ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

 


 

 

Οδός Ακαδημίας (μέρος Α')

 

 

Θα πρέπει να ήταν γύρω στο 1987 με 1988. Την εποχή εκείνη είχαν φτάσει σ' εμάς κάποιες αόριστες φήμες, σύμφωνα με τις οποίες, κάπου στο εσωτερικό του οικοδομικού τετραγώνου που περικλείεται από τις οδούς Ακαδημίας, Σόλωνος, Ιπποκράτους και Μαυρομιχάλη, στο κέντρο της Αθήνας, υπήρχε κρυμμένο ένα εκκλησίδιο. Σύμφωνα πάντα με τις φήμες, η πρόσβαση σε αυτό ήταν ελεγχόμενη και δύσκολη, ενώ στον αέρα πλανιόταν η πληροφορία ότι στον μικρό του χώρο συναθροίζονταν κατά καιρούς ακαθόριστες ομάδες ανθρώπων.

 

Αυτά έλεγαν οι φήμες. Εμείς, πάλι, είχαμε από καιρό προσέξει το ασυνήθιστης αρχιτεκτονικής κτίριο με πρόσοψη στην οδό Ακαδημίας, το υπέρθυρο του οποίου κοσμούσε την εποχή εκείνη ένας περίτεχνος σιδερένιος δράκος. Αποφασίσαμε να το ψάξουμε. Και το ψάξαμε.

 

Το κτίριο της οδού Ακαδημίας 58α, και δίπλα η είσοδος του.

 

Το τι υπάρχει εκεί θα το δούμε αμέσως παρακάτω, πρώτα όμως μία διευκρίνηση: το θέμα του κτιρίου της οδού Ακαδημίας 58α, στην πραγματικότητα, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με υπόγειες στοές και υπόγεια περάσματα, με το θέμα δηλαδή της παρούσας ενότητας. Ο λόγος που το συγκαταλέγουμε σε αυτή είναι ότι στο συγκεκριμένο θέμα είχε δράσει κατά το παρελθόν κάποιος «μυστικός ερευνητής». Όπως και με τη σπηλιά της Πεντέλης, ο μυστικός αυτός ερευνητής φρόντισε να ανακαλύψει εκεί ανύπαρκτες καταπακτές, δημιουργώντας μεταξύ άλλων και τη φήμη ότι το εν λόγω κτίριο συνδέεται με τις υπόγειες στοές της Αθήνας.

 

Ας αφήσουμε, όμως, επιτέλους τις φήμες, και ας δούμε περί τίνος πραγματικά πρόκειται.

 

Τις φωτογραφίες που ακολουθούν μας παραχώρησε ο "Cernavus". Σε αυτές, αποτυπώνεται η κατάσταση που επικρατούσε στους χώρους το 1997.

 

Ο χώρος του κτιρίου της οδού Ακαδημίας 58α. Αριστερά, η κάτοψη του ισογείου, και δεξιά, η κάτοψη του πρώτου ορόφου.

 

Η είσοδος του κτιρίου της Ακαδημίας 58α («entrance» στην κάτοψη) οδηγεί σε έναν στενό και μακρύ διάδρομο, πλάτους τριών και μήκους εικοσιπέντε περίπου μέτρων. Ο διάδρομος αυτός κατέληγε παλιότερα (η δίοδος φράχθηκε αργότερα με τούβλα) σε ένα μεγάλο δωμάτιο («room 1»), το οποίο συνδέεται με άλλα μικρότερα. Μέσω ενός από τα δωμάτια αυτά («room 2»), το όλο σύμπλεγμα επικοινωνεί προς τα αριστερά με το εσωτερικό του κτιρίου που βρίσκεται στο νούμερο 6 της παρακείμενης οδού Μαυρομιχάλη.

 

Το άλλοτε εγκαταλελειμμένο κτίριο της Μαυρομιχάλη 6.

 

Λίγο πριν το σημείο όπου ο μακρύς διάδρομος κατέληγε στο μεγάλο δωμάτιο («room 1»), μία σκάλα οδηγεί προς τα πάνω.

 

 

Η σκάλα αυτή συνδέει το ισόγειο με τον παρόμοιας κάτοψης, πρώτο όροφο του κτιρίου.

 

Στο σημείο αυτό, όμως, πριν δούμε περισσότερα από το χώρο, ας κάνουμε μία μικρή ιστορική αναδρομή, απαραίτητη ώστε τα όσα θα ακολουθήσουν να γίνουν καλύτερα κατανοητά.

 

Το διώροφο κτίριο της οδού Ακαδημίας αποτελεί ουσιαστικά μία ειδικά διαμορφωμένη προέκταση του κύριου οικήματος της Μαυρομιχάλη 6. Το τελευταίο είχε κτιστεί το 1882 και αποτελούσε την οικογενειακή κατοικία του γνωστού Γερμανού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλλερ. Το είχε σχεδιάσει ο ίδιος, εξ ου και τα ασυνήθιστα για τη νεοκλασική Αθήνα αρχιτεκτονικά του γνωρίσματα. Το 1912, το κτίριο αγοράστηκε από τον τραπεζίτη Διονύσιο Π. Λοβέρδο (1878–1934), ο οποίος αργότερα εγκαταστάθηκε εκεί με την οικογένεια του.

 

Προσωπογραφία του Δ. Λοβέρδου από τον γνωστό ζωγράφο Παρθένη.

 

Ο Δ. Λοβέρδος καταγόταν από παλιά Κεφαλλονίτικη οικογένεια, αναγόμενη ως προς την εμφάνιση της στους βυζαντινούς χρόνους. Σχετικά με την προέλευση του επωνύμου "Λοβέρδος" υπάρχουν τρεις βασικές εκδοχές. Σύμφωνα με την πρώτη, το επώνυμο προήλθε από κάποιον Aluardo, διατελέσαντα γραμματέα του τελευταίου Λατίνου αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος είχε εγκατασταθεί στην Κεφαλλονιά κατά τα τελευταία έτη της ζωής του. Σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή, το επώνυμο προήλθε από παραφθορά του εθνικού προσδιορισμού κάποιου Λομβαρδού, ο οποίος είχε υπηρετήσει στη βυζαντινή αυλή. Κατά την τρίτη εκδοχή, τέλος, το επώνυμο "Λοβέρδος" έλκει την καταγωγή του από κάποιον Λομβαρδό υπήκοο, ο οποίος, καταδιωκόμενος στη χώρα του λόγω διεκδίκησης του βασιλικού στέμματος, είχε καταφύγει στην Κεφαλλονιά, όπου παντρεύτηκε την κόρη του τοπικού φεουδάρχη Ματσάκα και έγινε γενάρχης της οικογένειας των Λοβέρδων. Σε κάθε περίπτωση, όποια κι αν ήταν η προέλευση, η εμφάνιση του ονόματος στην Κεφαλλονιά χρονολογείται τον 13ο αιώνα.

 

Η οικογένεια των Λοβέρδων ανέδειξε κατά καιρούς διάφορα σημαίνοντα πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και πολλούς ιεράρχες. Από τους τελευταίους, σημαντικότεροι ήταν:

 

Ο δον Γεράσιμος, χειροτονηθείς Αρχιεπίσκοπος Κεφαλληνίας το 1450 (ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: ο Γεράσιμος Λοβέρδος γεννήθηκε το 1390 και πέθανε το 1510, απεβίωσε δηλαδή σε ηλικία 120 ετών!).

 

Ο Νικηφόρος, Αρχιεπίσκοπος Κεφαλληνίας κατά τα έτη 1518–1526.

 

Ο δον Σωφρόνιος (κοσμικό όνομα Σπυρίδων), Αρχιεπίσκοπος Κεφαλληνίας κατά τα έτη 1536–1550.

 

Ο Φιλόθεος (κοσμικό όνομα Φίλιππος), Αρχιεπίσκοπος Κεφαλληνίας κατά τα έτη 1567–1580.

 

Ο δον Αγάπιος, Αρχιεπίσκοπος Κεφαλληνίας το 1717.

 

Για τα παραπάνω και για περισσότερες σχετικές πληροφορίες: "Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ηλίου", τόμος 12, σελίδα 475.

 

Ο Διονύσιος Λοβέρδος, τώρα, διοικητής της "Ιωνικής και Λαϊκής Τράπεζας", της οποίας είχε υπάρξει συνιδρυτής μαζί με τον αδελφό του Σπυρίδωνα Λοβέρδο, λόγω προφανώς και του εκκλησιαστικού βίου πολλών από τους προγόνους του, ήταν ένθερμος συλλέκτης βυζαντινών εικόνων και συναφών έργων τέχνης. Μετασκεύασε, λοιπόν, τους δύο ορόφους του κτιρίου της οδού Ακαδημίας 58α (Ακαδημίας 53α τα χρόνια εκείνα), το οποίο, όπως είπαμε, επικοινωνούσε εσωτερικά με την κυρίως οικία του στη Μαυρομιχάλη 6 (οδός Παρθεναγωγείου παλιότερα), σε ένα μικρό αλλά πολύ αξιόλογο ιδιωτικό μουσείο νεοβυζαντινής τέχνης. Στις αίθουσες του τοποθέτησε τις 600 περίπου εικόνες της ιδιωτικής του συλλογής, βασικό πυρήνα της οποίας αποτελούσαν οι 200 πίνακες της συλλογής του φιλολόγου Αλεξίου Κολυβά, που είχαν αγοραστεί μετά το θάνατο του τελευταίου. Τα επίσημα εγκαίνια του Μουσείου Λοβέρδου έγιναν τον Οκτώβριο του 1930, κατά τη διάρκεια του τρίτου βυζαντινολογικού συνεδρίου, που είχε προγραμματιστεί εκείνες τις μέρες στην Αθήνα.

 


 

 

 

Πάνω αριστερά: κατάλογος εκθεμάτων της συλλογής Δ. Λοβέρδου. Εκδόθηκε το 1946 από τη σύζυγο του, Άρτεμη. Πάνω κέντρο: πρόλογος του καταλόγου. Πάνω δεξιά: εισαγωγικό σημείωμα του καταλόγου. Κάτω αριστερά: περιγραφή των συνθηκών που οδήγησαν στη δημιουργία του Μουσείου Λοβέρδου. Κάτω κέντρο: αναλυτική επεξήγηση του περιεχομένου των παραστάσεων και των λοιπών εκθεμάτων. Κάτω δεξιά: χωροταξική κατανομή των διαφόρων εκθεμάτων, στα αγγλικά.

 

Τη διαμόρφωση του παραρτήματος αυτού της κυρίως οικίας σε μουσείο επιμελήθηκε ο αρχιτέκτονας Αριστοτέλης Ζάχος, μετέπειτα αρχιτέκτονας και του Βυζαντινού Μουσείου. Τον καθαρισμό, συντήρηση, και λοιπή φροντίδα των εικόνων είχε αναλάβει ο ζωγράφος Δημήτριος Πελεκάσης.

 

Ευχετήριο σημείωμα του 1951 από τον Δ. Πελεκάση προς την (χήρα τότε) Άρτεμη Λοβέρδου. Την εποχή εκείνη, επιμελητής του μουσείου ήταν ο Δημήτριος Δικόπουλος

 

Βοηθούσης της οικονομικής ευχέρειας του Δ. Λοβέρδου, ο όλος χώρος απέκτησε μια υποβλητική μεγαλοπρέπεια, ενώ τα διάφορα εκθέματα και παραστάσεις, φορτωμένα με ιστορίες από άλλες εποχές, προσέδιδαν μια έντονη αίσθηση θρησκευτικού μυστικισμού. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στον κατάλογο εκθεμάτων του μουσείου: «Προς τούτοις κατεσκευάσθησαν μωσαϊκά δάπεδα και τρούλλοι μετά ψηφιδωτών επίσης παραστάσεων κατά την βυζαντιακήν τεχνοτροπίαν και άλλαι διακοσμήσεις, δι' ων προσδίδεται εις το Μουσείον τούτο βυζαντιακή όντως μεγαλοπρέπεια και θρησκευτική μυστικοπάθεια».

 

Σε αυτόν τον υποβλητικό, διακοσμημένο με ξυλόγλυπτα και ψηφιδωτά χώρο, ο Δ. Λοβέρδος διοργάνωνε τακτικά εκθέσεις έργων τέχνης, δεξιώσεις, και άλλες συναντήσεις με μέλη της τότε υψηλής κοινωνίας των Αθηνών.

 


 

 

 

Κάτω αριστερά: πρόκειται πιθανότατα για τη σύζυγο του Δ. Λοβέρδου, Άρτεμη. Κάτω κέντρο: το γραφείο του Δ. Λοβέρδου. Κάτω δεξιά: άποψη ενός τμήματος του Μουσείου Λοβέρδου, όπως ήταν την εποχή εκείνη.

 

Οι αδελφοί Λοβέρδου διέθεταν αρκετές τέτοιες διασυνδέσεις, όχι μόνο λόγω της μεγάλης τους οικονομικής επιφάνειας, αλλά και λόγω των διαφόρων δωρεών τους προς το Ελληνικό Δημόσιο. Ο δε Διονύσιος Λοβέρδος φαίνεται ότι ήταν ένας άνθρωπος με πολλά και ιδιαίτερα ενδιαφέροντα.

 

Αριστερά: ο Δ. Λοβέρδος καθώς κοιτάζει μέσα από το τηλεσκόπιο του. Κέντρο: δωρεά των αδελφών Λοβέρδου. Δεξιά: "Δρυάδων 'Επαυλις", εξοχική κατοικία του Δ. Λοβέρδου.

 

Το 1934, τέσσερα μόλις χρόνια μετά την ίδρυση του μουσείου του, σε ηλικία 56 ετών, ο Διονύσιος Λοβέρδος απεβίωσε. Σύμφωνα με τα όσα όριζε η διαθήκη, η συλλογή του μουσείου θα περιερχόταν στη σύζυγο του Άρτεμη και τις κόρες του Μαρία και Ιωάννα, μετά δε τον θάνατο αυτών, στο Ελληνικό Δημόσιο. Η διαθήκη εκτελέστηκε πράγματι, όπως ακριβώς είχε οριστεί.

 

Το Μουσείο Λοβέρδου εξακολούθησε να υφίσταται και μετά το θάνατο του ιδρυτή του, παρακμάζοντας όμως σταδιακά και χάνοντας την αίγλη του. Μπροστά στην κατάσταση αυτή, με τους χώρους και τα εκθέματα να καλύπτονται από ολοένα παχύτερα στρώματα σκόνης, η Ιωάννα Λοβέρδου–Βασιλειάδη, κόρη του Δ. Λοβέρδου και πληρεξούσιος των λοιπών κληρονόμων, δώρισε το 1979 το κτίριο του Μουσείου Λοβέρδου (Ακαδημίας 58α) μαζί με το κυρίως οίκημα (Μαυρομιχάλη 6), καθώς και το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής του πατέρα της (470 πίνακες και ένα ξυλόγλυπτο τέμπλο) στο Βυζαντινό Μουσείο. Εκεί μεταφέρθηκαν τα έργα αυτά το 1980, όπου και συμπεριλήφθηκαν στα εκθέματα (http://www.ecclesia.gr/greek/news/byzantino/byz_faidra.html). Μέρος των υπολοίπων έργων (46 πίνακες) της συλλογής Λοβέρδου, που παρέμειναν στην κατοχή της οικογένειας, κόσμησαν τους χώρους του νεοκλασικού κτιρίου του ιδρύματος Σπυρίδωνα Λοβέρδου (αδερφού του Διονυσίου), στη λεωφόρο Κηφισίας 256.

 

Όσο για το κτίριο της οδού Μαυρομιχάλη, αυτό, μετά την παραχώρηση του το 1979 στο Βυζαντινό Μουσείο, λειτούργησε ως βεστιάριο της γειτονικής Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Μια πυρκαγιά που ξέσπασε λίγο αργότερα παραλίγο να το καταστρέψει ολοσχερώς. Μετά το γεγονός αυτό, το κτίριο σφραγίστηκε, και μαζί με την προέκταση του που στέγαζε το Μουσείου Λοβέρδου στην Ακαδημίας 58α, αφέθηκε στη μοίρα του. Σε αυτή την κατάσταση παρέμεινε επί δεκαετίες, ώσπου το 2021, ανακαινισμένο έπειτα από πολύχρονες εργασίες αποκατάστασης, δέχτηκε και πάλι τη συλλογή Λοβέρδου, ανοίγοντας πλέον τις πόρτες του στο κοινό ως παράρτημα του Βυζαντινού Μουσείου (σχετικά: https://www.culture.gov.gr/el/Information/SitePages/view.aspx?nID=3689).

 

Αυτή, εν ολίγοις, ήταν η ιστορία του πολυσυζητημένου κτιρίου της οδού Ακαδημίας 58α. Και με την ιστορία αυτή κατά νου, είναι καιρός να περιηγηθούμε στους εσωτερικούς του χώρους, όπως τους αποτύπωσε η φωτογραφική μηχανή του Cernavus, κάπου το 1997.

 

 


 

ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ