, μια συνηθισμένη πρακτική στα μακροχρόνια ταξίδια, ώστε να γυμνάζονται οι μύες και να μην ατροφούν. Το ξέσπασμα του γιατρού, τόσο το φυσικό όσο και το λεκτικό, είχε κάνει και στους δυο καλό, έχοντας κάπως ηρεμήσει τα νευρά τους και εκτονώσει την τεταμένη ατμόσφαιρα. Τελικά ο κυβερνήτης σηκώθηκε αργά, με μια ρευστή κίνηση αταίριαστη με την ηλικία του, τρίβοντας ακόμη το σαγόνι του. "Θα πρέπει κι εγώ να σου αναγνωρίσω πως έχεις σπουδαία γροθιά, Κυβερνητικέ." είπε τρώγοντας λίγο τα σύμφωνα, λόγω του κροσέ που είχε δεχτεί. "Σε κάποια άλλη περίπτωση θα σε κερνούσα Αφροδισιανό νέκταρ, με ή χωρίς μερικές δικές μου γροθιές, έτσι, για να δεις ότι ξέρω να εκτιμώ την παλληκάρια και να μην κρατάω κακία. Όπως έχουν όμως τα πράγματα, είσαι ένας παρείσακτος, και μ' αυτό που έκανες αμφισβήτησες την απόλυτη εξουσία μου σ' αυτό το γέρικο σκαρί, κάτι που δεν μπορώ να ανεχτώ. Με αιφνιδίασες μία φορά αλλά δε θα ξανασυμβεί." Άρχισε να ζυγώνει με σφιγμένες γροθιές και με ύφος που δεν άφηνε αμφιβολίες για το τι θα επακολουθούσε. Και τότε αιφνιδιάστηκε για δεύτερη φορά. Με μια σβέλτη κίνηση ο άλλος τράβηξε τα δυο ξεχασμένα όπλα που ήταν καταχωνιασμένα στη μέση του, καλυμμένα από το πανωφόρι της στολής του. Δύο κάννες σημάδευαν τώρα τον άνθρωπο που μέχρι πριν λίγο φαινόταν απόλυτος κυρίαρχος της κατάστασης.

 

Με μια έντονη χλωμάδα να είναι η μόνη ένδειξη της ταραχής του, ο κυβερνήτης έμεινε ασάλευτος. Τα μάτια του καρφώθηκαν στα μάτια του αντιπάλου του, σε μια προσπάθεια να διαβάσει τις προθέσεις του. Ο γιατρός αντιμετώπισε την ματιά του με μια εκνευριστική ουδετερότητα, χωρίς καμιά θριαμβολογία. "Μη φοβάσαι. Θα ήταν ασυγχώρητο έγκλημα να σκοτώσω τον οικοδεσπότη μου" είπε τελικά. "Έγκλημα για τις αρχές μου, που τυχαίνει να τις έχω σε μεγάλη εκτίμηση. Άλλωστε τα μαγνητοπίστολα μου είναι ρυθμισμένα μόνο για μια ακίνδυνη αναισθητική βολή."

 

"Σκέφτεσαι να με παραδώσεις στα αφεντικά σου;" ρώτησε ο άλλος με φωνή που πρόδιδε οργή κι απόγνωση.

 

"Όχι περισσότερο από ό,τι θα σκεφτόμουν ποτέ να φυλακίσω έναν αετό σ' ένα μικρό κλουβί. Μην ανησυχείς. Σου είπα, δε σκοπεύω να διαπράξω έγκλημα κατά του οικοδεσπότη μου." Με μία ακόμη αιφνιδιαστική κίνηση, ασφάλισε τα όπλα του, έσκυψε και τα πέταξε προς τη μεριά του κυβερνήτη. "Οι καλοί τρόποι επιβάλλουν να παραδώσω τον οπλισμό μου", είπε απλά. Ο άλλος έμεινε για λίγο να τα κοιτάζει και μετά έσκυψε κι έπιασε τα πεσμένα όπλα. Τα περιεργάστηκε και τ' ακούμπησε σ' ένα τραπέζι. Έπειτα πλησίασε αργά τον άλλο, μέχρι που η απόσταση μεταξύ τους δεν υπερέβαινε τα είκοσι εκατοστά. "Τι θέλεις από μένα;" ρώτησε.

 

Ο γιατρός δε βιάστηκε ν' απαντήσει. Απολάμβανε την εκτίμηση που του έδειχνε ο μέχρι τώρα αλαζόνας αντίπαλος του. Τελικά ανασήκωσε τους ώμους του κι έκανε μια γκριμάτσα "Μα, σου το έχω πει ήδη. Θέλω να μιλήσουμε. Θέλω να σε γνωρίσω. Και πάνω απ' όλα" συνέχισε "θέλω να καταλάβω γιατί τα κανείς όλα αυτά."

 

"Δεν μπορεί να το χωρέσει το μυαλουδάκι σου, ε;" Η φωνή του παράξενου ταξιδευτή είχε ξαναβρεί την ειρωνική αυταρέσκεια της. "Δε σου αξίζει να μου ζητάς εξηγήσεις, αλλά, εντάξει, έδειξες ανωτερότητα κι ευφυΐα με το να ποντάρεις στον ιπποτισμό μου," κι έκανε ένα νεύμα προς τα πιστόλια. "Σ' αυτό τουλάχιστον έπεσες μέσα, είμαι όντως ιππότης, αν και η ζωή που κάνω με έχει σκληρύνει περισσότερο από ό,τι φαντάζεσαι. Λοιπόν, θα σου απαντήσω, κι άντε να δούμε τι θα καταλάβεις, ψυχοτέτοιε μου. Δεν αναγνωρίζω την εξουσία που αντιπροσωπεύετε, εσύ και οι όμοιοι σου. Είμαι ελεύθερος άνθρωπος και δεν έκανα κέφι να σας κουβαληθώ. Τόσο απλό!"

 

"Και καλά," έκανε ο ψυχοτέτοιος, "τι θα πάθαινες δηλαδή αν ερχόσουν για λίγο για μερικές τυπικές ερωτήσεις και λίγο καφεδάκι; Μετά θα ήσουν ελεύθερος να πας όπου ήθελες. Κοίτα τώρα τι κατάσταση δημιούργησες."

 

"Στο είπα πως δεν θα καταλάβεις. «Μετά θα ήμουν ελεύθερος...» είπες. Μετά! Όλοι σας νομίζετε πως είστε ελεύθεροι, αρκεί να κάνετε αυτά που είστε υποχρεωμένοι να κάνετε και να μην κάνετε αυτά που σας λένε πως δεν πρέπει να κάνετε. Μέχρι που δε μένει ούτε μία μέρα στη ζωή σας που να είστε πραγματικά ελεύθεροι. Έχετε όμως εθιστεί σ' αυτό και δεν το αντιλαμβάνεστε. Ελευθερία, γιατρουδάκο μου, σημαίνει πως, αφού δεν ήθελα να δω τις φάτσες σας, δε θα τις έβλεπα. Ξέρω πως το τίμημα σου φαίνεται δυσανάλογο. Έτσι είναι, δικέ μου. Η ελευθερία, η αξιοπρέπεια, είναι ακριβά λουλούδια. Έπειτα, ποιος είπε πως δεν την απόλαυσα τη φάση; Σπάνια έχω την τιμή να μπλέξω με τόσο σπουδαίους ηλίθιους. Και ύστερα, πού την βάζεις και την εξάσκηση; Τη χαρά του παιχνιδιού; Όλα ήταν μια χαρά. Απλά δεν μπορούσα να φανταστώ πως ανάμεσα σ' αυτούς τους τελείως προβλέψιμους παλιάτσους θα ήταν κι ένας σαν εσένα."

 

"Α," τον διέκοψε ο γιατρός "«σαν κι εσένα» είπες. Παραλίγο να έλεγες «σαν κι εμένα». Νομίζεις πως είμαστε από την ίδια πάστα;"

 

"Ίσως να το νομίζω, μάγκα μου. Άλλωστε γιατί ρωτάς; Εσύ τα ξέρεις όλα! Τέλος πάντων, ήσουν μια απρόβλεπτη περίπτωση..."

 

"Πρέπει να προλαμβάνουμε το απρόβλεπτο" ξαναδιέκοψε ο γιατρός, που θυμήθηκε ξαφνικά ένα από τα συνθήματα που ήταν γραμμένα με κεφαλαία κόκκινα γράμματα εδώ κι εκεί στο προαύλιο της Αστρικής Ακαδημίας.

 

"Και γιατί παρακαλώ; Εγώ καλωσορίζω το απρόβλεπτο, εκτός από τις βλάβες στα υδραυλικά. Ορίστε, χάρη σ' αυτό έκανα, μετά από πολύ καιρό, έναν καινούριο φίλο." Και λέγοντας αυτά υποκλίθηκε και έτεινε το χέρι του στον, μέχρι πριν λίγο, αντίπαλο του.

 

"Αυτό κι αν είναι εξέλιξη. Η πιο απαιτητική χειραψία που έχω κάνει ποτέ μου, αν μπορώ να το θέσω έτσι" ήρθε η απάντηση μετά από λίγη καθυστέρηση, και οι δυο αντίπαλοι έσφιξαν τα χεριά, χωρίς κανείς να κοιτάει τον άλλο στα ματιά, σα ντροπαλοί εραστές. "Και τώρα," είπε ο γιατρός, που ένιωθε πως είχε επιτέλους το πάνω χέρι, "σαν ειδικός στα ψυχοτέτοια και σαν φίλος, θα ήθελα να σου πω την ιατρική μου γνωμάτευση σχετικά με το άτομο σου. Δε σε ξέρω σχεδόν καθόλου, δεν ξέρω τι γνώμη έχεις για τον εαυτό σου, αλλά, και θέλω να με πιστέψεις, είμαι, αισθάνομαι δηλαδή, σίγουρος ότι, εε, ότι δεν είσαι απολύτως, θέλω να πω..." Εκεί που η γλώσσα του πήγαινε ροδάνι, μπερδεύτηκε, σα να πέρασε κάποια πολύ δυσάρεστη σκέψη απ' το μυαλό του. Όλη η αυτοπεποίθηση του χάθηκε, καθώς προσπαθούσε να βάλει σε τάξη τις σκέψεις του. Τελικά βημάτισε ως το φινιστρίνι που χώριζε τους δύο άνδρες από την ατελείωτη νύχτα και τ' αμέτρητα, μακρινά άστρα που είχαν σπρώξει την Ανθρωπότητα στην Μεγάλη Περιπέτεια, και ξανάρχισε να μιλά σιγά, με αλλαγμένη φωνή: "Δεν είσαι εντελώς στα καλά σου. Αλλά, εδώ που τα λέμε, ούτε κι εγώ..." Για άλλη μια φορά, στάθηκε αδύνατο να ολοκληρώσει τη φράση του. Από κάπου βαθειά μέσα του ξεχύθηκε μια πίκρα που φώλιαζε εκεί, χρόνια τώρα, ασυγκράτητη, κι ο γιατρός άρχισε να κλαίει με λυγμούς.

 

"Αυτό κι αν είναι εξέλιξη," είπε κεφάτα ο μοναχικός ταξιδιώτης καθώς χτυπούσε τον άλλο μαλακά στην πλάτη. "Δεν ξέρω τι να πω", συνέχισε. "Και να σκεφτείς πως νόμιζα ότι έχω διαλέξει το δύσκολο δρόμο. Έλα, ηρέμησε, όλοι μας είμαστε για κλάματα!" Τελικά ο γιατρός ξεθύμανε. Με κόκκινα μάτια κοίταξε τον άνδρα που είχε απέναντι του, σα να τον έβλεπε με νέα μάτια.

"Με λένε... Νικολιό, είπε με κάποια δυσκολία." Αυτό το ασυνήθιστο όνομα μου το έδωσε η μητέρα μου, που ήταν και η μόνη που με φώναζε έτσι. Οι φίλοι με αποκαλούν Νικ. Το πλήρες μου όνομα, αν και κάτι μου λέει πως σου είναι αδιάφορο, είναι Νικολιό ο πρώτος της Γαίας–τρία, κωδικός εβδομήντα έψιλον οκτώ. Εσένα πώς σε λένε;" Ο άλλος έμεινε για λίγο σκεπτικός, φανερά επηρεασμένος από τα σοκ που είχε δεχτεί. Έπειτα μίλησε αργά, με διστακτική φωνή. "Έχω κι εγώ ασυνήθιστο όνομα. Θα ήθελα να σου το πω αλλά καταλαβαίνεις πως, όταν τελειώσει αυτή η ιστορία, οι φίλοι σου θα θελήσουν να μάθουν τα πάντα για την αφεντιά μου. Έτσι, πιστεύω πως είναι καλύτερα να το κρατήσω κρυφό προς το παρόν. Το ίδιο ισχύει και για τα, όχι και λίγα, παρατσούκλια μου. Λυπάμαι. Μπορείς να μου δώσεις εσύ ένα όνομα και να με φωνάζεις μ' αυτό."

 

"Μάλιστα!" έκανε ο γιατρός σκέφτηκα. "Οποιοδήποτε όνομα θέλω, ε;"

 

"Οποιοδήποτε όνομα θέλεις, Νικ" του απάντησε ο ταξιδιώτης. "Θα είναι σίγουρα καλύτερο από το «Παπαδόπουλος» ή το γελοίο «Νέμο»!" Ο γιατρός τον κοίταξε για λίγο χαμογελώντας. "Έχεις δίκιο, είπε τελικά. Καλύτερα όχι ακόμα ονόματα. Λοιπόν θα σε φωνάζω Τίμωνα. Είναι μια φιγούρα από την αρχαία ελληνική ιστορία," συνέχισε βλέποντας το απορημένο βλέμμα του άλλου, "Τίμων ο μισάνθρωπος. Του άρεσε να ζει μόνος, να φιλοσοφεί και να σαρκάζει. Τι λες, σ' αρέσει;"

 

"Λοιπόν, γιατί όχι;" ήρθε η απάντηση. "Αλλά το θέμα τώρα δεν είναι το πώς θα μ' άρεσε να με αποκαλείς. Νικ, η παρέα σου έχει αρχίσει να μ' αρέσει, αλλά ας μην ξεχνάμε αυτούς εκεί έξω. Και κυρίως, ας μην ξεχνάμε το θάνατο που κουβαλάς μέσα σου. Δεν μπορείς να μείνεις εδώ όσο θα ήθελα. Πρέπει να του δίνεις κι εσύ, να του δίνω κι εγώ. Τι λες;" Ο άνθρωπος που είχε έρθει εκεί με την ιδιότητα του αντιπροσώπου της Συνομοσπονδίας, που είχε εκφράσει σαν πραγματικό του κίνητρο την ιδιότητα του ειδικού σε θέματα Ψυχολογίας της Προσωπικότητας, για να καταλήξει τελικά να μένει απλά με την ιδιότητα του φίλου, έκλεισε τα μάτια και έπλεξε τις παλάμες του, σα να προσευχόταν.

 

"Έχεις βέβαια δίκιο, αν κι εσύ ο ίδιος μου έβγαλες προηγουμένως λόγο για την Ελευθερία χωρίς συμβιβασμούς. Και βέβαια, η Ελευθερία έχει όρια, αυτό το γνωρίζω καλά, αν και θα έλεγα πως εσύ δε φαίνεται να έχεις. Έστω. Πριν σου πω πάντως τι θα κάνω εγώ, σου ζήτω να μου μιλήσεις με απλά λόγια για τη ζωή σου, πώς επιβιώνεις και, κυρίως, αν αναζητάς κάτι. Πίστεψε με, φίλε μου, το ενδιαφέρον μου δεν είναι επιστημονικό, ούτε έχει να κάνει με την αποστολή που μου έχει ανατεθεί. Έχει να κάνει με μένα και με σένα. Είναι πολύ σημαντικό για μένα να γνωρίζω. Με λίγα λόγια και χωρίς πολλές αναλύσεις: Τρόφιμα, επισκευές, εφοδιασμοί, ελευθερία κινήσεων. Και ένα γιατί."

 

Ο ταξιδιώτης ανταποκρίθηκε χωρίς κανένα σχόλιο. Άρχισε να διηγείται μια πολύ παράξενη ζωή, πέρα απ' οτιδήποτε είχε ακούσει ποτέ ο αποσβολωμένος ακροατής του. Προκάλεσε το θαυμασμό και τη φρίκη, όταν μίλησε για παράνομα παζάρια εμπορευμάτων και εξοπλισμού, για επισκέψεις σε τόπους ατυχημάτων, όπου αιωρούνταν στο κενό ή βρίσκονταν σκορπισμένα στην επιφάνεια ακατοίκητων πλανητών πολύτιμα εφόδια – μια πρακτική που θεωρούνταν δείγμα βαρβαρισμού και ήταν απόλυτο ταμπού για κάθε πολιτισμένο άνθρωπο, νόμιμο ή και παράνομο ("μπορείς να μου πεις γιατί όχι;", ήταν η εκνευριστική απάντηση στις διαμαρτυρίες του γιατρού). Μίλησε για υδροπονικές καλλιέργειες, αυτόματα συντηρούμενες από μηχανισμούς που έκαναν περιττή την ανθρώπινη παρέμβαση και που βρίσκονταν, όχι μόνο μέσα στο σκάφος του, αλλά και σε διάφορα άλλα εγκαταλελειμμένα διαστημόπλοια, καλά κρυμμένα έξω από τις ρότες που ένωναν τους Κόσμους του Ανθρώπου, καθώς και για τις απίστευτες γεύσεις από τις μεταλλάξεις που προκαλούσε η Κοσμική Ακτινοβολία. Ευθύμησαν κι οι δυο τους όταν μίλησε για κυράδες που τρελαίνονται να κάνουν έρωτα σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας, συνήθως χωρίς να ζητούν αμοιβή από σκληρά αντράκια σαν και του λόγου του. Για μικρές, αλλόκοτες κοινωνίες ανθρώπων που ζουν στο περιθώριο, άγνωστοι στις Υπηρεσίες της Συνομοσπονδίας, και για τις παράξενες συναλλαγές του μ' αυτές. Αντιμετώπισε με ειρωνικά σχόλια τις διαμαρτυρίες του φίλου του όταν εξήγησε την ευκολία με την οποία αντιμετωπίζονται οι έλεγχοι των Αρχών, συνήθως με τη βοήθεια της πονηριάς του, ενίοτε με κάποιες χάρες και λαδώματα σε Ομοσπονδιακούς λειτουργούς που η ακεραιότητα δεν συγκαταλέγεται στις αρετές τους. Είχε διδαχθεί να επιβιώνει βήμα με βήμα, μαθαίνοντας από τις εμπειρίες του και από τις γνωριμίες του με άλλους «αλήτες του Διαστήματος», λογής–λογής ανθρώπους που αναζητούσαν μοναχικούς δρόμους, μακριά από την χειραφέτηση της Ομοσπονδίας. Τελευταίο στην αφήγηση του άφησε το μεγάλο «γιατί».

 

"Δύσκολο να το βάλω σε λόγια. Όπως πολύ σωστά μάντεψες, ναι, αναζητώ κάτι, αν και δεν είμαι απόλυτα βέβαιος τι είναι αυτό. Ξεκίνησα το ώριμο μέρος της ζωής μου σαν ευυπόληπτο άτομο, ξέρεις. Μετά, σιγά–σιγά, άρχισα ν' ανακαλύπτω πως κάτι δε πήγαινε καλά με το Ακαδημαϊκό Κατεστημένο, κάτι σαν περιρρέουσα ηλιθιότητα αναμειγμένη με μια περίεργη αδιαφορία για τα θέματα που υποτίθεται ότι τους ενδιέφεραν και που, υποτίθεται, ερευνούσαν. Οι πολλοί ζουν τις ζωούλες τους μέσα σε μια γενική άγνοια για οτιδήποτε δεν τους είναι άμεσα χρήσιμο και δεν ανήκει στο συρμό της εποχής τους, υποθέτοντας ότι οι ειδικοί γνωρίζουν τα πάντα. Οι ειδικοί τώρα, ασχολούνται σε βάθος με ανούσιες έρευνες με τεχνολογικό συνήθως προσανατολισμό και σπάνια καταλήγουν κάπου, εννοώ στον τομέα της ουσιαστικής Γνώσης. Κανείς δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για την όλη εικόνα που έχει διαμορφωθεί έπειτα από χιλιάδες χρόνια επιστημονικής έρευνας. Και, λάβε υπ' όψιν σου, η εικόνα έχει ολοκληρωθεί εδώ και αιώνες, ήδη από την εποχή της διατύπωσης των θεωριών της Απροσδιοριστίας και της Σχετικότητας, πίσω στον εικοστό αιώνα. Πιστεύω πως η εικόνα είναι κατά πολύ προγενέστερη, οι άνθρωποι την γνώριζαν από την αχλύ της Προϊστορίας. Κι όμως, την εμπλουτίζουμε αδιάκοπα και, ταυτόχρονα, αποφεύγουμε επιμελώς να την κοιτάξουμε κατάματα. Κάποια φωτισμένα μυαλά μόνο, διατυπώνουν κατά καιρούς την απορία τους γι αυτό το γεγονός και προτείνουν έξυπνες σκέψεις, που θα μπορούσαν να προάγουν την ουσιαστική κατανόηση μας για το Σύμπαν. Απλώς συζητούνται έντονα στην αρχή, δημιουργούνται οπαδοί και σωματεία, για να ξεχαστούν όλα τελικά, μόλις το όλο θέμα φύγει από τη μόδα. Η ίδια ιστορία, από την εποχή του Μπέικον και τόσων άλλων που «καταγράφηκαν» απ' όλους εμάς σε κάποια γωνιά του μυαλού μας, για να την «μελετήσουμε αργότερα». Μόνο που το «αργότερα» αυτό δεν ήλθε ποτέ... Ακόμα όμως και μ' αυτούς τους προοδευτικούς ανθρώπους κάτι δεν πάει καλά, ξέρεις. Ξανά και ξανά καταπιάνονται με το ανέφικτο έργο του ν' αλλάξουν προσανατολισμό στην πορεία της Ανθρωπότητας, χωρίς να διδάσκονται καθόλου από τις αμέτρητες απόπειρες και τις εξίσου αμέτρητες αποτυχίες άλλων σοφών πριν από αυτούς. Γιατί οι ίδιοι δεν κάνουν πράξη τα λόγια τους, αλλά προσπαθούν να πείσουν τους άλλους; Ενώ έψαχνα να βρω απαντήσεις, συνειδητοποίησα πως, χωρίς να το αντιληφθώ, ακολουθούσα κι εγώ τον ίδιο ακριβώς δρόμο. Συνειδητοποίησα, που λες φιλαράκο, πως όταν ζεις με τους πολλούς, θέλεις δε θέλεις, ακολουθείς τα πρότυπα τους. Τους αφήνεις να διαμορφώνουν την πραγματικότητα σου, καταλαβαίνεις; Και τότε επαναστάτησα!"

 

Σ' αυτό το σημείο ο μοναχικός επαναστάτης διέκοψε την αφήγηση του, σηκώθηκε, πήρε ένα μπουκάλι, έβαλε λίγο από το περιεχόμενο του σ' ένα γυάλινο ποτήρι και το ήπιε όλο. "Δε θα σου προσφέρω από το ποτό μου," είπε αυτάρεσκα "μάλλον δεν θα σου αρέσει. Για να τελειώνουμε λοιπόν με την ιστορία της ζωής μου, η άποψη μου είναι ότι δεν αρκεί να έχεις την αλήθεια σου. Πρέπει, πάνω απ' όλα να τη ζεις. Και τη ζω! Μα την αλήθεια, τη ζω! Και θα εξακολουθήσω να τη ζω, ελεύθερος από κάθε δέσμευση, έξω απ' αυτές που μου επιβάλλει το ίδιο το Σύμπαν." Σταμάτησε να πάρει μια ανάσα. Ο Σύμβουλος σκέφτηκε ότι το ποτό και το επακόλουθο ξέσπασμα είχαν παρασύρει τον άλλο, δημιουργώντας του την ανάγκη να ξαναφορέσει τη μάσκα που είχε για τα «καλά παιδάκια που θέλουν μια εξήγηση για το κάθε τι», σαν και του λόγου του. Ένιωσε άσχημα μ' αυτή τη διαπίστωση και ξίνισε τα μούτρα του. Ο άλλος ξαναπήρε το λόγο.

 

"Θέλω την ησυχία μου. Σε παρακαλώ να γυρίσεις στους ηλίθιους συντρόφους σου, με το συμπάθιο φίλε μου, να με περιγράψεις σαν παράφρονα και να τους πείσεις να «θάψουν» το όλο επεισόδιο, μιας και θα βλάψει ανεπανόρθωτα την καριέρα τους. Να το υποβαθμίσουν, εν ανάγκη – ας πούνε ότι δεν ήθελαν να σκοτώσουν έναν τρελό, ή οτιδήποτε άλλο. Δεν θα είναι δύσκολο, κανείς δεν θα ενδιαφερθεί ιδιαίτερα. Τι λες, θα τα καταφέρεις;"

 

Ο Σύμβουλος τον κοίταξε έντονα στα μάτια και του χαμογέλασε. "Αποκλείεται" είπε απλά. Ο άλλος του αντιγύρισε μια έντονη ματιά, έκφραση ενός σιωπηρού «Γιατί;»

 

"Δεν τους ξέρεις καλά τους συντρόφους μου, αν και ο χαρακτηρισμός «ηλίθιοι» κρίνεται απόλυτα σωστός. Ούτε ξέρεις τις διαταγές μας και το γεγονός ότι ο Κεντρικός Υπολογιστής μας θα αρνηθεί να μας ξαναβάλει σε Κατάσταση Τέσσερα, εκτός αν ομολογηθεί επίσημα «Αποτυχημένη Έκβαση, Διαφυγή» από τον ίδιο τον Κυβερνήτη – πράγμα που, πίστεψε με, θα είναι η τελευταία του επιλογή. Ή, αν σε σκοτώσουμε. Ή, αν κουβαληθείς στο σκάφος μας και σου γίνει εξακρίβωση. Μετά βέβαια θα φυλακιστείς και θα οδηγηθείς στον πλησιέστερο σταθμό, κατόπιν της συμπεριφοράς που επέδειξες."

 

"Σ' αυτήν την περίπτωση δε μου μένει παρά..." έκανε ο ταξιδιώτης και σηκώθηκε όρθιος, αλλά ο γιατρός τον τράβηξε από το μανίκι και τον ξανακάθισε στη θέση του. "Υπάρχει κι ένας πολύ σοβαρότερος λόγος που δεν πρόκειται να σου κάνω το χατίρι, φίλε μου, και υπάρχει και μία ακόμα δυνατότητα να την κοπανήσουμε, εκτός από το να αλληλοσκοτωθούμε. Ο λόγος, πρώτα: Δε σκοπεύω να ξαναγυρίσω πίσω στους ηλίθιους, προτιμώ να μοιραστώ την αναζήτηση σου, αν θα έχεις την καλοσύνη να μου την εξηγήσεις καλύτερα. Αν κατορθώσω να σε πείσω, γεροπαράξενε..." Εδώ ο άλλος πετάχτηκε όρθιος αλλά ο εξοργιστικός επισκέπτης του τον έπιασε απαλά από τους ώμους και, χωρίς να πει τίποτα, τον έσπρωξε πίσω στο μαγνητικό κάθισμα. "... πράγμα που δεν θα είναι καθόλου εύκολο," συνέχισε "τότε, θα σου πω και για την δυνατότητα να τους ξεφύγουμε χωρίς πολλές–πολλές φασαρίες."

 

Ο κυβερνήτης κατόρθωσε αυτή την φορά να μείνει όρθιος, μιας κι ο προσκεκλημένος του δεν έκανε καμιά προσπάθεια να τον ξανακαθίσει. Άρχισε να βηματίζει πάνω–κάτω, με την όψη ανθρώπου που πρέπει να πάρει μια δύσκολη απόφαση. "Υποθέτω πως δε θα μάθω, παρά μόνο όταν θα είναι πολύ αργά, το αν ανήκεις στο είδος των ανθρώπων που ψάχνουν να προσκολληθούν κάπου, οπουδήποτε, ίσα–ίσα για να νιώσουν ότι έχουν κάτι να κάνουν στη ζωή τους. Χα, χα" γέλασε "γιατί αυτό το ύφος, μικρέ; Μήπως θεωρείς τον εαυτό σου κάτι το ιδιαίτερο; Πρέπει βέβαια να παραδεχτώ πως έχεις κότσια κι είσαι και εξυπνούλης. Χμμ, και για να μπω και στα χωράφια σου, μου φαίνεται πως είσαι και ανικανοποίητος, αν και θα 'λεγε κανείς πως τα 'χεις καταφέρει μάλλον καλά στην ζωή σου, με τα στάνταρτς της εποχής μας. Μ' αρέσει αυτό, μ' αρέσουν οι ανικανοποίητοι άνθρωποι, κι εγώ από εκεί ξεκίνησα. Τα ένστικτα μου", εδώ χαμήλωσε τον τόνο της φωνής του και πήρε μια προβληματισμένη έκφραση "ενάντια στην λογική μου, μου λένε ότι είσαι ΟΚ. Το πράγμα θέλει πολλή σκέψη, κι η σκέψη θέλει χρόνο, και χρόνος δεν υπάρχει. Η παράκληση σου είναι για μένα μια πρόκληση, και λατρεύω τις προκλήσεις. Λοιπόν, γιατί όχι; Έλα 'δω, παιδί μου." Ο γιατρός πετάχτηκε όρθιος και τον πλησίασε επιφυλακτικά. Αν είχε ουρά, θα την κουνούσε χαρούμενα, τώρα τη δουλειά την έκανε το ύφος του. Στάθηκε απέναντι του και πήγε ν' απλώσει το χέρι του, όταν δέχτηκε μια τρομερή αριστερή γροθιά στο σαγόνι του, που τον εκσφενδόνισε τέσσερα μετρά, μέχρι που τον σταμάτησε ο τοίχος.

 

"Αυτό γιατί τόλμησες να χτυπήσεις τον Κυβερνήτη σου, κωθώνι. Χα χα χα, έλα, πλησίασε, δεν θα σου δώσω άλλη, προς το παρόν." Κι έτσι, χωρίς κανείς τους να πει τίποτε άλλο, έδωσαν τα χέρια για δεύτερη φορά.

 

"Ωραία. Και τώρα τι κάνουμε, Κυβερνήτη;" Η ερώτηση είχε διατυπωθεί από τον αποστάτη πλέον κυβερνητικό σε εύθυμο τόνο, αλλά ήταν μια εξαιρετικά κρίσιμη ερώτηση. Ή, μάλλον, κρίσιμη θα ήταν η απάντηση που θα δινόταν σ' αυτή. Ο άλλος του έκανε μια εύλογη χειρονομία. "Μάλιστα, συνέχισε ο Νικ, θέλεις να μάθεις το σχέδιο με το οποίο έφυγα από τη Χίλντα, εννοώ το σκάφος μας. Λοιπόν, δεν έχω «κοριούς» επάνω μου, όπως θα έχεις ήδη μαντέψει. Δεν υπάρχει άλλωστε ακόμη τεχνολογία που να διαπερνά την ηλεκτρομαγνητική θωράκιση των διαστημόπλοιων. Μόνο ένα δέκτη, εμφυτευμένο στο σώμα μου, που μπορεί να δεχτεί ένα σήμα βαρυτικής φύσης, που, απ' ό,τι γνωρίζω, μπορεί να διαπεράσει μ' ευκολία τα τοιχώματα οποιουδήποτε σκάφους. Αν το σήμα εκπεμφθεί, μας μένουν μετρημένα δευτερόλεπτα ζωής. Σε ελάχιστο χρόνο οι εγκλωβισμένοι ιοί που κυκλοφορούν στο αίμα μου θα απελευθερωθούν, θα ενωθούν με τα κύτταρα μου, και αμέσως θ' αρχίσουν να αναπαράγονται σαν εξαιρετικά θανατηφόρες ρικέτσιες. Έχουν φτιαχτεί να είναι ανθεκτικές σε όλα σχεδόν τα περιβάλλοντα, μέχρι να εκφυλιστούν τελικά μόνες τους. Έτσι, πιστεύω πως μάλλον τζάμπα έκανες όλο αυτόν τον κόπο να ετοιμάσεις το μείγμα σου, αν και η ενεργητικότητα σου σε τιμά. Όπως και να έχει όμως, εγώ δε θα ζήσω να μάθω αν τελικά μπορέσεις να τις εξοντώσεις, ή έστω να τις εγκλωβίσεις. Θα πεθάνω στα γρήγορα, αν όχι από τους ιούς, σίγουρα πάντως από το βρωμερό σου κατασκεύασμα."

 

Έκανε φιλότιμη προσπάθεια ν' ακούγεται ανέμελος, το στομάχι του όμως είχε αρχίσει τις σουβλιές και ένιωθε τα πόδια του να τρέμουν ελαφρά, από τη συνειδητοποίηση της παλαβομάρας του να ζητήσει μόνος του την εμφύτευση των τρομερών ιών και του μηχανισμού που μπορούσε να τους ενεργοποιήσει σύμφωνα με την επιθυμία των –μόνο κατ' όνομα– συνάδελφων του που έβαζαν την σταδιοδρομία τους πάνω απ' όλα. Παρ' όλο το σφίξιμο που ένιωθε στο στομάχι του, συνέχισε την ενημέρωση του. "Μπορώ, που λες, να ενεργοποιήσω τον μηχανισμό και μόνος μου, μετακινώντας αυτό εδώ το ψεύτικο νύχι, να, έτσι, βλέπεις; Δεν προτίθεμαι βέβαια να το κάνω, το πρόβλημα είναι οι άλλοι, στο Καταδρομικό. Α, ξέχασα να σου πω πως μέσα σε πέντε ώρες τα μαμούνια μου θα εκφυλιστούν σαν συνταξιούχοι πολεμιστές και θα αυτοδιασπαστούν – τέλος πάντων, θα έχουμε τελειώσει μ' αυτά. Μέχρι τότε... ανά πάσα στιγμή κάποιος από τους πρώην συναδέλφους μου μπορεί να τα ενεργοποιήσει, και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα γι' αυτό.

 

Ο κυβερνήτης τού πέταξε ένα ανέμελο "Ε, όχι και τίποτα." κι άρχισε να βηματίζει πάνω κάτω. Τα αποτελέσματα της ολιγόλεπτης αλλά εμβριθούς σκέψης του τα συνόψισε σε ένα σύντομο και γεμάτο αδιευκρίνιστες πλευρές λόγο: "Πρώτα–πρώτα, δεν είμαι και τόσο σίγουρος για την αποτελεσματικότητα της απειλής. Οι έρευνες μου μ' έχουν βεβαιώσει για την ύπαρξη ενός πεδίου γύρω από κάθε άνθρωπο, αυτό περίπου που οι παλιοί ονόμαζαν «αύρα». Το πεδίο αυτό σχετίζεται με την αληθινή φύση του καθενός μας. Εννοώ ότι, αν πραγματικά το ποθείς να περιπλανηθείς εκεί έξω, μέσα σ' αυτή την απίστευτη φαντασμαγορία των Κόσμων, ε τότε, να δεις που τα πράγματα θα έλθουν έτσι, ώστε οι ιοί σου δε θα μπορέσουν να μας βλάψουν τελικά..."

 

"Ενδιαφέρουσα θεωρία!" πετάχτηκε ο Σύμβουλος, που δεν έχανε ποτέ του εντελώς την επιστημονικές του ανησυχίες.

 

"Μη με διακόπτεις, δεν έχουμε όλο τον χρόνο δικό μας για θεωρητικές τοποθετήσεις. Εν ολίγοις λοιπόν, πιστεύω ότι η δύναμη της θέλησης σου, κι εννοώ εδώ κάτι πολύ βαθύτερο από την προσωπικότητα σου, θα αλληλεπιδράσει με τους ιούς ώστε να αποτρέψει την εξέλιξη που είχαν στο μυαλό τους αυτοί που τους δημιούργησαν. Αυτό το βασίζω στο γεγονός ότι οι γενετικοί μηχανισμοί τους είναι εξαιρετικά πολύπλοκοι και οι διεργασίες που απαιτούνται εξαιρετικά λεπτές, και έτσι υπόκεινται σε μεγάλο βαθμό σε εξωγενείς κβαντο–πιθανολογικές επιδράσεις. Θα σου εξηγήσω, ελπίζω, κάποια άλλη φορά τι ακριβώς εννοώ. Η Ζωή, βλέπεις... α, είναι τόσο εξαιρετικά πολύτιμη η κληρονομιά του Σύμπαντος... Οι ρικέτσιες δε θέλουν να μας βλάψουν."

 

"Με το συμπάθιο, μεγάλε, αλλά, δεν πιστεύω να προσπαθείς να τις επηρεάσεις! Σου λέω ότι είναι θανατηφόρες..."

 

"Καλά, καλά, είναι νωρίς ακόμη για σένα να κατανοήσεις. Αλλά, βγάλε επιτέλους τον σκασμό, επιστήμονα της συμφοράς! Έχω ένα σχέδιο να παραπλανήσουμε τους χοντροκέφαλους παλληκαράδες σου και, χε χε χεε, να τιμωρήσω κι εσένα όπως σου αξίζει για την αναίδεια σου να μου κουβαληθείς εδώ για να διαπιστώσεις, λέει, αν είμαι τρελός. Και, όσο κι αν σου φαίνεται απίστευτο, να πείσω και τους ιούς σου ότι μας αξίζει να ζήσουμε!" Τον κοίταξε λίγο θριαμβευτικά, έτσι που ο γιατρός δε θα μπορούσε να πει με σιγουριά αν είχε να κάνει με παρανοϊκό ή με ιδιοφυία. Ανατρίχιασε λίγο όταν ένιωσε το χέρι του άλλου στον ώμο του και τον άκουσε να του λέει "Σαν κυβερνήτης και οδηγός σου στη νέα σου ζωή, σε παρακαλώ και σε προστάζω να κανείς ακριβώς ό,τι σου πω, χωρίς αντιρρήσεις. Η ζωή μας ίσως εξαρτηθεί από μια λεπτομέρεια!" Τον κοίταξε ξανά μ' αυτό το αλλόκοτο βλέμμα και συμπλήρωσε: "Θα τους τη φέρουμε, παλληκάρι μου!"

 

Έπειτα τον οδήγησε στη σάουνα του σκάφους και τον έβαλε να μπει μέσα, χωρίς να βγάλει τα ρούχα του, μουρμουρίζοντας διαρκώς "Μην ανησυχείειεις, έεχε μου εμπιστοσύυνηηη." Χωρίς καθόλου να έχει πειστεί, ο Σύμβουλος έπνιξε τις αντιρρήσεις του και μπήκε στο στενό θάλαμο, αναστενάζοντας. Ο άλλος έκλεισε κι ασφάλισε την πόρτα, πήγε σε μια γωνιά του τοίχου, άνοιξε ένα κιβώτιο, πήρε ένα διάφανο μπουκαλάκι μ' ένα κιτρινωπό υγρό, άνοιξε το καπάκι και το στερέωσε σε μια υποδοχή στο τοίχωμα της σάουνας, χαμογελώντας σατανικά. Έπειτα πλησίασε τον πίνακα ελέγχου και τον ρύθμισε στους εκατόν πενήντα βαθμούς Κελσίου. Δεν περάσαν πάνω από καμιά εικοσαριά δευτερόλεπτα, όταν ο δύσμοιρος επιστήμονας άρχισε να χτυπάει μανιασμένα την πόρτα και να βγάζει άγριες κραυγές, με μοναδικό αποτέλεσμα το σατανικό χαμόγελο του κυβερνήτη να γίνει ακόμα σατανικότερο. Όταν άνοιξε την πόρτα ύστερα από πέντε λεπτά, το θύμα του βγήκε μισολιπόθυμο. Ήταν σε πολύ κακό χάλι, κάτωχρος και μούσκεμα στον ιδρώτα κι έβηχε σα φυματικός. Προσπάθησε να μιλήσει και να σταθεί όρθιος αλλά δεν κατάφερε τίποτε από τα δυο. Ο κυβερνήτης, χαμογελώντας πάντα σαδιστικά, τον μετέφερε σε μια καρέκλα με μαγνητική συγκράτηση και τον άφησε να σωριαστεί. Έπειτα πήγε σ' ένα άλλο συρτάρι και έβγαλε ένα μεγαλύτερο μπουκάλι που περιείχε ένα βιολετί υγρό. Όταν τον πλησίασε, ο γιατρός έβγαλε μια αδύναμη κραυγή και κάλυψε το κεφάλι του με τα χεριά του. Ο άλλος, χαμογελώντας πάντα σε στυλ Φου Μαντσού, ξεβίδωσε το μπουκάλι και κατέβασε μερικές γουλιές από το περιεχόμενο του. Έβγαλε μερικούς αγενέστατους ήχους, ρεύτηκε, καθάρισε τον λαιμό του και είπε: "Θα πρέπει να τους μιλήσεις σε λίγο, και θα πρέπει να φαίνεται ότι είσαι σε κακή κατάσταση. Μην ανησυχείς, τα δύσκολα πέρασαν." Ο γιατρός τον κοίταξε όπως θα κοίταζε ένα πολυκέφαλο του Έρινταν Τέσσερα. "Και καλά η σάουνα," είπε τελικά "το πατσουλί, τι στα κομμάτια το ήθελες;"

 

"Απαίσιο, ε;" κάγχασε ο νομάδας του Διαστήματος. "Το ξέρω ότι είναι φρικτό, το χρησιμοποιώ σαν αποσμητικό χώρου, όταν μου κουβαλιούνται για καμιά επιθεώρηση. Φυσικά, φροντίζω πρώτα να βάλω τοπικό αναισθητικό στα ρουθούνια μου. Και πάλι όμως... Αλλά η επίδραση του απάνω σου μας είναι απαραίτητη. Μοιάζεις με πτώμα που βγήκε από τον τάφο. Αλήθεια, πίνεις;" Ο γιατρός τον κοίταξε καχύποπτα. "Τι εννοείς αν πίνω;" ρώτησε. "Αλκοόλ, φυσικά" απάντησε ο κυβερνήτης και του έδειξε τη μπουκάλα. Προσπάθησε να απαντήσει διφορούμενα αλλά ο άλλος τον έκοψε. "Άσε τα μισόλογα. Αυτό εδώ είναι γνήσιο Ουίσκι με χυμό σύκων, όπως το έφτιαχναν στη Σκωτία τα παλιά χρόνια. Εβδομήντα τοις εκατό οινόπνευμα! Έλα, μη φοβάσαι, θα σε κάνει να αισθανθείς πολύ όμορφα."

 

Ο ταλαίπωρος πρώην Σύμβουλος της Υγείας του πληρώματος της Χίλντα έμεινε με το στόμα ανοιχτό. "Ε, σίγουρα είσαι τρελός! Εβδομήντα της εκατό οινόπνευμα;! Καλά, δεν ξέρεις πως οι μελέτες που έγιναν σχετικά απέδειξαν πως όταν η περιεκτικότητα σε αιθυλική αλκοόλη υπερβαίνει το τριανταπέντε τοις εκατό προκαλούνται μόνιμες βλάβες στο Κεντρικό και Περιφερειακό Νευρικό Σύστημα, καθώς και..." Αλλά για μια ακόμα φορά ο κυβερνήτης δεν τον άφησε να συνεχίσει. "Κοίτα" του είπε "τις ξέρω όλες αυτές τις ανοησίες. Κάποτε με διασκέδαζε να τις ειρωνεύομαι αλλά, τώρα πια, απλά τις βαριέμαι. Εσύ έχεις δυο επιλογές: ή μ' εμπιστεύεσαι και πίνεις ή γυρνάς πίσω." Σηκώθηκε όρθιος και έτεινε το μπουκάλι με το βιολετί υγρό στον σοκαρισμένο επιστήμονα. "Πιες! Δε βαρέθηκες να είσαι ένα ανικανοποίητο και φοβισμένο παιδαρέλι; Δε βαρέθηκες ν' ακολουθείς το κοπάδι; Γίνε επιτέλους άντρας!"

 

Είχε βαρεθεί να είναι παιδαρέλι και ν' ακολουθεί το κοπάδι, και δεν ήθελε με τίποτα να γυρίσει πίσω, αλλά όταν ακούμπησε τα χείλη του στο μπουκάλι, ο λαιμός του ήταν ξερός και τα χέρια του έτρεμαν. Παρ' όλα αυτά γέμισε το στόμα του με το πικρόξινο υγρό, το κράτησε λίγο εκεί, έκλεισε τα μάτια του και το κατέβασε. Αμέσως άρχισε να βήχει δαιμονισμένα, όχι τόσο επειδή το ουίσκι τού είχε κάψει τον ουρανίσκο, όσο επειδή έτσι είχε δει να κάνουν οι νέοι πότες στις ταινίες εποχής. Τελικά σταμάτησε να βήχει και συνειδητοποίησε ότι το ποτό δεν ήταν τελικά και τόσο άσχημο. Χαμογέλασε ντροπαλά και κατέβασε μια δεύτερη γουλιά, και κατόπιν μια τρίτη. Θα κατέβαζε και τέταρτη αλλά ο ιδιοκτήτης του μπουκαλιού άπλωσε το χέρι του και του το άρπαξε. "Εεε, δεν το έχω για την αφεντιά σου. Μου στοίχισε πανάκριβα, είναι γνήσιο ουίσκι, φτιαγμένο με την αυθεντική συνταγή, καταλαβαίνεις;" Ο γιατρός όμως είχε τις αντιρρήσεις του. "Μα το ουίσκι φτιαχνόταν από μήλα..."

 

"Δεν ξέρεις τι λες μου φαίνεται" αγρίεψε ο κυβερνήτης. Καλά, δεν ξέρεις πως τα σύκα είναι μια ποικιλία μήλων; Έχω δοκιμάσει και ουίσκι από μήλα και σε πληροφορώ πως δεν είναι καθόλου ξινό! "Ο φουκαράς γιατρός δεν είχε χωνέψει ποτέ του το μάθημα της βοτανικής κι έτσι, αν και είχε την εντύπωση πως τα μήλα και τα σύκα είναι διαφορετικά πράγματα, προτίμησε να κάνει την πάπια. Άλλωστε, ήταν όλο και πιο δύσκολο να μιλάει. Το ταβάνι και το πάτωμα είχαν αρχίσει να σκαμπανεβάζουν όπως θα ταίριαζε σε καράβι της θάλασσας, κι όχι σε καράβι των άστρων. Ο φόβος πως θα πάθαινε κάτι φοβερό ξαναγύρισε και ένιωσε να τον λούζει κρύος ιδρώτας. Άρχισε να λέει αδύναμα πως μάλλον είχε δηλητηριαστεί, με αποτέλεσμα να προκαλέσει τρανταχτά γέλια στον ασυγκίνητο κυβερνήτη. "Άσε τις ανοησίες και πιες λίγο ακόμη. Αυτό που σου συμβαίνει είναι φυσιολογικό, αν σκεφτεί κανείς πως τούτο 'δω είναι ποτό για άντρες." Και κατέβασε κι ο ίδιος κάνα δυο γουλιές, γελώντας πάντα κοροϊδευτικά. Παραδόξως τα χασκόγελα άρχισαν να ακούγονται δίπλα, από τον άντρα με το μπουκάλι στο χέρι και από κάπου στο βάθος, λίγο πιο τσιριχτά. Ο Σύμβουλος είχε ακούσει για το φαινόμενο της διπλωπίας όταν το παρακάνει κανείς με το αλκοόλ, αλλά διπλοακοΐα; Τι ήταν πάλι αυτό; Σε λίγο αντιλήφθηκε τι συνέβαινε, όταν η θολωμένη του όραση τον πληροφόρησε για κάποιο μεγάλο, πρασινωπό, μάλλον γήινο πτηνό, που είχε κάνει την εμφάνιση του πάνω σε κάτι κονσόλες και γελούσε ξεδιάντροπα. Ο παπαγάλος, ο μοναδικός σύντροφος του ταξιδιώτη των άστρων! Αυτό ήταν πολύ για την ήδη πληγμένη αξιοπρέπεια του. Πετάχτηκε πάνω μουγκρίζοντας, άρπαξε το μπουκάλι και κατέβασε ακόμη πέντε γουλιές. Ο νόμιμος ιδιοκτήτης του λιγοστού ποτού που είχε απομείνει στο μπουκάλι είδε κι έπαθε να του το ξαναπάρει.

 

"Μπράβο, έχεις κότσια" είπε "αλλά έχουμε μια δουλειά να τελειώσουμε, έτσι δεν είναι; Μετά, θα έχουμε όλο τον χρόνο να το γιορτάσουμε. Έλα τώρα, ήρθε η ώρα να μιλήσεις στους παλιούς σου συντρόφους. Άκου τι πρέπει να τους πεις..."

 

Ο ήχος ειδοποίησης της κεντρικής γέφυρας του καταδρομικού έκανε το πλήρωμα να σταματήσει αμέσως κάθε συζήτηση και να μαζευτεί τρέχοντας μπροστά από την εικονική οθόνη που είχε υλοποιηθεί αθόρυβα. Η Επιστημονική Σύμβουλος έσπευσε ν' ανοίξει το σύστημα επικοινωνίας, μιας κι ήταν πιο κοντά, χωρίς να ζητήσει την άδεια του Κυβερνήτη–Πρέσβη, όπως όφειλε. Ήταν όμως τέτοια η αγωνία όλων που κανείς δεν σκέφτηκε να την επιπλήξει. Η φάτσα του Συμβούλου Υγείας έκανε την εμφάνιση της, μπροστά από μία μεταλλική επιφάνεια χωρίς κανένα χαρακτηριστικό. Ήταν κυριολεκτικά αγνώριστος. Κάτωχρος, με τον ιδρώτα να στάζει από το μέτωπο του και ένα έντονο τρέμουλο στα χέρια. Μίλησε βιαστικά, με φωνή άτονη, κάνοντας ολοφάνερη προσπάθεια να πει σωστά τις λέξεις, σα να 'χε πάθει εγκεφαλικό.

 

"Φίλοι μου," είπε, "δεν ξέρω για πόσο χρόνο θα μπορώ να σας μιλώ. Είμαι απομονωμένος σ' ένα απόλυτα στεγανό δωμάτιο. Οι ιοί που μεταφέρω ανιχνεύτηκαν αμέσως, εδώ που μ' έχουν περιορίσει είναι τελείως ανώφελο να τους ενεργοποιήσω μιας και δεν υπάρχουν καθόλου ηλεκτρονικά κυκλώματα και το μοναδικό ον είμαι εγώ. Αυτό που καταγράφουν τα όργανα μας δεν είναι παρά μια κάλυψη και δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Το διαστημόπλοιο, από όσο μπόρεσα ν' αντιληφθώ, είναι απίστευτα προηγμένο, δεν ξέρω αν οποιαδήποτε ανθρώπινη Υπηρεσία μπορεί να κατασκευάσει κάτι τέτοιο... Δεν τους έχω δει, νομίζω πως μας μελετούν... Προσπαθώ να αποκαταστήσω επαφή και να αντιληφθώ τους σκοπούς τους. Μην επιχειρήσετε τίποτα, επαναλαμβάνω, απολύτως τίποτα. Το μόνο που θα καταφέρετε θα είναι ο χαμός σας. Θα προσπαθήσω..." Σ' αυτό το σημείο τον είδαν να στρέφει το κεφάλι αριστερά του και να παίρνει μια έκφραση αγωνίας καθώς πρόφερε βιαστικά "πρέπει να διακόψω". Με αυτά τα λόγια η επικοινωνία διακόπηκε.

 

Όλοι τους έμειναν αμίλητοι, παγωμένοι από το σοκ που είχαν δεχτεί. Ο Κυβερνήτης–Επόπτης μόνο, με την δυσπιστία και την ψυχραιμία που τον διέκρινε, αντέδρασε όπως ταίριαζε σε ανώτερο στέλεχος του Αστροστόλου. Φόρεσε το κράνος σύνδεσης με τον Υπολογιστή και έμεινε έτσι ένα λεπτό, κουνώντας νευρικά το πόδι του. Έπειτα πήγε στην καφετιέρα και έφτιαξε έναν ακόμη καφέ, χωρίς κανείς να τον αγριοκοιτάξει. Ήπιε καμιά–δυο γουλιές και είπε: "Ο Κεντρικός Υπολογιστής με πληροφόρησε πως ο Σύμβουλος Υγείας του σκάφους μας τελούσε, κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας, σε κατάσταση ισχυρού ψυχοσωματικού σοκ. Η υγεία του δεν ήταν σε καλή κατάσταση και το νευρικό του σύστημα ήταν εξαιρετικά ζορισμένο, στα όρια της κατάρρευσης. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορούσαν να διεξαχθούν τα καθιερωμένα τεστ ανίχνευσης ψεύδους, αλλά είναι βέβαιο πως δε θα μπορούσε ποτέ να προσποιηθεί τέτοια συμπτώματα. Αρκεί να σας πω πως ο Κεντρικός Υπολογιστής κατέγραψε αρτηριακή πίεση στο ήμισυ της συνηθισμένης για τον Σύμβουλο, η οποία, σημειωτέον, είναι ήδη χαμηλή. Επιπλέον, έντονη μυδρίαση της κόρης με ελαττωμένη αντίδραση στον φωτισμό του περιβάλλοντος. Ως εκ τούτων, εκτιμώ ότι ο γενναίος μας σύντροφος, αν και μπορεί να έχει πέσει θύμα εξαπάτησης, έχει βιώσει καταστάσεις ή έχει αντιληφθεί γεγονότα εξαιρετικά κρίσιμα. Μιας και οι δικές μας πληροφορίες, αναφορικά με την κατάσταση που αντιμετωπίζουμε υπολείπονται κατά πολύ των δικών του, προτείνω να κάνουμε όπως ακριβώς μας συμβούλευσε και να περιμένουμε εξελίξεις. Άλλωστε," συμπλήρωσε με περισσή υποκρισία, "τώρα έχουμε ένα πολύ σοβαρό λόγο να μην πλήξουμε το εχθρικό σκάφος, αφού μέσα σε αυτό βρίσκεται ο αγαπημένος μας σύντροφος."

 

Σιγά–σιγά άρχισαν και οι υπόλοιποι να λένε τη γνώμη τους, που ήταν ταυτόσημη με του Κυβερνήτη–Επόπτη. Είχαν τρομάξει για τα καλά και τους είχε εγκαταλείψει κάθε διάθεση να συνετίσουν τον ή τους άγνωστους αντιπάλους τους. Η οχλαγωγία είχε αρχίσει να φουντώνει και ο Κυβερνήτης–Επόπτης ετοιμαζόταν να πει μερικές τσουχτερές κουβέντες, όταν η εικονική οθόνη ξανασχηματίστηκε, ένα μπλου ελεκτρίκ πλαίσιο στη μέση της αίθουσας, που από όποια γωνιά κι αν το κοίταζες έβλεπες ακριβώς την ίδια εικόνα. Το ηχητικό σήμα εξωτερικής κλήσης αντήχησε ξανά – ένας μαλακός αλλά επίμονος ήχος που διαπέρασε το νευρικό τους σύστημα κι έκανε δυο–τρεις από αυτούς να τσακιστούν να ανοίξουν το σύστημα. Το κεφάλι και ο λαιμός του μέχρι πριν λίγο άχρηστου συντρόφου τους, που τώρα πλέον είχε εκτιναχθεί στο status του ήρωα, κάλυψε ένα μεγάλο μέρος της εικονικής οθόνης. Πίσω του φαινόταν η ίδια, όπως και προηγουμένως, μεταλλική επιφάνεια. Νεκρική σιγή απλώθηκε καθώς εμφανίστηκαν, μεγεθυμένα, τα γεμάτα δάκρυα μάτια του, οι αφύσικα διεσταλμένες κόρες του, το κάτωχρο και καταϊδρωμένο του πρόσωπο. Η φωνή του ακούστηκε λιγότερο άτονη αλλά περισσότερο τρομαγμένη από πριν. Μίλησε γρήγορα κι αγχωμένα, σα να τον πίεζε ο χρόνος.

 

"Μη φύγετε, μάλλον φοβούνται το γεγονός ότι μπορείτε να βλάψετε το σκάφος τους... Αν προσπαθήσετε να περάσετε στην κατάσταση τέσσερα, θα σας ρίξουν, αφού οι ίδιοι δε θα έχουν συνέπειες. Μη στείλετε κανένα σήμα ή φάρο, μην κάνετε τίποτα. Ίσως τους πείσω ότι δεν πρόκειται να τους βλάψουμε..."

 

"Ποιος; Τι;" Πρόλαβε να ψελλίσει ο Κυβερνήτης–Πρέσβης, αλλά ο Σύμβουλος της Υγείας τού έριξε μια παγερή ματιά, που τον διαπέρασε σαν ηλεκτρικό ρεύμα. "Είναι καλύτερο να μη ρωτάτε τίποτα. Αν καταλάβετε είστε χαμένοι. Πρέπει να διατηρήσετε την ψυχραιμία σας." Και η όψη τους συντρόφου τους αντικαταστάθηκε με το ελεκτρίκ της άδειας οθόνης, καθώς η επικοινωνία διακόπηκε.

 

Σοκαρισμένοι ακόμη περισσότερο, οι παλαίμαχοι αξιωματικοί του καταδρομικού δε δυσκολευτήκαν εντούτοις να ακολουθήσουν τη φωνή της Λογικής και της Σύνεσης, που, έτσι κι αλλιώς, υπαγόρευαν όλες τις σοβαρές αποφάσεις τους εδώ και πολλά χρόνια. Ρίχτηκαν με τα μούτρα στους καφέδες, τις μετρήσεις, τις τεχνικές συζητήσεις, την ανάγνωση πρακτικών από ασκήσεις που προέβλεπαν συνάντηση με Εξωγήινους, με προδότες από την Ομοσπονδία, ή και με σατανικούς πειρατές που είχαν μόλις κλέψει κάποιο υπερόπλο από τον Στόλο. Όλοι τους συμφώνησαν πως δεν έπρεπε να βιαστούν και να εκθέσουν το σκάφος τους ή τον γενναίο τους συνάδελφο σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο. Γιατί ήταν ολοφάνερο πως ήδη υπέφερε πολλά, χάριν της αφοσίωσης του στην Ιδέα του Ανθρώπου. Η Επιστημονική Σύμβουλος. μάλιστα, αφού του έπλεξε το εγκώμιο, έκανε και μια παρατήρηση πρακτικής σημασίας. "Προσέξατε" είπε "πως σούφρωνε το πρόσωπο του και ανέπνεε κυρίως από το στόμα; Βάζω στοίχημα πως οι μορφές Ζωής που συνάντησε εκεί μέσα θα βγάζουν ανυπόφορη μπόχα!"

 

Ο «γενναίος» είχε τα δικά του βάσανα. "Δεν αντέχω άλλο την ζέστη και το αναθεματισμένο σου πατσουλί. Νγκγιαφφ! Βάζω στοίχημα πως οι φουκαράδες οι ιοί μου τα έχουν ήδη τινάξει από τη μπόχα και σε λίγο θα τους ακολουθήσω κι εγώ!" Κατά βάθος όμως ήταν ευχαριστημένος. Όλα φαινόταν πως πήγαιναν σύμφωνα με το σχέδιο. Είχε μερικές απορίες για το φινάλε αλλά είχε εμπιστοσύνη στον παράξενο γερόλυκο που θα αποτελούσε τον σύντροφο του στα χρόνια που θα ακολουθούσαν. Παρ ολ' αυτά γκρίνιαζε ακόμα, έτσι, για την τιμή των όπλων. "Ωραία, τι κάνουμε τώρα; Πώς θα περάσουν οι τρεις ώρες, μέχρι να απενεργοποιηθούν οι ρικέτσιες;"

 

"Πάρε κανένα υπνάκο κι άσε εμένα να σκοτίζομαι" ήρθε η απάντηση με τη γνωστή εκνευριστική απάθεια. "Άκου υπνάκο! Δεν έχω την αναισθησία σου" επέμεινε ο Σύμβουλος. Τελικά όμως πείστηκε, κάθισε σε μια μαγνητική πολυθρόνα και άρχισε να κλωθογυρίζει στο μυαλό του ένα σκακιστικό πρόβλημα που τον απασχολούσε τον τελευταίο καιρό. Τα κατάφερε τόσο καλά με την αυτοσυγκέντρωση του που σε λίγο άρχισε να ροχαλίζει ηχηρά. Ο καπετάνιος χαμογελούσε πάντα, χωρίς να χάνει τίποτα από όσα συνέβαιναν μέσα κι έξω απ' το Αστρόπλοιο του.

 

Όταν σκούντησε και ξύπνησε τον αποκαμωμένο γιατρό, όλα είχαν πια τελειώσει. Τον κέρασε ένα κίτρινο διαφανές υγρό που το αποκάλεσε τσάι και του εξήγησε με δυο λόγια ότι η διορία των πέντε ωρών είχε τελειώσει. Οι θανατηφόροι ιοί είχαν εκφυλιστεί και ο κίνδυνος είχε πια περάσει. Σχεδόν περάσει, γιατί ο χορός των δύο διαστημόπλοιων συνεχιζόταν, σαν ένα απρόθυμο ζευγάρι χορευτών που οι συνθήκες τους ένωσαν και που τώρα έπρεπε να απεμπλακούν.

 

"Αν ξεκινήσουμε αιφνιδιαστικά τη διαδικασία εισόδου στην Κατάσταση Τέσσερα," αναρωτήθηκε ο πρώην Σύμβουλος, "πιστεύεις πως θα προλάβουν να απομακρυνθούν αρκετά και να μας ρίξουν με ασφάλεια; Η γνώμη μου είναι ότι μπορούν, χρειαζόμαστε λοιπόν έναν αντιπερισπασμό. Αν μαγνητοφωνούσα ένα μήνυμα, κάτι το τελείως απρόσμενο, και το μεταδίδαμε λίγο πριν το εγχείρημα, πιστεύω να τους αποσπούσαμε αρκετά την προσοχή ώστε να αδρανήσουν τα πρώτα κρίσιμα δευτερόλεπτα." Κοίταξε ελαφρά ανήσυχος τον κυβερνήτη του, που δε μιλούσε αλλά χαμογελούσε μ' ένα τρόπο που δεν του άρεσε. "Πώς σου φαίνεται;" ρώτησε νευρικά. Το χαμόγελο πλάτυνε και γέμισε ζάρες το πρόσωπο του αινιγματικού ανθρώπου, που τον είχε τόσο γοητεύσει ώστε να απαρνηθεί μια αξιοζήλευτη ζωή και να ριχτεί κι ο ίδιος σε μια περιπέτεια χωρίς δυνατότητα επιστροφής. Έμοιαζε ταυτόχρονα παιδί και γέρος, κάποιος που του εμπιστεύεσαι την ζωή σου και ταυτόχρονα αναρωτιέσαι αν είναι τρελός. Φαινόταν ότι δε θα μιλούσε ποτέ, ότι θα καθόταν να χαμογελάει έτσι για πάντα σαν ένας Βούδας πολύ πέρα από την κατανόηση των απλών θνητών, όμως τελικά αποφάσισε να ανοίξει το στόμα του, προς μεγάλη ανακούφιση του συνομιλητή του.

 

"Υποθέτω πως λογαριάζεις να τους στείλεις ένα μαγνητοφωνημένο μήνυμα την ώρα που θα τρέχεις να κουλουριαστείς στην κοιτίδα σου, να περιμένεις κάνα δυο λεπτά την νάρκωση και μετά ο υπολογιστής μας να περάσει το σκάφος στην Κατάσταση Τέσσερα. Αυτό, δεν είναι με λίγα λόγια το σχέδιο σου;" Ο άλλος έγνεψε καταφατικά, αν και κάπως απρόθυμα γιατί μυριζόταν παγίδα. "Ξέχνα το, αγόρι μου, δε γίνεται" συνέχισε ο κυβερνήτης, χαμογελώντας σαν βασανιστής που απολαμβάνει το επάγγελμα του. "Πρώτον, θα καταλάβουν αμέσως πως πρόκειται για μαγνητοφώνηση, και θα μυριστούν παγίδα. Είναι αρκετά πιθανό να αρχίσουν αμέσως να απομακρύνονται και να προλάβουν να μας ρίξουν εκ του ασφαλούς. Μην ξεχνάς πως τους έχω τρομοκρατήσει και τους έχω εκνευρίσει όσο δεν παίρνει άλλο, και τώρα πια είναι επικίνδυνοι. Έπειτα," κι εδώ η έκφραση του προσώπου του θύμιζε Σμήναρχο με πολιτικά που πετυχαίνει Δόκιμους της Σχολής Αστροπλοιάρχων να μπεκρουλιάζουν παρέα με κορίτσια ελαφρών ηθών, "διαθέτουμε μόνο μία κοιτίδα, κι αυτή είναι αμφίβολο αν λειτουργεί. Αν σκοπεύεις να περάσεις στην «Τέσσερα», το πολύ–πολύ να σου δώσω να πιείς κάνα δυο γουλιές ουίσκι ακόμα, αν και δεν στο συμβουλεύω, από την πείρα μου σε βεβαιώνω πως έτσι θα σε πιάσει ναυτία."

 

Ο δύσμοιρος ο γιατρός υπέθεσε στην αρχή ότι τον δοκίμαζε, ύστερα όμως ένιωσε κάτι κρύο να διαπερνά την πλάτη του και τις τρίχες του να σηκώνονται όρθιες. Μήπως τελικά δεν τον δούλευε; Το σατανικό χαμόγελο στο πρόσωπο του άλλου τον έκανε να συνειδητοποιήσει την φρικτή αλήθεια. Είχε για πάντα εγκαταλείψει τον κόσμο των λογικών ανθρώπων και είχε μπει σε έναν εφιάλτη που το μόνο τέλος που θα μπορούσε να έχει ήταν το δικό του. Του πέρασε από το νου πως δεν ήταν ακόμα πολύ αργά, πως προλάβαινε να γυρίσει πίσω, στους σπαστικούς αλλά προβλέψιμους και συνεννοήσιμους Κυβερνητικούς, αρκέστηκε όμως να κοιτάξει τον απίθανο σύντροφο του με ένα βουβό και λυπητερό «γιατί» ζωγραφισμένο στο βλέμμα του. Ο άλλος έσκασε στα γέλια, τόσο πολύ που άρχισε να βήχει ασυγκράτητα, βυθίζοντας στην απελπισία το λογικό μέλος του ντουέτου.

 

"Τόσο πολύ φοβάσαι;" Ρώτησε τελικά, σκουπίζοντας τα δάκρυα από τα μάτια του.

 

Ο Σύμβουλος, αφού τον κοίταξε μερικά δευτερόλεπτα με γουρλωμένα ματιά, ξέσπασε σε μια χειμαρρώδη απαρίθμηση στοιχειωδών δεδομένων σχετικά με το πόσο επιβλαβής είχε αποδειχτεί η εμπειρία της μετάβασης ανάμεσα στις Φάσεις – η διάβαση του Κατωφλίου που χωρίζει την καθημερινή εμπειρία του Χωροχρόνου από αυτές τις αλλοιωμένες, τις εξώκοσμες και τρομακτικές παραλλαγές της γραμμικής ακολουθίας που ονομάζουμε Αιτιοκρατία... Η Συνείδηση ήταν τελείως απροετοίμαστη για τέτοιες καταστάσεις και έπρεπε, όπως μάθαιναν και τα παιδιά στο σχολείο, να καταστέλεται και να επανέρχεται μόνο όταν το σώμα βρισκόταν ξανά στην Κατάσταση Ένα. "Είναι αναντίρρητο, εμπειρικά και κατ' επανάληψη αποδεδειγμένο γεγονός, το ότι οι άτυχοι που υπέστησαν τη μετάβαση με κοιτίδες που δε λειτούργησαν ομαλά, παραφρόνησαν, στο μεγαλύτερο ποσοστό..."

 

Ο Παράξενος Ταξιδιώτης χαμογελούσε τώρα περιφρονητικά. "Και οι άλλοι;" Ρώτησε. "Οι άλλοι, που δεν παραφρόνησαν, πώς εξηγούνται από την επιστήμη σας;"

 

"Όλοι παρουσίασαν διαταραχές" άρχισε ο Επιστήμονας, ταραγμένος από την αλλόκοτη όψη που είχε πάρει ο άλλος.

 

"Δεν αμφιβάλλω γι αυτό, με τόσες εξετάσεις που υπέστησαν από άτομα σαν κι ελλόγου σου. Όταν διαβεβαιώθηκαν ότι έπρεπε να παρουσιάσουν διαταραχές, για να ικανοποιηθείς εσύ και το συνάφι σου, γιατρουδάκο."

 

"Ναι, μα..." προσπάθησε να διακόψει ο γιατρός, αλλά ήταν αδύνατον.

 

"Λοιπόν, για να τελειώνουμε. Εγώ, και πολλοί άλλοι που τυχαίνει να ξέρω, έχουμε βουτήξει με το κεφάλι σ' αυτή την υπέροχη εμπειρία και είμαστε ακόμα με τα καλά μας, τόσο που να μπορούμε να φέρνουμε βόλτα ένα τσούρμο μαλάκες Κυβερνητικούς. Οι πρώτοι, αυτοί που άνοιξαν τους Δρόμους, μπούλη, δεν είχαν κοιτίδες και τα κατάφεραν μια χαρά, γιατί είχαν δύναμη μέσα τους και ήθελαν να γευτούν τα Έτη Φωτός, όχι μόνο να τα περάσουν. Μετά ήρθαν οι αδύναμοι, οι δεύτεροι, αυτοί που πάντα βαδίζουν στρωμένους δρόμους, και προσπάθησαν κι αυτοί να κάνουν το ίδιο, κουβαλώντας το Φόβο και τη φιλοδοξία στις καρδιές τους. Και ήταν οι καρδιές τους που τους πρόδωσαν, όχι το Νευρικό τους Σύστημα, με όλο το σεβασμό, Σύμβουλε. Και φτάνουμε στο «Δια ταύτα». Εδώ μέσα υπάρχει μόνο μία κοιτίδα. Εγώ δεν τη χρησιμοποιώ, κι έτσι στην παραχωρώ. Δε σ' έχω ανάγκη για να απεμπλακώ από τους πολεμιστές του γλυκού νερού, εκεί έξω, έτσι, αν το θέλεις, μπορείς να τρέξεις να κουλουριαστείς μέσα της, σα σκουλήκι. Όπως σου είπα, όμως, έχω βάσιμες υποψίες ότι είναι ελαττωματική και δε σου συνιστώ να τη χρησιμοποιήσεις. Αν χρειάζεσαι μια εγγυημένη αναισθησία θα σου την προσφέρω εγώ, μ' αυτό εδώ!" Και έσφιξε τη γροθιά του.

 

Ο Σύμβουλος είχε δεχτεί μια τεράστια δόση ειρωνείας ακόμα και για την ανεκτική μέχρι αναισθησίας κράση του. Θα ήθελε να βάλει στη θέση του αυτό τον υπερφίαλο, όμως ο τρόμος που ένιωθε στην ιδέα του να ζήσει μια τέτοια εμπειρία, έκανε τα πόδια του να λυγίζουν. Μόνο κάποια αποθέματα κουράγιου, βαθειά στην καρδιά του, και η επίγνωση πως η μόνη άλλη δυνατότητα που του δινόταν ήταν να γυρίσει πίσω, νικημένος μια για πάντα, τον έσπρωξαν να απλώσει το χέρι του σ' αυτό που μέχρι πριν λίγο του προκαλούσε φόβο και που τώρα θα ήταν ο μοναδικός του σύμμαχος. Έπιασε το μπουκάλι με την σχεδόν καθαρή αλκοόλη, που υποτίθεται ότι καταστρέφει το νευρικό ιστό, και άδειασε μέσα του ότι είχε απομείνει. Όταν μίλησε η φωνή του του φάνηκε αγνώριστη.

 

"Ετοίμασε τον υπολογιστή για τη διαδικασία" είπε. "Εγώ θα τους απασχολήσω".

 

Μέσα σε μια άβολη σιωπή, ο υπολογιστής ρυθμίστηκε για ταχεία μετάβαση σε Κατάσταση Τέσσερα, με συντεταγμένες που θα καθορίζονταν από μια γεννήτρια τυχαίων αριθμών, λίγο πριν τη μετάβαση. Θα ξέφευγαν από αυτή την περιοχή του Διαστήματος και έπειτα θα έβλεπαν προς τα πού θα πηγαίναν.

 

"Θα τους μιλάω μέχρι την τελευταία στιγμή, κατά πάσα πιθανότητα δεν θα συνειδητοποιήσουν τι συμβαίνει μέχρι που θα είναι πολύ αργά για να αντιδράσουν." Ο σύμβουλος, παρ' όλο που προσπαθούσε να δείχνει ψύχραιμος, περνούσε δύσκολες στιγμές. Αν και είχε πάρει την απόφαση του και δεν θα την άλλαζε, ένιωσε αυτές τις τελευταίες στιγμές να δειλιάζει.

 

"Μήπως θα πρέπει να κρατηθούμε από κάπου;" ρώτησε, αν και ήξερε πολύ καλά την απάντηση.

 

"Το φαινόμενο εκδηλώνεται άμεσα σε όλα τα άτομα που βρίσκονται μέσα στο πεδίο. Δε θα νιώσεις κανένα αδρανειακό φαινόμενο και δε χρειάζεται να κρατηθούμε από πουθενά. Αφού τα ξέρεις αυτά. Έλα, τι φοβάσαι, εδώ ένας γέρος σαν κι εμένα το έχει ζήσει τόσες φορές..." Το βλέμμα του κυβερνήτη έδειχνε εκτίμηση και κατανόηση, και ο γιατρός αισθάνθηκε ευγνωμοσύνη γι αυτό. Έμενε χρόνος για μια τελευταία κουβέντα, και ο Νέος την απηύθυνε στον Παλιό.

 

"Δέχομαι το ρίσκο και σε ευγνωμονώ για την ενθάρρυνση. Να ξέρεις όμως πως αν με ξαναποκαλέσεις «μπούλη»,«γιατρουδάκο» και τα παρόμοια, θα διαπιστώσεις ότι η γροθιά που έφαγες προηγουμένως ήταν μια φιλική γροθιά."

 

Ο κυβερνήτης χαμογελούσε πάντα, και ο συνεπιβάτης του σκεφτόταν πόσο περίεργο ήταν το γεγονός ότι είχε κατεβάσει τόσο αλκοόλ και παρέμενε νηφάλιος. Είχε ξεχάσει μάλιστα και να βήξει, όπως είχε δει να κάνουν όλοι οι νέοι πότες, στις παλιές ταινίες. "Τέλος πάντων, ιατρικό μυστήριο" αποφάσισε τελικά. Ξεκρέμασε το μικρόφωνο, το στερέωσε στην ειδική θέση του γιακά του και κάλεσε τη Χίλντα 6, χωρίς να δώσει οπτικό σήμα.

 

"Εδώ Σύμβουλος της Υγείας, καλώ Βάση. Επαναλαμβάνω, εδώ Ιατρικός Σύμβουλος Καταδρομικού Σε Περιπολία σε Τομέα Ευθύνης." Έριξε μια ματιά στις ενδείξεις του υπολογιστή, η διαδικασία μετάβασης ξεκινούσε σε λίγα δευτερόλεπτα. "Γκέο βαγκέο, με ακούτε; Επαναλαμβάνω: ΓΚΕΟ ΒΑΓΚΕΟ. Ω ντίρλα ντα ντιρλανταντά. Ντα ντα ντιρλανταντά. Ω ντιρλαντά και τέζα όλοι. Ντα ντα ντιρλανταντα." Καθώς άρχισε να ξεφουρνίζει ό,τι ασυναρτησία τού ερχόταν στο μυαλό, έπεσε θύμα του ελεύθερου συνειρμού. Υλικό που βρισκόταν στοιβαγμένο στο Υποσυνείδητο του και μόλυνε την Ψυχή του άρχισε να βγαίνει τώρα ασυγκράτητο, σε μια έκρηξη αδρεναλίνης που τον έκανε να ξεχάσει τελείως τους φόβους του. "Ω Κυβερνήτα Αρχιμαλάκα, η καριέρα σου μόλις έσβησε, γελοίο υποκείμενο. Και συ, ω Επιστημονικέ Σύμβουλε, πόσο καιρό έχεις να δεις χαρά στα σκέλια σου; Γελοίοι φανφαρόνοι, κυβερνήτες του κώλου, τιτλούχοι κομπλεξικοί, η καταδίκη σας είναι να ανέχεστε ο ένας τον άλλο μέχρι να πάρετε την άγουσα για τα σκουπίδια. Μην ανησυχείτε, κρετίνοι, στην κηδεία σας θα βγάλουνε λόγο, παρουσία νεαρών Δοκίμων, που θα λοξοκοιτάζουν τα θηλυκά και θα κάνουν πλάκα. Εγώ την κάνω, σαπρόφυτα. Άντε και καλή ψυχή, αγάμητοι..."

 

Έπιασε το απορημένο βλέμμα του φίλου του, καθώς ένιωθε τα πρώτα συμπτώματα της διαδικασίας που άρχιζε. "Τι τα θέλεις;" σκέφτηκε. "Το βρισίδι, όπως όλες οι κακές συνήθειες, είναι κολλητικό." Καθώς αισθάνθηκε μια τιτάνια δύναμη να τον ξεκολλά από τον γνώριμο κόσμο γύρω του, κάθε φόβος είχε φύγει από μέσα του. Ένιωσε σχεδόν ευτυχισμένος, όταν μια ξαφνική σκέψη έσκισε την καρδιά του σα μαχαιριά. Είχε ξεχάσει το αρχαίο του κομπιούτερ με τα πολυαγαπημένα του παιχνίδια, μαζεμένα με πολύ κόπο από παμπάλαιες τράπεζες μνήμης, στα χέρια των εχθρών του...

 

Πίσω στο καταδρομικό, τα πράγματα εξελίχθηκαν πολύ πιο εύκολα από όσο είχαν υπολογίσει οι δυο συνωμότες. Κανείς από το τσούρμο των Κυβερνητικών δε σκέφτηκε να κινηθεί εναντίον τους το ένα περίπου λεπτό που το σκάφος τους παρέμενε ευάλωτο καθώς έμπαινε στην Κατάσταση Τέσσερα. Έμειναν να κοιτούν ο ένας τον άλλο, μην πιστεύοντας στα αυτιά τους. Η Επιστημονική Σύμβουλος είχε γίνει κόκκινη σαν γήινο παντζάρι, ενώ ο Κυβερνήτης–Επόπτης είχε γίνει κίτρινος σα γήινο λεμονί. Ενώ το ξένο διαστημόπλοιο χανόταν, ο Κυβερνήτης της Γέφυρας, μέσα στη γενική σαστιμάρα, ξεκίνησε να εκφράζει ένα συλλογισμό του.

 

"Αυτό το «γκέο βαγκέο» και το «ντιρλαντά ντιρλανταντά», που έλεγε ο Σύμβουλος, κάτι μου θυμίζουν, ίσως ένα παλιό τραγούδι. Μήπως προσπάθησε να μας μιλήσει σε κώδικα, να μας προειδοποιήσει για κάτι;" Ήθελε να πει κι αλλά, η φωνή του όμως έσβησε, όταν αντιλήφθηκε ότι ο Κυβερνήτης Επόπτης τον κοιτούσε πολύ φαρμακερά.

 

Ο πρώην τιτλούχος σκλάβος και τώρα πια Ελεύθερος Άνθρωπος, δεν είχε χρόνο να απολαύσει την αίσθηση της ελευθερίας του. Αυτός, ή όλο το υπόλοιπο Σύμπαν, στριφογύριζε με επιταχυνόμενο ρυθμό, ενώ ταυτόχρονα ένιωθε μέρος ενός Κοσμικού τυμπάνου, ή καρδιάς, που χτυπούσε με ρυθμό που κι αυτός γινόταν όλο και πιο γρήγορος, σα να κρατούσε ακομπανιαμέντο στο στροβίλισμα του. Αυτά τα δύο, η περιστροφή και ο παλμός, έγιναν τελικά ένα, μία περιστροφή που λες και γινόταν εσωτερικά, γύρω από το κέντρο του εαυτού του. Δεν υπήρχαν σκέψεις ή συναισθήματα, μόνο αυτή η αίσθηση που, επιταχυνόμενη ολοένα, έφτασε στην αναπόφευκτη ολοκλήρωση της, μία απόλυτη ακινησία έξω από το Χρόνο. Και κατόπιν άρχισε μια αντίστροφη, μια ανάποδη επανάληψη της προηγούμενης εμπειρίας, μόνο που τώρα γινόταν, κατά κάποιο τρόπο, από τα μέσα προς τα έξω. Όλο κι επιβραδυνόταν τώρα, μέχρι που οι απόκοσμες ενέργειες του πεδίου χάθηκαν και τον άφησαν συγκλονισμένο και άφωνο, σα να είχε γεννηθεί για δεύτερη φορά.

 

Καθόταν στο μαγνητικό του κάθισμα με τα μάτια του σφιχτά κλεισμένα, νιώθοντας συναισθήματα που θα του ήταν αδύνατο να εκφράσει. Συνειδητοποίησε πως δεν θα ήταν πια ο ίδιος άνθρωπος, γιατί, την άχρονη στιγμή που γεφύρωνε τα έτη φωτός, το Σύμπαν τού είχε μιλήσει για πράγματα πρωτόγνωρα, με φωνή που δεν ήταν ανθρώπινη, και τον είχε μυήσει σε μυστικά που έκαναν όλη την προηγούμενη ζωή του να μοιάζει με μια γκρίζα θολούρα. Πλέοντας σε μια εκστατική ρέμβη, άκουσε τη φωνή του συντρόφου του να του λέει γελαστά πως όλα είχαν τελειώσει και πως ήταν καιρός να ανοίξει τα μάτια του.

 

"Δε μου είπες πώς σε λένε" απάντησε αβίαστα, απολαμβάνοντας το Ολύμπιο συναίσθημα που, το 'ξερε, δεν θα χανόταν ποτέ πια εντελώς από μέσα του.

 

"Έχω πολλά ονόματα, ποιο από όλα θέλεις να σου πω" απάντησε ο φίλος του που, μαντεύοντας την ψυχική του κατάσταση, δεν ήθελε να τον επαναφέρει αμέσως στα πεζά προβλήματα του παρόντος.

 

"Πες μου πώς σε φώναζε ο πατέρας σου" ξαναρώτησε ο Σύμβουλος.

 

Ο κυβερνήτης δεν απάντησε αμέσως, χαμένος μέσα στις αναμνήσεις που τον πλημμύρισαν ξαφνικά. "Με φώναζε Πιτσιρίκο, μέχρι το τέλος", είπε με άχρωμη φωνή, που πάσχιζε να κρύψει μια λίμνη από συναισθήματα.

 

"Πιτσιρίκο, τότε" απάντησε ο άλλος κι άνοιξε τα ματιά του. Μπροστά του, πέρα από το χοντρό συνθετικό γυαλί, ξανοίγονταν το συγκλονιστικότερο θέαμα που θα μπορούσε να αντικρίσει ποτέ ο Άνθρωπος.

 

Ο χρυσοκόκκινος δίσκος ενός άγνωστου Ηλίου.

 

 


 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ